VALENTINE'S DAY

5 άβολες και αστείες ιστορίες από ξενοδοχεία ημιδιαμονής. «Έφυγε ντυμένος Μέγας Αλέξανδρος»

iStock

Ίσως να μην έχεις κάτσει να το σκεφτείς ποτέ, αλλά τα ξενοδοχεία ημιδιαμονής (στα οποία μπορείς να μείνεις από λίγα λεπτά μέχρι και μια ολόκληρη νύχτα) είναι ένας κόσμος από μόνα τους. Βασικά είναι ένας μικρόκοσμος που «κρύβει» μικρά, μεγάλα, αμήχανα, ξεκαρδιστικά αλλά και πιο σοβαρά μυστικά, ενώ οι άνθρωποι που δουλεύουν εκεί, μάλλον τα έχουν δει (και τα έχουν ακούσει) όλα.

Οι ιστορίες, όμως, που προκύπτουν στα ξενοδοχεία ημιδιαμονής δεν αφορούν αποκλειστικά το τι συμβαίνει μέσα στα δωμάτια (που είναι δουλειά των καμαριέρων), αλλά και έξω από αυτά. Στη ρεσεψιόν, στον διάδρομο, στην έξοδο. Εκεί όπου το απρόοπτο είναι μάλλον ο κανόνας. Όποιο κι αν είναι το πόστο, πάντως, 3 είναι οι βασικότεροι και «χρυσοί» κανόνες: Εχεμύθεια, ιδιωτικότητα και διακριτικότητα. Αυτές οι ιστορίες θα μπορούσαν να γεμίσουν τόμους ολόκληρους. Στο πνεύμα του Αγίου Βαλεντίνου και στο όνομα του έρωτα που συμβαίνει εντός κι εκτός ξενοδοχείων, τοίχων, δωματίων και χωροχρόνου, καταφέραμε να μιλήσουμε με 2 υπαλλήλους που λειτουργούν σαν «αόρατοι μάρτυρες». Ονόματα δεν λέμε οικογένειες δεν θίγουμε.

iStock

Στο ερωτικό mood του Αγίου Βαλεντίνου, λοιπόν, όπου η κινητικότητα σε αυτά τα ξενοδοχεία είναι αυξημένη, 2 εργαζόμενοι (ένας πρώην και ένας νυν) μάς εκμυστηρεύονται τα δικά τους best of. Αυτά που έζησαν στη βάρδια τους δηλαδή και θα τους μείνουν αξέχαστα. Από έναν ήσυχο κύριο που «βγήκε» έξω από τα ρούχα του για.. λίγη ησυχία, μέχρι έναν άντρα που έφυγε ντυμένος Μέγας Αλέξανδρος, παρακάτω διαβάζεις μερικές από τις πιο αμήχανες, αστείες και αξέχαστες ιστορίες που έζησαν στον πλανήτη «ρεσεψιόν». Happy Valentine’s Day!

Αγίου Βαλεντίνου: 5 άβολες και αστείες ιστορίες από ξενοδοχεία ημιδιαμονής. «Έφυγε ντυμένος Μέγας Αλέξανδρος»

«Είδα τον πατέρα μιας γνωστής μου. Και δεν ήταν με τη γυναίκα του».

Η Κ. έτυχε να δουλέψει part-time σε ξενοδοχείο ημιδιαμονής όταν ήταν φοιτήτρια σε ιδιωτική σχολή τουριστικών επαγγελμάτων. Ήθελε να βγάζει το χαρτζιλίκι της όταν αποφάσισε να στείλει βιογραφικό σε εκείνο το μικρό ξενοδοχείο ημιδιαμονής, που έτυχε να βγάλει αγγελία.

«Σκέφτηκα από μέσα μου γιατί όχι; Με αυτά τα λεφτά θα πληρώνω τους λογαριασμούς μου και μάλλον θα ‘χει και πλάκα». Με μια Α έμπειρια στον τομέα των τουριστικών, καθώς δούλευε σε ξενοδοχείο του χωριού της τους καλοκαιρινούς μήνες, πήρε τελικά τη δουλειά στη ρεσεψιόν. Πρόκειται για ξενοδοχείο ημιδιαμονής σε κεντρική περιοχή της Αθήνας, όπου τελικά δούλεψε για έναν χρόνο. Η Κ. μού εκμυστηρεύτηκε 3 ιστορίες που θυμάται χαρακτηριστικά από εκείνο το διάστημα.

