8 χρόνια χωρίς τον Νίκο Κούρκουλο: 12+1 άγνωστα επεισόδια από τη ζωή του
- 30 ΙΑΝ 2015
Τα κορίτσια ούρλιαζαν όταν τον έβλεπαν και του έσκιζαν τα ρούχα, οι άντρες ήθελαν να του μοιάσουν. Ήταν το γνήσιο αρσενικό, ο σκληρός, ο μάγκας, το παλικάρι, το μεγαλύτερο αντρικό είδωλο που πέρασε ποτέ από το ελληνικό σινεμά. Ο τελευταίος Έλληνας σταρ.
1. Είχε πάθος
με τον αθλητισμό και ήταν καλός τεχνίτης
της μπάλας – όπως είναι γνωστό, στα
τέλη της δεκαετίας του ’50 έπαιξε στον
ΠΑΟ, σε θέση σέντερ μπακ. Φορούσε τη
φανέλα με το νούμερο 5.
2. Στα
12 του, είχε επιχειρήσει να γίνει δεκτός
στην ομάδα μπάσκετ του Παναθηναϊκού,
αλλά δεν γινόταν δεκτός γιατί δεν είχε
καν τα απαραίτητα παπούτσια με τη
λαστιχένια σόλα, τις περίφημες «ελβιέλες».
Για να μπορέσει να γίνει δεκτός, πήρε
κάτι παλιά καλοκαιρινά του πέδιλα και
μια σαμπρέλα αυτοκινήτου που βρήκε στο
δρόμο και – με τη βοήθεια ενός φιλότιμου
τσαγκάρη – έφτιαξε τα πρώτα του,
αυτοσχέδια «αθλητικά», με λαστιχένια
σόλα και τα δάχτυλα έξω…
3. Είχε
χάσει τα δύο από τα τρία αδέρφια του σε
τραγικά ατυχήματα. Ο μεγαλύτερος, ο
Σπύρος που ήταν ναυτικός και ταξίδευε
με ένα γκαζάδικο σαν τρίτος πλοίαρχος,
χάθηκε σε ένα ναυάγιο, ανοιχτά της
Βενεζουέλας. Όσο για τον μικρότερο
αδερφό του, πολιτικό μηχανικό, σκοτώθηκε
πέφτοντας στο κενό, από τον έβδομο όροφο
μιας πολυκατοικίας που έχτιζε. Λέγεται
πως στην ταινία «Ορατότης Μηδέν», (η
οποία αναφέρεται πάλι σε ένα ναυάγιο),
το «θρηνητικό» ζεϊμπέκικο που χόρεψε
στη σκηνή όπου καίει τα πράγματά του
έξω από το σπίτι του,ήταν αφιερωμένο
στον αδελφό του.
Παθιαζόταν
με την ζωή, το θέατρο, τον ίδιο τον έρωτα.
Το 1998 είχε δηλώσει σε μια συνέντευξη
στο «Βήμα» και τον Θανάση Λάλα :«Δεν
αντέχω να μην είμαι ερωτευμένος. Είμαι
ερωτευμένος ακόμη και με τα παπούτσια
που φοράω. Αν πάψω να είμαι ερωτευμένος
μαζί τους, παύω να τα φοράω. Τα χαρίζω,
ας πούμε»
5. Παρ΄όλα
αυτά δεν είχε κυνηγήσει ποτέ γυναίκα
– εκτός από την Έλενα Ναθαναήλ. «Είχα
μια βέσπα, μια «Λαμπρέτα», καθόμουν
κάπου με έναν φίλο μου, περνάει και
μπαίνει στο λεωφορείο. Πηδάω πάνω στη
βέσπα και την ακολουθώ. Φτάσαμε μέχρι
την Αγία Παρασκευή, στο σπίτι της και
εκεί είδα που μένει και τη γνώρισα, στα
16 της. Ήταν εκπληκτική καλλονή, δηλαδή
περπατούσε στο δρόμο και σταματούσε,
κανονικά, η κίνηση».
