ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Αγγελική Νικολούλη: Οι δολοφόνοι που αναζητούσαν τα θύματά τους στο Φως στο Τούνελ

Mega TV

Η Αγγελική Νικολούλη και η δημοσιογραφική ομάδα της εκπομπής Φως στο Τούνελ συνέβαλαν τα μέγιστα στην υπόθεση της Πάτρας που μας έχει παραλύσει.

Η Αγγελική Νικολούλη μίλησε στο κεντρικό δελτίο του Mega λίγες ώρες μετά τη δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση στη Ρούλα Πισπιρίγκου για τη μεγαλύτερη από τις τρεις κόρες της. Οι υποθέσεις της Μαλένας και της Ίριδας παραμένουν στο μικροσκόπιο των Αρχών.

Υπενθυμίζουμε ότι η Ρούλα Πισπιρίγκου βρισκόταν σε ανοιχτή επικοινωνία (και) με την Αγγελική Νικολούλη προκείμενου, όπως ισχυριζόταν, να πέσει φως στις υποθέσεις θανάτων των τριών παιδιών της και να πάψει ο κόσμος να τη θεωρεί φόνισσα.

«Σε εκείνη την δύσκολη εκπομπή πριν από δύο εβδομάδες, έμαθα ότι ανιχνεύτηκε στην Τζωρτζίνα μια φονική ουσία. Σε μια ζωντανή εκπομπή αυτό είναι ένα σοκ και οργή που πρέπει να πνίξεις για να μην αντιληφθούν κάτι οι τηλεθεατές.

Γιατί οποιαδήποτε αναφορά θα μπορούσε να φέρει την ανατροπή και στις έρευνες των αρχών. Περίμενα αυτή την εξέλιξη, έχω κι εγώ σοκαριστεί, νιώθω κι εγώ παγωμένη, όπως όλος ο κόσμος. Μια μάνα τριών παιδιών να τη λένε σύγχρονη Μήδεια.

Όλο αυτό τον καιρό μιλούσαμε συχνά, σαββατοκύριακα, μιλούσαμε με τις ώρες και προσπαθούσα να αντιληφθώ τι κρύβει. Προσπαθούσε να με ελέγξει και να μάθει ποιοι είναι οι μάρτυρες που είχα και τι πληροφορίες θα έβγαζα στο φως. Αν δεν την καλούσα εγώ, με έπαιρνε ανήσυχη εκείνη και προσπαθούσε να της βρω κάτι συγκεκριμένο που έψαχνε με εμμονή.

Αυτό για ‘μένα ήταν ένα σοκ. Είναι κάτι ιδιαίτερο και σοβαρό που θα φέρω στο φως. Μου ζητούσε να μάθει κάτι, επέμενε και ήθελε να της το βρω. Ήταν μια γυναίκα ψυχρή, μια γυναίκα ετοιμόλογη. Ήξερε τι θα τη ρωτήσεις και είχε έτοιμη την απάντηση», είπε μεταξύ άλλων η Αγγελική Νικολούλη.

Το Φως στο Τούνελ έκανε πρεμιέρα στις 3 Οκτωβρίου του 1995 και έχει βοηθήσει με την έρευνά του στην εξιχνίαση δεκάδων υποθέσεων. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι ίδιοι οι δράστες απευθύνθηκαν σε εκείνοι προκειμένου να βρουν τους ανθρώπους τους που είχαν εξαφανιστεί και που οι ίδιοι είχαν δολοφονήσει.

Οι δολοφόνοι που αναζητούσαν τα θύματά τους στο Φως στο Τούνελ και την Αγγελική Νικολούλη

Ο Δάνος Μουρατίδης κάνει έκκληση να βρεθεί η Κική Κούσογλου

«Ήταν μία ημέρα σαν όλες τις άλλες. Μου ζήτησε να την πάω σπίτι. Της είπα να ξαπλώσουμε λίγο και θα την πάω. Το πρωί ξύπνησα και δεν ήταν εδώ. Κι έστειλα ένα απλό μήνυμα, ένα αποχαιρετιστήριο να στο πω έτσι. Θεώρησα ότι δεν ήθελε να είμαστε άλλο μαζί». Ο Δάνος Μουρατίδης στέκεται απέναντι από την Αγγελική Νικολούλη και περιγράφει τις τελευταίες στιγμές που πέρασε με τη σύντροφό του, Κική Κούσογλου.

Ο Δάνος έκανε έκκληση μέσω της εκπομπής να να βρεθεί η Κική του, αν και αρχικά είχε αρνηθεί να μιλήσει δημόσια. Η Αγγελική Νικολούλη από την πρώτη στιγμή επιχείρησε να προγραμματίσει μία συνέντευξη με τον Δάνο Μουρατίδη στη Βέροια.

