Φώφη Γεννηματά: Η ζωή και πολιτική πορεία της προέδρου του ΚΙΝΑΛ
- 25 ΟΚΤ 2021
Το βράδυ της Κυριακής 19 Νοεμβρίου του 2017, γύρω στις 11, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος από το εκλογικό κέντρο όπου βρισκόταν ανακοίνωνε την τελική επικράτηση της προέδρου του ΠΑΣΟΚ Φώφης Γεννηματά στις εκλογές του φορέα της κεντροαριστεράς, έναντι του υποψηφίου της Ευρωβουλευτή Νίκου Ανδρουλάκη. Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είχε συγκεντρώσει ποσοστό 56,6% και περίμενε τα πρώτα συγχαρητήρια από τους συνυποψηφίους της στον πρώτο γύρο, που είχε διεξαχθεί την προηγούμενη Κυριακή.
Ο διάλογος ανάμεσα στην πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ και τον κ. Αλιβιζάτο ήταν σύντομος, αλλά απόλυτα ενδεικτικός των πολιτικών προθέσεων της Φώφης Γεννηματά. «Ένα είναι σίγουρο», είπε η ίδια. «Θα προχωρήσουμε μαζί», εννοώντας, φυσικά, το σύνολο των συνυποψηφίων της, καθώς και το σύνολο των πολιτών που, είτε ασχολήθηκαν με τις εν λόγω εκλογές, είτε τους πέρασαν παντελώς αδιάφορες, θεωρούν ότι ανήκουν πολιτικά και ιδεολογικά στο συγκεκριμένο χώρο. Δυο μέρες μετά τα 53α γενέθλιά της, η Φώφη Γεννηματά έπαιρνε «δώρο» από την (ad hoc δημιουργηθείσα) εκλογική βάση της κεντροαριστεράς το χρίσμα της ηγεσίας της.
Από την ΠΑΣΠ στο ΠΑΣΟΚ
Η Φώφη Γεννηματά γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Πατέρας της ήταν ένας από τους πιο αγαπητούς βουλευτές και υπουργούς του ΠΑΣΟΚ, ο Γιώργος Γεννηματάς, που πιθανότατα να διαδεχόταν τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου στην ηγεσία του κινήματος, αν τον Απρίλιο του 1994 δεν έφευγε από τη ζωή χτυπημένος από τον καρκίνο. Η Φώφη Γεννηματά πήγε σχολείο στη Φιλοθέη και κατόπιν σπούδασε στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ένα χρόνο πριν την αποφοίτησή της, το 1986, διορίστηκε στην Εθνική Τράπεζα, όπου παρέμεινε μέχρι την συνταξιοδότησή της σε ηλικία 51 ετών. Η ενασχόλησή της με τα κοινά είχε ξεκινήσει από τη φοιτητική της ζωή, στη διάρκεια της οποίας ήταν στέλεχος της ΠΑΣΠ.
Η πρώτη φορά που έθεσε υποψηφιότητα στις εθνικές εκλογές ήταν το 2000, όπου εξελέγη βουλευτής στην Α’ Περιφέρεια Αθηνών. Δυο χρόνια μετά αποφάσισε να ασχοληθεί με την τοπική αυτοδιοίκηση και εξελέγη Υπερνομάρχης Αθηνών – Πειραιώς. Η τότε επικοινωνιακή ομάδα του αντιπάλου της με τη ΝΔ Γιάννη Τζανετάκου είχε εμπνευστεί ένα τηλεοπτικό σποτ όπου εκείνος παρομοιαζόταν με ένα στιβαρό τζιπ και εκείνη με ένα αναξιόπιστο Cinquecento.
Η καμπάνια σαφέστατα και ευνόησε τη Γεννηματά, που επανεξελέγη στο ίδιο αξίωμα το 2006 για να παραιτηθεί την επόμενη χρονιά, με σκοπό να θέσει υποψηφιότητα ως βουλευτής του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2007. Η ιδιότητά της όμως ως νομάρχη αποτέλεσε κώλυμα εκλογιμότητας και έτσι η ίδια αποκλείστηκε από τη διαδικασία με απόφαση του Αρείου Πάγου. Το 2008 διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού και υποβλήθηκε αμέσως σε επέμβαση και θεραπεία, χωρίς να σταματήσει ποτέ να ασχολείται με τα κοινά.
Μετά τις εκλογές του 2009, ο τότε πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, την επέλεξε για τη θέση της Υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ενώ η Φώφη Γεννηματά συμμετείχε και στην οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Λουκά Παπαδήμο στη θέση της Αναπληρώτριας Υπουργού Εσωτερικών. Τον Μάρτιο του 2012 παραιτήθηκε από τη θέση αυτή για να γίνει εκπρόσωπος τύπου του ΠΑΣΟΚ, του οποίου πρόεδρος ήταν τότε ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Ήταν μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδος για τη συγκεκριμένη παράταξη, καθώς τον Μάιο θα διενεργούνταν εθνικές εκλογές και το ΠΑΣΟΚ έπρεπε να σταθεί στα πόδια του εκλογικά μετά από δυο μνημόνια που στη συλλογική συνείδηση είχαν συνδεθεί με το ίδιο το ΠΑΣΟΚ σχεδόν όσο με το λαμπρό φιάσκο της ελληνικής οικονομίας των τελευταίων τριάντα ετών. Η Φώφη Γεννηματά ήταν η πρώτη γυναίκα εκπρόσωπος τύπου του ΠΑΣΟΚ στην – σχεδόν επί 4 δεκαετίες – ιστορία του κι αυτό από μόνο του σήμαινε πως η ίδια αποτελούσε την ήρεμη δύναμη που χρειαζόταν για να δώσει έναν νέο αέρα στην επικοινωνία του κόμματος.
