Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου -Watkinson/24Media
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Καλλιόπη Μητροπούλου ισορροπεί μεταξύ Λυρικής κι Ανισόπεδης Ντίσκο

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΟ ΜΠΕΛ ΡΕΫ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑ ΡΟΥΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΑΡΑΤΣΑΣ ΤΗΣ.

Η Καλλιόπη Μητροπούλου παίζει βιολί στην ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και ταυτόχρονα τα δίνει όλα- φωνητικά και σωματικά- πάνω στη σκηνή ως pop τραγουδίστρια. Μας μεταφέρει στο ονειρικό, μουσικό της σύμπαν, εκεί όπου «όλα είναι λίγο πιο ήρεμα», όπως μου λέει. Tραγουδάει με τα Echo Tides, είναι η χαρακτηριστική φωνή της Ανισόπεδης Ντίσκο του Pan Pan. Τη συνάντησα στα τέλη Σεπτεμβρίου, σε έναν πολύ δημιουργικό μήνα για εκείνη. Είχε προηγηθεί η συμμετοχή της στο Αγοραφοβικό Φεστιβάλ μαζί με τους Pan Pan και VASSIŁINA, το live τους στη Θεσσαλονίκη αλλά και το κλείσιμο των θερινών σινεμά με τους SIBiLIMA, ένα κουαρτέτο εγχόρδων με κρητική λύρα το οποίο συνόδεψε μουσικά τρεις βουβές ταινίες.

-Καλλιόπη Μητροπούλου, πώς ξεκίνησαν όλα;

Ξεκίνησα βιολί όταν ήμουν 8 χρονών. Μετά από μία συναυλία που είχα παρακολουθήσει με τον μπαμπά μου με ρώτησε ποιο μουσικό όργανο είχα ξεχωρίσει. Αν και δεν το θυμάμαι μού λέει πως είπα το βιολί. Ξεκίνησα αμέσως τα μαθήματα, πήγα σε μουσικό γυμνάσιο, έκανα φωνητική- αυτή ήταν η μεγάλη μου αγάπη-, πιάνο και ταμπουρά (ένας πρόγονος του μπουζουκιού). Το να γίνω μουσικός ήταν μονόδρομος. Σπούδασα μουσικολογία στην Αθήνα, ακολούθησε το μάστερ μου στη Γερμανία, πήγα Λονδίνο και επί Covid επέστρεψα πίσω. Τώρα μοιράζω τον χρόνο μου ανάμεσα σε Αθήνα και Λονδίνο.

-Οι δυσκολίες που έχεις να αντιμετωπίσεις στην ορχήστρα ποιες είναι;

Σε κάθε πόλη είναι διαφορετικές. Στο Λονδίνο, για παράδειγμα, όλα γίνονται πάρα πολύ γρήγορα δεν υπάρχει χρόνος για πρόβες. Ο μουσικός του Λονδίνου πρέπει να είναι πολύ καλός στην prima vista. Αυτό σημαίνει το ότι βλέπεις κάτι για πρώτη φορά και πρέπει να το παίξεις επιτόπου. Υπήρχαν φορές που ο μαέστρος έλεγε «παιδιά αυτό δεν το προλαβαίνουμε θα το δούμε κατευθείαν στη συναυλία». Πρέπει να είσαι alert, να έχεις συνεχώς τις κεραίες σου ανοιχτές. Στην ορχήστρα χρειάζεται να είσαι σε μια διαρκή επικοινωνία.

-Η μουσική σού βγάζει ένα ονειρικό στοιχείο. Ποιες είναι οι επιρροές σου;

Σίγουρα θα πω neoclassical επιρροές, ambient και indie pop. Είναι ένας συνδυασμός όλων αυτών που ακούω. Τα ακούσματα που είχα στις σπουδές μου και θέλω να τα κάνω λίγο πιο pop.

-Top 3 αγαπημένων μουσικών;

Θα πω αυτή την περίοδο μιας και συνέχεια αλλάζει. Μότσαρτ γιατί ήταν genius και πάρα πολύ αστείος, και γιατί μ’ αρέσει να υπάρχει χιούμορ στη μουσική. Mitski που συνέχεια μαθαίνω από εκείνη και Beatles που κάθε κομμάτι τους ακόμη κι αν είναι χαρούμενο μου βγάζει νοσταλγία και μελαγχολία.


