ΜΟΥΣΙΚΗ

Οι παραστάσεις που μας έμειναν αξέχαστες

''Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στον τόπο μας.'' (Κάρολος Κουν)

Μάριον Παλιούρα

Πρέπει να ήταν το 2014, όταν είχα βρεθεί στη δεύτερη σειρά της κεντρικής σκηνής του Εθνικού Θεάτρου και σήμερα, τρία χρόνια μετά, το θυμάμαι σαν να ήταν χτες. Η Γκόλφω σε σκηνοθεσία του Νίκου Καραθάνου, πέρα απ’ το ότι ήταν η αφορμή να τρέχω πίσω από κάθε θεατρικό εγχείρημα του σκηνοθέτη, ήταν και η παράσταση που με καθήλωσε στην καρέκλα μου, κόλλησε την πλάτη μου στο κάθισμα και κράτησε το βλέμμα μου καρφωμένο στη σκηνή χωρίς κανένα βλεφάρισμα για δύο ώρες, αν θυμάμαι καλά. Ερωτεύτηκα τον υπέροχο Χάρη Φραγκούλη στον ρόλο του Τάσου και παρόλο που ο τρόπος εκφοράς του ιδιαίτερου λόγου του έργου του Σπυρίδωνος Περεσιάδου, τον έκανε να φτύνει κάθε φορά που μιλούσε, εγώ σχεδόν παρακαλούσα να μη σταματήσει να το κάνει. Το δραματικό ειδύλλιο ανάμεσα στη Γκόλφω και τον Τάσο αποδόθηκε με μια τόσο φρέσκια και διαφορετική ματιά, χωρίς όμως να χάνει την διαχρονικότητά του. Θυμάμαι να κλαίω με λυγμούς μαζί με την κολλητή μου, παρακολουθώντας αυτόν τον ανατριχιαστικό μονόλογο της Λυδίας Φωτοπούλου σε στίχους της Λένας Κιτσοπούλου. ΑΧ.

 

Σία Κουλέτα

Πού ‘ ναι η μάνα σου μωρή; Πρόκειται για την αυτοβιογραφία της Δήμητρας Πέτρουλα η οποία, σε ηλικία μόλις 4 χρονών, είδε να δολοφονούνται μπροστά στα μάτια της 31 μέλη της ευρύτερης οικογένειάς της που ανήκαν στο ΕΑΜ από Χίτες, τους ντόπιους συνεργάτες των Ναζί στη διάρκεια του Β’ Π Π και μετέπειτα διώκτες των κομμουνιστών. Τη Δήμητρα Πέτρουλα ενσάρκωσε για δύο χρονιές η Βέρα Κρούσκα και ήταν κάτι περισσότερο από καθηλωτική. Εγώ είδα την παράσταση την πρώτη σεζόν και θυμάμαι πως απλώς είχα γείρει μπροστά το κορμί μου και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Σπαρακτική και συνάμα δωρική, μετέφερε σε 1 ώρα και κάτι ό,τι συναίσθημα μπορεί να κουβαλάει ένα παιδί που έχει βιώσει σε αυτή την ηλικία όλα τα παραπάνω. Μια Ελλάδα διαφορετική από εκείνο που μας έμαθαν στο σχολείο και φυσικά, το ερώτημα που μοιραία μπαίνει στο τέλος: ποιος είναι ο πατριώτης τελικά; Θεατρική προσαρμογή: Σοφία Αδαμίδου, Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολάρι, Ηθοποιοί: Βέρα Κρούσκα, Αγάπη Παπαθανασιάδου, Ορνέλλα Λούτη.

Μικαέλα Θεοφίλου

Για μένα η καλύτερη παράσταση που έχω δει ποτέ στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής με ένα αριστουργηματικό κουϊντέτο θεατρικών ηθοποιών: Αμαλία Μουτούση, Άρης Λεμπεσόπουλος, Μαρία Ζορμπά, Γιώργος Συμεωνίδης, Νικόλας Παπαγιάννης. Δεν είναι τυχαίο ότι έπαιζε 2 χρονιές και πήρε και παράταση! ”Το ‘Κουκλόσπιτο‘ γραμμένο το 1879, ένα από τα διαχρονικά αριστουργήματα του Νορβηγού θεατρικού συγγραφέα Ερρίκου Ίψεν, που έχει στο επίκεντρό του, την καταπιεσμένη Νόρα (μια από τις αρχετυπικές ηρωίδες της παγκόσμιας δραματουργίας), μεταφέρθηκε  εξαιρετικά,  χάρη στην υψηλή ερμηνευτική αποδοτικότητα των ηθοποιών και την εξαιρετική διασκευή και σκηνοθεσία από τον Γιώργο Σκεύα.

