Αγγελική Καλαμαρά/24MEDIA
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

H Αλεξάνδρα Αϊδίνη λέει μόνο κάποια λευκά ψέματα

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΛΑΜΑΡΑ

MUA & HAIR STYLIST: ΙΩΑΝΝΑ ΑΓΓΕΛΗ

Βλέπω φανατικά τη σειρά Ψέματα του Alpha. Βλέπω φανατικά την Αλεξάνδρα Αϊδίνη και στο θέατρο τα τελευταία χρόνια. Ήξερα εξαρχής, ότι μόλις θα εμφανιζόταν στην τηλεόραση, θα μας καθήλωνε και το έκανε, μέσα από μία σειρά που φαντάζει πιο επίκαιρη από ποτέ. Παρόλο που στα μάτια μου θα είναι πάντα ένα πλάσμα που αποπνέει μία λεπτότητα, κάτι το ντελικάτο, ως Έλενα Γιαννάτου, είναι μία γυναίκα που αναγκάζεται να ανακαλύψει τον δυναμισμό της, την αγριάδα της ακόμα, σε ένα απτόητο κυνήγι της δικαιοσύνης.

Για την φωτογράφισή της για το LadyLike, δεν μπορούσα να σκεφτώ ένα καλύτερο μέρος από μία gallery που θα ταίριαζε σε εκείνη την ευαισθησία που πάντα έκανα εικόνα δίπλα στο όνομά της. Η Αλεξάνδρα Αϊδίνη άλλωστε, όπως έμαθα από την αρχή της συζήτησής μας, νιώθει οικεία μέσα στις gallery. Όπως νιώθει οικεία και με το να της λένε ότι εκπέμπει ευγένεια. Άλλη μία εικόνα δίπλα στο όνομά της. Εικόνα με γράμματα φλούο, όπως τα χρώματα στα έργα της Berta Fischer που μας υποδέχτηκαν στην Gallery Bernier/Iliades στο Θησείο.

Ανάμεσα σε έργα τέχνης, λοιπόν, μιλήσαμε για την δική της τέχνη. Για τις γενναίες αποφάσεις και τους «μονόδρομους» της ζωής της. Για την επικαιρότητα της σειράς, την Έλενα κι όσα θέλει να πάρει από εκείνη. Για τα όριά της και πότε διαπίστωσε ότι ξεπεράστηκαν. Για την κάθαρση και για τον συνεχή αγώνα για δικαιοσύνη.

Φόρεμα Isabel Marant, Attica (Golden Hall).

– Είμαστε σε gallery και διάβασα ότι ο πατέρας σου είναι εικαστικός. Είναι οικείοι χώροι αυτοί για σένα;

O μπαμπάς μου είναι εικαστικός, η μαμά μου είναι πολλά πράγματα, κυρίως δημοσιογράφος. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι studio. Ο μπαμπάς μου είχε αναλάβει την εικαστική ανησυχία, τα χρώματα, τα υλικά. Θυμάμαι που άπλωνε καμβάδες στο σαλόνι κι όταν μεταφέρθηκε σε δικό του χώρο στο σπίτι, θυμάμαι από την πόρτα του να βγαίνουν μουσικές, μυρωδιές από μπογιές, καπνός. Φυσικά μπορούσα να μπω όποτε ήθελα, αλλά προτιμούσα να αφήνω το μυστήριο να εξελίσσεται. Καταλάβαινα ότι όταν ήμουν μπροστά δεν υπήρχε δράση, οπότε μου άρεσε να ξυπνάω το πρωί, να ανοίγω την πόρτα και να βλέπω ένα μικρό θαύμα που χθες δεν υπήρχε εκεί.

Νομίζω ότι κάθε εικαστικός χρειάζεται την απόλυτη μοναξιά, το ακριβώς αντίθετο από το θέατρο. Ο πατέρας μου ήταν σε έναν δικό του κόσμο, αλλά πολύ παρών ως πατέρας. Με πήγαινε σε γκαλερί, του έκανα ερωτήσεις, έβλεπα το βάσανό του όταν πλησίαζαν οι δικές του εκθέσεις, όλη αυτή την απόγνωση – ενθουσιασμό κι ανθοφορία, που είναι μπερδεμένα συναισθήματα.

