Αγγελική Καλαμαρά/ladylike.gr
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Ναταλία Τσαλίκη προτιμά να δυσκολεύει τον εαυτό της

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΛΑΜΑΡΑ

MUA & HAIR STYLIST: ΙΩΑΝΝΑ ΑΓΓΕΛΗ

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΟ ATHENS FLAIR.

Συναντηθήκαμε με τη Ναταλία Τσαλίκη στο κέντρο της Αθήνας λίγες εβδομάδες πριν ανέβει στη σκηνή του θεάτρου Άλμα για να πρωταγωνιστήσει σε μία από τις πολυαναμενόμενες παραστάσεις της θεατρικής σεζόν 2024- 2025. H Ναταλία Τσαλίκη θα υποδυθεί την Έλσε, τη μητέρα, στην παράσταση Festen που σκηνοθετεί ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος. Λίγο πριν σταματήσουμε να μιλάμε της είπα ότι ένιωθα σαν να έκανα ψυχανάλυση. Μου είπε ότι της το λένε συχνά, γελώντας. Και δεν μπορώ να φανταστώ ωραιότερο κομπλιμέντο για κάποιον συνομιλητή.

Αν έχεις δει την ταινία του Τόμας Βίντερμπεργκ, (την πρώτη ταινία που γυρίστηκε σύμφωνα με τις επιταγές του Δόγματος 95), ξέρεις ήδη ότι πρόκειται για μία πολύ δυνατή ιστορία, που σε βάζει να μετέχεις ως θεατής σε αυτήν όσο περισσότερο γίνεται. Μία τέτοια «πραγματική συνάντηση» μεταξύ θεατών και ηθοποιών επιχειρεί και ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στο δικό του ανέβασμα του Festen. «Σε σχέση με το ίδιο το έργο, θα έλεγα ότι είναι πολύ μέσα στην ουσία του το ανέβασμά μας. Έχει πετύχει με αυτή του την ματιά να είναι πολύ κοντά σε αυτό που ζητάει το “Δόγμα”», μού εξηγεί η Ναταλία Τσαλίκη για την παράσταση.

Η ίδια είχε δει και την ταινία Festen, αλλά και την θεατρική μεταφορά του έργου που είχε γίνει στο παρελθόν στο ελληνικό θέατρο. «Την είδα ξανά τώρα, αλλά βέβαια μου είχε αρέσει πάρα πολύ. Γενικώς μου αρέσει πολύ ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος και κυρίως ο σκανδιναβικός και ο βρετανικός. Οι ταινίες του δόγματος ήταν πολύ πιστές σε αυτό που ζητούσε, ήταν όσο πιο κοντά στην αλήθεια γίνεται, χωρίς τεχνολογικά εφέ, κάτι το οποίο βάζει τον θεατή πολύ μέσα στην ιστορία. Δεν μπορείς να κρατήσεις απόσταση, είσαι παρών», εξηγεί η Ναταλία Τσαλίκη.

«Να συμβαίνουν όλα αυτά τα πράγματα εκείνη την ώρα και ο θεατής να είναι παρών. Αυτό προσπαθούμε να πετύχουμε κι εμείς στην παράστασή μας. Και ένας από τους λόγους που με οδήγησε να δεχτώ αυτή τη δουλειά ήταν ότι αφενός μου άρεσε το έργο και αφετέρου ήταν η ματιά του Οδυσσέα, που είναι πολύ ενδιαφέρουσα και πολύ γοητευτική. Επίσης υπάρχει ένα φοβερό cast νέων παιδιών. Είναι πάρα πολύ ταλαντούχα και όρμησαν από την αρχή πολύ μέσα σε αυτό που ήθελε ο Οδυσσέας», συμπληρώνει.

Η συζήτηση μας, με τη Ναταλία Τσαλίκη, όπως κατάλαβες, ξεκίνησε από το Festen, πέρασε στις δικές της αναμνήσεις από οικογενειακές γιορτές, στις επαναστάσεις της νεότητας, τη σημερινή εποχή που, κατά την ίδια, οι οικογένειες λειτουργούν είτε με τη «δικτατορία του παιδιού» είτε με την αδιαφορία προς το παιδί, αλλά και τις δυσκολίες από τις οποίες ποτέ δεν ήθελε να ξεφύγει. Η Ναταλία Τσαλίκη νιώθει ότι όταν δυσκολεύεται είναι στον δικό της δρόμο για την αλήθεια. Κι αυτή την αλήθεια την κατακτά υπέροχα.

