ΤΟ Α

Η Μπλούι, μια γρανίτα και 300 ερωτήσεις

Disney/Σύνθεση 24Media

Σάββατο. Η μέρα που η Αγγελική περιμένει όλη την εβδομάδα γιατί είναι η μέρα που επιτέλους θα φάει γρανίτα. Κανονικά θέλει να τρώει γρανίτα δύο φορές τη μέρα, αλλά έχουμε καταφέρει να συμφωνήσουμε ότι θα τρώει μια φορά, μόνο το Σάββατο και αφού μπούμε στη θερινή ώρα. Οκτώ παρά τέταρτο προ μεσημβρίας, λαγοκοιμάμαι όταν μετά την κλασική ερώτηση που ακούγεται κάθε πρωί από το δωμάτιο της σε ένταση are you nuts «ΜΑΜΑ, ΕΙΝΑΙ ΠΡΩΙ;» έρχεται η πληρωμένη δεύτερη: θα φάμε γρανίτα;

 

 

Δεν περιγράφω πως πέρασε η υπόλοιπη ημέρα μέχρι μετά το μεσημεριανό φαγητό που τελικώς ήρθε η λογική ώρα για γρανίτα, φανταστείτε απλώς την ίδια ερώτηση να επαναλαμβάνεται ανά 4 λέξεις επί ΕΞΙ ΣΥΝΕΧΟΜΕΝΕΣ ΩΡΕΣ. Παίρνουμε τη γρανίτα, το κλασικό «σπρώξε-γλείψε» από το περίπτερο, και μπαίνουμε στο αμάξι.

Η Αγγελική ρουφάει τη γρανίτα με περισσότερο θόρυβο από ότι γέρος ρουφάει τη σούπα ή μερακλής την πρώτη γουλιά ελληνικού καφέ, τα νεύρα μου έχουν παίξει γιατί όπως αποδεικνύεται ανήκω σε εκείνη την κατηγορία ψυχασθενών που η ψυχασθένειά τους πυροδοτείται από ήχους φαγητού. Πέντε λεπτά αντέχω, στο έκτο λεπτό λέω γλυκά αλλά με ύφος Χάνιμπαλ Λέκτερ «Αγγελικούλα, γιατί ρουφάς έτσι, αγάπη μου;» Αποστομωτική απάντηση: «γιατί μου αρέσει». Προχωράμε. Πέντε λεπτά σιωπής, με μόνο αδυσώπητο ρούφηγμα και από το πίσω κάθισμα ακούγεται η ερώτηση: «Στους κεφτέδες βάζουμε αλάτι;» Με δεδομένο ότι δεν είμαι ο Άκης Πετρετζίκης και δεν βρισκόμαστε σε κάποια εκπομπή μαγειρικής αντιλαμβάνεστε ότι η ερώτηση δεν είναι αυτό που λέμε αυτονόητη, αλλά, φίλοι μου, καλωσήρθατε στον κόσμο των 5χρονων.

Το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις όταν κάνεις παιδιά είναι πως δεν είναι ανάγκη να βγάζουν όλα νόημα σε αυτή τη ζωή. Αρχίζεις να το υποψιάζεσαι το πρώτο βράδυ που το τρίχρονο θα ξυπνήσει στις 5 το πρωί με λυγμούς για να σου πει ότι θέλει να κοιμηθεί.

Να σας ενημερώσω, γιατί δεν το γνωρίζετε, ότι στο σπίτι μας ζουν 108 γάτες. Η Κάτα, το alter ego της Αγγελικής (μεταπηδά από τον ένα χαρακτήρα στον άλλο ανά τρίλεπτο αν κριθεί απαραίτητο, πάντα με ενημέρωση που ειπώνεται ψιθυριστά «είμαι η Κάτα τώρα» ή «σου μιλάει η Αγγελική»), η Γρατζουνίλδη (αληθινός χαρακτήρας γάτας από βιβλίο του Τριβιζά), η Δροσοσταλιά, η Χιονοσταλιά και 104 φίλες τους ανώνυμες, αυτό που λέμε κομπαρσαρία. Ταυτόχρονα, παρότι δεν μένουν εδώ από ότι έχω καταλάβει, είναι μονίμως μπάστακες στα πόδια μας και ο Γκούφη, ο Μίκι, η Μίνι, η Νταίζη, ο Ντόναλντ και φυσικά ο Σκρουτζ ο οποίος όλη μέρα και σε κάθε ερέθισμα αντιδρά περιφρονητικά λέγοντας «τρίχες».

