ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Η Γυναίκα της Ζωής μου: Οι συντάκτριες του LadyLike γράφουν για τις γυναίκες που θαυμάζουν

AP/ Getty Images/ FINOS FILM /24Media Creative Team

Γυναίκες που θαυμάζουμε, που μας εμπνέουν και μας συγκινούν. Γυναίκες από το χώρο της μουσικής, της μόδας, του ακτιβισμού, αλλά και της φαντασίας. Εννιά γυναικείες προσωπικότητες που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, άφησαν το δικό τους στίγμα στη ζωή μας και η καθεμία από εμάς αγάπησε για τους δικούς της λόγους. Αυτές είναι οι γυναίκες της ζωής μας.

Γυναίκες κάθε ηλικίας συνεχίζουν να μάχονται παγκοσμίως για τα δικαιώματα τους, για την αυτοδιάθεση του σώματός τους, για ίσες επαγγελματικές και οικονομικές ευκαιρίες. Ενώνουν τις φωνές τους και διαμηνύουν πως όταν μιλάμε για γυναικεία δικαιώματα, μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα. Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας λοιπόν, φέτος αποφασίσαμε να γράψουμε για τις γυναίκες εκείνες που η καθεμιά από εμάς θαυμάζει για τους δικούς της λόγους.

Γυναίκες που βοήθησαν να γίνει ο κόσμος καλύτερος και να δώσουν φωνή σε ανθρώπους που δεν ακούγονται. Γυναίκες με χιούμορ, ταλέντο και δημιουργικό μυαλό. Γυναίκες με αξιοσημείωτα επιτεύγματα σε διαφορετικούς τομείς, που άσκησαν σημαντική επιρροή.

Αν και δεν θα μπορούσαμε να αναφέρουμε όλες εκείνες τις υπέροχες γυναίκες, που έχουν αφήσει το στίγμα τους στον κόσμο μας, στις παρακάτω γραμμές θα βρεις ένα μικρό δείγμα των γυναικών που θαυμάζουμε.

Η Βιβή Αγγελάκη για την Pat McGrath

Παγκόσμια Ημέρα Γυναίκας

Η βασίλισσα της αμερικανικής μόδας, Anna Wintour, την ανακήρυξε ως «την πιο επιδραστική makeup artist στον κόσμο». The mother of makeup. Μία γυναίκα «θρύλος» του μακιγιάζ (του fashion & beauty industry γενικότερα) και αδιαμφισβήτητα makeup icon. Η Pat McGrath δεν γεννήθηκε μ’ ένα κραγιόν στο ένα χέρι και με μία μάσκαρα στο άλλο. Είναι μια μαύρη γυναίκα που πάλεψε να κερδίσει το σεβασμό και τη θέση της, όταν ο κόσμος της ομορφιάς και της μόδας (δεκαετία του ’90), δεν χαρακτηρίζοταν από κανένα απολύτως diversity. «Πριν από εμένα, άνθρωποι όπως εγώ δεν υπήρχαν σ’ αυτό το χώρο, αλλά ήξερα ότι αυτό θα άλλαζε», είχε πει σε συνέντευξή της στο Glamour UK. «Ένιωσα ότι αυτό ήταν κάτι που έπρεπε να συμβεί».

Η μητέρα της, μία ανύπαντρη γυναίκα, μετανάστρια από τη Τζαμάικα, υπήρξε η απόλυτη έμπνευσή της. Σε μία εποχή που η βιομηχανία του μακιγιάζ υπήρξε απαξιωτική ως προς τις ανάγκες των μαύρων γυναικών, λόγω της έλλειψης διαθεσιμότητας καλλυντικών (και αποχρώσεων) για σκούρες επιδερμίδες, η ίδια θυμάται την εμμονή της μητέρας της με την ομορφιά και τη μόδα, μην αφήνοντας τον ρατσισμό να «της στερεί εμπειρίες που ένιωθε ότι της αξίζουν».

