8 πράγματα που δεν ξέρεις για τη συγγραφέα Αλκυόνη Παπαδάκη
- 20 ΦΕΒ 2023
Το 1988 η Αλκυόνη Παπαδάκη συστήθηκε στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό μέσα από το μυθιστόρημα το Κόκκινο Σπίτι. Από τότε έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα πιστό κοινό που την ακολουθεί από κόσμο σε κόσμο, που ταυτίζεται με τους ήρωες που δημιουργεί η πένα της και τις ιστορίες που ξεπηδούν από το κεφάλι της και αποτυπώνονται στο χαρτί. Το πιο πρόσφατο βιβλίο της, Μία παράγκα για τ’ όνειρο, κυκλοφόρησε το 2022. Η Αλκυόνη Παπαδάκη έχει καταφέρει να μας συντροφεύει εδώ και 35 χρόνια. Τώρα, οι εκδόσεις Διόπτρα αναλαμβάνουν να μας ξανασυστήσουν το έργο της, επανεκδίδοντας τα βιβλία της.
Με αυτή την αφορμή της επανέκδοσης των βιβλίων της από τις εκδόσεις Διόπτρα, σκέφτηκα ότι μπορεί να ξέρεις καλά τους ήρωες των βιβλίων Το χρώμα του φεγγαριού, Σκισμένο ψαθάκι, Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα κ.α., αλλά ίσως να μην ξέρεις τόσο καλά τον άνθρωπο που τους εμπνεύστηκε. Η Αλκυόνη Παπαδάκη είναι πολυγραφότατη, ευρυματική και ταυτόχρονα είναι ένας άνθρωπος ταπεινός και σεμνός, που δεν θέλει να τραβά την προσοχή. Αυτό που θέλει, είναι να καταλαβαίνει τους ανθρώπους δίπλα της. «Αυτό το κέρδισα, το αισθάνομαι ότι το κέρδισα. Κέρδισα και μια μαστοριά στην λογοτεχνία κι αυτό το λέω γιατί δεν μας έχουν απομείνει πολλοί λογοτέχνες», έχει πει η ίδια.
Η Αλκυόνη Παπαδάκη είναι από τους λίγους λογοτέχνες που έχουμε σήμερα κοντά μας. Από αυτούς που δεν μας εξιστορούν απλά ιστορίες αλλά χειρίζοτναι το λόγο με τέχνη, ευαισθησία και μαεστρία για να μας κάνουν κοινωνούς στις περιπέτειες ηρώων φανταστικών μεν, αλλά τόσο κοντινών σε εμάς. Ηρώων που μας θυμίζουν κάτι από εμάς.
Το εξώφυλλο του τελευταίου της μυθιστορήματος, που κυκλοφόρησε το 2022.
Πόσο καλά ξέρεις, λοιπόν, την Αλκυόνη Παπαδάκη; Ακολουθούν όσα πιθανώς ακόμα και 35 χρόνια μετά την εμφάνισή της στα λογοτεχνικά δρώμενα της Ελλάδας, παραμένουν άγνωστα για σένα.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια
Η Αλκυόνη Παπαδάκη γεννήθηκε στο Νιο Χωριό κοντά στα Χανιά. Ο πατέρας τής ήταν ένας προοδευτικός όπως έχει πει η ίδια, δάσκαλος, όπως δάσκαλοι ήταν και ο παππούς και η γιαγιά της. Το περιβάλλον της είχε οικονομική άνεση, κουλτούρα και αυστηρότητα, αλλά η προσωπική της ιστορία ξεκίνησε με μία τραγική ανατροπή. Όταν ήταν 3 ετών η Αλκυόνη Παπαδάκη είδε να συλλαμβάνονται ο παρασημοφορημένος ήρωας της Αλβανίας πατέρας της, η μητέρα της, η γιαγιά και ο παππούς της, προκειμένου να εκβιαστεί ο θείος της, που ήταν αντάρτης στο βουνό και να παραδοθεί. Μπήκαν στη φυλακή κι εκείνη έμεινε πίσω.
«Εγώ έμεινα τριών χρονών παιδί στην αυλή, λιπόθυμη, να με γλείφει ένας σκύλος. Τον θείο μου τον επικήρυξαν και τον αποκεφάλισαν», έχει πει σε συνέντευξή της. Η μητέρα της βγήκε με σοβαρά, ψυχολογικά προβλήματα από τη φυλακή και δεν μπόρεσε ποτέ να ασχοληθεί με την κόρη της, όπως εκείνη είχε ανάγκη. «Κι εγώ πάντα, με κάθε τρόπο, τη διεκδικούσα», σημείωνε σε συνέντευξή της η συγγραφέας. Ο παππούς της πέθανε από τη στενοχώρια του, τη γιαγιά της την έδιωξαν από τη φυλακή αφού σκότωσαν τον γιο της, τον θείο της Αλκυόνης Παπαδάκη. Η γιαγιά της είχε χάσει έναν ακόμα γιο στον πόλεμο.