Ο Γκούφη, αν υπολογίζω σωστά, έχει κάθε μέρα γενέθλια, με αποτέλεσμα να πρέπει να του οργανώνουμε καθημερινά πάρτι. Εσχάτως έχουμε και new entries, την Μπλούι και την Μπίνγκο, αυστραλιανά τσοπανόσκυλα (blue heelers) που δεν είναι στην πραγματικότητα μπλε, όμως η Μπλούι είναι, αφού πρόκειται για χαρακτήρα ενός αυστραλιανού καρτούν που ανακαλύψαμε πρόσφατα στο Disney Junior και μοιάζει σκανδαλωδώς στην Αγγελική -και πιθανότατα και σε πολλά ακόμα νήπια του κόσμου. Κάθε επεισόδιο της Μπλούι ξεκινά με ένα μισόλεπτο σκετς που δίνει τον τόνο και ακολουθείται από τους τίτλους και την ανακοίνωση δια στόματος της πρωταγωνίστριας που λέει «αυτό το επεισόδιο της Μπλούι λέγεται: σούπερμάρκετ» ξέρωγω. Το αποτέλεσμα είναι πως ανάλογα με τη θεματική της ημέρας η Αγγελική, που κατά βάση την περισσότερη ημέρα δρα ως Κάτα, ανακοινώνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα τον τίτλο της ώρας. π.χ. «αυτό το επεισόδιο της γατούλας λέγεται: γρανίτα». Καταλάβατε.

ΣΧΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ

Το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις όταν κάνεις παιδιά είναι πως δεν είναι ανάγκη να βγάζουν όλα νόημα σε αυτή τη ζωή. Αρχίζεις να το υποψιάζεσαι το πρώτο βράδυ που το τρίχρονο θα ξυπνήσει στις 5 το πρωί με λυγμούς για να σου πει ότι θέλει να κοιμηθεί. Όταν θα πλησιάσεις το τετράχρονο των φίλων σου που βλέπει τηλεόραση, θα ρωτήσεις «αυτός πέθανε;» και θα σου απαντήσει «όχι και τόσο». Οι συζητήσεις σας θα είναι σαν τα related videos στο youtube, θα ξεκινήσετε να συζητάτε τι έφαγε ο Μίκι (σουρεάλ κουβέντα από μόνη της) και θα καταλήξετε στη eurovision 2004. Tην προηγούμενη εβδομάδα μιλούσαμε για το πώς θα μάθει ποδήλατο και καταλήξαμε να ακούμε το «υπάρχει λόγος» της Παπαρίζου. Δεν υπήρχε. Ειδικά δε στην καραντίνα, ή σε ό,τι είναι αυτό που ζούμε τον τελευταίο ένα χρόνο, όπου μπορεί να περάσεις μέρες ολόκληρες μέσα στο σπίτι χωρίς να αντικρύσεις άλλον ενήλικα, φτάνει απόγευμα και συνειδητοποιείς ότι δεν έχεις συζητήσει ούτε ένα θέμα που να άπτεται στην πραγματικότητα.

Έχεις αναλύσει ενδελεχώς, όμως, το πόσο είναι πχ τα πέντε λεπτά που της ζητάς για να προλάβεις να ρημαδοφάς πριν (ξανα)παίξετε (σ.σ. ξεκινάει να μετράει μέχρι το 300 εως ότου τελειώσεις), έχεις απαντήσει σε περίπου 345 ερωτήσεις εκ των οποίων οι 300 τουλάχιστον αγγίζουν την παράνοια, σε έχουν κυνηγήσει 10 λύκοι, 5 αλιγάτορες και 100 φίδια, το παιδί σου σού έχει συστήσει τον πωπό του ως Σίσσυ, την ώρα που καθαρίζεις γαρίδες έχει πλησιάσει κοιτώντας το αρθρόποδο διερευνητικά καταλήγοντας «μαμά, μπορώ να φάω τα μάτια της;» και έχεις ακούσει αποφθέγματα για τη ζωή που πάνε κάπως έτσι «όταν δεν ακούω φασαρία, δεν ξέρω πού είμαι». Αν έχεις παιδί που έχει προσπαθήσει να σου περιγράψει το όνειρο που είδε το βράδυ, ο πρόεδρος του Εδεσαικού δεν σου κάνει καμία αίσθηση. Στο μεταξύ όταν τελικώς έχεις καταφέρει να τελειώσεις μια δουλειά και να πας περιχαρής να πεις «τώρα μπορώ να παίξω Πίου πίου» (μεγάλη ιστορία, μην την ξεκινήσουμε, κάντε ότι καταλάβατε), ακούς το παιδί σου ή αλλιώς την ηχώ του εαυτού σου να λέει «λυπάμαι πολύ, μαμά, τώρα είμαι πολύ απασχολημένη».