Εκείνος αρνήθηκε και μάλιστα την κατηγορούσε ότι δεν τον αφήνει ήσυχο τη στιγμή που ζούσε το προσωπικό του δράμα. Όταν η Αγγελική Νικολούλη τον καλούσε στο τηλέφωνο της μιλούσα κοφτά κι απότομα. Μετά από πιέσεις δέχθηκε να μιλήσει στη δημοσιογράφο. Η δεύτερη κάμερα του συνεργείου ήταν καρφωμένη πάνω του καταγράφοντας τις αντιδράσεις του.

«Όπως νομίζεις εσύ. Ελπίζω να είσαι ευτυχισμένη. Καλά να περνάς, φιλάκια», θα είναι το μήνυμα που θα της στείλει στο κινητό. «Κατάλαβα, όταν τον είδα απέναντί μου, ότι κάτι έτρεχε. Φαινόταν ότι ήταν ένοχος», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά η Αγγελική Νικολούλη όταν το στυγερό έγκλημα αποκαλύφθηκε. Ο Δάνος ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που είχε δει ζωντανή την Κική.

Μετά από τέσσερις μήνες, ο Δάνος Μουρατίδης ομολόγησε το αποτρόπαιο έγκλημα που έκανε στις 11 Αυγούστου 2005, υποδεικνύοντας παράλληλα στις αστυνομικές αρχές την τοποθεσία που είχε θάψει την 20χρονη κοπέλα, με τη βοήθεια του ξαδέρφου του. Κατά τη διάρκεια της δίκης ζήτησε πολλές φορές συγγνώμη από την οικογένεια της Κικής.

«Ήταν ο έρωτας της ζωής μου. Ήμασταν πέντε χρόνια μαζί, σαν παντρεμένοι. Κάποιες φορές μαλώναμε, χωρίζαμε για έναν μήνα, τρεις μέρες και τα ξαναβρίσκαμε. Είχαμε χωρίσει δύο εβδομάδες πριν. Συζητούσαμε και πέρασε η ώρα. Εκείνη κοιμήθηκε, ενώ εγώ έβλεπα τηλεόραση».

Παραδέχτηκε ότι έψαξε το κινητό της και βρήκε μήνυμα από κάποιον άλλο άντρα. Είπε πως την ξύπνησε και ζήτησε εξηγήσεις για το μήνυμα. Την άρπαξε από τον λαιμό και τη στραγγάλισε.

«Την τράβηξα πάνω μου. Δεν θυμάμαι αν φώναζε ή αν είπε κάτι. Όταν την άφησα, δεν κουνιόταν. Έπιασα τον σφυγμό της. Διαπίστωσα πως δεν αναπνέει. Εκείνη την ώρα τα έχασα. Πανικοβλήθηκα και αποφάσισα να την εξαφανίσω. Δεν ξέρω τι έπαθα. Λες και δεν ήμουν εγώ».

Η πολύκροτη υπόθεση του Κωστή Πολύζου. Η μητέρα και ο πατριός του τον έψαχναν στο Τούνελ

Για σχεδόν πέντε χρόνια η Αγγελική Νικολούλη και οι συνεργάτες της στο Φως στο Τούνελ αγωνίζονταν για να αποκαλυφθεί η αλήθεια. Ο Κωστής Πολύζος δεν είναι δυνατόν να εξαφανίστηκε μόνος του ή να τον σκότωσαν κάποιοι τυχαίοι που επέβαιναν σ’ ένα άγνωστο αυτοκίνητο, όπως περιέγραφε τότε ο ανήλικος ετεροθαλής αδελφός του.

«Όταν ξεκίνησαν οι έρευνες της εκπομπής, είπα στην κυρία Δέσποινα ότι για να καταλάβουμε τι έγινε θα πρέπει να πάμε στον τόπο και πήγαμε. Έβρεχε καταρρακτωδώς. Μια κυρία άκουσε τα παντζούρια και βγήκε να δει και είδε τον Κωστή μετά τις 11 τη νύχτα να μπαίνει στο σπίτι.

Τον άκουσα να μπαίνει, αλλά δεν τον άκουσα να βγαίνει, είπε χαρακτηριστικά. Η μητέρα ισχυρίστηκε ότι τον έστειλε έξω τον Κωστή γιατί είχε μια βλάβη η εξωτερική βρύση.

Η γλώσσα του σώματος από αυτά που μου έλεγε ο μικρός αδερφός του Κωστή, ήταν διαφορετική από αυτά που ήθελε να πει. Με ειδικούς εξετάσαμε το βίντεο της κατάθεσης του μικρού, οι οποίοι επιβεβαίωσαν ότι δεν ”ζει” την κατάθεσή του».

«Χρησιμοποίησαν σαν ψευδομάρτυρα το ανήλικο παιδί τους. Το έβαλαν να διαβάσει ένα ποιηματάκι για να το πει και να τους φτιάξει άλλοθι», ανέφερε η δημοσιογράφος. Η μητέρα του Κωστή Πολύζου, Δέσποινα Κουτσέγκου και ο πατριός του, Χρήστος Ντιός κρίθηκαν ομόφωνα ένοχοι και στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας για τη δολοφονία του Κωστή.