Φόρεμα Helmi.

-Είναι η πρώτη σας συνεργασία με τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο;

Ναι και οφείλω να πω ότι είναι αποκαλυπτικά καλός σαν σκηνοθέτης. Πέρα από το ότι ξέρει τι θέλει και το οραματίζεται εδώ και αρκετά χρόνια, απ’ ό,τι μου έχει πει, ξέρει επίσης και πώς να σε οδηγήσει εκεί χωρίς να σε περιορίσει. Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο στοίχημα. Να ξέρει ο σκηνοθέτης τι θέλει αλλά να νιώθει κι ο ηθοποιός την ελευθερία να προσθέσει κι ο ίδιος. Ο Οδυσσέας δίνει αυτή την ελευθερία μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, στο οποίο όμως είναι πολύ ανοιχτός ακριβώς επειδή ξέρει τι θέλει. Αυτο είναι πολύ σπάνιο στο θέατρο.

– Οι δικές σας αναμνήσεις όταν ακούτε τη φράση «οικογενειακή γιορτή» ποιες είναι;

Επειδή η οικογενειακή γιορτή έχει να κάνει πιο πολύ με το τραπέζι και έναν κλειστό χώρο, μου έρχονται στο μυαλό Χριστούγεννα και βέβαια κάποιες Κυριακές, τις οποίες έχουμε εγκαταλείψει πια, που ήμασταν όλη η οικογένεια γύρω από το φαγητό. Νομίζω ότι είναι κάτι που λείπει σήμερα και που είναι απαραίτητο.

– Τα μυστικά είχαν θέση στην οικογένειά σας; Μεγαλώσατε με τη φράση «τα εν οίκω μη εν δήμω»;

Όχι τόσο. Ήταν αρκετά ανοιχτόμυαλοι στη δική μου οικογένεια, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν ήταν κι αυτοί υπόλογοι στο «τι θα πει η κοινωνία». Δεν είχαν μυστικά αλλά τους ενδιέφερε πάντα το πώς φαινόμαστε και τι θα πει η κοινωνία. Το επέβαλε και η εποχή άλλωστε. Δεν σου έλεγε κάποιος με λόγια «κοίταξε να δεις, υπάρχουν αυτοί οι κανόνες πρέπει να κάνεις αυτό και το άλλο», αλλά στο περνούσε υπόγεια, πιο υποδόρια. Ας πούμε ότι είσαι υποχρεωμένος να πάρεις τηλέφωνο στη γιορτή κάποιου θείου. Αυτό ίσως είναι κάτι που ηχεί λίγο χαλαρό και ελαφρύ, αλλά δεν είναι καθόλου. Δημιουργεί χειρότερη πίεση, γιατί δεν είναι κάτι που συζητιέται, είναι κάτι που «οφείλεις» να κάνεις.

– Πώς αντιδρούσατε εσείς σε αυτή την πίεση;

Εγώ από μικρή είχα άρνηση, μία εσωτερική αντίσταση σε αυτό το πράγμα. Ακριβώς επειδή κάτι ένιωθα ότι με πίεζε και με περιόριζε, αρνιόμουν να το κάνω. Ένιωθα ότι μου στερεί την ελευθερία. Κι ας ήμουν μόλις 12, 13 ετών. Πιο μικρή ήμουν πιο φοβισμένο παιδί, πιο μαζεμένο, ανασφαλές και αντικοινωνικό. Όταν άρχισα να νιώθω αυτή την καταπίεση την υπόγεια, άρχισα να αντιδρώ. Στα 18 έκανα μια επανάσταση κι έφυγα από το σπίτι.

– Η φιλοσοφική που αφήσατε για την υποκριτική ήταν φαντάζομαι κι αυτό επανάσταση;

Βέβαια, για την εποχή εκείνη ήταν ένα είδος επανάστασης. Σήμερα οι οικογένειες είναι πιο παιδοκεντρικές, βάζουμε το παιδί στη γυάλα, φοβόμαστε μην πάθει τίποτα, να μη νιώσει ότι πιέζεται.