– Ήταν αναπόφευκτο να ασχοληθείς με την τέχνη;

Όταν ήμουν παιδί, οι γονείς μου κάπως γέμιζαν τον χώρο με την ανησυχία τους γιατί ήταν πολύ νέοι και έψαχναν τον δρόμο τους, η μαμά μου κυρίως, που είχε έρθει και σε μία ξένη χώρα -είναι Ιταλίδα- και έχτισε ξανά την προσωπικότητά της ως ενήλικη στην Αθήνα. Έχει ρίζες από την Ελλάδα, αλλά ερχόταν μόνο για διακοπές εδώ. Ο πατέρας μου έψαχνε τον δρόμο του στα εικαστικά. Συνέπασχα μαζί τους κι έτσι δεν ήξερα ποιος ακριβώς θα ήταν ο δικός μου δρόμος, πάντως με τίποτα δεν σκεφτόμουν ότι θα ήταν το θέατρο. Ούτε τα εικαστικά, ούτε η δημοσιογραφία που η μαμά μου ξεκίνησε ασχολούμενη με κοινωνικούς αγώνες, για την αποποινικοποίηση, τους τοξικομανείς, τις μειονότητες κ.α. Μου άρεσε να τρέχω μαζί της σε αγώνες και σε διάφορες συνελεύσεις. Η τέχνη ήταν κάτι του πατέρα μου, που μου άρεσε να το θαυμάζω και να προσπαθώ να το καταλάβω.

Πιο πολύ ένιωθα να απομακρύνομαι από αυτούς τους δρόμους, γιατί ίσως χρειαζόμουν κάτι πιο χειροπιαστό, μία επιστήμη. Επειδή αγαπούσα πολύ τα ζώα, σκεφτόμουν την κτηνιατρική. Το πίστευα πολύ, το σκυλί μου είχε περάσει διάφορες «εξετάσεις», πήγαινα σε κτηνιατρεία στη γειτονιά και παρακολουθούσα.

– Το θέατρο πώς προέκυψε;

Κάποια στιγμή είδα θέατρο στην εφηβεία κι εκεί κατάλαβα ότι κάτι που είχε φωλιάσει μέσα μου υποσυνείδητα, προφανώς και από το σπίτι, εκκολάφθηκε κι έσκασε. Είπα «Αυτό. Άνευ όρων, άνευ συζήτησης». Μπήκε ένα τρομερό φως εκεί που ήμουν ένα λίγο εσωστρεφές, ντροπαλό παιδί, μοναχικό και κάπως προβληματισμένο. Ήταν σωτήριο. Η γιαγιά μου με πήγε να δούμε μία παράσταση Κυριακή, λαϊκή, απογευματινή κι εκείνο το απόγευμα άλλαξε η ζωή μου. Κι όλα πήραν το δρόμο τους, με δυσκολίες με αμφιβολίες, αλλά είχα στόχο.

Είναι παράξενο, το έλεγα στους γονείς μου και μού έλεγαν «Μα εσύ δεν μπορείς να μιλήσεις, πώς;». Αλλά όντως άνοιξε η φωνή μου, άνοιξε η υπόστασή μου, βρήκα το κέντρο μου.

Με στήριξαν πολύ, ευτυχώς, παρόλη την ανησυχία τους για τις δυσκολίες, που κι εγώ τις είχα ζήσει. Ήξερα το κόστος της επιλογής.

– Γιατί πήρε καιρό να πρωταγωνιστήσεις στην τηλεόραση;

Όταν ήμουν νέα υπήρχε αυτή η μεγάλη διαφοροποίηση που, χαζά, ακολουθούσα κι εγώ και πια την βλέπω περιττή, που έλεγαν τηλεοπτικοί ηθοποιοί, θεατρικοί κλπ. Αλλά όταν ανοίγει το μάτι σου και βλέπεις και τι γίνεται στο εξωτερικό, καταλαβαίνεις ότι είσαι ηθοποιός. Μπορείς να κάνεις καλά μία διαφήμιση, ένα θεατρικό έργο, είσαι δοσμένος και κάνεις καλά τη δουλειά σου.