Ο Εισαγγελέας ανέφερε ότι ο Κωστής δολοφονήθηκε με στραγγαλισμό και τα κίνητρα των δολοφόνων του ήταν οικονομικά: «Αντί να βοηθήσουν το παιδί να ορθοποδήσει, το κατέστρεψαν οικονομικά». Από την πρώτη στιγμή η Δέσποινα Κουτσέγκου απευθύνθηκε στο Φως στο Τούνελ ανησυχώντας για την τύχη του μεγάλου γιου της.

Μια συντετριμμένη μάνα που αγωνιούσε για την τύχη του παιδιού της. Σύμφωνα με το kozanilife.gr, η Αγγελική Νικολούλη, αναφέρθηκε στη στιγμή που βρέθηκε το πτώμα του Κωστή Πολύζου προχωρώντας σε μία σειρά αποκαλύψεων για τη στάση της μητέρας του θύματος. Συγκεκριμένα είπε: «Όταν βρέθηκε το πτώμα του Κωστή, η κ. Κουτσέγκου αδιαφόρησε.

Όταν βρίσκεις το παιδί σου νεκρό, σκίζεις τη γη με τα νύχια. Τις πρώτες στιγμές αφότου βρέθηκε το πτώμα, η ίδια με ρωτούσε τι ακριβώς δήλωσαν οι μάρτυρες. Σε όλα τα τηλέφωνα και σε όλη την επικοινωνία που είχαμε, έδειχνε αδιαφορία. Όσο βρισκόταν στην Ελευσίνα, ήταν αδιάφορη.

Όταν πήγαινε στη Σιάτιστα και βρισκόταν με συγγενείς, τότε έκλαιγε με λυγμούς και έλεγε συνέχεια “βρείτε τους δολοφόνους του παιδιού μου”. Με αφορμή το ότι τους καταγράψαμε χωρίς τη θέλησή τους, μας κατήγγειλαν στο ΕΣΡ».

Το μισοφαγωμένο από τα αγρίμια πτώμα του αδικοχαμένος Κωστή Πολύζου είχε βρεθεί τυχαία από έναν κυνηγό οκτώ μήνες αργότερα στο κτήμα του πατριού του, στο σημείο Πασά Γεφύρι, στα σύνορα των νομών Κοζάνης – Γρεβενών.

Όπως είχε αποκαλύψει, μάλιστα, ο κυνηγός στο Φως στο Τούνελ, οι δολοφόνοι είχαν περιλούσει τη σορό με καμένα λάδια αυτοκινήτου για να μην μυρίζει. Η μάνα και πατριός δεν είχαν δηλώσει ότι το χωράφι που βρέθηκε θαμμένος ο Κωστής ήταν ιδιοκτησία του 45χρονου πατριού του.

Ο πατριός του Κωστή λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία και μεταφορά του, πούλησε το φορτηγάκι με τον οποίο τον είχαν μεταφέρει στο χωράφι. Μετά από έρευνα της αστυνομίας εντοπίστηκαν ίχνη αίματος στην καρότσα του, παρόλο που είχε υποστεί διαδοχικούς βιολογικούς καθαρισμούς.

Η Μαρία Τέντα, μαζί με τον εραστή της, δολοφονούν τον Αχιλλέα Τέντα

Η Μαρία Τέντα αγωνιούσε για τον άντρα της, Αχιλλέα Τέντα, ο οποίος από τις αρχές Δεκέμβρη του 2001 είχε εξαφανιστεί. Οι μέρες περνούσαν και δεν υπήρχε κανένα ίχνος ζωής του εμπόρου δερμάτων. Τα παιδιά τους ήταν αυτά που επέμειναν ώστε να απευθυνθούν στην Αγγελική Νικολούλη και το Φως στο Τούνελ.

Η αρχική της άρνηση κάμφθηκε τελικά από τις πιέσεις των παιδιών και η Μαρία Τέντα μίλησε καταρρακωμένη στην κάμερα της εκπομπής. «Έχουν περάσει χίλια δυο από το μυαλό μου. Μήπως πήγε κάπου να σκεφτεί και να ξαναγυρίσει. Λείπει από ‘μένα πολύ και από το σπίτι, αλλά πιο πολύ από εμένα», θα πει.

Με πρόσχημα ότι η λευκή BMW του συζύγου της βρέθηκε στο λιμάνι του Βόλου, η Μαρία Τέντα υποστήριζε στην τηλεόραση αλλά και στην αστυνομία ότι ο άντρας την εγκατέλειψε. Όπως αναφέρει το anikolouli.gr, η ταραχή της κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ήταν έκδηλη.