Το γεγονός πως η McGrath υπήρξε στα ’90s μια μαύρη γυναίκα στο beauty industry δεν ήταν το μόνο που την έκανε πρωτοπόρο. Από τη θέση της, η ίδια υποστήριξε άτομα που υποεκπροσωπούνταν.

«Ήξερα ότι έκανα τη διαφορά και βοηθούσα να δημιουργηθεί ένα νέο πρότυπο ομορφιάς χρησιμοποιώντας ένα νέο καστ κοριτσιών στις καμπάνιες- νεαρά μοντέλα όπως η Slick Woods, η Duckie Thot, η Paloma Elsesser» είχε αναφέρει η ίδια σε συνέντευξή της.  Άλλωστε, το diversity για εκείνη «είναι μία απόδειξη ότι η ομορφιά δεν έχει καμία σχέση με την ηλικία, το φύλο, το μέγεθος του σώματος, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, τη φυλή, τη θρησκεία ή τον πολιτισμό».

Η ίδια είναι ασταμάτητη. Για περισσότερες από δύο δεκαετίες, σχεδιάζει, λανσάρει και συμβάλλει στην ανάπτυξη luxury cosmetic brands, έχει συμμετάσχει σε αμέτρητες επιδείξεις μόδας, διαφημιστικές καμπάνιες και editorials και συνεργαστεί με τους πιο γνωστούς οραματιστές σχεδιαστές (Bottega Veneta, Balenciaga, Nina Ricci, Calvin Klein, Loewe και Alexander McQueen κλπ) και περιοδικά μόδας (Vogue Italia, Vogue UK κλπ). Έχει τιμηθεί με εκατοντάδες βραβεία (και από την ίδια τη βασίλισσα Ελισάβετ) αλλά δεν επαναπαύεται. Το 2015 αποφάσισε να δημιουργήσει το δικό της makeup brand, Pat McGrath Labs. «Θέλω οι άνθρωποι να με βλέπουν και να ξέρουν ότι όλα είναι πιθανά».

Κάθε φορά που κοιτάζω τα μακιγιάζ που δημιουργεί, αντιλαμβάνομαι πως υπάρχει κάτι απελευθερωτικό στον τρόπο που δουλεύει.

Από τα υλικά που χρησιμοποιεί (π.χ. φτερά στα μάτια των μοντέλων) και το νόημα που αποκτούν τα χρώματα, έως τις επιρροές, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύει έννοιες, όπως η ομορφιά και η θηλυκότητα.

Η Pat McGrath αδιαμφισβήτητα είναι μία γυναίκα που δεν ακολούθησε ποτέ τις τάσεις στο μακιγιάζ γιατί πολύ απλά εκείνη τις δημιουργούσε. Μία πραγματική δημιουργός με όραμα στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας βιομηχανίας ομορφιάς.

Η Δέσποινα Δημά για τη Ρένα Βλαχοπούλου

«Η Παριζιάνα»

Η κορυφαία κωμικός της χώρας. Η αξεπέραστη. Η Ρένα Βλαχοπούλου είναι η κωμωδία. Ταλέντο, εξυπνάδα, σπιρτάδα, αυτοσαρκασμός. Μια πληθωρική γυναίκα που έλαμπε στη σκηνή και δεν τα πήγαινε καλά με τις δημόσιες σχέσεις, τις μεγάλες παρέες και τις κοσμικότητες. Η Ρένα ζούσε για το σανίδι και βαριόταν φρικτά τις φιλίες με ανθρώπους της δουλειάς και το κουτσουμπολιό. Προτιμούσε το σπίτι της και το ψάρεμα. Μπορούσε να τα παρατήσει όλα και να πάει να ψαρέψει για ώρες.

Η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν άνθρωπος δοτικός κι ας τη θεωρούσαν πολλοί σνομπ, απλησίαστη και τσιγκούνα. Η Έρρικα Μπρόγιερ που τόσο την αγάπησε, θα πει πως ήταν μια «πολύ ιδιαίτερη τσιγκούνα». Θα σου χάριζε το σπίτι της, αλλά μπορεί να σε καλούσε και να μην είχε ένα αναψυκτικό στο ψυγείο της.