Μετά με γέμιζε τόσο πολύ το θέατρο και ήμουν τυχερή που η μία δουλειά έφερνε την άλλη και γνώρισα πολύ ωραίους συνεργάτες, ωραία έργα. Επίσης δεν υπήρχε ποτέ η αίσθηση, που μπορεί να κινεί και κάποιον και δικαιολογημένα, του «να με μάθει ο πολύς κόσμος», παρόλο που προφανώς ήθελα να κάνω ωραία τη δουλειά μου και να έχει ανταπόκριση. Οπότε, το ένα πράγμα έφερε κάπως το άλλο. Και εγώ δεν το κυνήγησα και η τηλεόραση δεν μου χτύπαγε την πόρτα.

Είχα πάντα στο μυαλό μου ότι για να το κάνω θα έπρεπε να έρθει κάτι όμορφο. Έχω δει ωραίες σειρές, είχα κάποια πρότυπα να λέω «να σε αυτό πολύ ζηλεύω που δεν είμαι», που είναι λίγες στο σύνολο των παραγωγών. Ήρθαν προτάσεις για άλλα πράγματα που ένιωθα ότι δεν μπορώ να τα στηρίξω, κάτι δεν έκατσε και μετά ήρθαν τα Ψέματα, που πληρούσαν όλη την επιθυμία μου.


– Είσαι άνθρωπος των γενναίων αποφάσεων;

Ναι μου αρέσουν. Εκ των υστέρων συνειδητοποιώ ότι αυτό στο οποίο συμμετείχα ήθελε δύναμη, κότσια. Δεν είναι ότι λέω «Τώρα θα πάρω μία γενναία απόφαση», μπορεί να φοβάμαι καμιά φορά. Αλλά ό,τι είναι στη δουλειά και μου φαίνεται καλαίσθητο, έχει λόγο που συμβαίνει, με ωραίους συνεργάτες, από το πιο δύσκολο μέχρι το πιο καθημερινό, μου αρέσει να παλέψω να το επαληθεύσω.

Top ba&sh, Attica (Golden Hall).

– Στην αρχή της πορείας σου όταν άφησες τη σχολή του Εθνικού για να παίξεις στο Λιβάδι που Δακρύζει, ήταν γενναία απόφαση;

Δεν ήταν γενναία απόφαση. Ήταν νομίζω ένας μονόδρομος και ένα τεράστιο αστέρι πάνω από το κεφάλι μου. Ίσως λένε καμιά φορά «Και άφησες τη σχολή, το Εθνικό;», αλλά μα πώς θα γινόταν να έρθει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος και να πω όχι σε αυτό που ήταν ένα τρίχρονο εντέλει πανεπιστήμιο, διδακτορικό; Νομίζω κανένα παιδί δεν θα έλεγε όχι.

Είχα και άγνοια κινδύνου και δέος, γιατί σε αυτή την ηλικία δεν καταλαβαίνεις κι απόλυτα το εύρος του δημιουργού. Ξέρεις ότι είναι μύθος, αλλά αυτό έχει και μία απόσταση από την πραγματικότητα, που την συνειδητοποιώ με τα χρόνια. Ακόμα το επανεκτιμώ όλο αυτό και το επεξεργάζομαι. Εκείνη τη στιγμή ήμουν ένα έκθαμβο παιδί που είπε ναι και μπήκε σε μία μεγάλη περιπέτεια- εκπαιδευτική, ονειρική διαδρομή. Δύσκολη, δύσβατη αλλά τόσο ολοκληρωμένη εμπειρία.