Ο ήχος που εμπόδιζε τον λόγο της και είχε καταγραφεί στην κάμερα, προερχόταν από το χέρι της μέσα στην τσέπη της που έσκιζε το μαντήλι της. Ο Αχιλλέας Τέντας δολοφονείται στυγνά από τον εραστή της γυναίκας του, Νικόλαο Κωτούλα.

Ο Κωτούλας και η Μαρία Τέντα εξαφανίζουν το πτώμα σε ένα πηγάδι, ενώ στη συνέχεια το μπαζώνουν. Μάρτυρας πρόσεξε το μπάζωμα του πηγαδιού μετά την εξαφάνιση και μίλησε στο Τούνελ.

Λίγες ώρες μετά το τέλος της αποκαλυπτικής εκπομπής, οι αστυνομικοί συνέλαβαν το ζευγάρι που θορυβημένο από την έρευνα, συναντήθηκε χωρίς προφυλάξεις μέσα στη νύχτα. Ομολόγησαν το φρικιαστικό τους έγκλημα μετά από μέρες.

Δήμητρα Βούλγαρη, η «μαύρη χήρα»

Το μεσημέρι της Δευτέρας 8 Δεκεμβρίου 2014, ο Θανάσης Λάμπρου κείτεται μπρούμυτα σε μια λίμνη αίματος στην αυλή του σπιτιού του καλύτερου φίλου του. Στο δεξί του χέρι υπήρχε το θανατηφόρο περίστροφο το οποίο ανήκε στον φίλο του.

Δικό του ήταν και το ματωμένο μαχαίρι που βρέθηκε δίπλα στο θύμα. Ο καλύτερός του φίλος ήταν ο άνθρωπος που τον βρήκε νεκρό και ειδοποίησε τις Αρχές. Το φονικό όπλο αρχικά ήταν σε κάποιο συρτάρι του σπιτιού, η εξωτερική πόρτα του οποίου βρέθηκε κλειδωμένη. Τα κλειδιά της πόρτας ήταν στο μπρελόκ του θύματος στη μίζα της μηχανής του.

Το σκηνικό ήταν έτσι στημένο ώστε να φανερώνει αυτοκτονία. Η αδερφή του θύματος και οι συγγενείς του δεν πίστεψαν το σενάριο της αυτοκτονίας και απευθύνθηκαν στο Φως στο Τούνελ. Μαζί με την αδερφή του Θανάση Λάμπρου και η σύζυγός του, Δήμητρα Βούλγαρη, η οποία εμφανίστηκε στην εκπομπή δύο φορές.

Η Βούλγαρη παρουσιαζόταν ψύχραιμη καθ΄όλη τη διάρκεια. Όταν οι ερωτήσεις έγιναν πιεστικές για το πώς βρέθηκαν στο σπίτι της το τσαντάκι και το κινητό του θύματος -τα οποία δεν αποχωριζόταν ποτέ-, έχασε τη ροή του λόγου της. Ενώ κατά τη διάρκεια της ζωντανής προβολής απηύθυνε εκκλήσεις να βρεθούν οι δολοφόνοι του συζύγου της, στα διαλείμματα ρωτούσε πώς έβλεπαν την παρουσία και τον λόγο της.

Στα διαλείμματα έλεγε και ξανάλεγε στον δικηγόρο των γονιών του θύματος ότι «θέλει να βρεθεί άκρη» ρωτώντας τον παράλληλα «αν τα έλεγε καλά». Σύμφωνα με το anikolouli.gr μία μαρτυρία, που ήταν ιδιαίτερα σημαντική, ανέφερε πως στο παρελθόν η Δήμητρα είχε μαχαιρώσει στο χέρι τον σύζυγο της.

Όταν ρωτήθηκε σχετικά από την Αγγελική Νικολούλη εκείνη απάντησε πως είχε κοπεί από ένα σπασμένο πλαστικό, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Θα ακούσετε πολλά, ότι τον έχω σκοτώσει, ότι τον έχω αποκεφαλίσει». Μιλώντας στο Τούνελ για το σπίτι του φίλου στο οποίο βρέθηκε δολοφονημένος ο σύζυγος της, στην αρχή είπε πως εκείνη είχε το κλειδί.

Στη συνέχεια διόρθωσε τη φράση της λέγοντας πως μόνο ο άνδρας της το είχε και πήγαινε στο σπίτι του φίλου τους όταν αυτός έλειπε. Στο διάλειμμα της εκπομπής -κι ενώ πίστευε ότι δεν καταγραφόταν- η χήρα απευθύνθηκε σε συγγενή του θύματος που καθόταν δίπλα της, λέγοντας: «Τι βλέπεις; Τα είπα καλά; Τους τάπωσα (τους αστυνομικούς) λίγο, αλλά έπρεπε. Είσαι ικανοποιημένος από την απόδοση μου;».

