ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

4 γυναίκες πίσω από τις επιχειρήσεις του θεάματος, που κάνουν τη διαφορά

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson/Πάνος Γιαννακόπουλος/ Papadakis Press/ 24Media Creative Team

Οι τέχνες δεν θα έπρεπε ποτέ να θεωρούνται είδος πολυτελείας. Είναι τόσο απαραίτητες στη ζωή μας, όσο και η κάλυψη των βιολογικών μας αναγκών. Οι τέχνες δεν μπορούν να γίνουν μία επιχείρηση σαν όλες τις άλλες, χρειάζονται ανθρώπους που πέρα από τα οικονομικά, το μάρκετινγκ, την αγορά και κάθε τι πρακτικό και τετραγωνισμένο, έχουν όραμα καλλιτεχνικό, έχουν ευαισθησία κι έχουν αγάπη για το είδος της τέχνης με το οποίο καταπιάνονται. Θέλει ανθρώπους που είναι και λίγο (ή και εντελώς) καλλιτέχνες. Όπως οι γυναίκες με τις οποίες μιλήσαμε. Οι γυναίκες πίσω από τις επιχειρήσεις του θεάματος. Γιορτάζοντας τη Διεθνή Ημέρα Γυναικείας Επιχειρηματικότητας στο LadyLike μιλήσαμε με γυναίκες του επιχειρείν, ανάμεσά τους και οι γυναίκες που είναι υπεύθυνες για τις παραστάσεις, τις ταινίες, τις μουσικές και τις σειρές που μας ταξιδεύουν, μας λυτρώνουν, μας συναρπάζουν.

Η Ελένη Ράντου, που είναι μία από τις ελάχιστες θεατρικές παραγωγούς στην Ελλάδα, η Δάφνη Μπεχτσή, που αναλαμβάνει να πάει το θέαμα στην επόμενη πίστα αυτής των πλατφόρμων streaming μέσα από το Cinobo, η Μαργαρίτα Μάτσα, CEO της ιστορικής για τη μουσική στη χώρα μας, MINOS-EMI, Α Universal Company, και η Ειρήνη Σουγανίδου, CEO της κινηματογραφικής (και όχι μόνο) FEELGOOD ENTERTAINMENT, απάντησαν στις ερωτήσεις μας μιλώντας για τις επιχειρήσεις και το πώς ως γυναίκες βιώνουν τον κόσμο του επιχειρείν η καθέ μία στον δικό της, τόσο ξεχωριστό χώρο, που έχει όμως έναν κοινό παρονομαστή, την τέχνη.

Σύμφωνα με τη μελέτη ICAP CRIF για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα στη χώρα μας, το ποσοστό διείσδυσης της γυναικείας επιχειρηματικότητας το 2022 ανήλθε σε 25,5%. Παρουσίασε αύξηση κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες μέσα στην τελευταία 8ετία. Όπως αναφέρει στη δηλωσή της σχετικά με την έρευνα η Διευθύντρη Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών ICAP CRIF, Σταματίνα Παντελάιου, η μελέτη συμπεραίνει ότι «Οι εταιρείες που διοικούνται από γυναίκες εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις και στους χρηματοοικονομικούς δείκτες κερδοφορίας και αποδοτικότητας, τόσο το 2020 όσο και το 2021», χρονιές που λόγω της πανδημίας σημειώθηκαν αρνητικά αποτελέσματα στο σύνολο του εταιρικού τομέα. Όσες εταιρείες διοικούνταν από γυναίκες είχαν μικρότερη μείωση

«Γεγονός το οποίο μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες διακρίνονται για την αποτελεσματικότητα τους και την καλύτερη διαχείριση του κόστους των εταιρειών που διοικούν», σημειώνει η ίδια.

Οι γυναίκες στις επιχειρήσεις τα καταφέρνουν όχι απλά καλά, αλλά καλύτερα, σύμφωνα με τη στατιστική επιστήμη. Κι αυτές οι γυναίκες επιχειρηματίες στον χώρο του θέατρου, του κινηματογράφου, της μουσικής, των θεαμάτων, της τέχνης, είναι μία ακόμα απόδειξη.

Ελένη Ράντου, Θεατρική παραγωγός, ηθοποιός και σκηνοθέτης

γυναίκες στον χώρο του θεάματος Πάνος Γιαννακόπουλος/24Media

Η Ελένη Ράντου έχει το θεατρικό της σπίτι στο θέατρο Διάνα. Εκεί βρίσκεται και φέτος παρουσιάζοντας ένα μοναδικό πάρτι. Στο Πάρτι της ζωής μου, η Ελένη Ράντου, που βραβεύτηκε από το κοινό στα θεατρικά βραβεία του Αθηνοράματος για την ερμηνεία της, δίνει τη δική της κατάθεση ψυχής. Πολλή από αυτή την μάλλον τεράστια και ανεξάντλητη ψυχή την αφήνει σταθερά εδώ και πολλά χρόνια στο σανίδι του θεάτρου κι όχι μόνο ως ηθοποιός ή σκηνοθέτης, αλλά και ως θεατρική παραγωγός, που χωράει το καλλιτεχνικό της όραμα σε μπάτζετ, σε κέρδη, σε ζημίες και σε πρακτικά ζητήματα.