Η Φώφη Γεννηματά παρέμεινε στη θέση αυτή ως τον ανασχηματισμό του 2013, όταν ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, στην κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ επέλεξε τη Φώφη Γεννηματά για τη θέση της Αναπληρώτριας Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Στη θέση αυτή παρέμεινε ως τον Ιανουάριο του 2015, όταν εξελέγη για τρίτη φορά βουλευτής Α΄Αθηνών. Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, η Φώφη Γεννηματά θα γινόταν η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ με ποσοστό 51,7% και θα διαδεχόταν τον Βαγγέλη Βενιζέλο σε μια (ακόμα) εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για το κόμμα. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, το ΠΑΣΟΚ έλαβε το ιστορικά χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία του, με μόλις 17 έδρες στη Βουλή.
Αυτή η εξέλιξη ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη και δεν θα ήταν δίκαιο να χρεωθεί στην τότε νεοεκλεγείσα πρόεδρό του, καθώς το ιδιαίτερα σύνθετο πολιτικό σκηνικό εκείνου του καλοκαιριού, ιδίως μετά το δημοψήφισμα του Ιουνίου, είχε στριμώξει στη γωνία το ΠΑΣΟΚ τόσο ως ιδεολογία και πολιτικές θέσεις, όσο και ως σύνολο προσώπων που τις εξέφραζαν. Ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρωτίστως είχε να τακτοποιήσει φλέγοντα εσωκομματικά ζητήματα, τα οποία χειρίστηκε με μεγάλη μαεστρία, και χωρίς να δημιουργήσει περιττές εντάσεις ανάμεσα στα στελέχη.
Φώφη Γεννηματά: Η ήρεμη δύναμη
Πολλές φορές χαρακτηρίζουμε κάποιον «ήρεμη δύναμη» ώστε να αποφύγουμε επιμελώς να τον πούμε δειλό ή αδιάφορο. Στην περίπτωση της Φώφης Γεννηματά δεν ίσχυε αυτό. Πράγματι επρόκειτο για μια ήρεμη δύναμη, κι αυτό συνέβαινε με όλους τους τομείς της ζωής της. Ήταν πάντα χαμηλών τόνων – ελάχιστα πράγματα γνωρίζαμε για την προσωπική της ζωή, παρά μόνο ότι ήταν παντρεμένη με τον οδοντίατρο Ανδρέα Τσούνη και έχει 3 παιδιά – και πάντα σταθερή στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τους αντιπάλους της.
Η ίδια, μάλιστα, κατόρθωσε χωρίς την πολιτική εμπειρία δεκαετιών και πάντα υπό τη βαριά σκιά του ονόματος του πατέρα της, να κρατήσει σταθερό το ΚΙΝΑΛ σε επίπεδο εκπροσώπησης και πολιτικών αντανακλαστικών και, ερχόμενη σε συνεννόηση με τη ΔΗΜΑΡ και το Ποτάμι, να επιχειρήσει τη συσπείρωση του χώρου της κεντροαριστεράς, όπως ορίστηκε από το συγκεκριμένο τόξο πολιτικών παρατάξεων. Η μαζική συμμετοχή (210 χιλιάδες ψηφοφόροι στον πρώτο γύρο και 160 χιλιάδες στον δεύτερο γύρο) στις εκλογές της κεντροαριστεράς αποτέλεσε σε μεγάλο βαθμό και δική της νίκη, καθώς στο πρόσωπό της εκφράστηκε η ψυχή του ΠΑΣΟΚ όπως αυτό έχει εντυπωθεί σε μεγάλο βαθμό στο υποσυνείδητο του μέσου Έλληνα, έχοντας ταυτιστεί με ένα κράμα παλιών, «παπανδρεϊκών» αξιών που επιβιώνουν μέχρι σήμερα, με τις εκσυγχρονιστικές τομές και την παρακαταθήκη του Κώστα Σημίτη.
Σε μια βαθιά σεξιστική κοινωνία όπως η ελληνική, υπάρχει τεράστια ανάγκη από γυναίκες όπως η Φώφη Γεννηματά, που στάθηκαν σε ηγετικές θέσεις χωρίς να πληρούν το προαπαιτούμενο της «ιδιαίτερα χαρισματικής περίπτωσης», δεδομένου ότι μια γυναίκα, σε μια τέτοια θέση, εξ ορισμού είχε κι έχει να αποδείξει τα διπλάσια από ό,τι ένας άντρας, και μόνο λόγω της βαθιάς ανισότητας των φύλων υπό την οποία ζούμε και αναπνέουμε καθημερινά.