Αυτούς που κυρίως διδάσκει η Μπλούι είναι τους γονείς τους. Ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος που ΠΡΕΠΕΙ να γίνουν τα πράγματα.

Στην πραγματικότητα, αν το σκεφτείς, όλα βγάζουν νόημα. Απλώς συχνά είναι ένα νόημα που δεν θες ή δεν είσαι σε θέση να αντιληφθείς. Το ψυχανεμίζεσαι όταν το βλέπεις απ’ έξω. Είτε σε άλλες οικογένειες, είτε όλο και συχνότερα στα πραγματικά ιδιοφυή καρτούν που λάμπουν ανάμεσα σε άπειρες αηδίες. Σε ένα επεισόδιο της Μπλούι, που λέγεται Γκέκο, και αναφέρεται σε ένα πλαστικό ζωάκι που έχει την ικανότητα να κολλάει σαν χλαπάτσα στις επιφάνειες, η μαμά της Μπλούι και της Μπίνγκο προσπαθεί να τις ετοιμάσει για να πάνε στο πάρκο. Την ώρα που ψάχνουν τα καπέλα τους, ενώ προσπαθούν να πλύνουν τα δόντια τους, να κάνουν τσουλήθρα στην κουπαστή της σκάλας, να μαζέψουν τον καλόγερο που ρίχνουν κάτω όσο προσπαθούν να ξεκολλήσουν τον Γκέκο που κρέμεται από το ταβάνι, κι εκείνη απαντά τηλέφωνα, κουβαλάει παγούρια, βρίσκει τη μία την ώρα που της φεύγει η άλλη, και προσπαθεί να τις πείσει να πάνε τελικά τη βόλτα που εκείνες παρακάλαγαν πριν από τρία λεπτά να κάνουν, γελάς υστερικά όχι γιατί είναι αστείο αλλά γιατί είναι αληθινό. It’s funny cause it’s true.

Την ώρα που τα μάτια της μαμάς γίνονται κόκκινα από τα νεύρα, πετάει τις τσάντες στο πάτωμα και κάθεται στην πολυθρόνα του χολ, στη μέση ενός χάους που έχει δημιουργηθεί σε 3,5 λεπτά, ουρλιάζοντας «δεν πάμε πουθενά», θες να μπεις στην οθόνη να την κάνεις αγκαλιά, να της πεις όλα θα πάνε καλά, πηγαίντε στο πάρκο, άστα να είναι αυτά που είναι, να καθυστερούν, να βαριούνται, να σου σπάνε τα νεύρα. Ή καλύτερα αυτό σου λέει εκείνη. Εκείνη και όλο το καστ. Μαθαίνει πολλά στα παιδιά η Μπλούι. Ότι είναι οκ να έχουν συναισθήματα, να τα εκδηλώνουν, να θέλουν να παίζουν όλη μέρα, να προσπαθούν κι ας μην τα καταφέρνουν. Όμως τα παιδιά, αυτά τα ξέρουν ήδη.

Αυτούς που κυρίως διδάσκει η Μπλούι είναι τους γονείς τους. Ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος που ΠΡΕΠΕΙ να γίνουν τα πράγματα. Όχι στον κόσμο των παιδιών. Είναι δύσκολο να εγκλιματιστείς εκεί μέσα; Το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο. Είναι εξαντλητικό; Συνήθως ναι. Και συχνά, όταν δεν έχεις άλλες 15 μπάλες στον αέρα, απέραντα διασκεδαστικό; Σίγουρα. Αξίζει τον κόπο; Εννοείται. Το ξέρεις όταν σε μια αδικαιολόγητη(;) έκρηξη της κόρης σου, με αφορμή μια έκπληξη που σου ετοίμαζε και δεν έγινε όπως την είχε σχεδιάσει, σου φωνάζει κλαίγοντας γοερά «ΔΕΝ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΕΤΣΙ». Μέσα από τον αδυσώπητο καθρέφτη βγαίνει ένα χέρι και σου ρίχνει μια ξεγυρισμένη σφαλιάρα. Η μαμά της Μπλούι σε κοιτάει με κατανόηση, αλλά και με ένα ύφος «στά ‘λεγα». Αυτό το επεισόδιο της Μπλούι λέγεται «προσπάθησα» και είναι cliffhanger season finale.

Ελπίζουμε η επόμενη σεζόν να ξεκινάει με το «κάτι καταφέρνω».