«Δεν θυμάμαι ποια στιγμή γεννήθηκε αυτή η ανάγκη. Θυμάμαι μόνο ότι προέκυψε σαν μηχανισμός άμυνας στην… αγένεια και την έλλειψη σεβασμού που αντιμετώπισα βγαίνοντας στο θέατρο και έπρεπε να συνδιαλλαγώ με παραγωγούς, που άλλοτε με έκαναν να νοιώθω ταπεινωμένη, τις περισσότερες φορές δεν τηρούσαν ίχνος από τις δεσμεύσεις τους, πλήρωναν κάτω από το βασικό και συμπεριφέρονταν σα να μου κάνουν και χάρη», μάς λέει για τον λόγο που την οδήγησε να ασχοληθεί και με την παραγωγή αφού πρώτα είχε δουλέψει ως ηθοποιός. Κι η ανάγκη για αυτονομία και αξιοπρέπεια, είναι σίγουρα ένα μεγάλο κίνητρο. Το ίδιο είναι και η αγάπη για τη δουλειά της, όπως λέει στη συνέχεια.

«Επειδή αγαπούσα πάντα παθιασμένα αυτή τη δουλειά, κάποια στιγμή είπα ότι δεν αντέχω αυτή τη συνθήκη κι αν θέλω να συνεχίσω πρέπει να δημιουργήσω εγώ τη συνθήκη, που μου αξίζει και που αξίζει σε έναν καλλιτέχνη», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Η Ελένη Ράντου παραμένει εξαίρεση ως γυναίκα παραγωγός στον χώρο του θεάτρου στην Ελλάδα. Τι θα έπρεπε να αλλάξει για να μπουν περισσότερες γυναίκες στον χώρο του θεάτρου ως επιχειρηματίες; Η ίδια απαντά: «Πίστεψέ με δεν θέλει αναγκαστικά χρήματα. Θέλει αυτό το καταραμένο πείσμα και μια “αναπηρία” να μην αντέχεις τις εκπτώσεις. Θέλει να αγαπάς και να παθιάζεσαι με όλες τις πλευρές τις δουλειάς σου, ακόμα και τις πιο άχαρες και να βλέπεις το σύνολο κι όχι μόνο το ρόλο σου και τον εαυτό σου. Θέλει κάτι παραπάνω από το να είσαι ηθοποιός. Θέλει να είσαι άνθρωπος του θεάτρου γενικότερα».

«Σε όλους τους χώρους μια γυναίκα πρέπει να αποδεικνύει ότι κάνει καλά τη δουλειά της», σημειώνει η Ελένη Ράντου μιλώντας για το γεγονός ότι οι γυναίκες καλούνται συχνά να δουλεύουν διπλά σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους τους για να παραδεχτεί ο ανδροκρατούμενος χώρος της εργασίας την αξία τους.

«30 χρόνια μετά, και μετά από τεράστιες επιτυχίες, νομίζω ότι τώρα αρχίζουν να με αποδέχονται. Αν ήμουν άντρας θα με είχαν αποδεχτεί από τα πρώτα χρόνια.» – Ελένη Ράντου.

«Εμένα όμως αυτό με πείσμωσε. Όσο με μίκραιναν, όσο με μείωναν τόσο γιγάντωναν την επιθυμία μου. Τώρα που το σκέφτομαι, χάρη μου έκαναν που δεν με χάιδεψαν. Με δυνάμωσαν», σχολιάζει η Ελένη Ράντου.

Φυσικά στον κόσμο του επιχειρείν δεν καταγράφονται μόνο επιτυχίες και κέρδη αλλά και ζημίες. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να πάρουμε ως δεδομένο. Δεν είναι δεδομένο ότι όλοι θα αντιδράσουν ψύχραιμα απέναντι σε μία δύσκολη στιγμή. Η Ελένη Ράντου εκτός από την δική της τέχνη της υποκριτικής έχει γίνει master και στην τέχνη του να πηδάει το όποιο εμπόδιο στον δρόμο της και να συνεχίζει.

«Βρεθήκαμε κάποτε με μια παράσταση εκτός Αθηνών. 30 Αυγούστου. Και ξεκινάει ένας αέρας, ξερίζωσε το σκηνικό και το πέταξε μέτρα μακριά. Τη μέρα της παράστασης έβρεχε κιόλας… Οικονομική καταστροφή… Έρχονταν όλοι να με παρηγορήσουν αλλά εγώ είχα πάει ήδη παρακάτω. Δεν κάθομαι ποτέ να κλαίω πάνω από το χυμένο γάλα. Χαμογέλασα και πήγα παρακάτω», λέει η ίδια περιγράφοντας μία τέτοια δυσκολία που αντιμετώπισε στην πορεία της.

Για την Ελένη Ράντου η παραγωγή στο θέατρο δεν είναι για όλους. Αν έχεις ακούσει ήδη ότι το θέατρο θέλει γερό στομάχι, τότε θα το ακούσεις να επαναλαμβάνεται και για το επιχειρείν στον χώρο του θεάματος από το δικό της στόμα, όταν της ζητάμε να μοιραστεί τη δική της συμβουλή προς όσες γυναίκες θέλουν να ασχοληθούν με τις επιχειρήσεις αλλά δεν το τολμούν ακόμα.

«Αν δεν το τολμούν μπορεί να μην είναι έτοιμες. Η παραγωγή δεν είναι λύση για όλες μας. Θέλει πολύ γερό στομάχι. Θέλει μια σφαιρική ματιά. Θέλει να λειτουργούν παράλληλα και τα δύο ημισφαίρια του εγκεφάλου. Δεν είναι εύκολο. Ειδικά στο θέαμα που είναι τόσο επισφαλής τομέας δεν θα το σύστηνα εύκολα. Είναι σχεδόν μια τρέλα», λέει η Ελένη Ράντου, δίνοντας στη συνέχεια μία συμβουλή που πρέπει να σου γίνει motto σε όποιον χώρο κι αν εργάζεσαι.