Η Ρένα όσο απεχθανόταν τις κοσμικότητες, άλλο τόσο φρόντιζε για τους αγαπημένους της ανθρώπους. Σιωπηλά.

Πολλά χρόνια μετά τον θάνατό της θα μάθουμε ότι εκείνη είχε αναλάβει τα νοσήλια του Χρόνη Εξαρχάκου κι όταν πέθανε, ανέλαβε να συντηρεί τη μητέρα του.

Η Ρένα Βλαχοπούλου είχε χιούμορ κι αυτό είναι το στοιχείο που την ξεχωρίζει στα δικά μου μάτια. Χιούμορ πηγαίο και ατακαδόρικο. Αυθόρμητο, χωρίς στρογγυλέματα και καθωσπρεπισμούς.

Η καλή της φίλη Δέσποινα Στυλιανοπούλου μιλώντας στη Lifo και τον Αντώνη Μποσκοΐτη, είχε δώσει μέσα από την περιγραφή της, τον ορισμό της Ρένας:

«Με φιλοξενούσε κάποτε στην Κέρκυρα με τον άντρα της. Περπατούσαμε οι δυο μας μπροστά και λίγο πιο πίσω εκείνος. Έρχονται δύο κυρίες, ”τι κάνετε, κ. Βλαχοπούλου;” τη ρωτάνε. ”Καλά, καλά” λέει η Ρένα. Μετά από λίγο, άλλες τρεις, τα ίδια: ”Τι κάνετε, κ. Ρένα;”. ”Καλά, καλά” αυτή. Φτάνουμε έξω απ’ τον Άγιο Σπυρίδωνα, όπου τη βλέπουν πάλι δύο γυναίκες, την αναγνωρίζουν κι αρχίζουν να χασκογελάνε. Την πλησιάζει η μία: ”Τι κάνετε, κ. Ρένα;”. Και γυρνάει η Βλαχοπούλου: ”Τι να κάνω, μωρή; Τρώω και χέζω όπως κι εσύ”.

Η Μαριλέλλα Αντωνοπούλου για την Gloria Steinem

Το να ξεχωρίσεις μία σπουδαία γυναίκα ανάμεσα σε τόσες άλλες και να μιλήσεις μόνο γι’ αυτή, αλλά όχι για όλες τις υπόλοιπες που έχουν καθορίσει αυτό που είσαι, εμπεριέχει εξ ορισμού μία αδικία. Στην περίπτωση της Gloria Steinem, όμως, αυτός ο διαχωρισμός είναι δίκαιος. Η Steinem, σε τίτλους, ενσαρκώνει την ηγέτιδα του φεμινιστικού κινήματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε στα 60s.

Στην πράξη, είναι μία αεικίνητη δημοσιογράφος, σοσιαλίστρια και ακτιβίστρια που μια ζωή παλεύει για την ισότητα, με όποιον τρόπο μπορεί. Κι αν δεν υπήρχε τρόπος να το κάνει, εφεύρισκε έναν.

«Φεμινιστής είναι εκείνος που αναγνωρίζει την ισότητα και την ανθρώπινη πλευρά των ανδρών και γυναικών» έχει πει, τόσο απλά και κατανοητά, ορθώνοντας τη λογική και το αυτονόητο μέσα σε έναν θόρυβο παρανοήσεων γύρω από το τι εστί φεμινισμός (σίγουρα όχι η εχθρότητα απέναντι στο άλλο φύλο, αρκεί αυτό να σέβεται).

Την Gloria Steinem άρχισα να την παρακολουθώ στενά κάπου στα 20κάτι μου, ενώ εργαζόμουν ως δημοσιογράφος για το ελληνικό Playboy. Το «ματσάρισμά» μου μαζί της έγινε διαβάζοντας το εμβληματικό της άρθρο A Bunny’s Tale στο οποίο αφηγούνταν την εμπειρία της ως κουνελάκι του Playboy.

