Ο έρωτας νικημένος στη μάχη
- 23 ΙΟΥΝ 2021
«Αν έρθει η Αγγελική στα 15 και σου πει είμαι ερωτευμένη με έναν 27χρονο, τι θα κάνεις;». Οι πρώτες ασφαλείς συναθροίσεις σε σπίτια μετά τον πλήρη εμβολιασμό της παρέας δεν ήταν τελικά ακριβώς όπως τις περίμενα. Θέλαμε να βρεθούμε, να φάμε όλοι μαζί, να μιλήσουμε από κοντά για ώρα, όχι όρθιοι με μάσκα σε κάποιο πάρκο, όμως για να πω την αλήθεια ήλπιζα οι συζητήσεις να είναι πιο ευοίωνες. Δυστυχώς οι περιστάσεις δεν το επέτρεψαν. You win some, you lose some, θα έλεγε κανείς, όμως όσο μεγάλο και σημαντικό είναι αυτό που κερδίσαμε, τόσο βαρύ και ασήκωτο, τόσο σκοτεινό είναι το συναίσθημα για αυτό που φαίνεται ότι είχαμε από καιρό χαμένο
Για κάποιο λόγο η ερώτηση, σε συνδυασμό με το context των ημερών, πυροδότησε μια παλιά ανάμνηση. Ήταν 1987, ήμουν 11 χρονών, ήταν καλοκαίρι, το θυμάμαι γιατί ήμασταν στο κάμπινγκ, ο πατέρας μου δεν έπαιρνε το Έθνος γιατί ήταν δεξιός, όμως στο κάμπινγκ τη δεκαετία του ’80 έπαιρνες την ενημέρωση με όποιο τρόπο ερχόταν κι εκείνη την ημέρα ήρθε με το Έθνος του γείτονα που ήταν ΠΑΣΟΚ. Θυμάμαι ακόμα τον μπαμπά μου να κλείνει πανικόβλητος την εφημερίδα όταν πλησίασα, προκειμένου να μη δω τη φωτογραφία. Ο τρόπος που επιχείρησε να μου την κρύψει με έκανε ακόμα πιο περίεργη, γούρλωσα τα μάτια για να ρουφήξω ό,τι προλάβω, βιαστικά, χωρίς πολλές λεπτομέρειες, αυτές τις ανασυνέθεσα με τη φαντασία μου. Αλλά την είδα και τη θυμάμαι ακόμα. Ήταν η φωτογραφία με τα συναρμολογημένα μέλη της Ζωής Φραντζή πάνω στο κρεβάτι του ιατροδικαστή, που το Έθνος είχε τολμήσει να δημοσιεύσει, προκαλώντας ακόμα και εκείνη την παράξενη εποχή, τρομερές αντιδράσεις.
Ακόμη κι αν η πρόσβαση στην εφημερίδα μου απαγορεύτηκε, ήταν εντελώς αδύνατον στην ηλικία που ήμουν να μείνω έξω από τις λεπτομέρειες εκείνου του εγκλήματος που -έστω και με μισόλογα μπροστά στα παιδιά- συζητιόταν αποκλειστικά σε όλες τις παρέες μεγάλων. Ο Παναγιώτης Φραντζής είχε σκοτώσει την 19χρονη γυναίκα του Ζωή και προκειμένου να την εξαφανίσει, είχε περάσει τέσσερις ώρες να την τεμαχίζει στη μπανιέρα με ένα κρητικό μαχαίρι κι ένα σφυρί.
Αφού ολοκλήρωσε, έβαλε τα κομμάτια της σε σακούλες σκουπιδιών και τα πέταξε σε κάδους, όπου τελικώς τα ανακάλυψε έντρομος φιλοτελιστής που έψαχνε τα σκουπίδια για φακέλους με γραμματόσημα. Της είχαν αφαιρεθεί μάτια, μύτη, αυτιά, προκειμένου να μην αναγνωρίζεται -φαντάζομαι δεν υπήρχαν dna τότε- όλα αυτά με τα εργαλεία που προανέφερα και από τα γυμνά χέρια του συζύγου της. «Ανατριχιαστικό τέλος σε έναν παράφορο έρωτα», έγραφε κάποιο ρεπορτάζ.