«Αυτό όμως που συνιστώ σε όλες μας είναι να αναρωτιούνται κάθε φορά το εξής: “Αυτό τώρα που μου συμβαίνει στον επαγγελματικό μου χώρο, μου αξίζει;”. Αν θεωρούν ότι τους αξίζει κάτι καλύτερο να το διεκδικούν με κάθε τρόπο. Να μην ψιλοβολεύονται με κάτι λιγότερο. Κανένας δεν θα στο παραχωρήσει εύκολα. Εσύ θα το επιβάλλεις».

Δάφνη Μπεχτσή, CEO του Cinobo

Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson/24Media

Πολλοί χαρακτηρίζουν το Cinobo ως το «ελληνικό Νetflix». Αν έχεις Cinobo τότε σίγουρα ξέρεις πως αυτό δεν ισχύει. Tο Cinema No Border, το οποίο σχηματίζει το αρκτικόλεξο της (πρώτης) ελληνικής streaming πλατφόρμας Cinobo, λανσαρίστηκε πριν λίγα μόλις χρόνια, ως το δημιουργικό παιδί μιας νέας γυναίκας από τη Θεσσαλονίκη. H Δάφνη Μπεχτσή, ονειρεύτηκε και δημιούργησε έναν «σπιτίσιο» κινηματογράφο, γεμάτο με ανεξάρτητες arthouse ταινίες, φεστιβαλικές στιγμές, εμβληματικούς διεθνείς σκηνοθέτες και φυσικά μια ξεχωριστή θέση για τη φιλμογραφία Ελλήνων κινηματογραφιστών.

«Πρώτη δυσκολία ήταν να πάρω απόφαση να “ξεριζωθώ”. Να αφήσω την καριέρα μου στην έρευνα, να φύγω από τη Γλασκώβη, να αφήσω τους αγαπημένους μου», μάς λέει η Δάφνη Μπεχτσή περιγράφοντάς μας τη γέννηση του Cinobo και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν πήρε αυτή την τολμηρή αλλά και πολύ δημιουργική απόφαση να φτιάξει την πρώτη ελληνική streaming πλατφόρμα.

«Επιστρέφοντας στην Ελλάδα έπρεπε να λύσω το ζήτημα της χρηματοδότησης. Δυσκολία από μόνη της είναι η δημιουργία αυτού του εγχειρήματος εκ του μηδενός -και ειδικά με το διαθέσιμο budget που υπήρχε. Δεν είχε ξαναγίνει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα και εμείς ήμασταν μία ομάδα με πολύ ενθουσιασμό, πάθος και γνώση που έπρεπε να δημιουργήσουμε τη δομή της πρώτης streaming πλατφόρμας στην Ελλάδα δίχως προηγούμενη εμπειρία σε κάτι αντίστοιχο. Τέλος, αν και θα ήθελα να μπορώ να πω ότι δεν αντιμετώπισα δυσκολίες λόγω του ότι είμαι “νέα γυναίκα”, δυστυχώς δεν ήταν έτσι», συμπληρώνει και το κεφάλαιο «γυναίκα στις επιχειρήσεις και αμφισβήτηση» ανοίγει και σε αυτή τη συζήτηση, δυστυχώς.

«Πολλοί αρχικά αμφισβήτησαν την επιτυχία του Cinobo, αλλά κυρίως χρειάστηκε επανειλημμένα να αποδείξω ότι είμαι ικανή για να με πάρουν στα σοβαρά. Πώς τα αντιμετώπισα; Ξυπνώντας το πρωί και γνωρίζοντας ότι το Cinobo έπρεπε να γίνει πραγματικότητα και έχοντας ανθρώπους δίπλα μου που με στήριξαν.» – Δάφνη Μπεχτσή.

Η επιχειρηματική επιτυχία είναι τελικά αποτέλεσμά της πρωτοβουλίας του ενός που μπαίνει μπροστά και ηγείται ή της δουλειάς μίας ομάδας; Αυτή είναι η απορία που θέτουμε ως ερώτημα στην CEO του Cinobo, που αναγνωρίζει ότι και τα δυο παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο για να φτάσει κανείς στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

«Και τα δύο είναι ζωτικής σημασίας. Η επιχειρηματική επιτυχία δεν μπορεί να υπάρξει δίχως τον άνθρωπο πίσω από την ιδέα που είναι έτοιμος να πάρει το ρίσκο, αλλά και η ιδέα δεν μπορεί να υλοποιηθεί και να εξελιχθεί δίχως την ομάδα. Είναι πολύ σημαντικό αυτό να γίνεται αντιληπτό τόσο από την/τον επιχειρηματία όσο και από την ομάδα. Σε περιβάλλοντα που οι δυνάμεις αυτές ισορροπούν βλέπουμε την εξέλιξη, τη δημιουργικότητα, την καινοτομία, την επιτυχία. Μιλώντας τόσο με άλλους επιχειρηματίες όσο και με φίλους που δουλεύουν σε εταιρείες, εντοπίζω ότι αυτή είναι και μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες στην επιτυχία ενός εγχειρήματος. Η εύρεση της ομάδας που μοιράζεται το όραμα και έχει διάθεση να δημιουργήσει πλάι στον επιχειρηματία μαζί με τον σεβασμό του επιχειρηματία προς την ομάδα ώστε να προχωράνε μαζί αρμονικά. Δεν είναι κάτι αυτονόητο», επισημαίνει η ίδια.

Η υποεκπροσώπηση των γυναικών στον χώρο των επιχειρήσεων, ακόμα και σε μία εποχή όπου έχει σημειωθεί αύξηση της διείσδυσης των γυναικών και σε αυτόν τον κλάδο, είναι δεδομένοι. Στον χώρο του κινηματογράφου ακόμα περισσότερο όπως λέει η Δάφνη Μπεχτσή. «Οι κινηματογράφοι εκπροσωπούνται κατά 99% από άνδρες. Η κινηματογραφική διανομή κατά 90% από άνδρες. Μόνο 2 στους 10 start-up founders είναι γυναίκες. Σε όλους τους κλάδους οι γυναίκες είναι κατά 20% λιγότερο αμειβόμενες και έχει αποδειχθεί ότι μια γυναίκα για να διεκδικήσει μία θέση πρέπει να ξέρει το 100% της δουλειάς, ενώ ένας άντρας όχι», μας λέει.