Η ρεπόρτερ Steinem, εργάστηκε undercover για έναν μήνα στο Playboy Club της Νέας Υόρκης το 1963, με στόχο να ξεσκεπάσει τις συνθήκες εργασίας και κυρίως τα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης. Κι έπειτα, η στήλη της στο Esquire (τίτλο στον οποίο επίσης εργάστηκα), έδινε στον κόσμο ό,τι έλειπε για την ανάγκη της αντισύλληψης και των αμβλώσεων.

Η Gloria Steinem έχει κάνει πολλά, τα οποία αντανακλώνται στις άπειρες δυναμικές της ατάκες. Όπως εκείνο το: «Το πρώτο πρόβλημα για όλους μας, άντρες- γυναίκες, δεν είναι να μάθουμε, αλλά να ξεμάθουμε». Mic drop.

Η Πηνελόπη Μποσταντζόγλου για την Κατερίνα Γώγου

Ως ηθοποιός είναι γνωστή περισσότερο για δεύτερους ρόλους, όπως στην ταινία το Ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο ή το Μια τρελή, τρελή οικογένεια. Στις ταινίες της Φίνος Φιλμ, ήταν πάντα το μικροκαμωμένο κορίτσι, που αναλάμβανε σκερτσόζους, «ατίθασο νιάτο» ρόλους και αβίαστα σε έκανε να χαμογελάς. Ως ποιήτρια, είναι γνωστή για την αντισυμβατική γραφής της και την αναρχική της ιδεολογία.

«Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά

Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα»

Το μελοποιημένο από τους Magic De Spell ποίημα της Κατερίνας Γώγου, κάπου εκεί στα τέλη των ‘90s, ήταν η πρώτη φορά που με σύστησε σε αυτή την πλευρά της προσωπικότητας της. Και κάπως έτσι το αυθάδικο κορίτσι των ελληνικών ταινιών, απέκτησε μια εντελώς διαφορετική υπόσταση στα τότε εφηβικά μάτια μου. Η περίπτωση της Κατερίνας Γώγου όμως, δεν σταμάτησε να με γοητεύει ποτέ.

Αφήνοντας για πάντα πίσω της τις μέρες της Φίνος και τον εμπορικό κινηματογράφο στα χρόνια της μεταπολίτευσης, η Γώγου εντάχθηκε ενεργά στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Ο πρώτος της ρόλος σε ταινία του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, ήταν στο Βαρύ Πεπόνι (1977) του τότε συζύγου της Παύλου Τάσιου. Ακολούθησε η σπαρακτική Παραγγελιά (1980), στην οποία απήγγειλε ποιήματα από τις συλλογές της Τρία κλικ αριστερά και Ιδιώνυμο. Έκτοτε αφιερώθηκε αποκλειστικά στην ποίηση της. Και εκεί μέσα είναι που φαίνεται ξεκάθαρα ο αληθινός, αντισυμβατικός της χαρακτήρας. Οι στίχοι της Γώγου είναι γεμάτοι «σουγιαδιές» και «βρώμικα αδιέξοδα».

Η Κατερίνα Γώγου ήταν η γυναίκα που μίλησε ευθαρσώς και χωρίς προσχήματα για ναρκωτικά, πορνεία, λούμπεν και περιθωριακά στοιχεία στις γειτονιές της Αθήνας. Έγραψε με ειλικρίνεια για «ανιστόρητους συμβιβασμούς», για «την αποκατάσταση του μαύρου» και με την ίδια αμεσότητα και ευαισθησία για το ότι «σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος». 

Ο επίλογος της ζωής της, είναι επίσης ένας από τους λόγους που κάνουν για μένα την περίπτωση της Γώγου ξεχωριστή. Μαζί με τον Νικόλα Άσημο και τον Παύλο Σιδηρόπουλο σχημάτισαν την «Καταραμένη Αγία Τριάδα» των Εξαρχείων. Σε ηλικία 53 ετών, μετά από ένα κοκτέιλ χαπιών και αλκοόλ, η Κατερίνα Γώγου αφήνει την τελευταία της πνοή, στο σπίτι της στον Κεραμεικό. Αν και πάλεψε με τους προσωπικούς της δαίμονες, δεν κατάφερε να τους νικήσει. Αλλά διάολε κι αν πάλεψε.

