OPINIONS

ΕΝΦΙΑ: Δεν έκανα καλύτερα τα λεφτά μου στραγάλια;

Αύγουστος 2014. Την πρώτη μέρα της άδειάς μου, το απογευματάκι, βρισκόμουν στο οικογενειακό εξοχικό μας. Την ώρα που ήμουν έτοιμη να βάλω το μαγιό μου και να πάω στη θάλασσα για το πρώτο μπάνιο του καλοκαιριού, ήρθε ο θείος μου σε έξαλλη κατάσταση και πριν καλά καλά μου πει "καλωσόρισες", έβγαλε από έναν φάκελο 7 εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ κι άρχισε να ωρύεται...

Το ίδιο λογικά έγινε σε κάθε ελληνική οικογένεια, μόλις εκτυπώθηκε από το Taxisnet η “σούμα” αυτού του νέου φόρου, που υποτίθεται ότι θα αντικαθιστούσε το “χαράτσι”, το οποίο μέχρι πρότινος εισέπραττε το κράτος μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ.

Για το κράτος, το ζητούμενο ήταν, είναι και θα είναι να εισπράττει. Από οπουδήποτε και με οποιαδήποτε αφορμή.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, βέβαια, το ζήτημα γίνεται πιο πολύπλοκο. Αφήνοντας – με τεράστια δυσκολία – στην άκρη τους πολιτικούς και άλλους λόγους που “επέβαλαν” τον συγκεκριμένο φόρο, διερευνούμε πώς έχει επηρεάσει την καθημερινότητά μας η επιβολή του ΕΝΦΙΑ. Με (πολύ λίγο) χιούμορ, δεδομένου ότι την τελευταία ημέρα του Σεπτεμβρίου λήγει η προθεσμία για την έγκαιρη πληρωμή της πρώτης από τις 6 δόσεις.

Η οικονομική αιμορραγία για κάτι που δεν εξηγείται

Με όποιον ειδικό επί του θέματος κι αν συζητήσεις, όσα σχετικά άρθρα κι αν διαβάσεις, όσο κι αν βυθιστείς μέσα στους νόμους και τις αιτιολογικές τους εκθέσεις (καταφέρνοντας μάλιστα να μη να σου ανέβει η πίεση στο 40) δεν υπάρχει περίπτωση να καταλάβεις για ποιο λόγο πρέπει να πληρώνεις αυτό το “μπουγιουρντί” επί έξι μήνες κάθε χρόνο. Ακόμα κι αν η θεσμοθέτηση αυτού του οικονομικού μαρτυρίου φαίνεται τυπικά αιτιολογημένη από το κράτος, είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι στην τελευταία πενταετία της φοροεπιδρομής.

Κατά τη γνώμη μου, το ποτήρι έχει ξεχειλίσει προ πολλού, πλην όμως η φύση του συγκεκριμένου φορολογικού μέτρου και ο τρόπος επιβολής του σε γονατίζει.

Δηλαδή θα σε φορολογήσει το κράτος επειδή έχεις ένα κεραμίδι (αγορασμένο) πάνω από το κεφάλι σου; Επειδή ο παππούς σου σού άφησε ένα εξοχικό στη Γκούρα Κορινθίας; Επειδή έχεις ένα ξενοδοχείο και προσπαθείς να ζήσεις από αυτό; Επειδή τα λεφτά που σου περίσσευαν (τότε, παλιά, πολύ παλιά) ήθελες να τα επενδύεις σε ακίνητα;

 

Δηλαδή κακώς που δεν τα έκανες στραγάλια και δρακουλίνια, για να μη σου προκύπτουν τέτοιες υποχρεώσεις. Δηλαδή το κράτος θέλει να τριγυρνάς μέσα στο σπίτι σου σαν την Αστέρω, να γραπώνεις τους τοίχους και να λες μπροστά από κάθε πορτοπαράθυρο “είναι δικό μου, δικό μου, δικό μου, δε σας χρωστάω τίποτα, αφήστε με”; Πολύ απλοϊκά δοσμένα, αυτό θέλει. Και να σου σπάσει τον τσαμπουκά, φυσικά.

Ό,τι βγάζεις, θα το δίνεις εκεί. Θα φορολογείσαι κανονικά για τα εισοδήματά σου, εφόσον έχεις τέτοια βέβαια και δε ζεις με τα 150 ευρώ που σου δίνουν οι γονείς σου κάθε μήνα, και ό,τι σου περισσεύει θα το καταθέτεις στον κύριο έφορο.

Η απελπισία για κάτι που δεν αντιστρέφεται

Θα πας στην τράπεζα, θα στηθείς στην ουρά, θα μαλώσεις με αυτόν ή αυτήν που θα προσπαθήσει με κάποιο τρόπο να σου πάρει τη σειρά, έστω κι αν υπάρχουν χαρτάκια προτεραιότητας, θα ακούσεις συζητήσεις από τα “πηγαδάκια” που θα διαμαρτύρονται για το “πόσο κόσμο έχει” και το “όλοι τελευταία στιγμή ήρθαν”.