Πλέον αναγνωρίζουμε την ανισότητα. Αλλά πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτή και θεσμικά, όπως επισημαίνει η CEO του Cinobo, όταν τη ρωτάμε τι πρέπει να αλλάξει για να ενισχυθεί η γυναικεία επιχειρηματικότητα. «Το καλό είναι ότι έχουμε φτάσει στο στάδιο της αναγνώρισης αυτής της ανισότητας. Όμως πρέπει να προχωρήσουμε και θεσμικά. Πρέπει η γυναικεία εκπροσώπηση να γίνει μέρος της στρατηγικής του portfolio των VCs, των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των κρατικών χρηματοδοτήσεων κοκ. Στην Ελλάδα οι γυναίκες δεν έχουν πραγματική στήριξη ούτε ως επιχειρηματίες ούτε ως εργαζόμενες. Είναι μακρύς ο δρόμος», λέει.

«Ο σεξισμός υπάρχει παντού, είναι βαθιά ριζωμένος και δυστυχώς αναπαράγεται και από φωνές που αδικούνται από αυτόν. Δεν θα απαλλαγούμε σε μία μέρα και δεν είναι κάτι που μπορεί εύκολα να εξαλειφθεί αλλά έχουμε αρχίσει να μιλάμε, να βάζουμε στη θέση τους αυτούς που τον καλλιεργούν, να διεκδικούμε τον χώρο μας. Και δεν θα σταματήσουμε», προσθέτει αναφερόμενη σε εκείνους που συνεχίζουν (και μάλλον θα συνεχίζουν) να αμαφισβητούν τις γυναίκες επιχειρηματίες μόνο και μόνο λόγω του φύλου τους.

«Μην ξεκινήσεις κάτι απλά για να το κάνεις. Αν έχεις όμως μια ιδέα και κοιμάσαι και ξυπνάς μαζί της καθημερινά, μη το φοβηθείς. Διεκδίκησέ το. Αν έχεις όραμα και βλέπεις τι είναι αυτό που θέλεις να πετύχεις, θα το καταφέρεις! Όλα όσα συμβαίνουν γύρω σου είναι μια προσπάθεια ανθρώπων σαν και εσένα που απλά πήραν την απόφαση να το τολμήσουν», λεέι μία γυναίκα που πετύχε να υλοποιήσει αυτό που ονειρεύτηκε. Κι αυτό από μόνο του είναι σπουδαίο.

Μαργαρίτα Μάτσα, CEO MINOS-EMI, a Universal Music Company

Γυναίκες στο χώρο του θεάματος

Για τη Μαργαρίτα Μάτσα το να ζει κάποιος στον κόσμο των επιχειρήσεων στην τέχνη, ήταν η καθημερινότητα που γνώρισε από παιδί. Η CEO της MINOS – EMI, a Universal Music Company, συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση που ξεκίνησε ο παππούς της Μίνως Μάτσας, στιχουργός και πρωτοπόρος στον χώρο της δισκογραφίας, δίαυλος μέσω του οποίου ένα σημαντικό κομμάτι Ελλήνων δημιουργών έφτιαξε τη μουσική του και συνέβαλε στη διαμόρφωση της ελληνικής μουσικής σκηνής, όπως την ξέρουμε σήμερα. Μαζί με τον γιο του, Μάκη Μάτσα ίδρυσε τη δική του MINOS το 1960. Η Μαργαρίτα Μάτσα, κόρη του Μάκη Μάτσα, γεννήθηκε μέσα στη δισκογραφία. Παρόλο που ξεκίνησε να βαδίζει σε διαφορετικά μονοπάτια, τελικά πήρε τη σκυτάλη και βρέθηκε σε μία από τις λίγες ηγετικές θέσεις στη μουσική βιομηχανία στην Ελλάδα. Σήμερα μας μιλά για την απόφασή της να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο, τις δυσκολίες που συνάντησε και το μέλλον της ελληνικής δισκογραφίας.

«Παρότι γεννήθηκα μέσα στην δισκογραφία, η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκεφτεί από μικρή ότι θα κάνω την δουλειά που κάνω σήμερα. Το όνειρο μου ήταν να σπουδάσω νομικά, πράγμα που έκανα, αλλά βέβαια όσο φοιτούσα στην νομική εργαζόμουν καθημερινά στο τμήμα δημοσίων σχέσεων της τότε MINOS. Αυτό ήταν μεγάλο σχολείο. Μόλις αποφοίτησα, συνέχισα κάνοντας ένα μεταπτυχιακό στο Λονδίνο στην πνευματική ιδιοκτησία και στο δίκαιο του ανταγωνισμού. Και επειδή πίστευα ότι η γνώση είναι δύναμη αποφάσισα να παραμείνω στο Λονδίνο και να κάνω και ένα MBA στο Μάρκετινγκ», λέει η Μαργαρίτα Μάτσα για την αρχή της πορείας της. Η δισκογραφία μπήκε αμέσως μετά στη ζωή της, αν και απο μία άλλη εταιρεία .