Η βαθιά πολιτική στάση της απέναντι στη ζωή, το αναρχικό της πνεύμα, η κοινωνική συνείδησή της και οι γεμάτες ευαισθησία ανησυχίες της, συνεχίζουν να ζουν μέσα από το ποιητικό της έργο να να με εμπνέουν, ακριβώς όπως τότε που άκουσα για πρώτη φορά τους στίχους της.

Η Κέλλυ Νόβακ για την Iris van Herpen

Αν υπάρχει μια/ένας designer που είναι κατάλληλη/ος να αγγίξει ακόμα και έναν άνθρωπο με σιδερένια καρδιά, αυτή είναι η Iris van Herpen. Η Ολλανδή σχεδιάστρια είναι μια δημιουργός, που αν και τα σχέδιά της βασίζονται πάρα πολύ στην τεχνική και τα σωστά μαθηματικά, ως προς την κατασκευή τους, κρύβουν πάντα ένα συναισθηματικό background. Η θεατρικότητα είναι το επίκεντρο του στιλ της σχεδιάστριας ακόμα κι αν τα σχέδιά της συνδυάζουν cutting-edge τεχνολογίες και πολυτελή υλικά, τα οποία αναδεικνύονται αψεγάδιαστα μέσα από θηλυκές σιλουέτες που γιορτάζουν τη γυναίκα.

Γι’ αυτό θαυμάζω τόσο πολύ αυτή τη σχεδιάστρια, η οποία μέσα σε μια λαοθάλασσα πετυχημένων designers (κυρίως ανδρών), κατάφερνει κάθε φορά, να παρουσιάσει τη γυναικεία δυναμικότητα, μέσα από τεχνικές που έχει ανακαλύψει η ίδια, υπενθυμίζοντας στον κόσμο ότι και οι γυναίκες έχουν μια θέση στον χώρο της επιστήμης και της μόδας.

Σε μια ανδροκρατούμενη βιομηχανία σαν αυτή της μόδας, λοιπόν, η Iris van Herpen επιλέγει να αποδομήσει όσα ξέραμε ως τώρα για το design και μέσα από ειδικές τεχνολογικές μεθόδους να αποδώσει το γυναικείο ένδυμα με αιθέριο και ρομαντικό τρόπο.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον της μόδας και τη βιωσιμότητα, τα σχέδια της Iris van Herpen έχουν ομορφιά, μυστήριο, κίνηση, σε μαγνητίζουν με την πρώτη ματιά. Όλα αυτά ενώ «χτίζει» μια νέα γενιά δημιουργών που επαναπροσδιορίζουν τον ρόλο των υφασμάτων και του σχεδίου, όπως το γνωρίζαμε ως τώρα, μέσα από καινοτόμες μεθόδους. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι από τα ρούχα της λείπει η ουσία. Ποια είναι αυτή; Η δύναμη της γυναίκας.

Σε κάθε της συλλογή, η Ολλανδή σχεδιάστρια γιορτάζει το γυναικείο φύλο, αλλά και τις δυσκολίες του να είσαι γυναίκα στη σύγχρονη κοινωνία, τιμώντας την με τον πιο δημιουργικό τρόπο. Από την πιο πρόσφατη Spring 2023 Couture συλλογή της μέσω της οποίας «μίλησε» για τις Ιρανές γυναίκες και τη δύναμή τους να αλλάξουν τον κόσμο, είτε μέσω της Fall 2020 Couture συλλογής της που παρουσίασε φορέματα σαν πανοπλίες, η Iris van Herpen στοχεύει στη γυναικεία ενδυνάμωση μέσω των σχεδίων της. Αυτός είναι και ο ρόλος της μόδας. Να αναδεικνύει και να γιορτάζει κάθε ον, μέσα από την καινοτομία και την αγάπη προς το design.

Μια τεράστια σχεδιάστρια που εμπνέει με την πρωτοπορία της, αλλά και με την αντισυμβατική ματιά της απέναντι στη μόδα.