Το μετεμφυλιακό κλίμα της εποχής και οι οικογενειακές τραγωδίες έκαναν τα παιδικά χρόνια της συγγραφέως ίσως περισσότερο δύσκολα απ’ ό,τι η φαντασία μας σήμερα μπορεί να χωρέσει.
Το όνειρο της φυγής
«Καταλαβαίνεις πόσος πόνος, πόσο πένθος, πόσα προβλήματα υπήρχαν σε αυτό το σπίτι. Το πρώτο συναίσθημα που ένιωσα ήταν αυτό της φυγής. Ήθελα να φύγω από ένα περιβάλλον που δεν είχε μια γωνιά ήρεμη για μένα», είχε πει σε συνέντευξή της η Αλκυόνη Παπαδάκη. Η συγγραφέας που μπορούσε να παρατηρεί τα πάντα από τον γαλανό ουρανό, τα λουλούδια και τη φύση που πάντα της δίνει χαρά, μέχρι τις πιο δύσκολες στιγμές των ανθρώπων και να μπαίνει μέσα της, ήθελε να φύγει μακριά από την κατήφια και το κατάφερε πηγαίνοντας εσωτερική στα 12 της χρόνια στη Γαλλική Σχολή των Χανίων.
«Τα άλλα παιδιά μετρούσαν τις μέρες για να έρθουν οι διακοπές. Τις μετρούσα κι εγώ. Αλλά σαν εφιάλτη», είχε πει σε συνέντευξή της. Η επιθυμία της φυγής δεν σταμάτησε ποτέ να κυριαρχεί μέσα της.
«Πάντα ήθελα να φεύγω. Να πετάει η ψυχή μου σαν τα πουλιά. Να νιώθω τη γλύκα μιας ατέλειωτης φυγής», έχει πει. Και αυτό κάνει. Φεύγει από τη δική της ζωή και ταξιδεύει στις ζωές των ηρώων της. Ταξιδεύει μαζί στα σπίτια μας και γυρίζει όλο τον κόσμο κάθε στιγμή που ένα βιβλίο της, ένας μικρός δικός της κόσμος μπαίνει στη βαλίτσα των ταξιδιών μας. Πετά σαν πουλί, όπως ακριβώς ονειρευόταν πάντα.
Η δουλειά – επανάσταση
Η Αλκυόνη Παπαδάκη βρέθηκε στην Αθήνα στα 18 της χρόνια. Το όνειρο του πατέρα της ήταν να σπουδάσει Φιλολογία. Ωστόσο, η Αλκυόνη Παπαδάκη είχε τα δικά της όνειρα και τα ακολούθησε. Ήθελε να γίνει δημοσιογράφος. Και όπως είχε δείξει από μικρή, όταν ονειρευόταν τη φυγή και πήγε εσωτερική σε σχολείο για να την πετύχει, έτσι και στα 18 της, έθεσε τον στόχο κι έδρασε για να τον φτάσει. Έστειλε ένα γράμμα στον Χρήστο Λαμπράκη και ξεκίνησε να δουλεύει στα Νέα.
Ο πατέρας της τής ζήτησε να πάει στο Πανεπιστήμιο, μιας και η δημοσιογραφία εκείνη την εποχή για μία γυναίκα, δεν αποτελούσε εγγύηση για τη ζωή. Πέρασε στην Πάντειο, αλλά «αλλεργική» στους συμβιβασμούς όπως ήταν, δεν πάτησε ποτέ στα μαθήματα. Σπούδασε, ωστόσο, σε μία δημοσιογραφική σχολή και ξεκίνησε να δουλεύει.
Ήταν όσο εργαζόταν ως δημοσιογράφος που ξεκίνησε να γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα. Μοίρασε το Κόκκινο Σπίτι στις εφημερίδες. Ο κριτικός βιβλίου της Αυγής μίλησε για το ταλέντο της και την κάλεσαν να δουλέψει εκεί. Το πρώτο της «κανονικό» ρεπορτάζ ήταν στα βρεφοκομεία. Ένα ρεπορτάζ καθοριστικής σημασίας στη μετέπειτα ζωή της.