«Εργάστηκα στο Λονδίνο πάνω στο αντικείμενο του marketing σε μια δισκογραφική εταιρία την MCA . Τώρα είναι κι αυτή μέρος της Universal! Όταν το 1991 έγινε η συγχώνευση της ΜΙΝΟS με την ΕΜΙ μου έγινε η πρόταση να επιστρέψω στην Ελλάδα και να αναλάβω να στήσω το Business Affairs τμήμα του νέου σχήματος . Έτσι ξεκίνησα επισήμως την καριέρα μου στην Minos EMI και έμεινα στη θέση αυτή του νομικού τμήματος για 12 χρόνια. Για να είμαι ειλικρινής, δεν διεκδίκησα ποτέ την θέση που έχω σήμερα. Χώρια που πάντα θεωρούνταν μια ανδρική θέση!», θα πει η Μαργαρίτα Μάτσα για το πώς τα βήματά της την έφερεαν στη θέση της CEO.

Μία ανδρική θέση κι εδώ, όπως σε κάθε χώρο στον οποίο οι γυναίκες που βλέπεις σε αυτό το κείμενο άνοιξαν, είτε είχαν την πρόθεση να το κάνουν είτε όχι, δρόμους για τις επόμενες γυνάικες για τις οποίες λειτουργούσαν ως η ζωντανή απόδειξη ότι οι γυναίκες μπορούν να γίνουν ό,τι φανταστούν ακόμα κι αν πριν από εκείνες αυτό που φαντάστηκαν το έκαναν ως επί το πλείστον άντρες.

«Όσο το σκέφτομαι μάλλον η δουλειά με διεκδίκησε κι αν το πάω και βαθύτερα ήταν η ανάγκη μου να αποδείξω ότι ως γυναίκα μπορώ να καταφέρω τα πάντα. Είναι πολλά τα ψυχολογικά παιχνίδια πίσω από τις αποφάσεις που παίρνουμε, είτε αυτές είναι συνειδητές είτε ασυνείδητες.» – Μαργαρίτα Μάτσα.

Για τη Μαργαρίτα Μάτσα η πρόκληση ήταν διπλή. Όχι μόνο έπρεπε να αποδείξει ότι αξίζει να βρίσκεται σε μία θέση που ως τότε θεωρούνταν «ανδρική» αλλά είχε κι ένα βαρύ επώνυμο. «Αυτός ήταν πάντα ο φόβος μου γι αυτό και πριν κάνω οτιδήποτε φρόντιζα να είμαι όσο πιο καταρτισμένη μπορούσα. Από πλευράς σπουδών δεν πιστεύω ότι υπάρχει συνάδελφος μου, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες, που έχει την επιστημονική κατάρτιση που έχω και όταν πια αποφάσισα να αποδεχτώ  την πρόταση  του τότε Προέδρου της Ευρώπης να αναλάβω την θέση της Διευθύνουσας Συμβούλου, ήταν τόσα τα χρόνια της συσσωρευμένης εμπειρίας μου στο χώρο που μπόρεσα να ξεπεράσω τον φόβο αυτό», σημείωνει.

«Θα ήμουν άδικη αν έλεγα έστω για μια στιγμή ότι αντιμετώπισα δυσκολία επειδή ήμουν γυναίκα. Όμως δεν μου χαρίστηκε τίποτα λόγω ονόματος και αισθανόμουνα πάντα ότι θα έπρεπε όχι απλώς να είμαι επαρκής αλλά και κάτι περισσότερο. Ο φόβος που είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, με έκανε να δουλεύω πιο σκληρά ή να προσέχω πολύ περισσότερο», εξηγεί για το πώς αυτός ο φόβος βρισκόταν πίσω από τη δική της διπλή και τριπλή προσπάθεια.

«Βέβαια μετά από 20 χρόνια στη σημερινή μου θέση, νοιώθω μεγάλη ικανοποίηση που είμαστε σταθερά η πρώτη δισκογραφική εταιρία με μερίδιο αγοράς πάνω από 40%. Όσοι με γνωρίζουν και έχουν συνεργαστεί μαζί μας ξέρουν ότι μας ενδιαφέρει η ουσία και όχι το φαίνεσθαι», συμπληρώνει η Μαργαρίτα Μάτσα.

Για την Μαργαρίτα Μάτσα η ενίσχυση της γυναικείας επιχειρηματικότητας εξαρτάται και από τις ίδιες τις γυναίκες. Εκείνες είναι που πρέπει να πιστέψουν περισστότερο στον εαυτό τους, όπως λέει όταν τη ρωτάμε τι πρέπει να γίνει για να ενισχυθεί το γυναικείο επιχειρείν.

«Ειλικρινά δεν είμαι σίγουρη ότι έχω την απάντηση. Νομίζω ότι οι γυναίκες πρέπει να πιστέψουν περισσότερο στον εαυτό τους, να τολμούν να ρισκάρουν. Άρα θα πήγαινα στη ρίζα που είναι ακόμα ο στερεοτυπικός τρόπος που μεγαλώνουν τα κορίτσια. Έχει να κάνει με την γυναικεία φύση πιο πολύ. Το επιχειρείν ενέχει ρίσκο και οι γυναίκες το παίρνουν πιο δύσκολα. Εννοείται ότι έχουν γίνει πολλά βήματα. Με αφορμή την ερώτηση σας σκεπτόμουν ότι για παράδειγμα σε 10 επιχειρηματικά σκάνδαλα, δεν θα ακούσεις γυναικείο όνομα. Γιατί άραγε είναι αυτό;», λέει.

Ίσως η απάντηση στο δικό της ερώτημα να κρύβεται στα συμπεράσματα της μελέτης ICAP CRIF, που σου αναφέραμε νωρίτερα. Οι γυναίκες διοικούν πιο αποδοτικά τις επιχειρήσεις τους κι ίσως αυτό δεν αφήνει χώρο σε σκάνδαλα να αναπτυχθούν.

