H οδύσσεια μιας άρρωστης (με εποχιακή γρίπη)
- 3 ΜΑΡ 2016
Στην αρχή δεν ήθελα να πιστέψω ότι συμβαίνει σε μένα. Είναι εκείνα τα πρώτα λεπτά που νιώθεις τις κρυάδες, κάτι μέσα σου να μην είναι στη θέση του και αναρωτιέσαι αν έτσι ένιωθες πάντα και το κατάλαβες σε μια στιγμή αδυναμίας λίγο πριν τα 25, ή αν η θερμοκρασία σου ανεβαίνει όσο σε πλησιάζει ο θάνατος.
Αυτές ήταν οι πρώτες σκέψεις που πέρασαν από το μυαλό μου όταν ένιωσα να μου χτυπούν την πόρτα, τα συμπτώματα μιας ίωσης των ημερών. Πρώτα ρώτησα τους γύρω μου “είμαι ζεστή;”, αμέσως χείλη και παλάμες έσπευσαν να υπολογίσουν τη θερμοκρασία του κούτελού μου, αλλά κανείς δεν έδειχνε να ανησυχεί. Όλα έμοιαζαν φυσιολογικά, όλα ήταν στο 36,6, για τον πολύ τον κόσμο.
Ήταν ένα Σάββατο που δούλευα, κι επειδή οι κρυάδες με έκαναν να ανησυχώ παρά τα καθησυχαστικά “δεν είσαι ζεστή” σχόλια, είπα να δοκιμάσω να επωφεληθώ από τις ευεργετικές ιδιότητες μιας απογευματινής σιέστας. Δυο ώρες μετά ανοίγει η πόρτα και η μάνα μου με βρίσκει αγκαλιά με τη σόμπα να τουρτουρίζω, κοιτάζοντας αποσβολωμένη ένα θερμόμετρο που είχε πάρει φωτιά κι έδειχνε 38.5. Ήταν ξεκάθαρο ότι πέθαινα. Δε θα ζούσα καν να δω τον ΝτιΚάπριο να παίρνει το Όσκαρ. Δε θα προλάβαινα να εκδώσω ούτε ένα βιβλίο, δεν είχα δώσει τη φωνή μου σε κανένα καρτούν και το σημαντικότερο, δεν είχα προλάβει ακόμα να φτάσω τα 52 κιλά.
Ζω ένα δράμα
Με βέβαιο πια το τέλος που πλησιάζει, δεν είχα πολλές επιλογές. Έπρεπε να διαλέξω πού θα δώσω τα αγαπημένα μου ρούχα και ποια δεν θα δώριζα πουθενά γιατί καμία δε θα τα αγαπούσε όσο εγώ. Έπρεπε να γράψω λίγο γρήγορα ένα δακρύβρεχτο γράμμα σε κάποιον – ώστε ν’ αφήσω παρακαταθήκη ένα συναισθηματικό κείμενο, να το διαβάζουν οι φίλοι μου και να με θυμούνται. Έπρεπε να ρίξω τον εγωισμό μου και να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους που είχα ανταλλάξει πικρές κουβέντες τα τελευταία 24ωρα, αλλά και να ξεδιαλέξω τις πιο ωραίες μου φωτογραφίες για να έχει η μαμά και ο μπαμπάς μου να αλλάζουν στο κινητό τους για χρόνια.
Όπως συμβαίνει με όλους τους ετοιμοθάνατους, το περιβάλλον μου αρνούνταν τη σοβαρότητα της κατάστασης και η μαμά μου προσπαθούσε να μου χρυσώσει το χάπι με χάδια, γλυκόλογα και φυσικό χυμό πορτοκάλι. Οι δικές μου τελευταίες επιθυμίες άκουγαν στις λέξεις “κρέπα, βάφλα” και “θέλω να φύγω χορτασμένη”. Οι φίλες μου γελούσαν, με χλεύαζαν και βγήκαν για ποτό, δείχνοντας μηδενική συμπόνοια για τη φίλη τους που “φεύγει”.
Κανείς δε με καταλαβαίνει
Τα αντιπυρετικά είναι μια ψευδαίσθηση, ένα ψέμα για να νομίσεις πως θα σωθείς και για να πλουτίσουν οι φαρμακοβιομηχανίες. Κανένα ντεπόν δε γιατρεύει την εποχιακή γρίπη, ειδικά όταν αυτή έχει προσβάλει και το μυαλό της ασθενούς. Ο ύπνος ήταν ένα δράμα. Κρύωνα, ξυπνούσα, άναβα το ηλεκτρικό υπόστρωμα. Ίδρωνα, ξυπνούσα, έσβηνα το υπόστρωμα. Ο πυρετός ανεβοκατέβαινε σχεδόν όπως και το ψαλίδι των μοιρών ανοιγόκλεινε απειλώντας το νήμα της ζωής μου.
Αυτές τις δύο, βία τρεις μέρες, ολόκληρη η ζωή πέρασε από μπροστά μου. Όπως συμβαίνει και κάθε φορά που αρπάζω μια δημοφιλή γρίπη. Με την ανάρρωση, δεν ξέρω αν συμβαίνει και σ’ εσάς, το δέρμα καθαρίζει εντελώς. Όλες οι τοξίνες έχουν φύγει με τόσο ιδρώτα που χύνεις λόγω του άναψε – σβήσε του θερμοστάτη του σώματός σου και η ζωή μοιάζει πολυτιμότερη όταν μπορείς να κάνεις τα απλά καθημερινά πράγματα που έκανες λίγες μέρες πριν σε βρει το κακό. Μαζί με τις τοξίνες, έφυγαν και όλες οι μαύρες σκέψεις που έκανα μέχρι χτες. Εαυτέ μου, αφού επιζήσαμε απ’ αυτό, θα τα καταφέρουμε με όλα μωρέ.
Υ.Γ. Αν τις μέρες που αρρωσταίνεις, οι φίλες σου έχουν κλειστά τα κινητά τους, μην απορήσεις.