Kάλλια Καστάνη

Μες στα πολλά θεατρικά που έχω δει μες στα χρόνια, σίγουρα έχω να θυμάμαι πολλά και σημαντικά «καλύτερα» – σκηνοθεσίες «κεντήματα», υπέροχους φωτισμούς, κοστούμια, μουσικές, πλούσιες παραγωγές και «πρώτες» στην Επίδαυρο.  Kαι πάλι θεωρώ πως αυτό που πραγματικά μπορεί να σε «καθηλώσει» στο θέατρο, είναι η ερμηνεία – η μοναδική εκείνη στιγμή που ο ηθοποιός αναμετριέται με τον εαυτό του, τον κερδίζει και αλλάζει : βγαίνει από το σώμα του. μεγαλώνει, πλαταίνει, ψηλώνει, μετασχηματίζεται. Γίνεται φως, αίσθημα και «φορέας μαγείας». Νομίζω πως είμαι τυχερή – το έχω δει να συμβαίνει μερικές φορές. Ξεχωρίζω, για αρχή,  την συνταρακτική  ερμηνεία του Θύμιου Καρακατσάνη στο «Θάνατο του εμποράκου» . Θυμάμαι πως ο τραγικός «Γουίλι»  του είχε «κεραυνοβολήσει» το κοινό, το οποίο, αρνιόταν να μιλήσει ή να σηκωθεί μετά το τέλος της παράστασης – έπρεπε να βγει ο ίδιος ο Καρακατσάνης, επί σκηνής, να μιλήσει για να μας αποφορτίσει. Χειροκροτούσα και έκλαιγα με λυγμούς. Κι άλλη μια ερμηνεία : αυτή της Νένα Μεντή, στο μονόλογο της «Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου» – το μόνο έργο, που είδα τρεις φορές σε μια σεζόν. Τη μία, όρθια. Υποκλίθηκα βαθιά στην ηθοποιό που απλωνόταν και γέμιζε μια σκηνή, λες και ήταν θίασος ολόκληρος – με φωνές, πρόσωπα, ήχους, με μια τεράστια ψυχή. Τι ταλέντο μάνα μου!

Ναταλί Σαϊτάκη

Το σκέφτομαι μέρες και λέω “δεν μπορεί, κάτι θα σε είχε συγκλονίσει, κάπου θα είχες βρει τη μέθεξη κι εσύ σαν άνθρωπος” και λέω, να της πω τον Κέβιν Σπέισι στην Επίδαυρο με τον Ριχάρδο τον ΙΙΙ; Εκεί με είχε συγκλονίσει η αργολική φύση, το φαΐ και το γεγονός ότι έμεινα για πρώτη φορά σε κάμπινγκ. Επόμενο, λοιπόν. Να της πω κανένα που είχα δει στο Εθνικό, παλιά, τότε που πήγαινα ακόμα στο θέατρο; Πάει πολύ παλιά και δεν θυμάμαι παρά μόνο τον Φορτουνάτο – κι αυτό επειδή μόνο οι Κρητικοί καταλαβαίναμε τον διάλογο. Να της πω κανένα με την Καραμπέτη – που την έχω δει επανειλημμένα; Και μετά σκέφτομαι “δεν θα της πω κανένα”, διότι η καρδιά μου ανήκει στην τηλεόραση και το σινεμά και το θέατρο δεν με συγκλονίζει. Θα μου αρέσει πολύ ένα κείμενο, μια ερμηνεία, μια σκηνοθεσία, ένα καπέλο, αλλά δεν θα έχω να το σκέφτομαι για πάντα. Ίσως μου λείπει το γονίδιο που βρίσκεται σε αφθονία στην Έρρικα. Ίσως πάλι έχω καεί από τις οθόνες.

Δήμητρα Τσιγγενέ

Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μία παράσταση, όπως γενικά δεν μπορώ να επιλέξω ένα αγαπημένο πράγμα όταν με ρωτούν (αυτή είμαι). Από τις πιο αγαπημένες μου παραστάσεις, λοιπόν, είναι η ”Μεγάλη Χίμαιρα” του Μ. Καραγάτση, το ερωτικό μελόδραμα που παρουσιάζει την ιστορία της Μαρίνας Μπαρέ, ο ”Πουπουλένιος” με τον εκρηκτικό συνδυασμό που ακούει στα ονόματα του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, του Νίκου Κουρή, του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου και του Γιώργου Πυρπασόπουλου και το ”Κουρδιστό Πορτοκάλι” του Άντονι Μπέρτζες, όπου ο Άρης Σερβετάλης απέδωσε εξαιρετικά τον παρανοϊκό Άλεξ. Τέλος, μία ημέρα σαν τη σημερινή δε γίνεται να μην κάνω ειδική μνεία στην Επίδαυρο και το μοναδικό συναίσθημα που σου δημιουργείται όταν παρακολουθείς παραστάσεις στο αρχαίο θέατρό της.