Το όνειρο της δημοσιογραφίας δεν κράτησε πολύ. Κράτησε όμως η πορεία της στη λογοτεχνία. «Δυστυχώς, μετά ήρθε η δικτατορία και τα γκρέμισε όλα. Μετά, στη μεταπολίτευση έκανα οικογένεια και ασχολήθηκα με τη λογοτεχνία», είχε πει η συγγραφέας.
Η απόφαση να υιοθετήσει ένα παιδί
Σου είπα ότι εκείνο το πρώτο ρεπορτάζ ήταν καθοριστικής σημασίας, γιατί αυτό γέννησε μέσα της όχι την επιθυμία, αλλά την απόφαση να γίνει μητέρα μέσω υιοθεσίας.
«Ήθελα να μεγαλώσω ένα παιδί του κόσμου, δεν είναι ανάγκη να βγει από μέσα μου», έχει πει σε συνέντευξή της. Και το έκανε. Και έφτιαξε μία οικογένεια γεμάτη από αυτή την αγάπη που είχε μέσα της, από την αγάπη που δεν μπόρεσε να δεχτεί ως παιδί, αλλά που περίσσευε για να τη δώσει στο δικό της «παιδί του κόσμου».
Ο αυθόρμητος γάμος, ο χωρισμός και η επανασύνδεση
Η Αλκυόνη Παπαδάκη ερωτεύτηκε πολλές φορές, τόσες ώστε να μην έχει απωθημένα, όπως έχει πει σε συνέντευξή της. Τον άντρα που παντρεύτηκε τον ερωτεύτηκε τρελά, τον παντρεύτηκε σε ένα ξωκλήσι χωρίς νυφικό, με τα ρούχα που είχε κι ενώ ειδοποίησε τους δικούς της με τηλεγράφημα.
«Ήμουνα 25 τότε. Και έπεσε βόμβα. Μετά από καμιά δεκαριά χρόνια, βέβαια, χωρίσαμε με τον άντρα μου και τώρα είμαστε πάλι μαζί ως σύντροφοι.
Ήτανε σε μια κατάσταση δύσκολη αυτός, δεν ήμουνα κι εγώ στα καλύτερά μου και ο ένας βοήθησε τον άλλον. Ήταν και ένας λόγος το παιδί, που είχε αδυναμία στον πατέρα του και μου έλεγε πολλές φορές “ο μπαμπάς μου είναι καλός άνθρωπος και όπως τον έδιωξες αυτόν, θα με διώξεις κι έμενα κάποια στιγμή”. Δεν τον είχα διώξει, ήρθανε έτσι τα πράγματα, αλλά ο μικρός αυτό νόμιζε», είχε παραδεχτεί σε συνέντευξή της.
Η Αλκυόνη Παπαδάκη γράφει ακόμα στο «χέρι»
Ο θείος της ήταν που έγραφε και την έμαθε να βλέπει τα όμορφα πράγματα γύρω της, να τα εκτιμά και να τα χαίρεται όσο μικρά κι αν φαίνονται. Και η Αλκυόνη Παπαδάκη μέχρι σήμερα βρίσκει πάντα κάτι όμορφο, όσο ασήμαντο κι αν είναι για να της φτιάχνει την ημέρα. «Μιλούσα με τα δέντρα, έστελνα μηνύματα στο Θεό με τα πουλιά», έχει πει για την αγάπη της για τη φύση και την απλότητά της. Μία αγάπη που μάλλον δεν συμβιβάζεται με την αγάπη για την τεχνολογία.
Η Αλκυόνη Παπαδάκη έχει παραδεχτεί ότι δεν έχει καμία επαφή με το διαδίκτυο κι ότι συνεχίζει να γράφει τα βιβλία της χειρόγραφα. «Είναι δύσκολο, πράγματι. Αλλά εγώ μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορώ να δουλέψω. Στοίβες τα μουτζουρωμένα χαρτιά κάθε φορά δίπλα μου. Όμως έτσι νιώθω ότι και το σώμα μου ολόκληρο μέχρι και την ψυχή μου, συμμετέχει σε αυτό που κάνω», είχε εξομολογηθεί σε συνέντευξή της η Αλκυόνη Παπαδάκη.
