Halston: O ευφυής Αμερικανός σχεδιαστής που ήθελε να ντύσει όλες τις γυναίκες
- 18 ΜΑΙ 2021
Υπάρχει μια ατάκα στη νέα σειρά του Ryan Murphy, “Halston”, που ταιριάζει απόλυτα με την αισθητική του γνωστού Αμερικανού σχεδιαστή: “Wrapped a woman in a feeling”. Αυτή η φράση είναι όπως εγώ φαντάζομαι ότι αισθάνθηκαν όλες οι γυναίκες που το κορμί τους ακούμπησαν οι αισθησιακές, σχεδόν, δημιουργίες του Halston στα 70s. Ένιωθαν όλες ότι τους «αγκάλιαζε ένα συναίσθημα». Είχαν αυτήν αισθητική τα ρούχα του σχεδιαστή ο οποίος δεν δούλευε καν με πατρόν. Ο Halston δεν ασχολούνταν καν στο να βάλει φερμουάρ και κουμπιά στα ρούχα που έραβε. Κάθε κομμάτι υφάσματος που χρησιμοποιούσε κοβόταν και ραβόταν για μια συγκεκριμένη γυναίκα. Πάντα είχε μια γυναίκα στο μυαλό του, όταν έφτιαχνε ένα φόρεμα. Ποτέ δεν σκεφτόταν «α, αυτό το φόρεμα θα ταίριαζε τέλεια στην Pat Cleveland». Έραβε απλά ένα φόρεμα για την Pat Cleveland.
Όσες μικρές ή μεγάλες ανακρίβειες κι αν υπάρχουν στη νέα σειρά του Netflix, “Halston”, όσο κι αν υπάρχουν κενά στην ιστορία του τεράστιου αυτού σχεδιαστή, τα series αλλά και ο ίδιος ο Ewan McGregor (που υποδύεται τον σχεδιαστή) κατάφεραν να απαθανατίσουν το πνεύμα του αλαζόνα μεν, αλλά ευφυή δε, αυτού σχεδιαστή.
Ο Roy Halston Frowick ή απλά Halston, έζησε μια αλλοπρόσαλλη και εξαρτημένη από τα ναρκωτικά ζωή και ακόμα κι αν πέθανε νέος, σε ηλικία των 57 ετών, έχοντας «πουλήσει» τ’ όνομά του για μόλις μερικές «δεκάρες» (όχι στην πραγματικότητα, αλλά κανένα μισό εκατομμύριο δεν είναι αρκετό όταν δεν έχεις δικαίωμα να χρησιμοποιείς τ’ όνομά σου όπως εσύ θέλεις), έζησε μια εκπληκτική ζωή. Κατάφερε να βάλει την αμερικανική μόδα στον «χάρτη» μιας βιομηχανίας που ως τότε δόξαζε μόνο τους Γάλλους και Ιταλούς σχεδιαστές μόδας. Όχι γιατί ήξερε περισσότερα από μόδα. Όχι γιατί είχε καλύτερες σπουδές ή ανατροφή, από άλλους σχεδιαστές. Όχι γιατί ασχολούνταν με τις τέχνες. Απλά γιατί είχε αυτό που λέμε, “eye for fashion”. Και κυρίως; Γιατί καταλάβαινε τις γυναίκες. Αυτό δεν η δουλειά ενός designer έξαλλου;
Η αισθησιακή μόδα του Halston
«Θέλω να ντύσω όλες τις Αμερικανίδες», είχε πει κάποτε ο Halston. Και αυτό το κατάφερε. Ξεκινώντας την καριέρα του δυναμικά, όλες οι Αμερικανίδες ήξεραν το όνομά του, όταν η Jackie Kennedy Onassis, στην ορκωμοσία του JFK, φόρεσε το φημισμένο πλέον “pillbox hat” σε παστέλ γαλάζιο χρώμα, το 1961. Αυτή ήταν μια στιγμή ορόσημο για τον ίδιο, αλλά όχι το peak της καριέρας του. Αφού η μόδα των καπέλων ξεπεράστηκε μπαίνοντας στα 70s, ο Halston έψαχνε να βρει την ταυτότητά του. Τα καλά νέα για εκείνον ήταν ότι ζούσε στη Νέα Υόρκη του 70, μια περίοδος συνώνυμη με την αισθησιακή μόδα, τη free love, το glam, τα ναρκωτικά και την ντίσκο.