Τα ξημερώματα της Παρασκευής 24 Ιουλίου, ομολόγησε τη δολοφονία του συζύγου της, παρουσία εισαγγελέα. Μετά από λίγο πήρε πίσω την κατάθεσή της, αρνούμενη να την υπογράψει. Ισχυρίστηκε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας Ναυπλίου, ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον άνδρα της, αλλά όλα έγιναν πάνω σε συμπλοκή στο σπίτι του οικογενειακού τους φίλου κι έστησε το σκηνικό ώστε να μην την υποψιαστούν.

Τα εγκληματολογικά εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ., είχαν βρει το DNA της στα νύχια του θύματος, γεγονός που μαρτυρούσε τη συμπλοκή τους. Η Αγγελική Νικολούλη, έξω από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της τρίπολης, ανέφερε:

«Και η κατηγορούμενη μας είχε πει ότι ήθελε να βρεθεί ο δολοφόνος. Στο υλικό του ρεπορτάζ έβλεπα μια γυναίκα που ενώ είχε χάσει τον άνδρα της, μιλούσε με τόνο ψύχραιμο και περιέγραφε με απόλυτη ακρίβεια μέρες, ώρες και λεπτά, χωρίς καμία συναισθηματική φόρτιση. Σκέφτηκα πως μπορεί να είναι του χαρακτήρα της γιατί δεν αντιδρούν όλοι το ίδιο στο πένθος.

Προβληματίστηκα όταν την είδα στον τόπο όπου ο σύζυγος της δολοφονήθηκε. Όπως μας είπε ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκε εκεί μετά το φονικό. Ήταν άνετη και αστειευόταν με το συνεργείο σαν να μην αφορούσε την ίδια το όλο σκηνικό».

Όταν η πρόεδρος ρώτησε τη δημοσιογράφο γιατί ασχολήθηκε με αυτήν την υπόθεση η Αγγελική Νικολούλη απάντησε: «Δεν πιστέψαμε ότι ήταν αυτοκτονία, αλλά δολοφονία.Έπρεπε να γίνει έρευνα, κάτι που ζήτησε και η ίδια η κατηγορούμενη.

Στην αρχή έλεγε για κάποιον γείτονα με τον οποίο το θύμα είχε οικονομικές διαφορές, μετά για ένα συγγενή του θύματος που τον κάλεσε στο τηλέφωνο τη μοιραία μέρα. Προσπαθούσε να βρει υπόπτους και ισχυριζόταν πως ζει για να βρεθούν οι δολοφόνοι».

Η εξαφάνιση του Δημήτρη Γραικού – Ο δολοφόνος τον έθαψε μαζί με το αυτοκίνητό του

«Δεν θέλω να μπω σε αντιπαράθεση με τη γυναίκα του Γραικού αν έδωσα ή δεν έδωσα τα χρήματα. Ό,τι είχα να πω το είπα δέκα φορές στην Ασφάλεια. Τώρα αν του έδωσα ή δεν του έδωσα, αυτοί ξέρουν τι έχει γίνει. Τελείωσε, δεν το συζητώ ξανά. Έχουν γίνει καταθέσεις, υπάρχουν τιμολόγια.

Εγώ από τη δικιά μου την μεριά είπα όλη την αλήθεια, όπως ακριβώς έχουν γίνει τα πράγματα», έλεγε το 2017 ο έμπορος κρεάτων που συνεργαζόταν με τον Δημήτρη Γραικό, τα ίχνη του οποίου είχαν χαθεί μυστηριωδώς το 2016.

Ο Δημήτρης Γραικός εξαφανίστηκε το απόγευμα της Πέμπτης 3 Νοεμβρίου 2016, όταν έφυγε από τα σφαγεία της Χαλάστρας με το αυτοκίνητο του, ένα αγροτικό 4χ4. Κάμερες ασφαλείας κοντινής επιχείρησης τον είχαν καταγράψει με το αυτοκίνητο του να κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που θα ακολουθούσε για να επιστρέψει σπίτι του.

Μπροστά από τον επιχειρηματία προπορευόταν ένα αυτοκίνητο ανοιχτού χρώματος με αναμμένα φώτα. Η έρευνα έδειξε πως το αυτοκίνητο που προπορευόταν ανήκε στον έμπορο με τον οποίο είχε λίγη ώρα πριν την οικονομική συναλλαγή. Ο ίδιος δήλωσε τότε στο Τούνελ πως τον έβλεπε να τον ακολουθεί μέχρι ένα σημείο, ώσπου τον έχασε.

Η Αγγελική Νικολούλη έχει από την πρώτη στιγμή καταλάβει πως κάτι δεν πάει καλά με τη μαρτυρία του εμπόρου. Αποφασίζει να μεταβεί η ίδια στη Θεσσαλονίκη και επιδιώκει να συναντήσει τον τελευταίο άνθρωπο που συνάντησε τον Γραικό και που όπως όλα έδειχναν ήταν ο έμπορος που είχαν την οικονομική συναλλαγή.