– 20 χρόνια μετά, τα διλήμματά σου είναι προσωπικά ή επαγγελματικά;

Νομίζω ότι λίγο συμπίπτουν όσα ζήσαμε όλοι μας με την πανδημία και ό,τι έφερε από πένθος, εγκλεισμό, φόβο, με μία ηλικία που μπορεί να είναι έστω καθυστερημένης ωριμότητας. Πλέον νομίζω ότι ο πυρήνας και τα ερωτήματα έχουν να κάνουν με τα προσωπικά. Με το τι κάνεις και τι θες. Και μέσα σε αυτό φυσικά είναι και η δουλειά, αλλά πριν ήταν εκείνη που με όριζε, μπορούσα να μετρήσω τη ζωή μου βάσει παραστάσεων. Τώρα θα ήθελα να μετράει λίγο αλλιώς. Κι αυτό να με συνοδεύει, να με συντηρεί γιατί είναι εργασία, όπως γίνεται με κάθε άνθρωπο που αγαπάει πολύ τη δουλειά του.

Μπορεί να ακούγεται γειωτικό, αλλά θα ήθελα να μην ορίζει η δουλειά όλη μου την ενέργεια. Θέλω πια να έχουν σημασία και η καθημερινότητα, το σπίτι, η προσωπική μου ζωή, η οικογένειά μου, τα ζωάκια μου.

– Ψέματα λες;

Λέω κάποια λευκά ψέματα, αυτά που νιώθεις ότι διευκολύνουν μία κατάσταση χωρίς να στενοχωρήσουν. Ακόμα και τότε μου αρέσει να ψάχνω να βρω τον τρόπο να ειπωθεί η αλήθεια ή να μην ειπωθεί τίποτα. Το να μην πεις μία αλήθεια είναι μία απόφαση, όπως και το πότε θα την πεις. Μπορεί να είναι τόσο λάθος η στιγμή, που η αλήθεια να είναι μέχρι και πληγωτική, ενώ μπορείς να έχεις υπομονή να περιμένεις. Τα ψέματα, νομίζω, είναι κυρίως προς τον εαυτό μας.

Τα μεγάλα ψέματα δεν συμφέρουν κανένα, απλά περιπλέκουν τη ζωή. Έχω την αίσθηση ότι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πάντα αποκαλύπτεται η αλήθεια, όπως λένε και όλοι οι χαρακτήρες τις σειράς (γέλια). Το έχω δει να συμβαίνει κι εκεί το πλήγμα είναι τεράστιο. Θέλει, όπως όλα στη ζωή, μία μόνιμη διαχείριση κι ένα μέτρημα. Νομίζω ότι όταν το συνειδητοποιούμε αυτό, μπορεί να είναι δύσκολο αλλά είναι μία λειτουργία που φέρνει πολύ μεγαλύτερη αλήθεια και γαλήνη.

– Στη δικαιοσύνη πιστεύεις; Την αποζητάς με το παρελθόν σου από παιδί στους κοινωνικούς αγώνες;

Σαφώς. Την κάθε στιγμή, για το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο πράγμα. Δεν ικανοποιείται το αίτημα (γέλια). Αλλά δεν είμαι και υπέρ της σκέψης να τα ισοπεδώνω όλα και να θεωρώ ότι δεν υπάρχει. Είναι αργά τα βήματα, μπορεί κάτι να μη φανεί τώρα αλλά μετά, κάτι να αποτύχει, εξ ου ο αγώνας.


Η δικαιοσύνη είναι επιστροφή στην ισορροπία, στον χώρο που αναλογεί στον καθένα μας. Η ελευθερία του ενός, φτάνει μέχρι εκεί που δεν ενοχλεί την ελευθερία του άλλου, είναι βασικοί οι κανόνες που δείχνουν τον δρόμο. Όταν αρχίζουν τα συστήματα και κουρδίζονται προς κατευθύνσεις που δεν ευνοούν τον άνθρωπο και τα δικαιώματά του (που είναι σχεδόν ό,τι βλέπουμε γύρω μας), έχεις πολλά πράγματα για τα οποία θες να παλέψεις. Αλλά αυτό δεν τελειώνει κι ο καθένας παίρνει τη σκυτάλη από τον άλλο, κάποια στιγμή είναι φυσικό να νιώσεις αδύναμος, κάποια άλλη θα επιστρέψεις και θα δουλέψεις για κάτι άλλο, κάπως έτσι είναι η διαδρομή.