Όταν ήμασταν στο σπίτι, συνήθως από εφημερίδες ερχόταν ο Ελεύθερος Τύπος. Τότε στο σαλόνι των σελίδων 24-25, είχε σχεδόν κάθε μέρα αναλυτικό ρεπορτάζ από ένα έγκλημα και πολύ συχνά αυτό το έγκλημα ήταν πάθους, όπως το έλεγαν. Κάποιος «πολύ ερωτευμένος» σύζυγος/σύντροφος είχε σκοτώσει την «αγαπημένη του». Την άνοιγα κατευθείαν στο φονικό σαλόνι και τα ξεκοκκάλιζα όλα. Δεν ξέρω αν το ήξεραν οι γονείς μου, θα ήθελα να πιστεύω πως όχι. Ήταν πάντως η αγαπημένη μου συνήθεια, δεν ξέρω τι είδους ευχαρίστηση αντλούσα, σίγουρα μου άφησε διάφορα κουσούρια, όπως ότι για πάρα πολλά χρόνια, έτρεμα πάντα όταν το ρολόι έδειχνε 2.20 τη νύχτα, γιατί εκείνη ήταν η ώρα που είχε γίνει ένα φρικτό φονικό που πλέον δεν θυμάμαι ποιο ήταν. Η ανάμνηση των λεπτομερειών είχε ξεθωριάσει, ο τρόμος όχι.
Με ένα τρόπο ο παράφορος έρωτας συνδεόταν πολύ (μα πάρα πολύ) συχνά με ένα φονικό. Τι έλεγε αυτό σε ένα κορίτσι 11 χρονών που ήδη έχει αρχίσει να ονειρεύεται ρομάντζα; Αν σε αγαπάει πολύ υπάρχει η πιθανότητα να σε σκοτώσει. Από έρωτα πάντα.
Και χωρίς να ξεκοκκαλίζει κανείς πάντως τα σχετικά ρεπορτάζ, μεγαλώνοντας τη δεκαετία του ’80, αλλά όπως φαίνεται δυστυχώς και σήμερα, το βασικότερο κουσούρι που μπορούσε να σου αφήσει ήταν να διαβάζεις/ερμηνεύεις φράσεις όπως αυτή που προανέφερα χωρίς εισαγωγικά. Ένας πολύ ερωτευμένος σύζυγος/σύντροφος είχε σκοτώσει την αγαπημένη του. Με ένα τρόπο ο παράφορος έρωτας, ένας βασικός στόχος τουλάχιστον για τα κορίτσια της προεφηβείας/εφηβείας με κάποιο τρόπο συνδεόταν πολύ (μα πάρα πολύ) συχνά με ένα φονικό. Τι έλεγε αυτό σε ένα κορίτσι 11 χρονών που ήδη έχει αρχίσει να ονειρεύεται ρομάντζα; Αν σε αγαπάει πολύ υπάρχει η πιθανότητα να σε σκοτώσει. Από έρωτα πάντα. Και ποιος να τον κατηγορήσει, έτσι όπως στηνόταν η αφήγηση; Δεν αντέχει να σε χάσει, να σε μοιράζεται όχι μόνο με άλλους συντρόφους αλλά και με άλλες παρέες, δεν θα αντέξει να σε δει με άλλον.
Η ζήλια ήταν βασική μονάδα μέτρησης έρωτα όταν μεγάλωνα. Αν δε σε ζηλεύει δε σε αγαπάει. Όσο πιο πολύ σε ζηλεύει τόσο πιο πολύ σε αγαπάει. Αν δεν σε θέλει μόνο για τον εαυτό του, αν δεν τρέμει στην ιδέα να έχεις κι άλλα ενδιαφέροντα εκτός από τον ίδιο, αν δεν σε κατευθύνει, δε σου λέει τι να κάνεις, δεν σε γκρουμάρει, τι παράφορος έρωτας είναι αυτός; Ρομαντικοποιείτο άλλωστε κι από την τέχνη, οι εραστές συχνά καταλήγουν νεκροί, ή κι αν όχι, είναι κάπως αναμενόμενο έως και ευκταίο να βασανίζονται. Από έρωτα πάντα. Κι αν τσακώνεστε συνέχεια, τι μ’ αυτό; Όλοι οι ερωτευμένοι τσακώνονται, έρωτας χωρίς πείσματα δεν έχει νοστιμάδα, άλλο που βασικά αυτός τσακωνόταν μόνος του κι εσύ απλώς λουζόσουν την τοξικότητά του, αλληλεπιδρούσες με αυτήν ή την παρήγαγες κιόλας γιατί… έτσι είναι ο έρωτας. Γιατί έπρεπε και να ανταποδίδεις.