«Το πιο άβολο που μπορεί να συμβεί όταν δουλεύεις σε τέτοιου είδος ξενοδοχείο είναι να πετύχεις κάποιον γνωστό σου. Εμένα μου έτυχε και ήταν όντως άβολο από πλευράς μου», μου λέει στην αρχή η Κ. «Στο ξενοδοχείο που δούλευα εγώ, που είναι κάπως “συνοικιακό” και όχι τόσο γνωστό, σίγουρα δεν περίμενα να έχω πελάτη κάποιον που γνωρίζω».

«Δεν περίμενα να δω μπροστά μου τον πατέρα μιας γνωστής μου. Και όχι με τη σύζυγό του αλλά με μια άλλη γυναίκα».

«Ήταν ο πατέρας μιας φίλης φίλης μου, αν καταλαβαίνεις. Τον άνθρωπο τον είχα δει συνολικά 3 φορές στη ζωή μου όταν πήγαινα στο σπίτι τους παλαιότερα και μόνο αυτόν δεν περίμενα να δω ας πούμε.

Ευτυχώς δεν ήταν μπαμπάς κάποιας κολλητής μου γιατί πραγματικά δεν ξέρω πώς θα μπορούσα να το διαχειριστώ. Παίζει να ήταν φουλ άβολο αν συνέβαινε», εξηγεί.

«Τέλος πάντων, ο άνθρωπος δεν κατάλαβε ποτέ ποια ήμουν κι αυτό το έκανε κάπως πιο εύκολο για μένα. Μου κάνει ωστόσο εντύπωση πως βρέθηκε κέντρο γιατί μένει αρκετά πιο βόρεια. Λογικά το διάλεξε επίτηδες για να μη ρισκάρει να τον δει κάποιος γνωστός. Να όμως που τον είδα εγώ κι ας μην θυμόταν πως ξέρω την κόρη του και έχω πάει και σπίτι τους μερικές φορές», καταλήγει η πρώτη της ιστορία.

Η ανύπαρκτη ηχομόνωση και ο πελάτης που αγχώθηκε ότι γίνεται διάρρηξη

Η 2η ιστορία που μου είπε η Κ. αφορά την (ποια;) ηχομόνωση του ξενοδοχείου και κατ’ επέκταση τους «παράξενους» ήχους που άκουγε κάποιες φορές στη βάρδιά της. Για μένα μια τέτοια ιστορία ήταν αναμενόμενη εξαρχής. «Το σύστημα ηχομόνωσης ήταν κάπως κακό. Ήταν παλιό και τα κουφώματα είχαν καιρό να αλλαχθούν μού είχε πει ο manager», είπε στην αρχή η Κ.

«Εγώ κατά καιρούς άκουγα διάφορα πράγματα -όχι σε τόσο μεγάλη συχνότητα, αλλά κατάλαβες. Ένας από τους βασικούς κανόνες προφανώς ήταν να κάνεις πως δεν ακούς τίποτα, αλλά και πως δεν βλέπεις τίποτα μερικές φορές», μου λέει γελώντας. «Το πρόβλημα είναι όταν δεν μπορείς να ΜΗΝ ακούσεις. Μετά από ένα σημείο, βέβαια, το συνηθίζεις. Είναι απλά σαν λευκός θόρυβος», πρόσθεσε η ίδια.

Η Κ. θυμάται χαρακτηριστικά εκείνο το βράδυ του Αγίου Βαλεντίνου που είχε βάρδια και όπως θα περίμενε κανείς, τα περισσότερα δωμάτια του μικρού ξενοδοχείου ήταν κλεισμένα. «Από τις 21:00 και μετά είχαμε σχεδόν όλα τα δωμάτια κλεισμένα για ένα τουλάχιστον 2ωρο απ’ όσο θυμάμαι. Πανηγύρι κανονικό», λέει γελώντας.

«Εκείνη τη μέρα, έτυχε σε ένα από αυτά τα δωμάτια να είναι ένας πελάτης γύρω στα 60. Το ‘χε κλείσει μόνος του για ένα 2ωρο και το μόνο που ρώτησε όταν έκανε την κράτηση ήταν αν το δωμάτιο είχε τηλεόραση και συσκευή DVD. Κουλή μου φάνηκε η ερώτησή του αλλά δεν ασχολήθηκα και παραπάνω. Τέλος πάντων, δεν περνάει πολύ ώρα από τη στιγμή που είχε μπει στο δωμάτιο και χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν αυτός.

“Συγγνώμη κοπέλα μου, μήπως ξέρεις τι κάνουν οι δίπλα; Γιατί ακούω κάτι παράξενα χτυπήματα και σαν να μου φαίνεται ότι μετακινούν έπιπλα και έχω ανησυχήσει. Μήπως κάνουν διάρρηξη”. Εκεί έπρεπε να παραμείνω σοβαρή. Δεν ξέρω πώς δεν έσκασα στα γελοία. Τι να του εξηγούσα εκείνη τη στιγμή. Απλά του είπα πως όλα στο ξενοδοχείο είναι υπό έλεγχο και να μην ανησυχεί», μου λέει η Κ..

