Ελληνική Επανάσταση: Οι διάσημες ηρωίδες του 1821. Aπό την Μπουμπουλίνα ως τις Σουλιώτισσες
- 25 ΜΑΡ 2021
Οι σπουδαίες γυναίκες της Ελληνικής Επανάστασης. Οι αγωνίστριες γυναίκες. Οι ηρωίδες του 1821. Γυναίκες ως «βάρος», γυναίκες ως «λάφυρο», γυναίκες στα χαρέμια.
Η Δρ. Βασιλική Λάζου, ιστορικός και καθηγήτρια θεμάτων νεότερης και σύγχρονης ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης επιχείρησε να διερευνήσει τις πραγματικότητες των γυναικών στην Οθωμανική περίοδο, την Επανάσταση του 1821 και την απελευθέρωση. Στο βιβλίο με τίτλο “1821 – Γυναίκες και Επανάσταση” (εκδ. Διόπτρα) που βρίσκεται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, στην επέτειο των 200 χρόνων από την έκρηξη της Επανάστασης, θα βρεις γλαφυρές και ενδιαφέρουσες αφηγήσεις «για την ενεργή συμμετοχή των γυναικών, με παθητικό τρόπο. Δεν μπήκαν μπροστά στη μάχη οι ηρωίδες του 1821, καθώς αυτό δεν γινόταν. Κάτι που δεν έχει ισχύ μόνο στην ελληνική Επανάσταση, αλλά σε όλους τους πολέμους. Σε όποια εποχή και αν συμβούν δεν ευνοούν το γυναικείο φύλο. Έχουν πρόσωπο ανδρικό. Εν τούτοις, συμμετείχαν θέλοντας και μη, καθώς ουδείς μπορεί να ξεφύγει από τη δίνη του πολέμου» λέει στο LadyLike.
Οι ηρωίδες του 1821: Το πρότυπο συμπεριφοράς των γυναικών του Σουλίου
Η εικόνα της γυναίκας-μαχήτριας πλανάται ως αντανάκλαση πάνω σε αυτές που συμμετείχαν στην Επανάσταση και στον αγώνα της ανεξαρτησίας. Ο θρύλος συντηρούνταν μέσα από τα δημοτικά τραγούδια που εξυμνούσαν τα κατορθώματα των κλεφτών και μαζί των θηλυκών μελών της οικογένειας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα τραγούδια για τις Σουλιώτισσες, που την τελευταία δεκαετία του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα υπερασπίστηκαν τα χωριά τους ενάντια στις δυνάμεις του Αλή Πασά. Η ιστορία τους λειτούργησε ως πρότυπο συμπεριφοράς και δράσης. Ξεχωρίζει το τραγούδι για την
εβδομηντάχρονη Δέσπω Σέχου-Μπότση -σύζυγο του οπλαρχηγού Γεωργάκη Μπότση-, η οποία οχυρώθηκε με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της στον πύργο του Δημουλά και ύστερα από σθεναρή αντίσταση τον ανατίναξε, ώστε να μην παραδοθούν στον εχθρό. Επίσης ξακουστή και άξια μαχήτρια ήταν η
Καπετάνισσα Δέσπω Τζαβέλα, αδερφοποιητή του καπετάνιου Φώτου Τζαβέλα και η Λένη Μπότσαρη, αδελφή του Νότη που «ξεσπαθώνει σαν άντρας και κυνηγά του Τούρκους», όπως έλεγε τραγούδι της εποχής.
Οι γυναίκες της περιοχής πολέμησαν με μαχαίρια, ξύλα και πέτρες για να αποτρέψουν την οριστική κατάληψη του Σουλίου από τα στρατεύματα του Αλή Πασά. Το Δεκέμβριο του 1803, όταν διαπίστωσαν πως ο αγώνας είναι μάταιος, 200 γυναίκες έπεσαν στον γκρεμό για να μην γίνουν σκλάβες σε αυτό που έχει περάσει στην ιστορία ως «χορός του Ζαλόγγου» της 16ης του Δεκέμβρη του 1803. «Το ίδιο έκαναν και οι γυναίκες που δε μπόρεσαν να σπάσουν τον κλοιό στο μοναστήρι του Σέλτσου στη Βρεσθένιτσα».