6. Στην
ίδια συνέντευξη είχε πει, πως «ανακαλύφθηκε»
τυχαία από τον Φιλοποίμενα Φίνο. «Τότε
ο Φίνος ζητούσε ένα νέο στο στυλ σαν το
δικό μου: Ένα παλικάρι έτσι… λίγο
σκληρό, για να παίξει στο “Κοινωνία
ώρα μηδέν”. Με πρότεινε λοιπόν ο
Δαλιανίδης. Εν τω μεταξύ εγώ ως τότε
είχα παίξει σε κάτι ταινίες ρόλο
κομπάρσου για να βγάλω ένα μεροκάματο
και όλα αυτά περνούσαν από τον Φίνο και
τα έβλεπε. Με είχε δει λοιπόν σε ρόλους
κομπάρσου και δεν συμφωνούσε με τον
Δαλιανίδη, που επέμενε ότι ήμουν αυτό
που ζητούσε. Ώσπου μια μέρα ανοίγει
την εφημερίδα και βλέπει μια φωτογραφία
με τη Βεργή και εμένα, σε μια σκληρή
σκηνή από το έργο που παίζαμε, και
γυρίζει και τους λέει: “Να’ τος ρε
αυτός που ψάχνατε να βρείτε… Αυτός
είναι, δεν τον βλέπετε; Δεν με νοιάζει
αν δεν είναι όνομα. Το πρόσωπό του και
η κίνηση μιλάνε, λένε αυτό που θέλουμε
για τον ρόλο”. Του λέει ο Δαλιανίδης:
“Μα αυτόν εσείς δεν τον θέλατε. Ξέρετε
ποιος είναι; Είναι ο Κούρκουλος που σας
έλεγα και δεν θέλατε ούτε να ακούσετε
για αυτόν” (γέλια). Και έτσι κάνω την
πρώτη ταινία και με αυτήν γίνομαι
διάσημος».
Στην πορεία, ο Φίνος τον λάτρεψε –
μάλιστα, κάποτε, είχε ζητήσει από τον
πατέρα του να τον υιοθετήσει. Εκείνος,
φυσικά, αρνήθηκε.
7. Ο
Νίκος έμαθε πως έγινε για πρώτη φορά
πατέρα, ενώ βρισκόταν στην Αμερική, σε
περιοδεία με το Ίλυα
Ντάρλινγκ.
Εκεί, πάνω στο σανίδι, στις 15 Ιανουαρίου
1967 (στις πρόβες, γιατί το ίδιο βράδυ το
έργο έκανε πρεμιέρα στη Φιλαδέλφεια)
έλαβε το τηλεγράφημα που ανήγγειλε τη
γέννηση του γιου του, Άλκη και συγκινήθηκε
τόσο πολύ που δεν μπορούσε να αρθρώσει
λέξη. Έδωσε το τηλεγράφημα στον Τίτο
Βανδή, ο οποίος αμέσως άρχισε να φωνάζει
«Παιδιά,
παιδιά, ο Νίκος έγινε πατέρας!»
Τον Άλκη ωστόσο, θα τον έβλεπε για πρώτη
φορά, ύστερα από τρεις μήνες…
8. Κάτι
που ελάχιστοι ξέρουν είναι, πως, πριν
φύγει για την Αμερική, είχε πάει στον
φίλο του Μίμη Πλέσσα και του είχε ζητήσει
να του γράψει ένα τραγούδι και να το
ηχογραφήσει στα γρήγορα, ώστε, όταν θα
γεννιόταν ο γιος του, να μπορεί να ακούει
τη φωνή του πατέρα του. «Το
βρήκα τόσο τρυφερό», θυμάται
ο Πλέσσας «ώστε
διάλεξα τέσσερα ποιήματα – δύο από τη
δημοτική ποίηση, που ο Νίκος αγαπούσε
και δύο από την ελληνική, Καρυωτάκη –
και πήγα στον φίλο μου τον Αλέκο Πατσιφά
που είχε τη Lyra
και του ζήτησα να μας κάνει ένα 45άρι
δισκάκι με τα τέσσερα αυτά τραγούδια.
Δεν μου αρνήθηκε, δηλώνοντάς μου βέβαια
ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να έχει
εμπορική επιτυχία. Εμένα όμως με ένοιαζε
να κάνω το χατίρι στο φίλο μου. Το
αποτέλεσμα, τουλάχιστον για μας και
τους δικούς μας, άξιζε τον κόπο…»
9. Το
1968 ήταν υποψήφιος για Τόνυ, για το ρόλο
του στο Ίλυα
Ντάρλινγκ.