Η Μάριον Παλιούρα για την Carrie Bradshaw

Ξέρω πώς ακούγεται. Δεν είναι καν ένα υπαρκτό πρόσωπο, αλλά η αλήθεια είναι πως ενώ οι γυναίκες που θαυμάζω είναι αυτές που (έχω επιλέξει να) έχω στη ζωή μου, η Carrie Bradshaw και η φανταστική (#διπλής) περσόνα της με επηρέασε βαθιά.

Θα ξεκινήσω από το απολύτως επιφανειακό της επιλογής μου. Όταν ξεκίνησα να βλέπω Sex and the City, ήμουν στην τρυφερή και παντελώς αλαφιασμένη ηλικία των 16-17. Η ζωή που είχε η Carrie, τα παπούτσια που αγόραζε, τα ρούχα που φορούσε, ο κόσμος που γνώριζε, τα events στα οποία πήγαινε, ήταν ξεκάθαρα μια ονειρεμένη συνθήκη για το κορίτσι που έψαχνε να βρει τι είναι και πού ανήκει στον πλανήτη «αλλόκοτη, εφηβική συνείδηση». Παρά το γεγονός ότι ήμουν πολύ καλή στα μαθηματικά, κάπως όταν οι αριθμοί μπλέκονταν με το συναίσθημα και το όνειρο, έχαναν το νόημά τους.

Θυμάμαι να σκέφτομαι ότι εφόσον η Carrie έπαιρνε 4 δολάρια/λέξη, τότε μπορούσα πραγματικά να βγάλω πολλά – πολλά λεφτά. Φευ! Γιατί να μπει σε αυτή την παραπολυλογική εξίσωση, ο παράγων «μυθοπλασία» και να μου τα γκρεμίσει όλα; Τι κι αν η Carrie ξόδευε πάνω από 6500$/μήνα, ενώ δεν έβγαζε επουδενί τόσα; Εγώ θα τα κατάφερνα.

Η Carrie ήταν ο ψεύτικος διακόπτης που θα ενεργοποιούσε την αυτοπεποίθηση και την εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Ήταν αυτή η πλασματική δύναμη ότι μπορώ να τα καταφέρω. Αυτό το «αφού μπορεί εκείνη, γιατί όχι κι εγώ;». Εντάξει, μπορεί να μην μένω στο Upper East Side και να μην έχω πάρει (ακόμα) Jimmy Choo, αλλά και το Περιστέρι έχει τις στιγμές του, ειδικά αν το περπατήσεις με τα αγαπημένα και πιο άνετά σου sneakers. 

Πέρα όμως, από το κυνήγι της «καλύτερης ζωής», η Carrie Bradshaw ήταν μια συνεχής υπενθύμιση της ουσιαστικής αξίας που έχουν οι άνθρωποι και οι ιστορίες που φτιάχνουμε μαζί τους. Εκείνη η βόλτα με τις φίλες μου, το ραντεβού μέσω social, το ταξίδι που έκανα μόνη μου – πάντα αναζητώ τρόπους και ιστορίες να έχω να διηγούμαι, να γράφω, να σκέφτομαι. Κυνηγώ το να γελάω, να ερωτεύομαι, να δοκιμάζω, να πληγώνομαι, να με χάνω και να με ξαναβρίσκω. Στο πίσω μέρος του μυαλού μου, ο παρονομαστής κάθε μου επιλογής είναι ξανά και ξανά αυτός: να (το) ζω. 

«Η πιο συναρπαστική, περιπετειώδης και ουσιαστική σχέση απ’ όλες, είναι αυτή που έχεις με τον εαυτό σου.»

Η Λία Παπαϊωάννου για την Patti Smith

Όταν άκουσα τον στίχο Jesus died for somebody’s sins, but not mine από το τραγούδι Gloria, έψαξα να βρω ποιος τον είχε γράψει. Κάποια ποιητικότητα που με συνεπήρε κρυβόταν μέσα του. Έτσι γνώρισα την Patti Smith. Την ιέρεια της rock, όπως συνηθίζουν να την αποκαλούν. Τον αγαπημένο μου συν-Αιγόκερω θα σου πω εγώ, μιας και γεννήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου του 1946.