Μαριλέλλα Αντωνοπούλου

Η παράσταση που αδυνατώ να ξεπεράσω όσα χρόνια (κι επισκέψεις στο θέατρο κι αν έχουν περάσει) είναι Το Γάλα του Βασίλη Κατσικονούρη σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη. Την είδα το 2006- 11 χρόνια πριν, φαντάσου- και πραγματικά δεν θυμάμαι να έχω παρακολουθήσει θεατρικό έργο με τόσο συγκλονιστικές ερμηνείες. Τι να πεις γι’ αυτό το θεατρικό ον που λέγεται Μάνια Παπαδημητρίου; Θυμάμαι φεύγοντας από το Εθνικό πέσαμε πάνω της με τις φίλες μου και με το που την είδαμε εντελώς αυθόρμητα τρέξαμε και την πήραμε αγκαλιά. Το Γάλα ήταν επίσης η παράσταση στην οποία είδα για τελευταία φορά τον πρόωρα χαμένο Κωνσταντίνο Παπαχρόνη, πριν το δυστύχημα, το 2008.

Έφη Ανέστη

Κάποτε, έβλεπα πολλά θεατρικά. Έκανα συλλογή από προγράμματα και από ποικίλα συναισθήματα, που μου δημιουργούσαν κυρίως τα μικρά θέατρα. Τώρα πια ο χρόνος με κυνηγάει και βλέπω ελάχιστα. Σχεδόν καθόλου. Γι’ αυτό κι όταν το κάνω τα θυμάμαι κιόλας. Νομίζω ότι πρέπει να ήταν το 2014 που είχα δει τελευταία φορά ένα υπέροχο θεατρικό. Το “Είμαι ένας άλλος” του Μίκαελ Αζάρ. Το μοναδικό πρόσωπο του έργου είχε ερμηνεύσει ο Γιάννης Στάνκογλου. Μια συγκλονιστική παράσταση ζωής. Κάθε λέξη και νεύμα του πρωταγωνιστή χτύπαγε απ’ ευθείας πάνω σου. Σαν σπρωξιά για να πάρεις ανάσα και να ξεγυμνώσεις τις σκέψεις σου. Έσκαγαν ερωτήσεις μπροστά σου υπέροχες, αλλά αυθάδικες που ήθελες σώνει και ντε, όμως, να απαντήσεις. Ζεις αυτή τη ζωή που θέλεις; Έκανες μέχρι σήμερα ό,τι ονειρεύτηκες; Κι άλλα τέτοια…

Ο συγκεκριμένος ηθοποιός είναι κατά τη γνώμη μου από τους καλύτερους της γενιάς του. Εκείνη τη μέρα είχε αφήσει ένα τεράστιο κομμάτι ταλέντου πάνω στη σκηνή. Και όσα ειπώθηκαν τότε με επηρέασαν πολύ.

Νάνσυ Κωστακοπούλου

Νομίζω πως το βραβείο της “Πιο Συγκλονιστικής Παράστασης που έχω δει”, τουλαχιστον για φέτος, αξίζει να το δώσω στην παράσταση” Ρωμαίος και Ιουλιετα για 2”. Πρόκειται για το κλασικό έργο του Σαίξπηρ διασκευασμένο με έναν τέτοιο (βασικά πανέξυπνο) τρόπο που φέρνει τους δύο βασικούς ήρωες στο σήμερα ως φαντάσματα και μπολιασμένο με σαδιστικά ευφυή αστεία.