«Βιώνουμε είτε τη “δικτατοριά του παιδιού” είτε αδιαφορούμε σαν γονείς για τις ανάγκες του».

Έχουμε φτάσει σε ένα άλλο άκρο που είναι πολύ επικίνδυνο. Εξού και βλέπουμε αυτά που βλέπουμε και στους εφήβους και σε μικρότερες ηλικίες.

– Κι ίσως να βγάζουμε και ανθρώπους στην κοινωνία ανέτοιμους για την πραγματικότητα αν τους μεγαλώσουμε μέσα σε γυάλα…

Και το χειρότερο ξέρετε ποιο είναι; Είχα μία συζήτηση με κάποιον που ασχολείται με άτομα εθισμένα στα ναρκωτικά και ρώτησα ποιο είναι το κοινό στοιχείο που συνδέει τα παιδιά αυτά: Η κακοποίηση; Η κακή συμπεριφορά στο σπίτί; Η βία; Τι άλλο; Και μου είπε «η αδιαφορία».

Αυτά τα παιδιά που βλέπουμε στον δρόμο αυτή τη στιγμή, είναι παιδιά τα οποία γυρεύουν μία ταυτότητα, δεν έχουν καταλάβει ποιοι είναι και γιατί ήρθαν στον κόσμο. Προσπαθούν, κατά την κρίση μου, μέσα από αυτές τις συμπεριφορές να βρουν τον εαυτό τους, να αποκτήσουν οντότητα έστω αρνητικά, έστω βίαια, έστω με αυτόν τον ακραίο τρόπο.

Πρέπει να το δουν αυτό οι οικογένειες, δεν έχουν επικοινωνία με τα παιδιά τους. Δεν υπάρχει κάποιος που να ασχολείται μαζί τους. Και τώρα που έχει μπει και το διαδίκτυο στη ζωή μας, οι νέοι έχουν βρει ένα αποκούμπι με όλα τα παρατράγουδα και τα αρνητικά. Πρέπει να κάνουμε ένα restart εδώ στην κοινωνία την ελληνική: Να δούμε τι φταίει και να το δούμε πολύ καθαρά. Κατά τη γνώμη μου είναι όλα θέμα παιδείας.

– Εσείς έχετε πει ότι πολύ συνειδητά γίνατε μαμά. Υπήρξαν κάποιες αρχές στην οικογένεια που δημιουργήσατε από τις οποίες δεν θέλατε να αποκλίνετε;

Υπήρχε κάτι το οποίο δεν ξέρω αν τελικά μου βγήκε σε καλό: Ένιωθα ότι όση αγάπη δεν πήρα εγώ, έπρεπε να τη δώσω στο πολλαπλάσιο. Αυτό σε οδηγεί σε άλλο άκρο. Όταν έχεις περάσει τα παιδικά σου χρόνια μέσα σε αδιαφορεία (εν προκειμένω από την πλευρά της μητέρας μου), λες «εγώ στο παιδί μου θα τα δώσω όλα, θα αφοσιωθώ πολύ, θα δώσω όλη μου την αγάπη». Αυτό όμως θέλει και ένα μέτρο. Ομολογώ ότι το ξεπέρασα αρκετές φορές. Αργότερα το καταλάβα, το εντοπίσα και προσπάθησα να το διορθώσω.

– Θα πρέπει να κάνατε αρκετή ενδοσκόπηση από μικρή για να τα εντοπίσετε αυτά. Άλλοι φτάνουν 40 για να αρχίσουν να καταλαβαίνουν…

Και νομίζω ότι μπορεί να μην τα καταλάβουν και ποτέ. θεωρώ ότι είναι μύθος να πιστεύουμε ότι μπορείς να ζήσεις αν δεν τα βρεις κάπως με τον εαυτό σου. Ή δεν προσπαθήσεις να τα βρεις. Ζεις με τον εαυτό σου, αυτός είναι το φιλαράκι σου. Αν δεν έχεις με αυτόν μία επικοινωνία όμορφη, φιλική, δεν νομίζω ότι μπορείς να επιβιώσεις στη δύσκολη εποχή που ζούμε.