Οι Φαναριώτισσες
Η φαναριώτικη κοινωνία ήταν ένα πλήθος ανθρώπων ποικίλων προελεύσεων, μια ευρύτατη ομόκεντρη περιφέρεια από τον Βόσπορο έως τον Δούναβη. Αν και οι Φαναριώτες έχουν αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής μελέτης, δεν υπάρχει ολοκληρωμένη μελέτη για τις Φαναριώτισσες. Εξετάζονται ως φορέας
πολιτισμού και προετοιμασίας της Ελληνικής Επανάστασης, στο πλαίσιο της κοινωνίας των παραδουνάβιων ηγεμονιών. Καθώς αποτελούσαν εξαίρεση στον κανόνα που ήθελε τη γυναίκα στην προεπαναστατική Ελλάδα απαίδευτη, στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής κατά την οθωμανική συνήθεια και υποτακτική, απολάμβαναν ξεχωριστές ελευθερίες και προνόμια. Η θέση τους έμοιαζε πιο κοντινή με τη θέση των γυναικών στη Δυτική Ευρώπη. Η πρώτη γυναίκα που ξεχώρισε στο Φανάρι, η γυναίκα πρότυπο για τις Φαναριώτισσες ήταν η Ρωξάνδρα Μαυροκορδάτου, μητέρα και παιδαγωγός του Αλέξανδρου
Μαυροκορδάτου.
Οι Φαναριώτισσες ήταν οι πρώτες γυναίκες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι οποίες έσπασαν το φράγμα της αγραμματοσύνης, καθώς ευνοήθηκαν από τη μετακένωση των ιδεών του Διαφωτισμού στις παρίστριες ηγεμονίες. Ήταν εξαιρετικά μορφωμένος από ξακουστούς δασκάλους, μιλούσαν ξένες γλώσσες και γνώριζαν τους κανόνες συμπεριφοράς της εποχής. Αυτές οι ηρωίδες του 1821 διέθεταν ευγένεια και κομψότητα, στην ομιλία και στη φυσική κατάσταση. Εκτός από τη συνεισφορά τους στην πνευματική αναγέννηση, βοήθησαν και χρηματικά την κίνηση των Φιλικών. Η Δόμνα Ευφροσύνη Καλλιάχου Σούτζου εφοδίασε με εκαντονταρχία ιερολοχιτών, με όπλα, τρόφιμα, ενδύματα και λοιπά ήδη. Η Ρωξάνδρα Καρατζά, κόρη του ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά και σύζυγος του Μιχαήλ Βόδα Σούτσου έκανε έρανο για την Εταιρεία και ήταν ενήμερη για τις κινήσεις των ρωσικών στρατευμάτων και των ελληνικών δυνάμεων. Όπως αποκαλύπτεται από τις επιστολές που έστελνε στον πατέρα της Ιωάννη, που είχε καταφύγει στην Πίζα, περίμενε διαταγή από ανώτερη αρχή και συνεργάστηκε με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στην Επανάσταση.
Οι πολιτικά δραστηριοποιημένες ηρωίδες του 1821
Στο Δοκίμιον Ιστορικόν περί της ελληνικής Επαναστάσεως που παρέθεσε ο Ιωάννης Φιλήμων, ιστορικός και συγγραφέας δεν υπήρχε κάποιο γυναικείο όνομα. «Κατεγράφη μόνο η περίπτωση της Κυριακής Ναύτου από την Κωνσταντινούπολη, η οποία εκ παραδρομής κατάλαβε τη συμμετοχή του -ιατρού- συζύγου της. Για να μην μαρτυρήσει το μυστικό έδωσε και αυτή τον όρκο των Φιλικών και δούλεψε πιστά για τους σκοπούς της Εταιρείας.