Οκ, θα μου πεις έχουν γίνει πολλές διασκευές του έργου (ξεχνιέται άλλωστε το έπος του Μπαζ Λούρμαν;). Φαντάσου όμως όλους τους βασικούς ρόλους να τους υποδύονται μόλις δύο άτομα, χωρίς ιδιαίτερα σκηνικά και παρόλα αυτά να φτιάχνουν ένα υπερθέαμα. Η Αθηνά Μουστάκα δεν είναι μόνο η Ιουλιέτα και ο Κωνσταντίνος Μπιμπής δεν είναι απλώς ο Ρωμαίος, αλλά και όλοι όσοι εμπλέκονται στην ιστορία τους (όποιος έχει δει την παράσταση είναι αδύνατο να ξεχάσει τον Κ. Μπιμπή ως παραμάνα ή την Α. Μουστάκα ως Τυβάλτο- ξάδερφος της Ιουλιέτας). Οι εναλλαγές στους χαρακτήρες γίνοται με εντυπωσιακά γρήγορους ρυθμούς, τα σκηνικά φτιάχνονται μπροστά σου, επί τόπου ενώ ακόμα και οι στιγμές που το κοινό συμμετέχει (υπήρξαν στιγμές που όλο το θέατρο τραγουδούσε μαζί τους) γίνονται με έναν καθόλου άβολο τρόπο.Μάλλον ξεκαρδιστικό θα τον έλεγα.

Οι δύο υπερταλαντούχοι ηθοποιοι, με την σκηνοθεσία του Κώστα Γάκη (ο οποίος βρίσκεται στη σκηνή καθ’ όλη τη διάρκεια υποδυόμενος τον αφηγητή, το μουσικό, αλλά και πολλά ακόμα), καταφέρνουν όχι μόνο να σε συνεπάρουν, αλλά να κάνουν να νιώσεις όλα τα συναισθήματα: από ενθουσιασμό και εξωφρενικο γελιο, μέχρι άφατη συγκίνηση και γοερό κλάμα και τελικά να φύγεις σαφώς πιο γεμάτος απ’ ότι μπήκες. Και αυτό είναι ένα καλό σημείο για να πω ότι θα (ξανα)παίζεται από 1-9 Απριλίου στο θέατρο Άλφα Ιδέα. Να πας. Να πάτε. Όλοι σας.

Χριστίνα Θεοδωροπούλου

Πρόκειται για θεατρική μεταφορά της ζωής μιας γνήσιας ρεμπέτισσας, της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Ένας μονόλογος, σε σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια που δύσκολα σε αφήνει ασυγκίνητη. Η προσωπικότητα από μόνη της ήταν τόσο δυνατή και ιδιαίτερη, μακρυά από τα κλασικά και βαρετά γυναικεία στερεότυπα της εποχής που θα αρκούσε. Στην παράσταση όμως πρωταγωνιστούσε – και μάλιστα για 8 χρόνια- η Νένα Μεντή που είχε νιώσει τόσο βαθιά την αλήθεια της Ευτυχίας, όσο μάλλον καμία άλλη δεν θα τα κατάφερνε. Το βιβλίο της Ρέας Μανέλη ”Η γιαγιά μου η Ευτυχία” έγινε η αφετηρία για να ξεδιπλωθεί η πολυκύμαντη ζωή της στιχουργού και μάλλον χτύπησε φλέβα μέσα μου.

Δέσποινα Δημά

Το μόνο που ακουγόταν ήταν η φωνή της και μικρές κοφτές ανάσες. Εκείνες που κινούνται σε τεντωμένο σκοινί και είναι έτοιμες να πέσουν σε μία λίμνη από δάκρυα και να συγκρατηθούν ταυτόχρονα. Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη ως Φιλιώ Χαϊδεμένου είναι ό,τι καλύτερο είδα το 2017. ”Σε ηθοποιούς στις σχολές λένε να πάνε στην Μπεμπεδέλη κι ό,τι τους μείνει” άκουσα μία κοπέλα να λέει από την μπροστινή θέση πριν αρχίσει η παράσταση και θεώρησα πως είναι μία ακόμα κουλτουριάρικη υπερβολή. Από τα πρώτα της βήματα στη σκηνή κατάλαβα πως αυτό που πριν λίγα λεπτά μου είχε φανεί υπερβολικό ήταν μάλλον συγκρατημένο. Η παράσταση είναι βασισμένη στο βιβλίο που έγραψε η ίδια η Φιλιώ ”Τρεις Αιώνες μία ζωή: Γιαγιά Φιλιώ η Μικρασιάτισσα”. Αφιερώθηκε στη διατήρηση της μνήμης της ζωής και της παρουσίας των Ελλήνων στη Μικρά Ασία. Ήταν συγκλονιστική. Κάθε λέξη, κάθε κίνηση, κάθε βλέμμα, κάθε σιωπή. Η Φιλιώ ήταν μία φοβερή γυναίκα. Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη δεν την υποδύθηκε απλά, την ανάστησε. Σηκωνόμαστε όρθιοι και χειροκροτούμε δυνατά όσο εκείνη υποκλίνεται.