Αλλιώς είναι σαν να ζούμε παρασιτικά. Το κάθε τι θέλει έναν κόπο. Πληρώνεις ένα αντίτιμο με πόνο ίσως, γιατί το να κοιτάξεις μέσα σου συνεπάγεται να έρθεις σε επαφή με πράγματα που σε πληγώνουν, αλλά που πρέπει να τα αποδεχτείς. Αυτή είναι η διαδρομή. Η αποδοχή με αγάπη.

«Είναι που είναι εχθρικό το περιβάλλον, αν νιώθεις και εχθρικά με τον εαυτό σου είσαι καταδικασμένος είτε να αρρωστήσεις είτε να πάθεις κατάθλιψη είτε να σου βγουν κακίες και θυμός. Είναι μονόδρομος».

– Είστε υπέρ των άβολων συζητήσεων; Εσείς δηλαδή αυτά τα πράγματα που εντοπίσατε τα συζητήσατε ποτέ με την κόρη σας ή με τη μαμά σας να της πείτε ότι αυτό που έκανες τότε με πλήγωσε;

Φυσικά. Από πολύ μικρή προτιμούσα τον δύσκολο δρόμο. Ήξερα ενστικτωδώς, ότι αυτός είναι ο σωστός. Αν δεν το κάνεις αυτό, πιστεύω πως δεν θα βρεις την αλήθεια. Πάντα υπάρχει μέσα μας αυτή η αυτοσυντήρηση, η άμυνα, η προσπάθεια να αποφύγουμε τις δυσκολίες, εγώ ομως δεν το έκανα. Πίστευα ότι πρέπει να ξεπεράσεις κάτι για να προχωρήσεις.

Ο καθένας ακολουθεί τον δικό του δρόμο, τον οποίο καλείται να βρει μόνος του, με τον εαυτό του. Και αυτή είναι και η γοητεία. Η αναζήτηση αυτή δεν τελειώνει και ποτέ. Απλά η διαδρομή σε αποζημιώνει γιατί μετά αισθάνεσαι πιο ήρεμα μέσα σου, πιο γαλήνια.

– Φορετές τύψεις για τη μητρότητα ως δραστήρια επαγγελματικά γυναίκα, είχατε; Απαλλαγήκατε από αυτές;

Ποτέ δεν φόρεσα τύψεις που προέρχονταν απέξω. Οποιαδήποτε τύψη ή ενοχή μού τη δημιούργησε ο εαυτός μου. Δηλαδή το να είμαι στο θέατρο και το παιδί μου να ξέρω ότι είναι σπίτι με 40 πυρετό, άσχετο αν ήταν η μητέρα μου εκεί, δεν χρειάζομαι την κοινωνία, την είχα μόνη μου την ενοχή δεν χρειαζόμουν επιπλέον τύψεις από «κάποιους άλλους». Γενικά ήμουν πάρα πολύ αυστηρή με τον εαυτό μου.

– Και πολύ βασισμένη στον εαυτό σας;

Αναγκαστικά. Μεγάλωσα σε ένα ασταθές οικογενειακό περιβάλλον, οπότε έπρεπε να βρω το έρεισμα μέσα μου. Αυτό γίνεται ενστικτωδώς. Δεν έγινε με τη λογική, εγκεφαλικά. Άρχισα να νιώθω ότι είμαι μόνη μου. Εγώ κι ο εαυτός μου από πολύ μικρή. Αυτό προϋπέθετε ότι έπρεπε να ξεπεράσω πράγματα, να βάλω εμπόδια στον εαυτό μου για να δοκιμαστώ. Οτιδήποτε με δυσκόλευε έλεγα αυτό θα κάνω. Και στους ρόλους ακόμα αυτό με ακολουθούσε. Όποιον ρόλο μου πρότειναν κι ένιωθα ότι είναι έξω από μένα, έλεγα, αυτό θα κάνω. Δεν μου βγήκε σε κακό. Είναι κάτι που με έχει ακονίσει, με έχει εξασκήσει..