Η δισκογραφία έζησε την κρίση πριν ακόμα έρθει «Η κρίση» λόγω των τεχνολογικών αλλαγών, που ζήσαμε όλοι, πράγμα που επιβεβαιώνει και η Μαργαρίτα Μάτσα, που ανέλαβε τον ρόλο της σε μία κρίσιμη εποχή. «Ανέλαβα την θέση της Διευθύνουσας Συμβούλου την πιο δύσκολη στιγμή για την δισκογραφία παγκοσμίως και για την Ελλάδα ειδικότερα, όπου έπεφτε η αγορά του φυσικού προϊόντος και το ψηφιακό ήταν ακόμα άγνωστο. Παράλληλα το παράνομο κατέβασμα ήταν ασύδοτο και χωρίς καμμιά προοπτική μέτρων στη χώρα για τον περιορισμό του», εξηγεί περιγράφοντας την πιο δύσκολη περίοδο στην ελληνική δισκογραφία. Σε μία πιο αισιόδοξη νότα η εποχή των μεγάλων δυσκολιών ήταν κι αυτή που που ανέδειξε ακόμα μεγαλύτερη δημιουργικότητα στην ομάδα της.

«Δυο ήταν οι πιο δημιουργικές εποχές, αυτά που λέω γελώντας “τα πέτρινα χρόνια” όπου περιορίζαμε όλα τα έξοδα ώστε να είναι βιώσιμη η εταιρία και ενημέρωνα τους συναδέλφους μου ότι ο καθένας πρέπει να μάθει και να αποκτήσει και άλλες δεξιότητες από αυτές που παραδοσιακά τον είχαν καθιερώσει στην δουλειά. Είμασταν η πρώτη χώρα που άρχισε να διοργανώνει συναυλίες και μεγάλα live. Ξεκινήσαμε από το 2009 και κάναμε συνεργασίες με brands και οποιαδήποτε άλλη παράπλευρη εργασία γύρω από την μουσική και τους καλλιτέχνες μας, πολύ πριν ξεκινήσει να γίνει μόδα, ώστε να είμαστε βιώσιμοι», εξηγεί η Μαργαρίτα Μάτσα.

«Ήταν η εποχή που γίναμε μια πολύ δεμένη ομάδα και με τους περισσότερους είμαστε ακόμα μαζί στα χρόνια της ανάπτυξης και της τεχνολογίας. Σήμερα, την μια μέρα είσαι άγνωστος και την επόμενη μέρα έχεις 1.000.000 ακροάσεις στο Spotify και 500.000 ακόλουθους στο Instagram & στο TikTok. Αυτό είναι σήμερα συναρπαστικό. Το πέρασμα από το φυσικό στο ψηφιακό ήταν ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι αλλά πολύ δημιουργικό που συνεχίζεται ακόμα, μόνο που πια οι ταχύτητες είναι διπλάσιες και τριπλάσιες. Οι εξελίξεις τρέχουν πια με ταχύτητα φωτός», σημειώνει κι αυτή η δημιουργικότητα είναι μάλλον που εξασφαλίζει ότι όσο κι αν αλλάζει ο χώρος της δισκογραφίας θα μένει όσο ενεργός όσο και η πάντα παρούσα μουσική στη ζωή μας.

«Είναι ένας χώρος συναρπαστικός, δύσκολος που όμως μπορεί να είναι καθημερινά ένα παιχνίδι χαράς και δημιουργίας. Αν λοιπόν διαθέτουν ανθεκτικό νευρικό σύστημα, χιούμορ να το τολμήσουν χωρίς φόβο», συμβουλεύει τις γυναίκες που θα ήθελαν να ασχοληθούν επιχειρηματικά με τον κόσμο της δισκογραφίας αλλά δεν το τολμούν.

«Στην Ελλάδα δεν θα βγάλουν ποτέ παρά πολλά χρήματα αλλά εάν το αγαπούν θα το χαρούν», καταλήγει η Μαργαρίτα Μάτσα.

Ειρήνη Σουγανίδου, Managing Director FEELGOOD ENTERTAINMENT

γυναίκες στον χώρο του θεάματος

Η σκοτεινή αίθουσα, ο κινηματογράφος είναι πάντα ο χώρος που θα μας επιτρέπει να ονειρευόμαστε, παρακολουθώντας τα οράματα δημιουργών από όλο τον κόσμο να αποκτούν εικόνα, να γίνονται ιστορίες που μας αφηγούνται οι σύγχρονοι «παραμυθάδες» του πλανήτη. Για την Ειρήνη Σουγανίδου, τη Managing Director της FEELGOOD ENTERTAINMENT, o κινηματογράφος είναι ο χώρος που την κέρδισε από την πρώτη στιγμή ενώ ποτέ δεν είχε σκεφτεί ότι θα ασχοληθεί με αυτόν. Παράλληλα με τον κινηματογράφο τώρα αρχίζει να γνωρίζει και τον κόσμο της τηλεοπτικής παραγωγής έχοντάς μας χαρίσει ήδη ένα πολλά υποσχόμενο πρώτο δείγμα στην ελληνική μυθοπλασία, τις Ψυχοκόρες που παρουσιάζεται στην ψηφιακή πλατφόρμα ΑΝΤ1+. Η Ειρήνη Σουγανίδου μας μιλά για την πορεία της, τα εμπόδια που συνάντησε ως γυναίκα στον χώρο του επιχειρείν αλλά και το μέλλον του κινηματογράφου στην ψηφιακή εποχή που ζούμε.