Του ζητά να καθίσει στη θέση του οδηγού και να κάνουν μαζί τη διαδρομή που ακολούθησε εκείνη την ημέρα. Από τη θέση του συνοδηγού η Αγγελική Νικολούλη θέτει τα δικά της ερωτήματα αναφορικά με τις σκέψεις του ίδιου για την εξαφάνιση του Γραικού.

Αγγελική Νικολούλη: Είναι περίεργο, πάρα πολύ περίεργο. Τόσα χρόνια δεν έχουμε δει άλλες παρόμοιες υποθέσεις δηλαδή να χάνεται κάποιος από τη μέση του δρόμου.

Έμπορος: Θα το βρεις εσύ τώρα αυτό. Αφού δεν το βρήκε κανένας, θα το βρεις εσύ.

Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι έκανε ό,τι μπορούσε για να βοηθήσει την αστυνομία στις έρευνες υποδεικνύοντας διάφορα σημεία. Ανέφερε πως το αμάξι που οδηγούσε εκείνη την ημέρα δεν είχε καθρέφτη και δεν είδε αν τον ακολουθούσε ο Γραικός. Ο ίδιος είπε πως αμέσως μετά τα σφαγεία πήγε στο κρεοπωλείο που διατηρούσε στο Ανατολικό και μετά στην μονάδα του όπου περίμενε συνεργάτη του να μεταφέρει χώμα.

Η Αγγελική Νικολούλη επέμεινε να πάμε μαζί στη μονάδα του και παρά την αρχική του αντίδραση, δέχτηκε με τη συμφωνία να μην καταγράψει εικόνες η κάμερα. Εκεί η Αγγελική Νικολούλη παρατήρησε πως σε ένα σημείο υπήρχαν παρεμβάσεις.

Όταν τον ρώτησε σχετικά, εκείνος απάντησε πως στον χώρο γίνονταν συχνά εργασίες. Η έρευνα των Αρχών επικεντρώθηκε στο σημείο, μετά από πληροφορία που έγινε γνωστή από τηλεθεατή της εκπομπής, ειδικευμένο στη φωτογραμμετρία με drones και επανδρωμένα αεροσκάφη και τηλεπισκόπιση από δορυφορικές εικόνες.

Ο ίδιος έστειλε δορυφορικές φωτογραφίες στις οποίες φαίνεται πως στο σημείο όπου τελικά βρέθηκε το πτώμα του Δημήτρη Γραικού, υπήρχε ανοιχτό σκάμμα στη βορειοανατολική γωνία του αγρού μία ημέρα πριν από την εξαφάνιση.

Σε επόμενη ωστόσο λήψη, 15 μέρες μετά, φαίνεται να έχει γίνει επιχωμάτωση. Ο Δημήτρης Γραικός βρέθηκε θαμμένος μέσα στο αυτοκίνητό του, στη μονάδα του εμπόρου.

Ο έμπορος κρεάτων άνοιξε μια τρύπα με το σκαπτικό μηχάνημα που διέθετε και αφού έριξε το 4Χ4 του Γραικού, κάλυψε τα ίχνη του εγκλήματος με «χώμα και μεγάλο όγκο από ακαθαρσίες». Κατά την αστυνομία, το κίνητρο της δολοφονίας ήταν οι οικονομικές διαφορές.

Γιάννης Κυριατζίδης: Τον σκότωσαν και τον έθαψαν οι φίλοι του

Ο Γιάννης Κυριατζίδης διασκέδαζε μαζί με τους φίλους του. Η βραδιά ολοκληρώθηκε και όλοι επέστρεψαν στα σπίτια τους. Όλοι, εκτός από τον Γιάννη, ο οποίος εξαφανίστηκε μυστηριωδώς. Οι φίλοι του ανήσυχοι τον αναζητούσαν και μάλιστα μίλησαν στην Αγγελική Νικολούλη προκειμένου να συμβάλλουν κι αυτοί στην έρευνα.

Οι πληροφορίες που έρχονταν στην εκπομπή δεν άφηναν περιθώριο αμφιβολίας πως οι τρεις της παρέας ήξεραν πολλά παραπάνω από όσα έλεγαν. Η Αγγελική Νικολούλη ήταν βέβαιη πως ο Κυριατζίδης δεν ζούσε και λεπτομέρειες γνώριζαν κάποιοι από τους στενούς του φίλους.

Αποδείχτηκε ότι ο Ευγένιος που μιλούσε στο Τούνελ, ήταν ένας από τους τρεις της παρέας που δολοφόνησε τον Γιάννη. Βοήθησε στην ταφή του στο οικόπεδο ενός ακόμη φίλου, στην ορεινή περιοχή Φωλιά της Καβάλας.