Όλα αυτά, έπαιξαν ρόλο στην αισθητική του Halston και συνειδητά ή υποσυνείδητα, επηρέασαν τις δημιουργίες του. Ακόμα και να δεν βρήκε το “groove” του με την πρώτη, οι γυναίκες στη ζωή του Halston, οι φημισμένες “The Halstonettes” (ένας όρος που εφηύρε ο Andre Leon Talley), τον βοήθησαν να βρει τον λόγο που αγαπούσε τη μόδα: ήθελε να ντύσει όλες τις γυναίκες. Ήθελε όλες οι γυναίκες να νιώσουν ηδονή φορώντας τα ρούχα του.
Το επαναστατικό Ultrasuede
Όταν o Halston κυκλοφόρησε το “Ultrasuede 704”, ένα σουέντ φόρεμα που έμπαινε στο πλυντήριο και θύμιζε το design καμπαρντίνας και κολάκευε όλους τους σωματότυπους, ήταν η επιτομή του εκδημοκρατισμού της μόδας. Στην τιμή των 185 δολαρίων, το φόρεμα αυτό είχε τεράστια επιτυχία με αποτέλεσμα να το φοράνε όλες οι Αμερικανίδες. Αυτό κι αν ήταν επανάσταση.
Αν και το Ultrasuede ήταν ένα υλικό το οποίο ο Halston, ούτε χρησιμοποίησε πρώτος, ούτε εφηύρε ο ίδιος, ήταν αυτός που κατάφερε να το μεταφέρει μέσω ενός design που έκανε το εξής: ανταποκρινόταν στις ανάγκες των γυναικών. Ήταν ένα φόρεμα που ταίριαζε σε όλες και που μπορούσαν να το φοράνε, από το πρωί ως το βράδυ. Αυτό δεν είχε ξαναγίνει ως τότε. Η μόδα ως τότε, ήταν συνυφασμένη με την ελίτ. Ήταν μόνο για τις πλούσιες γυναίκες. Όταν κυκλοφόρησε το φόρεμα το 1972, ο οίκος πούλησε 60.000 φορέματα μόνο την πρώτη σεζόν. Το φόρεμα ήταν επιτυχία και η καριέρα του Halston άρχισε να έχει και πάλι ανοδική πορεία.
Studio 54: The beginning of the end
To Studio 54 ήταν ένα κλαμπ/ορόσημο για την Νέα Υόρκη του 70 και ένα που η πολιτιστική του κληρονομιά, όσον αφορά την ποπ κουλτούρα, έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στην ιστορία της μεγαλούπολης. Το Studio 54 έπαιξε και καταλυτικό ρόλο στην πορεία ζωής και την καριέρα του Halston στο οποίο ήταν θαμώνας. Το appeal της ντίσκο, του glam αλλά και της ντεκαντάνς, των ναρκωτικών και του σεξ στα μπαλκόνια και «σκοτεινά» δωμάτια του κλαμπ, ήταν κάτι στο οποίο ο Halston δεν μπορούσε να αντισταθεί.
Κάθε βράδυ ήταν εκεί, με την Liza Minnelli (από τις καλύτερές του φίλες), την Pat Cleveland, την Elizabeth Taylor, την Bianca Jagger και τον Andy Warhol, πίνοντας και κάνοντας ναρκωτικά. Οι εξαρτήσεις του «χτύπησαν» κόκκινο τότε, πράγμα που επηρέασε την επιχειρηματικότητα και δημιουργικότητά του. Η σχέση του δε, με τον Λατίνο εραστή του, Victor Hugo, επηρέασε την κρίση του πράγμα που τον έκανε να πάρει τις λάθος αποφάσεις, όσον αφορά τον κύκλο του αλλά και τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Αν και ως τότε, είχε «χτίσει» μια κερδοφόρα επιχείρηση, ξόδευε και ζούσε μια υπέρ το δέον πολυτελή ζωή, ξοδεύοντας μέχρι και 150 χιλιάδες δολάρια κάθε χρόνο, σε ορχιδέες.