Top και παντελόνι: Isabel Marant, Attica (Golden Hall), shoes: Tsakiris Mallas.

– Η σειρά έχει μία τρομακτική επικαιρότητα. Πώς σου φαίνεται αυτό;

Πρωτίστως μου αρέσει που στην ελληνική τηλεόραση έρχεται μία σειρά που ξεκινά καθαρά από έναν κοινωνικό προβληματισμό. Αυτό είναι σίγουρα αναγκαίο μέσα σε όλη την άλλη γκάμα, κι ίσως θα έπρεπε να αποκτήσει και μεγαλύτερη αναλογία. Είμαι σε μία δουλειά η οποία αρχικά θέτει ερωτήματα και βάζει τους ανθρώπους σε μία συνδιαλλαγή, μπαίνει σε πολλά σπίτια αφηγούμενη μία ιστορία, με έναν πιο προσιτό τρόπο δηλαδή, αγγίζει θέματα που μας έχουν απασχολήσει και νομίζω ότι η σειρά είναι απόρροια των θεμάτων που απασχολούν παγκοσμίως. Μου αρέσει να τίθεται ένας διάλογος, χωρίς να δίνονται απαραίτητα οι απαντήσεις.

Από την άλλη, είναι ένα πολύ λεπτό θέμα. Ο κάθε άνθρωπος έχει μία δική του ιστορία και πολλές φορές παίρνουμε τόσο σοβαρά αυτό που βλέπουμε, που ξεχνάμε ότι είναι ένα σενάριο με κομμάτια πολλών ιστοριών φτιαγμένο ώστε να έχει ενδιαφέρον αστυνομικά, σε επίπεδο σχέσεων, με χαρακτήρες, πλοκή. Αν το δει κάποιος και πάει να το συγκρίνει με πράγματα δικά του, εκεί είναι που αρχίζει ο προβληματισμός μου. Το σημαντικό είναι ότι είναι έξω πια τα πράγματα, τα αντιμετωπίζει η κοινωνία, η τέχνη, η τηλεόραση. Από εκεί και πέρα δεν παύει να είναι μία σειρά, μία ιστορία, γραμμένη, που δεν βασίζεται σε κανένα πραγματικό γεγονός. Εκεί αρχίζει η δική σου ιστορία, είτε έχεις υπάρξει θύμα είτε έχεις υπάρξει θύτης.

– Φαντάζεσαι να προβληματίζονται κι οι θύτες;

Η τηλεόραση έχει αυτή τη δύναμη με έναν τρόπο. Εννοώ, πως μπαίνει και σε μία οικογένεια που μπορεί μετά από λίγο κάποιος να φάει κι ένα χαστούκι. Υπάρχει στο τέλος της σειράς ένα μήνυμα που μπαίνει στα σπίτια κι αυτό είναι τόσο σημαντικό. Στην αρχή το είδα και με τάραξε, στο τέλος είπα τι ωραία. Ήταν καιρός. Πέρα από το ίδιο το αντίκτυπο της σειράς, έχει να κάνει με αυτό που προτείνει και που ο κόσμος χρειάζεται.

Εγώ νιώθω πολύ μεγάλη ευθύνη, κάπως χαζά, να κινήσω τον χαρακτήρα με έναν τρόπο όπου ο καθένας θα μπορεί να προβάλει κάτι σε αυτόν. Είναι ένας χαρακτήρας που έχει στόχο, έχει πονέσει, αλλά δεν θέλω να κουνήσει το δάχτυλο. Να μη χαρακτηριστεί από κάτι πάρα πολύ έντονο και να μπορεί ο καθένας να δει σε αυτήν κάτι από τον εαυτό του. Να βλέπουμε μία γυναίκα που θα μπορούσε να ζει δίπλα μας, που θα μπορούσε να είμαστε εμείς ή κάποια που γνωρίζουμε.

Φόρεμα Isabel Marant, Attica (Golden Hall).