«Η αυστηρή αυτοκριτική, ευτυχώς, με τα χρόνια λειαίνεται. Πρέπει να επιβραβεύω τον εαυτό μου γι’ αυτά που έχω κάνει, χωρίς να τον θεωρώ εγωιστή. Πιστεύω ότι πρέπει να είναι πρώτα αυτός καλά, πια».

Έχω συμφιλιωθεί με τον εαυτό μου, τον έχω αγαπήσει, τον έχω κατανοήσει. Αλλιώς δεν τα βγάζεις πέρα με τη ζωή όπως έχει γίνει πια.

– Σας παρακολουθώ και στο Facebook και βλέπω ότι τοποθετείστε για κοινωνικά ζητήματα, συχνά λακωνικά. Μιλάτε και για τα δικαιώματα των γυναικών, για τις γυναικοκτονίες κλπ. Πιστεύατε ότι θα είχαμε φτάσει στην ισότητα μεγαλώνοντας;

 «Μεγάλωσα χωρίς επίγνωση της ανισότητας. Μεγαλώσαμε 3 αδερφές σε ένα σπίτι που ήταν ανοιχτόμυαλο και έπρεπε να φτάσω στην ηλικία των 18, 20 ετών για να συνειδητοποιήσω ότι ζω σε μια κοινωνία που υπάρχει ανισότητα ανάμεσα στα 2 φύλα».

Μεγάλωσα με την πεποίθηση ότι είσαι μια γυναίκα, έχεις τα ίδια δικαιώματα με τον άντρα κι άμα προσπαθείς, καταφέρνεις να προχωρήσεις. Ήμουν μια πολύ καλή μαθήτρια, μπήκα στο πανεπιστήμιο εύκολα, ό,τι ήθελα, με κόπο, το αποκτούσα. Οπότε έλεγα «ναι, είναι μια κοινωνία μπροστά μου ανοιχτή να με αποδεχτεί για αυτό που είμαι». Λίγο λίγο άρχισα να συνειδητοποιώ ότι γύρω μου υπάρχει αυτή η τρομακτική ανισότητα.

Όσο γι’ αυτό που λέτε για τα κοινωνικά δίκτυα, νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο γι’ αυτό γράφω τόσο όσο. Πιστεύω ότι καλό είναι να δίνεις ένα στίγμα. Όταν το αισθάνεσαι όμως ως ανάγκη, όχι για να πεις «έχω κι εγώ μια άποψη». Αν δεν έχω άποψη ή δεν νιώθω την ανάγκη να την εκφράσω προτιμώ να μην γράφω τίποτα. Γενικά δεν μου αρέσουν οι συζητήσεις που ανοίγουν στο διαδίκτυο, που πέρα από το ότι δεν οδηγούν πουθενά, βγάζουν και μία αψυχολόγητη βία.

– Λειτουργούν τα πράγματα τελευταία μόνο ως αφορμή να τσακωνόμαστε;

Ναι. Καταρχάς έχουμε άποψη για όλα και δεν ξέρω γιατί. Πώς γίνεται να έχεις άποψη για όλα και να τα ξέρεις όλα; Όταν μου λένε κάτι λέω «Κάτσε να δω, δεν ξέρω ακόμα, να ρωτήσω, να συζητήσω». Δεν μπορώ το πρωί να διαβάσω μια είδηση και το μεσημέρι να έχω άποψη. Και να την εκφράζω κιόλας επιθετικά.

Θεωρώ ότι ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει τον λαό μας είναι η μισαλλοδοξία. Η μισαλλοδοξία σημαίνει μισώ την «άλλη γνώμη», δηλαδή τη διαφορετική, ακριβώς επειδή δεν είναι δική μου. Εκ προοιμίου λοιπόν, έχω πάρει θέση ότι αφού δεν συμφωνείς μαζί μου, είσαι εχθρός, σε μισώ. Αυτό θεωρώ ότι είναι το χειρότερο μας χαρακτηριστικό. Και πολλά άλλα, αλλά αυτό μας χαρακτηρίζει πολύ έντονα αυτόν τον καιρό κυρίως. Ας μετριάσουμε λίγο την επιθετικότητά μας και την ξερολίασή μας για όλα.