-Τι συμβαίνει όταν ανεβαίνεις πάνω στη σκηνή;

Είναι εντελώς διαφορετικό το πώς νιώθω όταν ανεβαίνω ως τραγουδίστρια pop και όταν είμαι μέρος της κλασικής ορχήστρας. Όταν είμαι στην ορχήστρα και καλούμαι να ερμηνεύσω κλασική μουσική υπάρχει ένα παραπάνω άγχος, το περιβάλλον είναι πιο απαιτητικό. Γενικά με την κλασική μουσική πρέπει να είσαι πάντα τέλειος. Μάθαμε ότι αν παίξεις μια λάθος νότα δεν αξίζεις σαν μουσικός και είναι κρίμα να συνδέεται η μουσική με την τελειομανία. Αλλά αν το αποτινάξουμε και χαλαρώσουμε και το δούμε ως μουσική και την ευχαριστηθούμε είναι άλλο το συναίσθημα. Σε μια ορχήστρα, επίσης, ο βιολονίστας δεν είναι ο πρωταγωνιστής, αντιπροσωπεύει μονάχα ένα βιολί που πρέπει να ενταχθεί στο σύνολο. Εκείνη την στιγμή δεν είναι η Καλλιόπη Μητροπούλου, είναι η ορχήστρα και ο τάδε συνθέτης.

Οπότε θα έλεγα πως είμαι περισσότερο ο εαυτός μου όταν καλούμαι να βγάλω από μέσα μου τη φωνή μου. Σε αυτή τη σκηνή νιώθω να αναπνέω. Λέω «ουφ ανήκω εδώ, αφήστε με εδώ». Είναι κάτι μαγικό. Ο χρόνος περνάει πολύ γρήγορα. Η Μαρίνα Αμπράμοβιτς έχει πει «προσέξτε με τη σκηνή γιατί παίρνετε τόση ενέργεια από το κοινό που μετά ο καλλιτέχνης αν πάει σπίτι του δεν ξέρει πώς να την διαχειριστεί». Πράγματι, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο είσαι μόνος σου και δεν ξέρεις τι να κάνεις. Είναι μια φοβερή σύνδεση αυτό που νιώθεις με το κοινό.

-Αυτό που λέει η Αμπράμοβιτς το έχεις βιώσει;

«Έχω ανεβάσει πυρετό μετά από live και δεν ήμουν άρρωστη!»

Μετά από ένα βράδυ ήμουν απολύτως OK. Τρέλα.


-«Είναι νωρίς δε θέλω ύπνο και δε θέλω να πεθάνω». Πώς βίωσες την επιτυχία της Ανισόπεδης Ντίσκο;

Θα σου πω μια ιστορία. Περπατάω από τα Εξάρχεια στη Νέα Σμύρνη και ακούω μια παρέα μπροστά μου να τραγουδάει την Ανισόπεδη Ντίσκο. Παθαίνω σοκ. Γιατί άλλο να το βλέπεις στα stories στο Instagram και άλλο μπροστά σου. Και από τον ενθουσιασμό μου τους λέω εντελώς αυθόρμητα «Γεια σας παιδιά!» χωρίς να ξέρουν ποια είμαι. Τώρα το βιώνω περισσότερο γιατί μέχρι και ο διαχειριστής της πολυκατοικίας μου όταν πηγαίνω να του δώσω τα κοινόχρηστα μου λέει: «Ρε συ σε ακούω παντού». Έτσι το νιώθω και βέβαια από τους ανθρώπους που έρχονται στα live και μετά μάς λένε «ευχαριστούμε». Θα προσθέσω, «Μπράβο Pan Pan».