– Μηνύματα από κακοποιημένες γυναίκες έχεις λάβει;

Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι πάρα πολύ ενεργή στα social media κι είναι ένας προβληματισμός μου αυτός, σκέφτομαι «Κι αν κάποιος θέλει να μου πει κάτι σοβαρό;». Τα social έχουν αυτή την ελαφράδα που εγώ δεν μπορώ να υπηρετήσω ή με αγχώνει πολύ. Έχω έναν λογαριασμό στο Instagram που δεν έχει καν το όνομα μου κι επειδή μου αρέσει πολύ η φωτογραφία, μπορεί να φωτογραφίσω τη γωνία ενός τοίχου, ένα βιβλίο ανάποδα, τέτοια πράγματα.

Στον δρόμο έχω δει βλέμματα. Κι από άντρες κι αυτό ήταν πολύ ωραίο. Ένας κύριος που εργαζόταν σε ένα supermarket μου είπε «Εσύ δεν ήσουν; Στη σειρά; Χθες;». Του είπα ναι και μου είπε «Μπράβο», έφυγε και ξαναγύρισε και είπε «Όχι, μπράβο». Κατάλαβα ότι εκείνη την ώρα δεν μιλούσε για την ερμηνεία ή για τη σειρά, ήταν κάτι άλλο.

– Είπες πρόσφατα κάτι για την πατριαρχία, ότι έχει καταπιέσει και τους άντρες. Θα το καταλάβουν κάποτε;

Αλλάζουν τα πράγματα. Δεν πιστεύω στα total makeover. Αλλά είναι φανερότατη η πορεία ως προς τα πάντα, τη σεξουαλικότητα, την ταυτότητα, το ποιος είσαι τι σου αρέσει. Δεν είναι ακόμα αποδεκτό, αλλά αρχίζει να μην είναι αποδεκτό και το άλλο, το νταηλίκι, η μαγκιά, το «εγώ ορίζω». Παλιότερα ήταν κάτι που θα κομπαζόσουν, τώρα θα το πεις γιατί έτσι είσαι ακόμα, αλλά δεν θα τσιμπήσουν κι άλλοι 10 σε αυτό το μπράβο.

Σαφώς πιστεύω ότι είναι καταπιεστικό και για τους άντρες. Ένας άντρας που δεν μπορεί να κλάψει, που πρέπει να σταθεί. Κάποιοι άνθρωποι άλλοτε έχουν θάρρος, άλλοτε όχι, πέφτουν, σηκώνονται. Ενδεχομένως μου αρέσουν και οι ρόλοι, ίσως οι άντρες έχουν μία μυϊκή δύναμη παραπάνω, μία γυναίκα μπορεί να κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Ένας άντρας επίσης μπορεί να είναι τρομερά λεπτεπίλεπτος και να μην έχει τη δύναμη που έχει μία γυναίκα. Οι πολλές εξαιρέσεις κάνουν τους κανόνες, υπάρχουν και τα δύο και ο καθένας επιλέγει αυτό που θέλει να είναι και να διεκδικεί στη ζωή του. Και νομίζω ότι η κοινωνία πια ζυμώνεται προς αυτή την κατεύθυνση. Με ελπίδα το λέω και με μία ευχή.


– Ως γυναίκα έχεις νιώσει την πίεση να δουλέψεις περισσότερο για να αποδείξεις την ικανότητά σου;

Δεν έχω νιώσει ότι πρέπει να ανταποκριθώ σε κάτι που είναι παρεμβατικό, αλλά σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης, σε σχέση με τα δικά μου στάνταρ, έχει χρειαστεί να ξεπεράσω τα όρια μου τα σωματικά και τα ψυχικά σε αυτή τη δουλειά πολλές φορές, για να αποδείξω ότι μπορώ.

Δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με το φύλο, αλλά με περιόδους που και στο θέατρο υπήρχε μία γενιά που έχει φάει πολύ ξύλο, γαλουχήθηκε μέσα σε αυτό και που η δημιουργία ήταν ταυτισμένη με ένα σκοτάδι με μία κόπωση ψυχική, παρεμβατική προς την προσωπικότητα του άλλου, με ένα «όλοι μαζί» περίεργο που δεν ξέρεις που αρχίζει και που τελειώνει και που δεν χρειάζεται να ανοίξεις όλη σου την ύπαρξη. Θεωρούνταν όμως ότι οφείλεις να το κάνεις γιατί αυτά είναι τα εργαλεία σου. Σαφώς καταθέτεις ένα κομμάτι του ψυχισμού σου κι εκεί είναι το επικίνδυνο γιατί παίζουμε με τις ψυχές και πρέπει να είσαι διαθέσιμος. Αυτό έχει ένα όριο.