Ήταν αυτός που προκάλεσε το σοβαρό επεισόδιο στην παρέα που κατέληξε στη σφαγή και στην ταφή του φίλου τους. Δεν δεχόταν την εξήγηση του άτυχου Γιάννη, πως τα χρήματα που του είχε δώσει να φυλάξει, κλάπηκαν μαζί με άλλα προσωπικά του αντικείμενα σε διάρρηξη που έγινε στο σπίτι του στην Καβάλα.

Στα χέρια της Ασφάλειας έπεσε και ο Γιάννης, γνωστός με το ψευδώνυμο «παππούς», που ομολόγησε στους αστυνομικούς ότι αυτός σκότωσε με μαχαίρι τον φίλο του και τους οδήγησε στο σημείο της ταφής όπου και βρέθηκαν τα οστά του.

Ο Γιώργος Σκιαδόπουλος τεμάχισε την Τζούλι Μαρί Σκάλι και μετά την αναζητούσε στο Φως στο Τούνελ

«Αρχικά ο Σκιαδόπουλος επιχείρησε να την κάψει με βενζίνη, αλλά δεν τα κατάφερε. Εν συνεχεία, πήγε στην Καβάλα, όπου και πήρε μια μεγάλη βαλίτσα και ένα σιδεροπρίονο από το σπίτι της γιαγιάς του, επέστρεψε στην εθνική και έκοψε το κεφάλι της Σκάλι.

Τη βαλίτσα με το ακέφαλο πτώμα πέταξε σε ελώδη περιοχή, ενώ το κεφάλι της στη θάλασσα». «Επειδή είχαμε γνωριστεί στη θάλασσα, σκέφτηκα να πετάξω το πτώμα της κάπου, που να υπάρχει νερό» θα πει στην απολογία του.

«Το μόνο που μπόρεσα να σκεφτώ ήταν να την εξαφανίσω και να θέσω τέρμα στη ζωή μου. Προσπάθησα να αυτοκτονήσω παίρνοντας μεγάλη ποσότητα από τα παυσίπονα της Τζούλι, αλλά έκανα εμετό και επέζησα. Γυρνούσα απελπισμένος στους δρόμους μη γνωρίζοντας τι να κάνω». Για να μην κινήσει υποψίες θα δηλώσει την εξαφάνισή της και θα απευθυνθεί στις εκπομπές της Αγγελικής Νικολούλη και του Κώστα Χαρδαβέλλα για να βρουν την αγαπημένη του.

Δεν θα αργήσει να πέσει σε αντιφάσεις και τελικά να ομολογήσει το έγκλημα. «Δεν έχει εξαφανιστεί η Τζούλι. Ψέματα σας λέω και ψέματα έλεγα ως τώρα. Τη σκότωσα εγώ, με τα ίδια μου τα χέρια. Τη στραγγάλισα. Εγώ, τη δολοφόνησα, αλλά ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής μου».

Ο Γιώργος Σκιαδόπουλος γνώρισε την Τζούλι Μαρί Σκάλι τον Νοέμβριο του 1997 στην Καραϊβική. Στην πρώτη συνέντευξή του στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ», μέσα από τις φυλακές Κομοτηνής, το 1999, μία μέρα μετά την πρώτη του νύχτα στο κελί είχε δηλώσει:

«Τη στιγμή που η Τζούλι μού εξέφρασε τις αντιρρήσεις της για τον γάμο μας, ένιωσα να φεύγει ο κόσμος κάτω από τα πόδια μου. Τη νύχτα που έγινε το μοιραίο είχαμε μια πολύ έντονη λογομαχία. Προσπαθούσα με κάθε τρόπο να την μεταπείσω ως προς την απόφασή της να μην γίνει ο γάμος κι ενώ εγώ είχα στα χέρια μου έτοιμα τα χαρτιά.

Όταν είδα ότι δεν τα κατάφερνα, ότι τα επιχειρήματά μου δεν ήταν αρκετά να την μεταπείσουν, θόλωσα. Μπήκε η λογική στην άκρη. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν με ποιο τρόπο θα την κρατούσα κοντά μου. Έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από εκείνη τη νύχτα που έγινε το μοιραίο και ακόμη δεν έχω συνειδητοποιήσει πώς εγώ έκανα κάτι τέτοιο, τι σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή.

Είχαν προηγηθεί κάποιες ανάλογες συζητήσεις, κάποιες λογομαχίες πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, αλλά ποτέ δεν μου είχε εκφράσει την άρνησή της για το γάμο μας. Έβλεπα, πλέον, πως δεν ήταν η Τζούλι που ήταν πριν, η γεμάτη ενθουσιασμό για το γάμο μας. Της είχε φύγει ο ενθουσιασμός, δεν ήταν η ίδια, όμως μέχρι εκείνη την ώρα δεν μου είχε πει: ”Ξέρεις, Γιώργο, δεν θέλω να παντρευτώ”.