Αναφορές σε μυημένες γυναίκες κάνουν μεταγενέστερα η Εφημερίς των Κυριών και οι γυναίκες ιστορικοί, Σωτηρία Αλιμπέρτη και Κούλα Ξηραδάκη. Αυτές οι ηρωίδες του 1821 που συμμετείχαν ήταν είτε Φαναριώτισσες, είτε αστές που κατόρθωσαν να διαρρήξουν τους φραγμούς του φύλου τους, χάρη στη μόρφωση, τη γλωσσομάθεια και την οικονομική τους επιφάνεια.
Τόποι διαβίωσης και δραστηριότητας ήταν η Κωνσταντινούπολη με τις παραδουνάβιες ηγεμονίες, όπου οι Έλληνες ευημερούσαν και υπήρχε σχετική πνευματική άνθιση. Ήταν και κοντά στην έδρα της Φιλικής Εταιρείας (το 1814 αυτή ήταν η Οδησσός και το 1818 η Πόλη). Ανάμεσά τους βρίσκονταν γυναίκες με πνευματικές ανησυχίες, διανοούμενες και μεταφράστριες, οι οποίες διατηρούσαν φιλολογικά σαλόνια -κατά τα γαλλικά πρότυπα- και βοήθησαν στη διείσδυση των φιλελεύθερων ιδεών του Διαφωτισμού και της Επανάστασης.
Αυτό έγινε στο σαλόνι της Ευφροσύνης Νέγρη από το Ιάσιο, κόρης του Νικολάου Μαυρογένη και γυναίκας του Κωνσταντίνου Νέγρη, η οποία δολοφονήθηκε από τους Τούρκους για τη δράση της, με το ξέσπασμα της Επανάστασης. Την ίδια πρακτική ακολουθούσε και η αδελφή της Ευφροσύνης, η Ρωξάνδρα Μαυρογένους, με το σαλόνι της -στο μέγαρο της οικογενείας στα Θεραπειά- να γίνεται κέντρο των επαναστατών. Οι συγκεκριμένες ηρωίδες του 1821 κατόρθωσαν να σπάσουν τα στεγανά του φύλου τους και να συμμετέχουν στις οργανώσεις που προετοίμασαν το έδαφος για την ελληνική επανάσταση, τη Φιλόμουσο Εταιρεία και τη γνωστότερη και σπουδαιότερη, Φιλική Εταιρεία.
H Eλισάβετ Υψηλάντη
Ίσως η πιο εμβληματική μορφή γυναίκας από τις ηρωίδες του 1821, η οποία συνδέθηκε με τη Φιλική Εταιρεία ήταν η Ελισάβετ Υψηλάντη, η μητέρα των Υψηλάντηδων «µία από τις επιβλητικότερες γυναίκες του έξω ελληνισµού, η µητέρα της ιεράς πεντάδας. Η πρωτοµάνα των Φιλικών. Η μητέρα των Υψηλάντηδων. Η γυναίκα που τα έδωσε όλα, μα όλα για την ελευθερία της πατρίδας». Κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου εκδιώχθηκε μαζί με τον άνδρα της από τη Μολδοβλαχία από τους Οθωμανούς που δολοφόνησαν τον πεθερό της. Ενέκρινε το έργο της Φιλικής Εταιρείας, χρηματοδότησε τον Αγώνα και παραχώρησε το αρχοντικό της οικογένειας για τη συγκέντρωση των εταίρων. Στην προσπάθεια για την εξασφάλιση πόρων και μέσων, για το ξεκίνημα της Επανάστασης στις ηγεμονίες και μπροστά στην αδυναμία εξασφάλισης οικονομικής ενίσχυσης από το ρωσικό θησαυροφυλάκιο -με έμμεσο ή άμεσο τρόπο-, ο Αλέξανδρος και ο Δημήτριος Υψηλάντης στηρίχτηκαν σε οικογενειακούς πόρους.