Το έργο ήταν μια τρομακτική επιτυχία
στη Νέα Υόρκη και ο Νίκος – ένας μικρός
Έλληνας θεός, ντυμένος με διχτυωτό
φανελάκι που άφηνε να διαγράφονται οι
μύες του – ξετρέλαινε το γυναικείο
κοινό. Σχεδόν σε κάθε παράσταση, έξαλλες
Αμερικανίδες ορμούσαν να του σκίσουν
τα ρούχα. «Με
άφηναν γυμνό»,
θα έλεγε σε μια συνέντευξή του στο MEN.
«Αυτός
ο τρόμος από τον όχλο είναι κάτι που
δεν περιγράφεται. Μπορεί να σε
κομματιάσουν».
10. Μετά
το θρίαμβό του στο θέατρο, ενδιαφέρθηκαν
για κείνον όλα τα μεγάλα κινηματογραφικά
στούντιο του Χόλιγουντ. Υπέγραψε
συμβόλαιο για δυο ταινίες με την
Paramount.
H
πρώτη λεγόταν “Rome
like
Chicago”
– ήταν μια ιταλική συμπαραγωγή, ένα
αστυνομικό δράμα με πρωταγωνιστή τον
John
Cassavetes.
Δεν πήγε καλά. Για τη δεύτερη, επρόκειτο
να αντικαταστήσει τον Steve
McQueen,
σε ένα φιλμ που γυριζόταν στην
Τσεχοσλοβακία. Αυτή τη φορά, τα studios
τον γύρισαν πίσω από τα αεροδρόμιο –
την ίδια εκείνη ημέρα οι Σοβιετικοί
είχαν εισβάλλει στη χώρα, πνίγοντας
στο αίμα την «Άνοιξη της Πράγας». Κι
έτσι, άδοξα έληξε η διεθνής κινηματογραφική
καριέρα του Νίκου Κούρκουλου, πριν καν
αρχίσει..
11. Για
να αγοράσει το θέατρο «Κάππα» , το 1974
πήρε προσωπικό δάνειο και η γυναίκα
του, Μελίτα, αναγκάστηκε να πουλήσει
το πατρικό της στην Κυψέλη. Εκείνη τη
χρονιά δεν είχαν χρήματα ούτε για
χριστουγεννιάτικο δέντρο. Τότε ο Άλκης
και η μικρή Μελίτα, η κόρη του (σ.σ. που
ο ίδιος είχε επιμείνει να ονομαστεί
έτσι, από αγάπη για τη μητέρα της), πήραν
ένα κλαρί, το έβαψαν και το στόλισαν με
μπάλες. Ήταν – θα θυμόταν αργότερα –
οι πιο όμορφες γιορτές τους…
Είναι
γνωστό πως την Μαριάννα Λάτση την
ερωτεύτηκε ακαριαία, όταν την είδε να
περνάει δίπλα του, και να ανεβαίνει τα
σκαλιά, σε μια γενική δοκιμή στην
Επίδαυρο. Αργότερα, θα δήλωνε για κείνη
το θρυλικό : «Η
Μαριάννα έχει ένα ελάττωμα …ότι έχει
λεφτά! Ε, τι να κάνω, ούτε εκείνη φταίει,
ούτε εγώ που τη βρήκα. Τι να κάνουμε, τα
έχει…»
13. Η
αρρώστια τον «χτύπησε» το 2001. Καρκίνος
του ρινοφάρυγγα. Την πάλεψε όρθιος,
παλικαρίσια. Τον πρώτο γύρο τον κέρδισε
– μάλιστα, για πέντε χρόνια επέστρεψε
δυναμικά στις υποχρεώσεις του, στη
διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου. Ακόμα
και όταν ο καρκίνος έκανε γενική
μετάσταση παντού, εκείνος συνέχισε να
πηγαίνει κάθε μέρα στη δουλειά του.
Μετά την Πρωτοχρονιά του 2.007, η Μαριάννα
είχε πάει να δει το γιό της, τον Πάρη
στο Λος Άντζελες. Όταν γύρισε, η κατάστασή
του Νίκου επιδεινώθηκε και εισήχθη
στο «Ερρίκος Ντυνάν». Απ’ότι λένε,
μπαίνοντας, γύρισε και της είπε : «Σε
περίμενα να σε ξαναδώ, και μετά να φύγω».
Αρνήθηκε νέα θεραπεία και «αναχώρησε»
στις 30 Ιανουαρίου. Ήταν 72 χρονών.