«Η εμπλοκή μου με το χώρο του κινηματόγραφου ήταν τυχαία και μοιραία. Τυχαία, γιατί ως πρωτοετής φοιτήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, θέλησα παράλληλα να εργαστώ και από τύχη, η πρώτη μου συνέντευξη για δουλειά ήταν στην τότε νεοϊδρυθείσα κινηματογραφική εταιρεία ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ, όπου με προσέλαβαν αμέσως ως βοηθό marketing. Μοιραία, γιατί μετά την επαφή μου με τον δημιουργικό χώρο του κινηματογράφου, δεν ήθελα να ασχοληθώ με κανένα άλλο αντικείμενο και παρέμεινα στην ίδια εταιρεία για 20 χρόνια, φτάνοντας στη θέση της Γενικής Διευθύντριας και Διευθύνουσας Συμβούλου», περιγράφει η Ειρήνη Σουγανίδου για το πώς βρέθηκε στον μαγικό κόσμο της τέχνης του κινηματογράφου.

Οι απαιτήσεις της δουλειάς της αντισταθμίζονται με τη δημιουργικότητα που υπάρχει στον χώρο αυτό, που εξαλείφει τη λέξη ρουτίνα από το λεξιλόγειό της. «Τα creative industries και ο κινηματογράφος είναι τομείς χωρίς ωράριο, με συνεχείς αλλαγές στα δεδομένα, απαιτούν χρόνο, αφοσίωση και δημιουργική εγρήγορση μιας και το “προϊόν” αλλάζει συνεχώς (κάθε ταινία ή σειρά είναι ένα διαφορετικό case study). Η απουσία της λέξης “ρουτίνα” από την καθημερινότητα και η επαφή μου με δημιουργούς, καλλιτέχνες και επαγγελματίες που είτε παράγουν, είτε υπηρετούν τον πολιτισμό, αποτελούν για εμένα την ιδανικότερη επαγγελματική επιλογή», επισημαίνει.

Στον εξ ορισμού ποιο «ανοιχτό» κόσμο της τέχνης εξακολουθούν να εμποδίζουν τις γυναίκες επιχειρηματίες τα έμφυλα στερεότυπα; Η ίδια μάλλον δεν τα συνάντησε, ωστόσο τη ρωτάμε αν συναναστρεφόμενη καλλιτέχνες και εργαζόμενους στον χώρο του σινεμά απ’ όλο τον κόσμο βλέπει να υπάρχουν διαφορές στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες.

«Ίσως επειδή ο χώρος στον οποίο κινούμαι είναι πιο “ανοιχτός” σε σχέση με άλλους επιχειρηματικούς τομείς και υπάρχουν σε σημαντικό βαθμό γυναίκες που κατέχουν υψηλές θέσεις στην ιεραρχία, δεν έχω συναντήσει αμφισβήτηση στην επιχειρηματική μου δραστηριότητα λόγω φύλου. Υποθέτω πως και η πολυετής εμπειρία μου στο συγκεκριμένο αντικείμενο και η μέχρι τώρα επαγγελματική διαδρομή μου, συμβάλλουν σε αυτό και ομολογώ πως συνομιλώντας με συναδέλφους τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, διαπιστώνω με μεγάλη χαρά, μια ολοένα και αυξανόμενη τάση γυναίκες να αναλαμβάνουν τα ηνία σε πολλούς κλάδους και αυτό να μην αποτελεί πλέον “είδηση”, αλλά κανονικότητα», απαντά η Ειρήνη Σουγανίδου. Κι αυτή η απάντηση είναι τουλάχιστον ελπιδοφόρα για όλες μας.

Για εκείνη οι αλλαγές που μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην ενίσχυση της γυναικείας επιχειρηματικότητας έχουν να κάνουν με το να υπάρχει πρόβλεψη να στηρίζονται οι γυναίκες που επιθυμούν να ισορροπούν την επαγγελματική και οικογενειακή τους ζωή.

«Αυτό το οποίο θεωρώ σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα στην εξέλιξη μιας γυναίκας στην επαγγελματική ιεραρχία, είναι η απουσία πλαισίου υποστήριξης της, όταν προσπαθεί να συνδυάσει μαζί με την επαγγελματική της ζωή και την μητρότητα» – Ειρήνη Σουγανίδου.

«Και όταν αναφέρομαι σε πλαίσιο δεν εννοώ απαραίτητα κάτι θεσμοθετημένο, αλλά κυρίως την γενικότερη αντιμετώπιση που έχει στον επαγγελματικό της χώρο, όπου για όσο διάστημα απουσιάζει ως φυσική παρουσία (συνήθως ελάχιστο παρά τα όσα προβλέπονται), εργάζεται από το σπίτι, για να μην χάσει τα κεκτημένα και θεωρηθεί λιγότερο ικανή ή αποδοτική σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους της», σημειώνει χαρακτηριστικά.

«Ελπίζω σε μια αλλαγή νοοτροπίας και κοινωνικής κουλτούρας που θα φέρει και την Ελλάδα στα πολύ πιο ανθρώπινα πλαίσια αποδοχής του διττού ρόλου της γυναίκας στην κοινωνία και στην εργασία, που υπάρχει σε προηγμένες χώρες της Ευρώπης. Ο ρόλος του κράτους και η ύπαρξη κινήτρων για την ενίσχυση της θέσης της γυναίκας στα επιχειρηματικά δρώμενα, είναι πάντα καλοδεχούμενα», συμπληρώνει απαντώντας στο τι πρέπει να αλλάξει σε επίπεδο ιδιωτικής ή κρατικής πρωτοβουλίας για να ενισχυθεί το γυναικείο επιχειρείν.

Όσο για τη δική της αντιμετώπιση απέναντι στις δυσκολίες που εμφανίζονται στη δική της δουλειά, η προσαρμογή και η εξέλιξη είναι δύο λέξεις κλειδί, όπως θα καταλάβεις από τα λεγόμενά της όταν περιγράφει μία δύσκολη στιγμή που κλήθηκε να διαχειριστεί.