Μία γυναίκα που δίνει ορισμό στην έννοια καλλιτέχνης. Είναι ποιήτρια, είναι συνθέτης, είναι performer, είναι συγγραφέας κι έχει έναν από τους πιο feelgood λογαριασμούς στο Instagram, μέσα από τον οποίο γεμίζει με καθημερινή ποίηση το feed μου. Είναι 76 ετών και στο Ηρώδειο το περσινό καλοκαίρι, χοροπηδούσε κάτω από την βροχή σε μία εμπειρία κάπως εκστατική για όλους όσοι βρεθήκαμε μαζί της, τραγουδώντας για τη δύναμη που όλοι έχουμε.

Γνώρισα την Patti Smith καλύτερα, όχι μόνο μέσα από τα τραγούδια της, αλλά και μέσα από τα αυτοβιογραφικά βιβλία της. Κυρίως μέσα από το Πάτι και Ρόμπερτ, που περιέγραφε την παιδική της ηλικία στο New Jersey και τη φυγή της στη Μέκκα της Τέχνης, τη Νέα Υόρκη.

Την αγάπησα όχι μόνο γιατί έζησε σε μία εποχή και σε έναν τόπο όπου γνώρισε άλλα «είδωλα», αλλά γιατί ήταν ρευστή, ανάμεσα στις τέχνες, ανάμεσα στις πόλεις, ανάμεσα στις εποχές, στις επιθυμίες της, στις ανάγκες της.

Η Patti Smith με ενέπνευσε γιατί δεν φοβόταν να αλλάξει μέχρι να βρει τον απόλυτα αυθεντικό εαυτό της. Κι όταν τον βρήκε, τον κράτησε υπέροχα αυθεντικό μέχρι σήμερα.

Ναι δεν είναι η πιο «συμβατική» φιγούρα εκεί έξω, αλλά είναι μία που εκπροσωπεί τη μεγαλύτερη αξία που έχω κι εγώ στη δική μου ζωή, την αγάπη για τους ανθρώπους. Το People Have The Power που έγραψε, τα λέει όλα. Οι στίχοι του σε μετακινούν και σε κάνουν να αγαπάς του συνανθρώπους σου λίγο παραπάνω, να τους εκτιμάς, να τους καταλαβαίνεις.

Έχουμε έρθει όλοι σε αυτή τη ζωή για να περάσουμε από αλλαγές και μάχες και εύχομαι να είμαστε όλοι ρευστοί, απέναντι στις αλλαγές, όπως εκείνη. Εύχομαι όλοι να βρίσκουμε τον εαυτό μας και να καταφέρνουμε να τον αγαπήσουμε αντί να τον γεμίζουμε ενοχές. Και μετά να αγαπάμε και τους άλλους. Όπως κάνει η Patti Smith πάνω και κάτω από τη σκηνή:  Αναπολογητικά, αυθεντικά, ελεύθερα και υπεύθυνα.

Η Τζώρτζια Παρασκευούδη για την Agnes Varda

Μπορεί το κίνημα της Nouvelle Vague να συνδέθηκε με τα ονόματα των τεράστιων Jean-Luc Godard, François Truffaut και Jaques Demy, ωστόσο, πρωτοπόρος της θεωρείται η Agnès Varda. Ή αλλιώς η «γιαγιά της Nouvelle Vague», όπως συνήθιζαν να την αποκαλούν.

Η φωτογραφία όπου έχει τραβηχτεί το 1954 και τη δείχνει να είναι ανεβασμένη σε μία σκάλα με μία κάμερα στο χέρι, ενώ σκηνοθετεί την πρώτη της ταινία, το La Pointe Courte είναι για μένα δείγμα δυναμισμού. Η Agnès Varda έδειξε τη δική της υπεροχή σε μια ανδροκρατούμενη και συντηρητική εποχή. Η ίδια φωτογραφία είχε επιλεγεί ως αφίσα για το 72ο Φεστιβάλ των Καννών για να τιμήσει το τεράστιο έργο της. «H Agnès στο φως. Ψηλά. Ισορροπεί καθώς έχει ανεβεί πάνω σε έναν τεχνικό που μένει απαθής. Εκείνη, απορροφημένη, κρατά μια κάμερα» είχε γράψει το φεστιβάλ κάτω από την φωτογραφία.