Έχω περάσει από αυτό και έχω υποφέρει αρκετά, και το θεωρούσα τιμή και καμάρι μου το να αντέξω. Τώρα, με όλα όσα έγιναν, είδα πράγματα, είδα και την ανοχή μου σε πράγματα που συνέβαιναν δίπλα μου και δεν καταλάβαινα ή θεωρούσα νορμάλ.

Έχω μεγάλη όρεξη αν αναμετρηθώ και πάλι με αυτό, να δω πώς θα αντιδράσω και πού θα οριοθετήσω τον εαυτό μου και τον διπλανό μου απέναντι σε μία τέτοια συμπεριφορά. Νομίζω ότι η νέα γενιά όλο και πιο αλλιώς τα βλέπει τα πράγματα. Πιο φωτεινά, πιο δημιουργικά.

– Ίσως η κάθαρση έρθει έτσι, από τις νέες γενιές, από όσα είδατε ο καθένας αναμετρημένος με τον εαυτό του.

Όλα είναι συντεταγμένες που φτιάχνουν ένα σημείο στον χάρτη, που αλλάζουν κι έρχονται κάπου πιο φιλικά στην τέχνη και προς τον άνθρωπο. Δεν θα βγει ξαφνικά ένα ουτοπικό περιβάλλον όπου θα δουλεύουμε όλοι αρμονικά. Η εξουσία στο θέατρο δεν είναι πως κλείνεις την πόρτα του γραφείου και φεύγεις, είναι ύπουλη και μπορεί να είναι και πολύ γοητευτική, να μην καταλάβεις πότε εισήλθε κάτι. Θα είναι εκεί, ενδεχομένως με πολύ περισσότερα μάτια ανοιχτά τριγύρω.

– Τι θες να κρατήσεις στη ζωή σου από την Έλενα;

Μου αρέσει το πώς το θάρρος της προκύπτει από μία περιέργεια, από την ανάγκη να καταλάβει, να πάρει απαντήσεις. Και το πάει κι επικίνδυνα. Όταν διάβαζα το σενάριο έλεγα «τώρα ρε παιδί μου μπαίνει στο σπίτι του άλλου;». Αλλά μετά όταν τα έκανα και περισσότερο όταν τα είδα, κατάλαβα αυτή την ανάγκη. Ό,τι εφόσον δεν δικαιώνεται, υπάρχουν πράγματα που αξίζει να ρισκάρεις γι’ αυτά, τη στιγμή που έχεις χάσει τόσα πολλά. Η ανάγκη της να καταλάβει, να δικαιωθεί, να αποτρέψει, να βοηθήσει, το θάρρος και η ενεργητικότητά της που προκύπτει κι αυτή σιγά σιγά, μου αρέσουν. Φτιάχνει έναν χαρακτήρα που στη μικρή ζωή του ανδρώνεται σε μία θέση μάχης, κι είναι πολύ ωραίο.

Κάτι κλέβω, λέω «αχ να μη το ζητήσω αυτό, να μην το ψάξω» και μετά λέω «όχι, θα το ψάξω, θα πάρω αυτό το τηλέφωνο». Νομίζω ότι μου το έχει χαρίσει η Έλενα αυτό, κι εύχομαι κάθε άνθρωπος που το παρακολουθεί να κλέψει αυτό το κομμάτι από εκείνη.

Φόρεμα Tommy Hilfiger

Info: Ψέματα, Παρασκευή στις 22.00 στον Alpha

*Ευχαριστούμε για τη φιλοξενία τη Bernier/Eliades Gallery (Επταχάλκου 11, Αθήνα). Η έκθεση της Berta Fischer διαρκεί μέχρι και τις 15 Ιουλίου.