Πελάτης βγήκε έξω από τα ρούχα του. Φώναζε στον διάδρομο «ΛΙΓΗ ΗΣΥΧΙΑ!»

Η κουβέντα μου με την Κ. «έκλεισε» με μια τελευταία ιστορία. «Ήταν γύρω στις 2 τα ξημερώματα όταν ένα ζευγάρι είχε ξεκινήσει να κάνει ό,τι έκανε. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, αλλά η συγκεκριμένη κοπέλα ακουγόταν πάρα πολύ. Και ο παρτενέρ της, όμως, ακουγόταν πού και πού. Και οι 2 έκαναν φασαρία. Το πρόβλημα ήταν πως σε κάποιο άλλο δωμάτιο, όχι κοντά τους, ήταν ένας ήσυχος κύριος που προφανώς είχε έρθει για ύπνο. Γενικά θυμάμαι ότι τον είχα πετύχει ξανά 1-2 φορές στο παρελθόν αυτόν.

Μετά από ένα μισαωρο με τους άλλους να δίνουν πόνο, αυτός ο κύριος τηλεφώνησε στη ρεσεψιόν για να κάνει παράπονα. Ευτυχώς πρόλαβε να το σηκώσει η συνάδελφός μου, αλλά ήμουν παρούσα στο σκηνικό. “Τι θα γίνει θα τελειώσουν ή θα τους πείτε να το χαμηλώσουν;”. Η φωνή του είχε πολύ ένταση. Η συνάδελφός μου απάντησε “θα δω τι μπορώ να κάνω”. Φυσικά έκανε το απόλυτο τίποτα. 5 λεπτά αργότερα έλυσε μόνος του το πρόβλημα».

«Ο ήσυχος κύριος που μάλλον είχε έρθει απλά για να κοιμηθεί άνοιξε την πόρτα του δωματίου του και φώναξε δυνατά: “ΛΙΓΗ ΗΣΥΧΙΑ!”»

«Μετά από αυτό, ξαφνικά έπεσε απόλυτη σιγή. Ήταν σαν κάποιος να πάτησε pause στο ηχοσύστημα», καταλήγει.

Αγίου Βαλεντίνου: Η γυναίκα που ήθελε να πιάσει στα «πράσα» τον σύζυγό της

Ο Π. ήταν ο 2ος άνθρωπος που δέχθηκε να μου εκμυστηρευτεί τις 2 αγαπημένες του ιστορίες αυτά τα 2 χρόνια που δουλεύει σε ξενοδοχείο ημιδιαμονής της  Αθήνας. Σε βάθος χρόνου έχει αρκετές ιστορίες γραμμένες στο «ημερολόγιό» του αλλά τον ρώτησα για τις 2 αγαπημένες του. «Ήταν βραδάκι μιας άκυρης Πέμπτης, Νοέμβριος. Η δουλειά ήταν κάπως πεσμένη. Εκείνη τη μέρα είχαμε μόνο 4 κρατήσεις. Από αυτές η μια ήταν για έναν πελάτη που ήθελε να κλείσει τη deluxe σουίτα για 2 άτομα. Την ήθελε για 4 ώρες από τις 19:00 έως τις 23:00.

Αγίου Βαλεντίνου ξενοδοχεία ημιδιαμονής ιστορίες iStock

Έρχεται, λοιπόν, αυτός ο κύριος μαζί με μια γυναίκα, κάνουν check-in και πάνε στο δωμάτιό τους, χαλαρώνω κι εγώ γιατί δεν υπήρχε κάποια άλλη κράτηση, κυλούσε ήρεμα η βραδιά», ξεκίνησε την αφήγησή του.

«Και εκεί που καθόμουν ήσυχος χαζολογώντας στο κινητό μου, μπαίνει μέσα μια κυρία φανερά αγχωμένη. Πλησιάζει στη ρεσεψιόν. “Καλησπέρα, συγγνώμη για την ενόχληση. Δεν έχω κάνει κάποια κράτηση αλλά θέλω να σας κάνω μια ερώτηση. Μήπως έχει έρθει εδώ ένας άντρας γύρω στο 1.80, κοντά μελαχρινά μαλλιά που φοράει ένα δερμάτινο μπουφάν και ένα τζιν παντελόνι;”». Πριν συνεχίσει τού λέω ότι αυτό που μου περιγράφει είναι βγαλμένο από κάποια Χολιγουντιανή κωμωδία. «Έπρεπε να φερθώ σύμφωνα με τους κανονισμούς», συνεχίζει.