Σκηνοθετεί την ταινία που έμελλε να γίνει προπομπός του Νέου Κύματος, ένα δράμα με στοιχεία ντοκιμαντέρ. Συνεχίζει ακάθεκτη με τα εκπληκτικά Cléo from 5 to 7 (1963), Le Bonheur (1965) και Vagabond (1985) το οποίο απέσπασε Χρυσό Λέοντα και 4 βραβεία Σεζάρ. Μέχρι το τέλος, υπήρξε μια ακούραστη κινηματογραφίστρια αφού μερικά χρόνια πριν τον θάνατό της (στις 29 Μαρτίου 2019) είχε κυκλοφορήσει το road movie Πρόσωπα και Ιστορίες μαζί με τον καλλιτέχνη JR.

Θαυμάζω την ριζοσπαστική σκηνοθεσία της, τα κοινωνικά και φεμινιστικά μανιφέστα που μας πρόσφερε μέσα από τις ταινίες της. Το ακούραστο πνεύμα της και την ρεαλιστική ματιά της. Δεν σταμάτησε να επανεφευρίσκει το σινεμά.

Παρότι θρύλος, εκείνη έδειχνε ταπεινή και ευγενική. Με τα καρέ δίχρωμα μαλλιά της και το παιχνιδιάρικο χαμόγελό της, η Agnès θα μου υπενθυμίζει πάντα τον λόγο που πρέπει να πηγαίνουμε κόντρα στα στερεότυπα.

«Είμαι ακόμη ζωντανή. Είμαι ακόμη περίεργη. Δεν είμαι ένα κομμάτι σάρκας», είχε πει στα 90 της χρόνια.

Η Μαρία Πετροπούλου για την Ashley Graham

Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς ακολούθησα, ούτε πώς ακριβώς ανακάλυψα την Ashley Graham στο Instagram, αλλά αυτό που γνωρίζω καλά είναι ότι έκανα το καλύτερο (σοσιαλμιντιακό) δώρο στον εαυτό μου.  Δεν θα κρύψω πως κάθε φορά που εμφανίζεται στην αρχική μου, λέω αυθόρμητα από μέσα μου «Τι ωραία γυναίκα είναι αυτή». Και αυτό, όχι γιατί είναι ένα μοντέλο που έχει τις «τέλειες» αναλογίες, αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο.

Γιατί είναι μια γυναίκα αυθεντική που έχει αποδεχθεί και απολαμβάνει τον εαυτό της, χωρίς να επηρεάζεται από όσα αυστηρά προστάζει η κοινωνία για την εξωτερική εμφάνιση των γυναικών.

Γιατί είναι μια γυναίκα που νιώθει 100% αυτοπεποίθηση για το σώμα της και έχει επιλέξει να διοχετεύει την αφιλτράριστη αγάπη της γι’ αυτό, μέσα από τα social media, τις καμπάνιες που αναλαμβάνει και τα catwalks που περπατάει για μεγάλους οίκους.

Γιατί είναι μια γυναίκα που έχει καταφέρει να μετατρέψει το σώμα της σε «όπλο» για την κατάκτηση της συμπεριληψιμότητας όλων των σωματότυπων και την κατάργηση της ταμπέλας «plus size» που δημιουργεί νέα, στερεοτυπικά κουτάκια για τις απανταχού γυναίκες.

Γιατί, στην τελική, η κυτταρίτιδα, τα ψωμάκια, οι δίπλες στην κοιλιά και οι ραγάδες, δεν είναι ντροπή. Και η Ashley Graham μού το έμαθε καλά.

Δείτε όλο το αφιέρωμα του LadyLike για την Ημέρα της Γυναίκας εδώ.

Exit mobile version