ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Πέθανε ο ηθοποιός Τρύφωνας Καρατζάς

ndp

Μία ακόμα απώλεια μετρά το ελληνικό θέατρο σημειώθηκε με τον θάνατο του ηθοποιού Τρύφωνα Καρατζά. Ο δημοφιλής ηθοποιός πέθανε σε ηλικία 83 ετών, και τον θάνατό του δημοσιοποίησε στα social media η συνάδελφός του Δανάη Μπάρκα. Μαζί είπε και το δικό της τρυφερό αντίο στον ηθοποιό.

 

Ο Τρύφωνας Καρατζάς έχει μείνει στη μνήμη της γενιάς του ’90 στον ρόλο του τηλεοπτικού πατέρα της Λίλης του Λαβ Σόρρυ. Η τελευταία του τηλεοπτική εμφάνιση ήταν στην Ονειροπαγίδα του ΑΝΤ1 το 2011. Μέτρησε περισσότερα από 60 χρόνια πορείας στον χώρο της υποκριτικής ενώ αυτή την περίοδο συμμετείχε στην θεατρική παράσταση «Οι 12 Ένορκοι» στο θέατρο Αλκμήνη, σε διπλή διανομή με τον Παντελή Παπαδόπουλο.

Ο Τρύφωνας Καρατζάς γεννήθηκε στις 5 Οκτωβρίου1935. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή Ωδείου Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας υπηρέτησε ως εκφωνητής στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Ενόπλων Δυνάμεων (1958) δραστηριότητα την οποία συνέχισε επί σειρά ετών παράλληλα με τη θεατρική του δραστηριότητα.

Για την απόφαση που τον είχε οδηγήσει να γίνει ηθοποιός είχε πει σε συνέντευξή του στην Espresso. «Μόλις τέλειωσα το γυμνάσιο δούλευα στο γραφείο του πολιτικού μηχανικού Πεχλιβανίδη και απαντούσα στα τηλέφωνα. Θυμάμαι ότι έπαιρνα 20 δραχμές, τις οποίες έπρεπε να πάω στην οικογένεια. Δεν μου ανήκαν, δεν ήταν το χαρτζιλίκι μου. Τότε οι οικογένειες κοίταζαν να τελειώσουν τα παιδιά έστω το γυμνάσιο και να μπουν σε καμιά δουλειά. Μιλάω τώρα για μετά την Κατοχή, γύρω στο ’50. Ο πατέρας μου με πήγαινε στο θέατρο, παρά τα στενά οικονομικά μας.

Μου άρεσε πολύ και ίσως αυτό μέσα μου κάτι μου ξύπνησε. Κάποια στιγμή, επειδή τραγουδούσα, ο περίφημος καθηγητής της φωνητικής Τρανταφύλλου μού είχε πει πως είχα κάτι χορδές που θα μπορούσαν να τραγουδήσουν όπερα, και τενόρου και βαρύτονου. Αυτό ήθελε πολλή σπουδή και χρήματα, οπότε το εγκατέλειψα. Έδωσα εξετάσεις στη δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών ενώπιον τριών πολύ σπουδαίων, του Δημήτρη Ροντήρη, που ήταν δάσκαλός μου και μου έκανε την τιμή να είμαι από τα ιδρυτικά μέλη του Πειραϊκού Θεάτρου, του Γιάννη Σιδέρη, που ήταν ιστορικός θεάτρου, και του διευθυντή του Ωδείου, του Σαραντάκου, που ήταν εξαίρετος πιανίστας.

Και όλως τυχαίως με δέχτηκαν με υποτροφία. Δηλαδή δεν ζητούσα από τον μπαμπά μου, που θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, 25 δραχμές τον μήνα για τα δίδακτρα. Το θέατρο δεν το θεωρούσαν επάγγελμα εκείνα τα χρόνια. Μάλιστα, όταν για πρώτη φορά γράφτηκε το όνομά μου στην εφημερίδα, όπως συνήθιζαν τότε να γράφουν στην αρχή της σεζόν για τους θιάσους, ήρθε ο πατέρας μου από το καφενείο το μεσημέρι και με ρώτησε «Μου είπαν ότι διάβασαν το όνομά σου στην εφημερίδα. Τι έκανες;», σαν να είχα διαπράξει έγκλημα. Η μαμά ήταν το στήριγμα. Ήταμ από τις παλιού τύπου γυναίκες, που είχαν υπακοή και αλλιώτικη συμπεριφορά απέναντι στον άντρα τους αλλά ήταν και κοκέτα. Λίγο πριν έρθει ο πατέρας μου από τη δουλειά το μεσημέρι, πέταγε την ποδιά, έβαζε λίγο κραγιονάκι, έβγαζε τις παντόφλες, φόραγε γόβες και χτενιζόταν. Άλλη νοοτροπία».

Κεντρική φωτογραφία: NDP Photo Agency

Exit mobile version