Μου το είπε εκείνο το βράδυ, μέσα στο αυτοκίνητο, έξω από την Καβάλα. ”Γιώργο, δεν θέλω να προχωρήσουμε σ” αυτόν το γάμο”. Πάγωσα. Η λογομαχία μας για τα επόμενα δέκα λεπτά έγινε πιο έντονη, σε σημείο που δεν μπορούσα πλέον να οδηγήσω. Εκείνη τη στιγμή, στο πρώτο δρομάκι που βρήκα μπροστά μου έστριψα και σταμάτησα το αυτοκίνητο για να το συζητήσουμε.

Ήλπιζα ακόμη ότι θα την μετέπειθα. Τη στιγμή που κατάλαβα ότι η Τζούλι ήταν πλέον νεκρή, πανικοβλήθηκα, προσπάθησα να τη συνεφέρω με κάποια τεχνητή αναπνοή, τη χτύπησα ελαφρά στο πρόσωπο, όμως κατάλαβα πως δεν γινόταν τίποτα και ότι η Τζούλι ήταν νεκρή.

Είχα φοβηθεί, είχα τρομοκρατηθεί, όμως, έπρεπε κάτι να κάνω. Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να εξαφανίσω την Τζούλι με κάθε τρόπο και στη συνέχεια να δώσω ένα τέλος στη ζωή μου. Έτσι δεν θα γινόταν γνωστό ότι ο Γιώργος Σκιαδόπουλος δολοφόνησε μ’ αυτό τον τρόπο την αγαπημένη του.

Δεν ήθελα να βγει κάτι τέτοιο προς τα έξω. Αν δεν υπήρχε πουθενά η Τζούλι κι έβρισκαν εμένα νεκρό, και να με υποψιάζονταν για δολοφόνο της δεν θα μπορούσαν να το αποδείξουν».

Στέλιος Φτεριανός: Τις δολοφόνησε γιατί μείωναν τον ανδρισμό του

Η 29χρονη Βαλμπόνα Πέπα, αλβανικής καταγωγής, και η 20χρονη Μάσια-Χόζα Βελόζο Ντι Μενέζις, μητέρα ενός ανήλικου κοριτσιού από τη Βραζιλία, εξαφανίστηκαν από τη Σκάλα Πολυχνίτου Μυτιλήνης, στις 2 Αυγούστου του 2002.

Ο πρώτος άνθρωπος που θέλησε να μιλήσει στην Αγγελική Νικολούλη ήταν ο Στέλιος Φτεριανός, φίλος της Πέπα. Οι δύο γυναίκες είχαν ταξιδέψει στο νησί για να περάσουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους. Εκεί θα συναντούσαν τον Φτεριανό, ο οποίος ήταν μόνιμος κάτοικος.

Όπως ανέφερε τις μετέφερε με το αυτοκίνητό του στο κέντρο του νησιού για κάποιο ραντεβού και έκτοτε έχασε τα ίχνη τους. Θα έφευγαν, όπως ισχυρίστηκε, με το σκάφος κάποιου φίλου τους για τη Χίο. Τα προσωπικά τους αντικείμενα αλλά και το κινητό της Βαλμπόνα Πέπα, βρέθηκαν στο δωμάτιό τους.

Η Αγγελική Νικολούλη ταξίδεψε στη Μυτιλήνη για να κάνει ρεπορτάζ στον τόπο που εξαφανίστηκαν οι δύο γυναίκες. Κατά τη διάρκεια της προβολής της εκπομπής αποκαλύφθηκε, ότι ο Φτεριανός είχε συλληφθεί παλιότερα στην Αθήνα, για εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών που κρατούσε κλειδωμένες σε ένα διαμέρισμα και τις απειλούσε με όπλο.

Οι ερωτήσεις της δημοσιογράφου τον έφεραν σε δύσκολη θέση και έπεσε σε αντιφάσεις, μπερδεύοντας χρόνους, τοποθεσίες και γεγονότα. «Είχες συλληφθεί για απειλές, για ότι κλείδωνες γυναίκες στο σπίτι και τις είχες για…», ρώτησε η Αγγελική Νικολούλη στο τηλέφωνο και πριν προλάβει να ολοκληρώσει, ο Φτεριανός απάντησε: «όχι».

Συνελήφθη και οδηγήθηκε στην Αθήνα όπου ομολόγησε ότι σκότωσε τις δύο γυναίκες γιατί τον απέρριψαν ερωτικά και τον ειρωνεύονταν ως άνδρα. Τις στραγγάλισε, έβαλε τα πτώματα σε πλαστικές σακούλες μαζί με πέτρες και τις έριξε σε θαλάσσια περιοχή με έντονα ρεύματα, στις Πλάκες Πολυχνίτου της Λέσβου. Τα πτώματα των δύο γυναικών δεν βρέθηκαν ποτέ.