Ξεκίνα από το ότι «δεν ξέρω» να δημιουργήσεις λίγη ησυχία μέσα σου. Κάτι το οποίο θα σου ανοίξει και έναν χώρο. Το να λες «δεν ξέρω» δεν είναι μία παθητική στάση. Είναι ανθρώπινο να μην τα γνωρίζουμε όλα. Αν σε ενδιαφέρει κάτι ρωτάς, μαθαίνεις και το κρατάς για σένα. Αν πρέπει να το μοιραστείς, θα το αποφασίσεις σε άλλο στάδιο. Εμείς θέλουμε να τα κάνουμε όλα τώρα, χωρίς να μεσολαβήσει το μυαλό μας, μόνο με το θυμικό. Άσπρο- μάυρο, μου αρέσει- δεν μου αρέσει, υπερασπίζομαι- καταδικάζω. Ποιος μας έχρισε κριτική επιτροπή; Ας λύσουμε τα δικά μας θέματα και μετά ας ασχοληθούμε με τον άλλο.

Πουκάμισο Tommy Hilfiger.

– Το κομμάτι της απαίτησης της κοινωνία από τις γυναίκες να μη μεγαλώνουν το νιώσατε;

Ισχύει. Οι ρόλοι που μου προτείνονται βλέπω να λιγοστεύουν. Υπάρχει μια νεολαγνεία. Θέλουμε να βλέπουμε πρόσωπα φρέσκα, αρυτίδωτα, ατσαλάκωτα. Και άρα μην ανθρώπινα. Πρέπει να υπάρχει και εκεί ένα μέτρο. Να φροντίζουμε το σώμα μας, την εμφάνισή μας, αλλά με μέτρο. Ο χώρος μας βασίζεται πολύ στο φαίνεσθαι.

Στον ευρωπαϊκό κινηματογράφο βλέπω ότι πια ότι οι μεγαλύτερες γυναίκες παίζουν όπως είναι, χωρίς φτιασίδια. Έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον να τις βλέπεις να είναι και να δείχνουν στην ηλικία τους. Μου αρέσει πολύ αυτό. Σου δίνει μεγάλη ελευθερία.

Το επάγγελμά μας έχει να κάνει με το τι άνθρωπος είσαι και πώς μεγαλώνεις. Πώς βλέπεις τη ζωή. Πώς βλέπεις τον εαυτό σου. Πώς βλέπεις τον διπλανό σου. πόσο ελεύθερος είσαι. Η εξέλιξή σου η καλλιτεχνική πάει μαζί με την προσωπική. Αν δεν αντιμετωπίσεις τους δικούς σου δαίμονες, τα δικά σου σκοτάδια, δεν μπορείς να πας ένα βήμα παραπάνω στον επόμενο ρόλο. Δεν θα είσαι αληθινός. Θα επαναλαμβάνεσαι.

«Εμένα μ’ αρέσει το φρέσκο πράγμα. Πλήττω θανάσιμα από την επανάληψη. Θέλω να φέρνω τον εαυτό μου σε σημείο να με εκπλήσσει συνεχώς, βάζοντας του δοκιμασίες. Τώρα πια ξέρω πολύ καλύτερα τα όπλα μου. Οπότε απολαμβάνω το ταξίδι αυτό».

– Το παρελθόν δεν το νοσταλγείτε ποτέ;

Δεν έχω καμία απολύτως παρελθοντολαγνία, δεν με αφορά τι έγινε χθες. Ή τουλάχιστον προσπαθώ. Όλα αυτά γίνανε, με αφορά το παρακάτω. Δεν έχει νόημα. Τα έχω  αντιμετωπίσει εξαντλητικά. Δεν βοηθάνε πια. Γι’ αυτό πιστεύω ότι δεν πρέπει κανείς να ανατρέχει συνέχεια στο παρελθόν. Το τι σου κάνει καλό μόνο εσύ το ξέρεις. Πώς θα το μάθεις αν δεν κατανοήσεις ποιος είσαι;  Αυτό είναι το πιο δύσκολο ταξίδι.