Η περιβόητη συλλογή Halston III για το J.C. Penney που «τέλειωσε» την καριέρα του
Η νυχτερινή ζωή, τα ναρκωτικά και οι κακές φιλίες ήταν αρχή του τέλους για την ως τότε πετυχημένη καριέρα του. Στις αρχές του 70 αφού είχε πουλήσει το όνομά του για 16 εκατομμύρια δολάρια στην Norton Simon Inc., ο όμιλος αργότερα εξαγοράστηκε από μια εταιρία τροφίμων. Ως τότε, το Halston Heritage, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του ίδιου του σχεδιαστή, είχε κυκλοφορήσει αρώματα, βαλίτσες μέχρι και στολές για αεροσυνοδούς επιφέροντας τεράστια κέρδη στο brand. Υπό νέα διεύθυνση πλέον, η εταιρία, εξαναγκάζει τον Halston να κυκλοφορήσει μια συλλογή ρούχων για το J.C. Penney. Μια πιο οικονομική εταιρία ρούχων και μια συμφωνία, αξίας ενός δισεκατομμυρίου. Αν και ο Halston ήταν ενθουσιασμένος γι’ αυτή τη συνεργασία, οι κριτικές δεν ήταν αυτές που περίμενε. Η βιομηχανία της μόδας αλλά και το αγοραστικό κοινό του Halston, δεν μπορούσαν να δεχτούν το γεγονός ότι κυκλοφόρησε οικονομικά ρούχα που έφεραν την υπογραφή του και που θα μπορούσε να φοράει η οποιαδήποτε γυναίκα, οποιασδήποτε κοινωνικής τάξης. Μετά την πρώτη συλλογή, πολυκαταστήματα όπως το Bergdorf και το Saks που πουλούσαν τα ρούχα του, σταμάτησαν τη συνεργασία μαζί του και τελικά η Halston III συλλογή, αποσύρθηκε από την αγορά.
Η συνεργασία ήταν μια που άλλαξε για πάντα τον χώρο της μόδας, ήταν το ξεκίνημα μιας νέας αρχής πραγμάτων στον χώρο. Πλέον, όλοι οι μεγάλοι οίκοι κυκλοφορούν πιο οικονομικές συλλογές με brands μαζικής παραγωγής, πράγμα που τους επιφέρει τεράστια κέρδη στους οίκους. Παρόλα αυτά, για την εποχή εκείνη, η συλλογή ήταν μια αποτυχία και η αρχή του τέλους για την καριέρα του Halston. Η συνεργασία με το J.C. Penney και η εξάρτησή του από τα ναρκωτικά έγιναν η αφορμή για να αποσυρθεί ο σχεδιαστής από την εταιρία. Και από το να έχει τον οποιονδήποτε δημιουργικό λόγο στα προϊόντα που παρήγαγε η Halston Heritage που έφερε το όνομά του.
Όταν πια το 1988 έμαθε ότι ήταν θετικός στον HIV ιό, ήταν η στιγμή που αποφάσισε να αποσυρθεί από τον χώρο για τα καλά. Πούλησε όλα του ακίνητα και μετακόμισε στο San Fransisco, ταξιδεύοντας σε όλη τη δυτική πλευρά της Καλιφόρνιας με αυτοκίνητο. Απεβίωσε το 1990 τελικά, σε ηλικία 57 ετών από έναν τύπο καρκίνου που προκλήθηκε από τον θανατηφόρο ιό.
Παρ’ όλες τις λάθος επιλογές που έκανε στην καριέρα και τη ζωή του, το όνομα του Halston είναι ακόμα και σήμερα συνηφασμένο με την αμερικανική μόδα. Ο επαναστατικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε το γυναικείο ένδυμα καθόρισε τη μόδα του σήμερα αλλά και την γυναικεία θηλυκότητα. Η αμερικανική κουλτούρα και κυρίως η βιομηχανία της μόδας, δεν θα ήταν ίδια χωρίς την ευφυία του τεράστιου αυτού σχεδιαστή. Πες τον αλαζόνα, αλλά ο Halston κατάφερε τον αρχικό του στόχο. Να ντύσει όλες τις γυναίκες.