-Η συνεργασία σου με τα Echo Tides πώς ξεκίνησε και τι ξεχωρίζεις από αυτή;

Με τα παιδιά είμαστε φίλοι πάρα πολλά χρόνια σαν οικογένεια πλέον. Η συνεργασία μας ξεκίνησε όταν έγραψαν ένα κομμάτι και ήθελαν για το συγκεκριμένο μια γυναικεία φωνή. Μου ζήτησαν να το ερμηνεύσω και έτσι κύλησε. Αυτό που ξεχωρίζω από τη συνεργασία μας, θα ξεχωρίζω για πάντα και θα το λέω σαν συμβουλή σε όλους είναι να δουλέψουνε με τους φίλους τους. Είναι όνειρο. Γιατί περνάμε φανταστικά, γελάμε, λέμε βλακείες και στο τουρ αυτό βοηθάει πάρα πολύ. Τις δυσκολίες στις περιοδείες τις αντιμετωπίζεις λίγο καλύτερα με φίλους.

-Θέλω να μου πεις λίγα λόγια για το πρώτο σου single.

Το ΚΟΤΟ γεννήθηκε μέσα στην καραντίνα, μια περίοδο που ψυχολογικά ήμουν στα τάρταρα.

«Γενικά, θέλω να σου πω ότι εδώ και 33 χρόνια φοβόμουν να είμαι ο εαυτός μου και να κάνω τη μουσική μου. Οπότε στην καραντίνα ναι μεν έπιασα πάτο, αλλά επειδή δεν υπάρχει κάτι πιο κάτω, έπρεπε κάπως να ανέβω. Έτσι μου βγήκε η ανάγκη να γράφω».

Μιλούσα εκείνη την περίοδο με την φίλη μου, Κλερ, που παίζει κότο, ένα Ιαπωνικό έγχορδο παραδοσιακό μουσικό όργανο και βιώναμε την ίδια φάση. Να φανταστείς εκείνη τότε είχε τρεις λίρες στον λογαριασμό της. Καταλαβαίνεις, ήμασταν και οι δυο freelance musicians. Της ζήτησα τότε να γράψει έναν αυτοσχεδιασμό τον οποίο μου έστειλε, τον επεξεργάστηκα, βάζοντας μετά τη φωνή μου, έβαλα τον φίλο μου, Σπύρο Μοσχονά που παίζει μπάσο τρομπόνι και κάπως έτσι γεννήθηκε η πρώτη ιδέα για τον έξω κόσμο.

-Το Ghosted πώς προέκυψε;

Το Ghosted λέει την ιστορία μιας κοπέλας που της έκαναν ghosting. Απευθύνθηκα, λοιπόν, στον Γιώργο Γούση και του είπα ότι θέλω να φτιάξουμε ένα βίντεο στο οποίο θα κλαίω συνέχεια. Βάλαμε κρεμμύδια, κρυστάλλους μενθόλης κοντά στα μάτια, έκλαιγα και κανονικά (γιατί είχα χάσει τον παππού μου εκείνη την περίοδο). Ήταν πραγματικά ένα πολύ όμορφο βίντεο με την τρομερή αισθητική του Γιώργου και τόσο ελπιδοφόρο. Δύο κοπέλες κλαίνε μαζί και στο τέλος γίνονται φίλες.

-Έχεις δεχτεί ghosting;

Και ποιος δεν έχει δεχτεί ή δεν έχει κάνει; Κι εγώ ανάμεσά τους (ντροπή μου) αλλά σε φιλίες κυρίως. Ήταν ίσως η δική μου δειλία να μην πω το πρόβλημά μου και να επιλέξω να αποτραβηχτώ. Το ερωτικό ghosting, ωστόσο, έχει πλάκα. Νομίζεις πως πέρασες καλά και τελικά συμβαίνει το αντίθετο! Όλοι είμαστε πολύ συνηθισμένοι σε αυτό και έρχεται να κολλήσει με τη μοντέρνα επαφή πλέον.


-Τι σου αρέσει στην Αθήνα και τι όχι;

Μ’ αρέσει ο ήλιος της που μου έλειψε πάρα πολύ 10 χρόνια. Μου αρέσουν οι άνθρωποί της. Μπορεί να ακούγεται τρελό γιατί όλο λέμε για τους θυμωμένους ανθρώπους παντού. Εγώ βλέπω και αυτό αλλά βλέπω και ανθρώπους που θέλουν να σε βοηθήσουν. Λατρεύω τις λαϊκές και μου αρέσει πάρα πολύ το στοιχείο των βουνών που είναι μέσα στο αστικό τοπίο. Μου αρέσει που μέσα σε 10 λεπτά βρίσκεσαι στον Υμηττό και ξεχνάς για λίγο πως ζεις σε μια τσιμεντούπολη. Το ίδιο ισχύει και για τη θάλασσα.