Τι γκόμενα είσαι εσύ αν δεν ζηλεύεις; Αν δεν ψάχνεις τσάντες, αν (αργότερα) δεν κοιτούσες κινητά, αν δεν είσαι δύσπιστη απέναντι σε κάθε δικαιολογία, αν δεν ψάχνεις τους γιακάδες για κραγιόν. Κάθε άντρας, είχες μάθει, είναι μονίμως υποψήφιος μοιχείας, το ένδυμα της οποίας κάπως του ταιριάζει κιόλας, κάπως αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα το φορέσει, ειδικά αν δεν είσαι αντάξια σύντροφος. Και φυσικά ξέρεις πως πρέπει να αντιδράσεις, έτσι; Να βγεις εκτός εαυτού, να σπάσεις σίγουρα κάτι, γενικά να κάνεις πράγματα για τα οποία μετά θα ντρέπεσαι, να κλάψεις πολύ, να αυτομαστιγωθείς, να νιώσεις λίγη και μετά να τον συγχωρήσεις. Boys will be boys.
Το θανατικό, αν ζεις αληθινό έρωτα το έχεις πάντα στο τσεπάκι – είναι το παράσημό σου. Εσύ αγαπήθηκες αληθινά.
Θεός φυλάξοι βέβαια αν διαπράξεις εσύ το αμάρτημα της μοιχείας, ούτε στις φίλες σου δε θα το αποκάλυπτες, δεν κάνουν οι ερωτευμένες γυναίκες τέτοια πράγματα είναι πιο εγκεφαλικές, δεν μπορούν να κερατώσουν χωρίς να έχει ουσία, όπως οι άντρες. Το κέρατο από γυναίκα είναι προδοσία, εσχάτη κιόλας. Και ξέρεις πως τιμωρείται η εσχάτη προδοσία ε; Σε κάποιες χώρες και με θάνατο. Οπότε μην το ψάχνεις, το θανατικό αν ζεις αληθινό έρωτα το έχεις πάντα στο τσεπάκι -είναι το παράσημό σου. Εσύ αγαπήθηκες αληθινά.
Για το «παράφορο» γίνονται όλα αυτά. Αυτό το παράφορο που στα αυτιά μιας ρομαντικής προέφηβης ακούγεται συναρπαστικό και απαραίτητο στοιχείο των ειδυλλίων που έρχονται, και στο βωμό του οποίου δικαιολογείται να θυσιάζονται πολλά. Με πρώτο και καλύτερο το να νιώθεις ότι μπορείς και πρέπει να είσαι ο εαυτός σου, να κάνεις αυτό που θες, να εξελίσσεσαι, να χαίρεσαι, να απολαμβάνεις καθώς μοιράζεσαι μαζί του τη ζωή σου. Ούτε λόγος αυτό όχι μόνο να μην αποτελεί απειλή για αυτόν, αλλά να το θέλει, να το καμαρώνει, να το ενισχύει, να σε ερωτεύεται έτσι ακόμα πιο πολύ. Για χρόνια πολλά μεγαλώσαμε νομίζοντας ότι ο έρωτας είναι σκλαβιά, αλλά ωραία σκλαβιά. Είναι βάσανο, αλλά νόστιμο βάσανο. Πονάει, αλλά σ’ αρέσει.
Αν λοιπόν η Αγγελική έρθει στα 15 της και μου πει ότι είναι ερωτευμένη με έναν 27χρονο, θα είναι αργά, γιατί προφανώς θα έχω ήδη κάνει ένα μοιραίο λάθος. Θα έχω αποτύχει να της μάθω με όποιο τρόπο γίνεται, με το παράδειγμα μου, με πράξεις ή με λόγια, πως ο έρωτας οφείλει να είναι ισότιμος γιατί μόνο έτσι εκπληρώνει την αποστολή του: να είναι δηλαδή, μόνο και πάντα ελευθερία.