Ήταν τέτοια η υλική και ηθική υποστήριξη της «Πρωτομάνας των Φιλικών», ώστε ο Υψηλάντης ζήτησε να γραφτεί στο τέλος της διακήρυξης «φιλώ το χέρι της μητρός μου». Μαζί με τις θυγατέρες της, Μαρία, Ραλλού και Αικατερίνη, συμμετείχαν σε πολεμικά συμβούλια και πρόσφεραν τιμαλφή τους για τις δαπάνες του αγώνα και την περίθαλψη των ηττημένων στρατιωτών του Αλέξανδρου, το καλοκαίρι του 1821. Ύστερα από τη δέσμευση των κτημάτων της από τον τσάρο και αφού είδε τα παιδιά της να φυλακίζονται και να πεθαίνουν, πέθανε και η ίδια”. Μυημένη στη Φιλική Εταιρεία ήταν και η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα -κάτι που δεν ήταν άσχετο με τη σημαντική περιουσία που είχε κληρονομήσει από τους καραβοκύρηδες συζύγους της. Με την επιστροφή
της στις Σπέτσες ναυπήγησε το μπρίκι «Αγαμέμνων» με 18 κανόνια. Στον ιστό του πλοίου ύψωσε σημαία με τον φοίνικα (έμβλημα του αναγεννημένου έθνους), δώδεκα ημέρες πριν την κήρυξη της επανάστασης στο Μωριά. Επίσης, χαιρέτισε με κανονιοβολισμούς την εξέγερση που επρόκειτο να ξεσπάσει».
Η πολυμήχανη Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα
Η Μαντώ Μαυρογένους και η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα αποτέλεσαν τις πιο προβεβλημένες στην εποχή τους αλλά και στα μεταγενέστερα χρόνια γυναίκες της Επανάστασης. Προέρχονταν από αστικά περιβάλλοντα νησιώτικου χώρου. Οι εξαιρετικές και ασυνήθιστες πράξεις τους τις έβγαλαν από την
αφάνεια και τις έφεραν στο επίκεντρο συνταρακτικών εξελίξεων σε μια περίοδο γενικότερων ανακατατάξεων. Και οι δύο ακολούθησαν μοναχικές και ιδιαίτερες διαδρομές που ξεπερνούσαν τα κοινωνικά όρια του φύλου τους. Αμφότερες διέθεταν σημαντικά χρηματικά κεφάλαια, χωρίς την ανδρική
πατρωνία. Η Μπουμπουλίνα προερχόταν από τον κόσμο της αναπτυσσόμενης εμπορικής ναυτιλίας.
Ήταν ώριμη χήρα δυο πλουσίων συζύγων. Η «πολύτολμος και πολυπράγμων» αυτή γυναίκα δεν πέρασε απαρατήρητη ούτε από τους σύγχρονούς της ούτε από τους μεταγενέστερους. Ηρωικό πρότυπο της ατρόμητης και ανεξάρτητης αγωνίστριας, πολυμήχανη και με οξεία αντίληψη είχε χαρακτήρα «ανοικτόν, άπλαστον, ορμητικόν και δεσποτικόν, ο οποίος επροκάλει αμέσως εις τους πλησιάζοντας αυτήν ή την συμπάθειαν ή την αντιπάθειαν αλλά κανέναν δεν άφηνε ψυχρόν και αδιάφορον». Η δράση και η προσωπικότητά της συνδέθηκε με μια μακρά σειρά μυθικών και ιστορικών προσώπων.Την αποκάλεσαν «Αμαζόνα», «νέα Σαλαμινομάχο», «νέα Αρτεμισία» ή και «Σπαρτιάτισσα», συνδέοντας. Έγινε «ντάμα» στα παιγνιόχαρτα που τύπωναν Φιλέλληνες στο εξωτερικό. Καθώς δεν άφησε ιδιόχειρα ή υπαγορευμένα γραπτά τεκμήρια τη γνωρίζουμε μόνο από τις δημόσιες πράξεις της, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στα κείμενα τρίτων με όλες τις αντιφάσεις και την υποκειμενικότητα που αυτά μπορεί να εμπεριέχουν. Δολοφονήθηκε για λόγους τιμής το 1825 χωρίς να τιμωρηθούν οι δράστες.