Οι χαρακτήρες που έρχονται και τη συναντούν
Τα έργα της τα οποία ανήκουν στη σύγχρονη μυθιστορία, διακρίνονται για την προσωπική, λυρική γραφή της. Όπως λέει η ίδια, το μυστικό της είναι η αλήθεια της και η συναναστροφή της με τους ανθρώπους. Φτιάχνει τους χαρακτήρες της, τους μελετά, εξερευνά την ψυχή τους. Μαζί εξερευνά και τον εαυτό της. Η Αλκυόνη Παπαδάκη άλλωστε δεν πιστεύει στην έμπνευση, τουλάχιστον όπως φανταζόμαστε ότι έρχεται στους συγγραφείς. «Έμπνευση σημαίνει για μένα να περπατάς στον δρόμο και το μυαλό σου να δουλεύει σαν κάμερα. Αυτό κάνω εγώ. Παρακολουθώ τους ανθρώπους πώς αντιδρούν στα γεγονότα της ζωής και ψάχνω τι υπάρχει από πίσω, στα σκοτεινά. Ποιο είναι το σχήμα που παίρνει η ψυχή τους», είχε πει σε συνέντευξή της.
Σε μία άλλη συνέντευξη, παραδεχόταν ότι οι χαρακτήρες για τους οποίους γράφει, έρχονται και τη συναντούν.
«Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Αν έχω κερδίσει κάτι στη ζωή μου, είναι ότι μπορώ να καταλάβω τους ανθρώπους. Δεν τους κρίνω, τους νιώθω. Δεν μπορώ να πω αγαπώ όλους τους ανθρώπους. Η λέξη αγαπώ είναι πολύ βαριά, αλλά μπορώ να χρησιμοποιήσω τη λέξη νιώθω. Με ρωτούσε μια ξαδέλφη, γιατί σε σένα ανοίγονται οι άνθρωποι; Της λέω, γιατί αφήνω ανοικτή την πόρτα και δεν έχω στρωμένο ακριβό χαλί», είχε πει χαρακτηριστικά.
Ίσως αυτό να είναι το κλειδί πίσω από το γεγονός ότι τα κείμενά της είναι τόσο αληθινά, βρίσκουν τόσο εύκολα το κέντρο της ψυχής των αναγνωστών. Γιατί αφήνει τη δική της πόρτα «ψυχής» ανοιχτή.
Η Αλκυόνη Παπαδάκη νιώθει πως δεν αξίζει να είναι πρότυπο
Η Αλκυόνη Παπαδάκη ήθελε πάντα να αλλάξει τον κόσμο. Κι όσο κι αν νομίζει ότι δεν το κατάφερε, το έκανε, αλλάζοντας τον μικρόκοσμο των αναγνωστών της συχνά πυκνά. Η ίδια δεν νιώθει ότι είναι πρότυπο, σου έγραψα άλλωστε στην αρχή του κειμένου αυτού ότι είναι άνθρωπος σεμνός. Να αγαπά και να αγαπιέται θέλει. Και αυτό το έχει εξασφαλίσει.
«Το όνειρο για την αλλαγή του κόσμου δεν ήταν μόνο δικό μου. Πάρα πολλοί νέοι εκείνης της εποχής πίστευαν σε αυτό το όνειρο. Σίγουρα δεν αλλάξαμε τον κόσμο. Όμως, επίσης, πολλοί δεν ξεπουλήσαμε τον δικό μας κόσμο. Τις αξίες μας και την αγάπη μας για τον συνάνθρωπο και τη ζωή. Δεν θέλω και δεν αξίζω να είμαι πρότυπο. Ν’ αγαπώ θέλω μόνο και να μ’ αγαπούν», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά.
35 χρόνια μετά το Κόκκινο Σπίτι, η Αλκυόνη Παπαδάκη έρχεται και πάλι κοντά μας μέσα από τις νέες εκδόσεις των βιβλίων της από τη Διόπτρα. Με νέα, καλλιτεχνικά εξώφυλλα σε απόλυτη σύμπνοια με το συναίσθημα που εμποτίζει η πένα της Αλκυόνης Παπαδάκη το κάθε ένα από αυτά.
Τα βιβλία που επανακυκλοφορούν είναι τα εξής:
- Το κόκκινο σπίτι
- Το ταξίδι που λέγαμε
- Μια ατέλειωτη φυγή
- Αμάν… αμάν!
- Το χρώμα του φεγγαριού
- Στον ίσκιο των πουλιών
- Τι σου είναι η αγάπη τελικά…
- Σ’ ένα γύρισμα της ζωής
- Αν ήταν όλα… αλλιώς
- Θα ξανάρθουν τα χελιδόνια
- Βαρκάρισσα της χίμαιρας
- Η μπόρα
- Σαν χειμωνιάτικη λιακάδα
- Στο ακρογιάλι της ουτοπίας
- Οι κάργιες
- Το χαμόγελο του δράκου
- Σκισμένο ψαθάκι