Από την άλλη δεν μ’ αρέσουν οι θυμωμένοι άνθρωποι. Οι κλειστόμυαλοι και οι φασίστες, το 41%. Με τρομάζει που παρατηρούμε μια άνοδο του ακροδεξιού στοιχείου λες και δεν συνέβη τίποτα τα προηγούμενα χρόνια. Δεν μου αρέσει που ακούμε για γυναικοκτονίες καθημερινά, δεν μου αρέσει που φοβάμαι να γυρίσω μόνη μου το βράδυ. Δεν μου αρέσει που πρέπει να πω στους gay φίλους μου να προσέχουν. Δεν μου αρέσει η ακρίβεια και πολλά άλλα που μπορώ να λέω για ώρες. Η Αθήνα όσο και να τη λατρεύω είναι extreme. Και αυτό σε μπερδεύει. Την ίδια ώρα που απολαμβάνεις τον ήλιο της μπορεί να ακούσεις ή να σου συμβεί κάτι και να νιώθεις ότι «έφαγες» χαστούκι.

-Έχεις ένα γεμάτο πρόγραμμα καθημερινά. Πώς αποσυμπιέζεσαι;

Κοίτα, το Λονδίνο είναι μια πόλη που συνέχεια κάτι κάνεις. Κι αν δεν κάνεις έχεις τύψεις. Οπότε μετά από αυτή τη φάση που ήταν όλα τόσο έντονα μου φαίνεται chill η ζωή που κάνω εδώ σε σχέση με τα 12ωρα του Λονδίνου. Είχα φτάσει σε σημείο να προσπαθώ να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου με την κάρτα του Μετρό. Κάνω θεραπεία, να είναι καλά η ψυχοθεραπεύτριά μου! Λίγο άσκηση, το κολυμβητήριο μού έχει δώσει, επίσης απίστευτη ώθηση. Λειτουργεί σαν διαλογισμός. Οι φίλοι, η οικογένεια, ο άνθρωπός σου.

«Η μουσική μου. Αυτό μου δίνει πίσω ενέργεια. Αν μπορείς να κάνεις αυτό που σου δίνει πίσω ενέργεια τότε είσαι στο σωστό δρόμο. Κι ας μην σου δίνει πάντα χρήματα!»

-Η σχέση σου με το Instagram ποια είναι;

Καταλαβαίνω ότι πρέπει να «πουλάω» τον εαυτό μου γιατί ούτε έχω label ούτε κάποιο manager. Αντιλαμβάνομαι, πλέον, ότι αποτελεί μέρος της δουλειάς του μουσικού. Θα κάνω stories ή posts, αλλά δεν θα ασχοληθώ παραπάνω. Δεν έχω TikTok και δεν σκοπεύω να κάνω (γέλια).

-Μελλοντικά σχέδια;

Γράφω το άλμπουμ μου το οποίο ελπίζω να κυκλοφορήσει μέσα στο 2023.

– Καλλιόπη, τελικά τα παιδιά θέλουν χορό;

Θέλουν ναι! Τα παιδιά θέλουν να ξεσπάσουν, θέλουν να τα δώσουν όλα. Μετά τον Covid αυτό προέκυψε και σαν φυσικό ξέσπασμα. Ο χορός, άλλωστε, είναι μια υγιής έκφραση.

Στο τέλος με ρωτάει: Η δική μου μουσική να γίνει πιο χορευτική;

Θα έλεγα όχι. Εμένα η μουσική σου μού θύμισε αρκετά το ονειρικό στοιχείο των Beach House. Κράτα τον χορό για τα άλλα projects.

Info: Η Καλλιόπη Μητροπούλου και τα Echo Tides ανεβαίνουν στη σκηνή της Αισθηματικής Αγωγής στις 28/10 στο Gagarin. Μαζί τους οι Ταφ Λάθος, Sci-Fi River και Kristof.