– Η σχέση σας με την τηλεόραση είναι συνειδητά επιλεκτική τα τελευταία χρόνια;

Τη βλέπω από μεγαλύτερη απόσταση. Θεωρώ ότι η τηλεόραση έχει κάνει βήματα μπροστά, αν και έχει πάρα πολλά ακόμα να κάνει. Δεν είναι τολμηρή στα θέματα, στα σενάρια των σίριαλ. Με ενδιαφέρει να συμμετέχω, μου έχουν γίνει αρκετές προτάσεις τον τελευταίο καιρό. 2- 3 που μου άρεσαν δεν τις έκανα γιατί συνέπεσαν με κάποια άλλη δουλειά μου. Δεν την αποφεύγω την τηλεόραση. Την αγαπώ και μάλιστα επιδιώκω να συμμετέχω.

– Πάσχουμε κι εκεί από συντηρητισμό;

Φυσικά. Μόλις βρούμε κάτι που δουλεύει το βγάζουμε φωτοτυπία και το επαναλαμβάνουμε για τα επόμενα 5- 10 χρόνια. Μέχρι να το κάψουμε, να βαρεθεί ο κόσμος και να πει «φτάνει». Είναι κρίμα.

– Μακριά από τη σκηνή τι σας δίνει αίσθηση πληρότητας;

Αλίμονο αν περίμενα τη σκηνή για να μου δημιουργήσει αίσθηση πληρότητας. Υπάρχουν άνθρωποι που λένε «χωρίς το θέατρο δεν ζω» ή «θα πεθάνω πάνω στη σκηνή». Μακριά από μένα αυτά. Προσπαθώ εκτός σκηνής να γεμίσω όσο μπορώ περισσότερο από τους χυμούς της ζωής, να απολαύσω το δώρο της ζωής, γιατί για μένα είναι ένα δώρο.

«Τα πολύ απλά πράγματα, από την ευγνωμοσύνη που ξυπνάω υγιής και δημιουργική, δραστήρια μέχρι τον καφέ που θα πιώ, έχω μάθει να τα απολαμβάνω. Κι άμα ξεχνιέμαι καμιά φορά, επανέρχομαι, γιατί αυτός ο δρόμος θέλει υπενθύμιση, άσκηση».

Υπάρχουν πολλά πράγματα για τα οποία αν σκύψεις και τα δεις, θα διαπιστώσεις ότι αξίζουν την ευγνωμοσύνη μας. Ας μην χρειαστεί να έρθουμε αντιμέτωποι με μία αρρώστια για να συνειδητοποιήσουμε πόσο τυχεροί είμαστε. Μόνο αν τη δούμε σαν δώρο τη ζωή, να την εκτιμήσουμε και την τιμήσουμε αξίζει να τη ζήσουμε. Καλό είναι να είμαστε προσγειωμένοι, συντονισμένοι, να έχουμε επίγνωση του τι μας συμβαίνει. Να έχουμε συνειδητότητα.

*Info: Festen, από 30 Οκτωβρίου στο θέατρο Άλμα, κάθε Τετάρτη και Κυριακή στις 20:00 και Πέμπτη, Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00. Πληροφορίες και εισιτήρια εδώ.

Συντελεστές

Σενάριο: Τόμας Βίντερμπεργκ
Θεατρική διασκευή: Μπο Χάνσεν & Μόργκενς Ρούκοφ
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Δραματουργική επεξεργασία & Σκηνοθεσία:
Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος
Σκηνικά – Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Σχεδιασμός φωτισμών: Ζωή Μολυβδά Φαμέλη
Videos παράστασης: Άκης Πολύζος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Κατερίνα Λούβαρη Φασόη
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Trailer & Promo Teasers: Εριφύλη Δουκέλη
Graphic Design: Indigo Creative
Βοηθοί Σκηνογράφου:
Ιωάννα Καλαβρού, Γιώργος Χώτος

Διανομή

Έλσι – Μητέρα: Ναταλία Τσαλίκη
Χέλγκε – Πατέρας: Γιώργος Ζιόβας
Κρίστιαν – Γιος: Προμηθέας Αλειφερόπουλος
Ελένε – Κόρη: Ιωάννα Κολλιοπούλου
Μίκαελ – Γιος: Αναστάσης Λαουλάκος
Πία: Ιωάννα Τζίκα
Τελετάρχης: Γιάννης Καπελέρης
Γκμπατοκάι: Μιχάλης Αφολαγιάν
Μέττε: Μαριάννα Πουρέγκα