«Παρά το ότι η διαχείριση κρίσεων έχει γίνει πλέον αναπόσπαστο μέρος της επιχειρηματικής μου δραστηριότητας μιας και η FEELGOOD γεννήθηκε το 2008 και κλήθηκε να αντιμετωπίσει μαζί με την γενικότερη οικονομική κρίση και την τεράστια αλλαγή του μοντέλου λειτουργίας του τομέα της Ψυχαγωγίας διεθνώς, αδιαμφισβήτητα η μεγαλύτερη κρίση που κλήθηκα να διαχειριστώ αφορούσε στις επιπτώσεις του Covid στον κλάδο μου. Η αιφνίδια διακοπή λειτουργίας των κινηματογράφων, η μαζική στροφή του κόσμου στις ψηφιακές πλατφόρμες και η δυσκολία επαναφοράς της συνήθειας του να πηγαίνει κάποιος στο σινεμά, απαιτούσαν επειγόντως έκτακτα μέτρα αντιμετώπισης, ώστε όλα τα παραπάνω να μην αποβούν μοιραία», περιγράφει η Ειρήνη Σουγανίδου.

«Η διατήρηση του ηθικού του προσωπικού, οι συχνές διαδικτυακές συναντήσεις με τους εργαζόμενους για να συντηρηθεί μια στοιχειώδης εταιρική λειτουργία, σε συνδυασμό με μια καθημερινή “μάχη” με τους αρμόδιους κρατικούς φορείς για να διεκδικήσουμε επιδοτήσεις και εξατομικευμένα μέτρα στήριξης του τομέα του πολιτισμού, αποτελούσαν την καθημερινή μου ατζέντα. Ομολογώ πως το lockdown, με βρήκε προσωπικά να εργάζομαι περισσότερο από πριν, σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και αγωνίας, που όμως “γέννησε” μια νέα επιχειρηματική δραστηριότητα, την FEELGOOD PRODUCTIONS, που επεκτάθηκε στον τομέα της Παραγωγής οπτικοακουστικού περιεχομένου (η δραματική σειρά Ψυχοκόρες και η παιδική σειρά Kookooland είναι οι πρώτες μας παραγωγές), προκειμένου να μην εξαρτάται η εταιρεία μόνο από την λειτουργία ή μη, των κινηματογραφικών αιθουσών και να παράγει πρωτότυπο περιεχόμενο που θα μπορεί να πουληθεί σε κανάλια, πλατφόρμες κλπ», συμπληρώνει εξηγώντας πώς η περίοδος κρίσης τελικά μπόρεσε να εξελιχθεί δημιουργικά για εκείνη.

«Ο κινηματογράφος έχει αποδείξει διαχρονικά ότι είναι ανθεκτικός και παρά τις διάφορες κρίσεις που έχει περάσει (ιδιωτική τηλεόραση, βιντεοκασέτες, dvd κλπ), πάντα επιβιώνει και ο κόσμος επιστρέφει στον φυσικό χώρο θέασης μιας ταινίας, στην κινηματογραφική αίθουσα. Όσο κι αν εξελιχθούν τα home cinemas, όσες πλατφόρμες και αν δημιουργηθούν, το μοναδικό αίσθημα που προσφέρει η μεγάλη οθόνη και η σκοτεινή αίθουσα, θα παραμείνουν στην κορυφή του τρόπου κατανάλωσης ενός οπτικοακουστικού έργου», αναφέρει έπειτα για το μέλλον του κινηματογράφου στη μετά τον Covid εποχή, μία εποχή συνυφασμένη με τις τεχνολογικές εξελίξεις και την άνοδο του streaming.

«Η αφοσίωση και η συγκέντρωση στο έργο χωρίς διακοπές από την “οικιακή” λειτουργία, η κοινωνική διάσταση του να μοιράζεσαι τα συναισθήματα που σου προκαλεί μια ταινία μαζί με άλλους, είναι στοιχεία που κανένα άλλο μέσο θέασης δεν προσφέρει και για αυτό υπάρχει πάντα επιστροφή του κοινού πίσω στις αίθουσες. Ήδη μετά από την ραγδαία πτώση των εισιτηρίων λόγω Covid, η κινηματογραφική αγορά παγκοσμίως και στην Ελλάδα ανακάμπτει με σταθερό ρυθμό και πιστεύουμε πως το 2024 θα επανέλθουμε στα προ Covid επίπεδα.

Για να δώσω ένα παράδειγμα της δύναμης του κινηματογράφου, φέτος που κάναμε για 2η χρονιά τον θεσμό της Γιορτής του Σινεμά, όπου για μία μόνο ημέρα, μπορούσες να δεις όποια ταινία ήθελες, σε όποιο σινεμά ήθελες, με μόνο 2 ευρώ, κάναμε σε μία μόνο ημέρα, 150.000 εισιτήρια», λέει μεταφέροντάς μας την αισιοδοξία της για το μαγευτικό μέσο για το οποίο εργάζεται ακούραστα.

«Η σημαντικότερη πάντως πρόκληση που αντιμετωπίζει ο κινηματογράφος σήμερα, δεν είναι οι νόμιμες πλατφόρμες streaming, όσο η πειρατεία, που διακινεί παράνομα περιεχόμενο με τζίρο εκατομμυρίων ευρώ, φοροδιαφεύγοντας και στερώντας από τους νόμιμους δικαιούχους τα έσοδα που τους αναλογούν. Η νομική θωράκιση από το κράτος για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πειρατείας είναι πάγιο αίτημα όλων των φορέων του κλάδου και ελπίζουμε πως θα οι γίνουν οι απαραίτητες παρεμβάσεις στο υφιστάμενο νομικό πλαίσιο προς την κατεύθυνση αυτή», επισημαίνει κλείνοντας η Ειρήνη Σουγανίδου.