Δίκη Τοπαλούδη: Καταπέλτης η εισαγγελέας στην πρότασή της
- 12 ΜΑΙ 2022
«Η κοπέλα αντιστάθηκε και τόλμησε να τους πει ότι θα τους καταγγείλει στην αστυνομία. Έτσι αποφάσισαν να την εξοντώσουν». Αυτά τα λόγια περιλαμβάνονταν στην πρόταση της εισαγγελέως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας, για την ενοχή και των δύο κατηγορουμένων για τη δολοφονία και τον βιασμό της Ελένης Τοπαλούδη. Η εισαγγελέας κατέρριψε όλους τους ισχυρισμούς των δύο κατηγορουμένων ζητώντας να κριθούν ένοχοι χωρίς ελαφρυντικά.
Οι δύο κατηγορούμενοι για τη δολοφονία και τον βιασμό της Ελένης Τοπαλούδη είχαν κριθεί πρωτόδικα ένοχοι και αυτή την περίοδο διεξαγόταν η δίκη τους σε επίπεδο εφετείου. Μένει να δούμε αν η πρόταση της εισαγγελέως θα γίνει δεκτή από το δικαστήριο ή όχι. Πρωτόδικα στους δύο κατηγορούμενους έχει επιβληθεί ποινή ισόβιας φυλάκισης και κάθειρξη 15 ετών για τον βιασμό της φοιτήτριας.
«Η ανθρωποκτονία τελέστηκε και από τους δυο προκειμένου να σωπάσει η κοπέλα. Αν κάποιος δεν ήθελε, θα καλούσε σε βοήθεια. Η γιαγιά και ο παππούς του ενός ήταν στο ισόγειο. Όλες οι μετέπειτα ενέργειες τους αποδεικνύουν ότι έγιναν όλα από κοινού», ανέφερε στην εισήγησή της η εισαγγελέας. Όπως σχολίασε, αν η Ελένη Τοπαλούδη «συμμετείχε σε αυτό το σκηνικό οικεία βουλήσει θα ζούσε ακόμα».
Η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη βρισκόταν στην αίθουσα του δικαστηρίου και ακούγοντας τα λόγια της εισαγγελέως, σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ του NEWS24/7, στράφηκε προς το μέρος των κατηγορουμένων και αντέδρασε με αποτέλεσμα να οδηγηθεί εκτός της αίθουσας για να ηρεμήσει.
Η εισαγγελική πρόταση μεταξύ άλλων ανέφερε ότι οι δύο κατηγορούμενοι συνεργάστηκαν για τη μεταφορά του κοριτσιού σε ερημική παραλία και για τη ρίψη της στη θάλασσα. «Προκύπτει από την κατάθεση του ιατροδικαστή ότι ενόψει ότι η Ελένη ήταν ψηλή κοπέλα και βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση και δεν ήταν δυνατόν να την σηκώσει κάποιος μόνος. Ούτε υπάρχουν σημάδια από σύρσιμο επάνω της. Τεκμαίρεται ότι συνεργάστηκαν και οι δυο για να πετάξουν την Ελένη στη θάλασσα», ανέφερε η εισαγγελέας.
Η ίδια είχε μιλήσει για το ένστικτο της Ελένης Τοπαλούδη, που είχε καταλάβει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά όταν βρέθηκε στο εξοχικό του Ροδίτη κατηγορούμενου μαζί με τον έτερο κατηγορούμενο.
«Πήγαν στο δώμα και έπιναν ποτό. Στη 01.07 λεπτά η Ελένη στέλνει μήνυμα στη φίλη της “πάρε με σε μια ώρα τηλέφωνο”. Το μήνυμα αυτό σημαίνει για μένα ότι “δεν περνάω καλά, κάτι συμβαίνει”. Είχε ένστικτο. Παρά την αντίθετη βούληση της και με την άσκηση σωματικής βίας προχώρησαν μαζί της διαδοχικά σε συνουσία. Η άσκηση βίας αποδεικνύεται από τις αμυχές στο κορμί της, τις κακώσεις, τα σημάδια από τα μαχαίρια. Οι κακώσεις έγιναν εν ζωή. Η μη ύπαρξη κακώσεων στα γεννητικά όργανα δεν προβληματίζει αφού έμεινε για αρκετή ώρα στο νερό. Το κορίτσι προσπάθησε να αντισταθεί και προειδοποίησε ότι θα τους καταγγείλει», ανέφερε μεταξύ άλλων η εισαγγελέας.
«Η κοπέλα αντιστάθηκε και τόλμησε να τους πει ότι θα τους καταγγείλει στην αστυνομία. Έτσι αποφάσισαν να την εξοντώσουν. Με το σίδερο τής κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα στο κεφάλι. Διαπιστώθηκαν ίχνη αίματος παντού. Ακολούθως οι κατηγορούμενοι αντιλαμβανόμενοι την κατάσταση μετέφεραν την κοπέλα στο μπάνιο. Εκείνη αιμορροούσε ακατάσχετα και όταν είδαν πόσο κρίσιμη ήταν η κατάσταση, την μετέφεραν στο αυτοκίνητο και την έβαλαν στη θέση του συνοδηγού. Το έκαναν και οι δυο μαζί», σημείωσε και συνέχισε περιγράφοντας τα όσα ακολούθησαν. Το πώς καθάρισαν το σπίτι, για το πώς μάζεψαν όλα τα ενοχοποιητικά αντικείμενα και τα πέταξαν κι αυτά στη θάλασσα.
«Μετά γύρισαν στο σπίτι του ο καθένας και έπεσαν για ύπνο συνεχίζοντας ατάραχοι τη ζωή τους», επεσήμανε.
Συνέχισαν ατάραχοι τη ζωή τους μέχρι που η σορός της Ελένης Τοπαλούδη εντοπίστηκε ζητώντας δικαίωση. Μία δικαίωση που ζητά ακόμα.
Αν η Ελένη Τοπαλούδη είχε συναινέσει θα ήταν ακόμα ζωντανή, όπως είπε η εισαγγελέας. Αλλά η Ελένη αντιστάθηκε. Η Ελένη αντέδρασε. Η Ελένη τους χάλασε τα σχέδια για το βράδυ. Κι εκείνοι της χάλασαν τη ζωή, την εξόντωσαν και γύρισαν στα σπίτια τους για ύπνο. «Η στάση τους μετά τη τέλεση του εγκλήματος μαρτυρά σχεδιασμό, εκτέλεση από κοινού και δόλο», σημείωσε η εισαγγελέας.
Τέλος, στην πρότασή της τόνισε ότι δεν θα πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο του Ποινικού Κώδικα για ανικανότητα για καταλογισμό. «Δεν προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία ότι οι κατηγορούμενοι δεν αντιλήφθηκαν τις πράξεις τους ή είχαν μειωμένη ικανότητα αντίληψης. Ο ψυχίατρος που εξέτασε τους κατηγορουμένους αμέσως μετά τη σύλληψη, δεν διαπίστωσε ψυχοπαθολογίες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν», επεσήμανε η εισαγγελέας στην πρότασή της.