Φυσικά και όλοι πάνε τελευταία στιγμή, διότι ελάχιστοι είναι αυτοί που έχουν τα χρήματα να πληρώσουν τη δόση νωρίτερα από τη λήξη της προθεσμίας. Αν, σε κλίμακα από 1 ως 10, ο μέσος άνθρωπος διαμαρτύρεται υπό κανονικές συνθήκες (εσωτερικά ή εξωτερικά) για την ουρά στην τράπεζα γύρω στο 4, για τους επόμενους μήνες θα διαμαρτύρεται γύρω στο 15.

Το συναίσθημα της απελπισίας και του εγκλωβισμού θα είναι διάχυτο και, είτε θα θέλεις να βρίσεις δυνατά, συμβάλλοντας στην ένταση, είτε απλά να ανοίξει η γη (ή, καλύτερα, ένα χρηματοκιβώτιο) να σε καταπιεί. Φυσικά, εφιστώντας την προσοχή σου στο δέντρο, χάνεις το δάσος. Που είναι το γιατί στέκεσαι στην ουρά και όχι η ίδια η ουρά.

Κάνει κάποιος κάτι;

Κάτι κινείται. Μία από τις συνέπειες της παράνοιας που ονομάζεται ΕΝΦΙΑ είναι η κινητοποίηση του κόσμου εναντίον της επιβολής του μέτρου. Δε μιλάω για άχρηστες δηλώσεις υπό τη μορφή λεκτικού (και μόνο) κόλαφου, που δημοσιεύονται από δικηγορικούς συλλόγους, ενώσεις ιδιοκτητών ακινήτων και άλλους τέτοιους φορείς. Αυτοί “βγάζουν την υποχρέωση” απέναντι στα μέλη τους και την κοινωνία, προβάλλοντας την αγανάκτησή τους και καλώντας το κράτος να αποσύρει το μέτρο.

Αφού αγανάκτησες και έστειλες ένα δελτίο Τύπου, σίγουρα θα καταργηθεί ο φόρος, μην το συζητάς. Κι εγώ θέλω απεγνωσμένα να πιω έναν διπλό ελληνικό τώρα, δηλώνω την αγανάκτησή μου και καλώ τους περαστικούς να μου ψήσουν έναν και να μου τον φέρουν (με κουλουράκι μαζί).

Μικρές ομάδες ανθρώπων που έχουν πάρει στα σοβαρά την πιο πάνω παράνοια προσφεύγουν στα δικαστήρια και περιμένουν να δουν τα αποτελέσματα των κινήσεών τους.

Δε μπορώ να πω, όμως, ότι ο κόσμος έρχεται πιο κοντά. Δε μου δείχνει αυτή την εικόνα η ελληνική κοινωνία. Δεν υπάρχει αλληλεγγύη και συσπείρωση με συγκεκριμένους στόχους απέναντι στην όποια πηγή κακού.

Μετά την εφορία, τι;

Ο κόσμος έχει εξαντληθεί. Η δυσφορία είναι ομαδική. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί από τώρα και στο εξής είναι να καταστεί η δυσφορία συνήθεια. Η αποτελεσματική λύση στο πρόβλημα, είναι φυσικά η κατάργηση του φόρου. Τότε μόνο ο κόσμος θα ανακουφιζόταν από αυτή τη συλλογική κατάθλιψη.

Αυτό όμως, κατά 99% δε θα συμβεί. Κάποιοι θα το αφήσουν να περάσει έτσι, δεδομένου ότι έχουν χρήματα στην άκρη, εξοφλώντας τις δόσεις στην ώρα τους, κάποιοι θα δανειστούν, κάποιοι θα υποχρεωθούν σε τρίτους, κάποιοι δε θα πληρώσουν, κάποιοι θ’ αρχίσουν τα συνθήματα παλιών εποχών, κάποιοι τις μολότωφ.

Δεν είναι, όμως, όλα μάταια. Έχω γίνει γραφική, επαναλαμβάνοντας διαρκώς την ανάγκη για δημιουργικό διάλογο μέσα στην ελληνική κοινωνία.

Μπορώ να σκεφτώ τι φταίει και δεν πραγματώνεται κάτι τέτοιο. Το “εμείς φταίμε”, είναι γενικευμένο, αλλά αληθινό ως έναν βαθμό. Μπορούμε, να προσπαθήσουμε να ξεπεράσουμε τα εθνικά κουσούρια που δε μας αφήνουν να βρούμε βιώσιμες λύσεις σε τέτοια προβλήματα.

Τον δικό μου ΕΝΦΙΑ τον πλήρωσε ο πατέρας μου. Και τον επόμενο μήνα, το ίδιο θα γίνει. Και τον μεθεπόμενο. Ο δε θείος μου ακόμα ωρύεται. Αντί να ωρύεται, βέβαια, θα μπορούσε να κάνει κάτι άλλο. Δεν ξέρω τι. Ας μαζευτούμε κι ας το βρούμε στην πορεία. Έτσι γίνονται αυτά τα πράγματα.