Η ηρωίδα της Μυκόνου, Μαντώ Μαυρογένους
Η Μαντώ Μαυρογένους από αρχοντική νησιώτικη οικογένεια με δεσμούς με το φαναριώτικο περιβάλλον. Είχε κληρονομήσει μεγάλη πατρική περιουσία. Η ηρωίδα της Μυκόνου, η “bella Greca”, ενσαρκώνει το ρομαντικό πρότυπο της ελληνίδας αγωνίστριας. Η ευγένεια, η ανιδιοτέλεια και τα πατριωτικά της
αισθήματα σε συνδυασμό με τη μόρφωση, την καλλιέργεια, τη χάρη και την ομορφιά της προκαλούσαν αισθήματα ειλικρινούς θαυμασμού. Γι’ αυτό το πορτρέτο και η δράση της φιλοτεχνήθηκαν με τον καλύτερο τρόπο από τους ξένους περιηγητές και τους Φιλέλληνες. Η Ελληνική Επανάσταση, ήταν η πρώτη και μόνη επανάσταση του ρομαντισμού και οι Ευρωπαίοι που στρατεύονταν προσωπικά στο πλευρό του αγωνιζόμενου ελληνικού έθνους ένιωθαν συγκίνηση μπροστά στις θυσίες και την προσφορά- των γυναικών στον αγώνα τους για την απελευθέρωση από την «ανομία» των τυράννων και την ανεξαρτησία. Πέθανε πάμφτωχη και παραμελημένη χωρίς να λάβει ανταμοιβή από την πολιτεία για την προσφορά της στον Αγώνα».
Στη σύγκριση των γυναικών που είχε κάνει ο Δαλματός λόγιος N. Tomaseo, είχε εστιάσει στη διαφορετική παιδεία που είχαν. Είχε επισημάνει ότι «Εις τον καιρόν του πατριωτικού ενθουσιασμού των ήσαν και αι δύο νέαι, αλλά είχον πολύ διάφορον τύπον καλλονής. Η Μπουμπουλίνα ήτο εύσαρκος, μελαχρινή (εις Ανατολίτης θα έλεγε ότι ήταν μελαχρινή, διότι ο ήλιος την είχε θαυμάσει). Οφθαλμοί μεγάλοι, πλήρεις πυρός, χείλη κάπως παχέα, μέτωπον πλατύ και υψηλόν, κινήσεις απότομοι, εμφαίνουσαι τον ανδροπρεπή χαρακτήρα της. παράστημα μεγαλοπρεπές. Πολλάκις εύγλωττος, συνηθέστερον πολύλογος. H Modena Μαυρογένους ήτο υψηλή, λεπτή, λυγερή, με χαρίεσσαν κίνησιν, είχε μαύρη στίλβουσα κόμην, μαύρους λάμποντας οφθαλμούς, με βλέμμα γλυκή και νοήμον, κατατομήν ελληνικήν, στόμα μικρόν και φιλομειδές, χροιών υπορόδινον.
Εν έτει 1830 ότε θα είχεν ηλικίαν ως 30 ετών, η καλλονή της είχε ήδη παρέλθει, αλλά η χάρις, το αξιέραστον των τρόπων της, και το πνεύμα την έκαμνον ωραία, όσον και εις τα ημέρας της δόξης της. Η Μπουμπουλίνα ωμίλει συνήθως αλβανιστί, αλλά ωσάκις ενθουσιάζετο και ωμίλει περί της απελευθερώσεως της πατρίδος της, ελάλη ελληνιστί. Η δε ευγλωττία της έφτανε πολλάκις μέχρι του υψηλού. Η Modena Μαυρογένους ελάλη εξ ίσου ευκόλως την μητρική της γλώσσαν, την τουρκικήν, τη γαλλικήν και την ιταλικήν. Και ήξευρε να τραγουδεί ιταλιστί, συνοδευομένη εις το πιάνον και με την κιθάραν. Ήτο εγγράμματος ενώ η Μπουμπουλίνα δεν εγνώριζεν παρά τα κλέφτικα τραγούδια». Και όμως αυτή η σύγκλιση, αυτό το μωσαικό των γυναικών με τη διαφορετική κοινωνική προέλευση, μόρφωση, εμφάνιση και καλλιέργεια είναι που έδωσε την επανάσταση.