«Εκείνη την ώρα έβγαλε το κινητό της για να μου δείξει φωτογραφία του και όντως ήταν αυτός. Με έκοψε κρύος ιδρώτας. “Δυστυχώς δεν επιτρέπεται να δίνουμε πληροφορίες για πελάτες. Ακόμα κι αν δεν είχα κάποιον που να ταιριάζει στην περιγραφή σας. Λυπάμαι, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να σας βοηθήσω” της είπα. Η γυναίκα μάλλον περίμενε τι θα της έλεγα.

«Η γυναίκα δεν ήταν διατεθειμένη να φύγει τόσο εύκολα. “Καταλαβαίνω” μού είπε και ήδη είχε αρχίσει να κοιτάζει προς τις σκάλες και τους διαδρόμους, σαν να προσπαθούσε να σκανάρει τον χώρο ή να δει τον άντρα της να εμφανίζεται από κάπου».

«Έτσι όπως κοίταζε, με ρώτησε αν μπορούσε να ρίξει μια ματιά και εκεί ήταν που πραγματικά αγχώθηκα αλλά δεν έπρεπε να το δείξω. Έπρεπε να δείξω αυστηρότητα. “Συγγνώμη, αλλά αυτό δεν σας επιτρέπεται. Αν συνεχίσετε, θα πρέπει να σας ζητήσω ευγενικά να αποχωρήσετε”. Ευτυχώς, η ιστορία τελειώνει εδώ. Μου είπε ευχαριστώ πολύ και έφυγε. Σκεφτόμουν μετά μήπως γίνει κάποιο παρατράγουδο έξω από το ξενοδοχείο όταν έφευγε ο σύζυγος της. Ποτέ δεν ξέρεις αν περίμενε ή όχι. Ευχόμουν να έχει φύγει και να μην έχει καταλάβει τίποτα για τον άντρα της. Ποιος ξέρει;», σημειώνει.

«Έφυγε από το δωμάτιο ντυμένος Μέγας Αλέξανδρος»

«Έχω δει πολλά περίεργα όσο δούλευα στη ρεσεψιόν, αλλά αυτό πραγματικά με έκανε να αμφισβητήσω για λίγο τη λογική μου». Έτσι ξεκίνησε η δεύτερη και μάλλον αγαπημένη ιστορία που άκουσα. «Ήταν η πρώτη χρονιά που δούλευα. Ήταν του ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου. Φουλ κρατήσεις με ζευγάρια -από το πρωί μέχρι το βράδυ», μού λέει.

«Στις 11 το βράδυ, έρχεται ένα από τα πολλά. Εμφανισιακά ήταν απολύτως φυσιολογικοί και οι 2. Εκείνος γύρω στα 35, με τζιν και πουκάμισο κι εκείνη επίσης μια χαρά. Μου μίλησαν ευγενικά, πήραν τα κλειδιά του δωμάτιού τους και ανέβηκαν επάνω. Τίποτα το ασυνήθιστο. Οι ώρες πέρασαν, και γύρω στις 2 τα ξημερώματα βλέπω την κοπέλα να κατεβαίνει μόνη της. Κάπως περίεργο για εκείνη τη μέρα, αλλά όχι τόσο ώστε να μου κινήσει ιδιαίτερη υποψία. Πολλές φορές έχει τύχει ο ένας να φύγει λίγο νωρίτερα και ο άλλος να μείνει λίγο παραπάνω».

«Μετά από λίγη ώρα βλέπω να κατεβαίνει τις σκάλες ένας άντρας με αμφίεση. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν ότι μάλλον κάποιος άκυρος μπήκε στο ξενοδοχείο. Αλλά μετά παρατηρώ το πρόσωπό του. Και τότε καταλαβαίνω. Ήταν αυτός. Έφυγε από το δωμάτιο ντυμένος Μέγας Αλέξανδρος».

«Φορούσε κάποια αρχαιοελληνική στολή -αν δεν ήταν του Μέγα Αλέξανδρου δηλαδή. Δεν είχα τον χρόνο να παρατηρήσω. Εγώ, πάντως, κύριος. Τον εξυπηρέτησα κανονικότατα. Έκανε check-out, με καληνύχτισε και έφυγε. Πιστεύω πως είχαν βάλει στοίχημα με την κοπέλα για να γελάσουν, δεν εξηγείται αλλιώς. Ήθελαν να κάνουν καφρίλα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι σε αυτή τη δουλειά, αν νομίζεις ότι τα έχεις δει όλα, πάντα θα έρθει κάποιος να σε διαψεύσει», καταλήγει και μετά απ’ όσα άκουσα τον πιστεύω ακράδαντα.