ΜΟΥΣΙΚΗ

Είδαμε το Dogville

Αυτό που μου αρέσει στις παραστάσεις είναι όταν οι ηθοποιοί είναι ήδη στη σκηνή και περιμένουν αυτοί εσένα αντί να περιμένεις εσύ αυτούς. Έτσι έγινε και στο θέατρο Ακροπόλ.

Πέντε ηθοποιοί ντυμένοι με παρόμοια ρούχα-στολές καθάριζαν σχεδόν ψυχαναγκαστικά τις γυάλινες επιφάνειες του μεγάλου κουτιού μέσα στο οποίο κινούνταν μηχανικά σαν κούκλες σε βιτρίνα. Μόλις είχα φτάσει στο Dogville κάπου κοντά στα Βραχώδη Όρη ή στην Ιπποκράτους, στην Αμερική του ’30 ή στην Ελλάδα του 2015.

Λίγο μετά από μένα έφτασε και η Γκρέις aka Γιούλικα Σκαφιδά. Από τον διάδρομο, ασθμαίνοντας, με ένα βυσσινί φουστάνι. Η όμορφη τρομαγμένη φυγάς που ψάχνει καταφύγιο επειδή την κυνηγούν οι γκάνγκστερ. Ο Τομ την υποδέχεται στην μικρή παράξενη πόλη τους.

Της παρέχουν άσυλο, όμως πρέπει να δώσει ένα αντάλλαγμα για αυτό. Επειδή κινδυνεύουν από την αστυνομία φυγαδεύοντάς της εκεί ή απλώς επειδή η ανθρώπινη φύση δεν χαρακτηρίζεται από ανιδιοτέλεια. Η εργασία της είναι το μόνο που μπορεί να τους φανεί χρήσιμο. Και όλα ξεκινούν έτσι. Θα καταλήξει βέβαια βιασμένη (κυριολεκτικά και μεταφορικά), θα προδοθεί και θα παραδοθεί σε εκείνους που την καταδιώκουν. Όμως το μυστικό της θα εξοντώσει τελικά του κατοίκους-θύτες της.

 

Η θεατρική παράσταση, βασισμένη στην ταινιάρα του ιδιοφυούς Λαρς Φον Τριερ (που είναι μέσα στις πιο πιο αγαπημένες μου) με την Νικόλ Κίντμαν, είναι μια σπουδή πάνω στο καλό και το κακό, ένας διάλογος για την ηθική, για αυτή των νόμων και για την άλλη, την ανθρώπινη, για την τιμωρία που προλαβαίνει το έγκλημα ή μάλλον για αυτή που οδηγεί σε αυτό, ένα έργο που πραγματεύεται την υπομονή, την ανοχή, την εκμετάλλευση, την εκδίκηση, αλλά κυρίως την απληστία του ανθρώπου.

Η Γιούλικα μας καθήλωσε με την ερμηνεία της. Με το εσωτερικό ουρλιαχτό της. Η Γκρέις της Έφης Γούση -η οποία έχει αναλάβει την εξαιρετική σκηνοθεσία της παράστασης- είναι εύθραυστη, κάθε μυς του προσώπου της συσπάται σε κάθε συναίσθημα, τα μάτια της είναι γεμάτα καλοσύνη, αλλά και απόγνωση κάποιες στιγμές. Κάποια στιγμή μένει γυμνή πάνω στην σκηνή, σε ένα αρτίστικ γυμνό από αυτά που τα λες τέχνη και σε καμία απολύτως περίπτωση πρόστυχα.  Η πρόκληση του να γίνει από θύμα θύτης στο τέλος είναι μεγάλη και όμως η νεαρή ηθοποιός τα καταφέρνει πολύ καλά. Από τις πιο ενδιαφέρουσες της γενιάς της, να τα λέμε και αυτά.

 

Και ο υπόλοιπος θίασος όμως κάνει πολύ καλή δουλειά. Προσαρμοσμένοι σαν φιγούρες απόλυτα στην αποστειρωμένη ατμόσφαιρα του Dogville. Ο Μιχάλης Λεβεντογιάννης είναι ο Μπεν, η Ρομάννα Λόμπατς η Λιζ, ο Δημήτρης Πασσάς ο Τομ, ο Γιώργος Νούσης ο Τσακ και η Πηνελόπη Τσιλίκα η Βέρα.

Ο Ευθύμης Ζησάκης, που σε όλη την διάρκεια της παράστασης αφηγείται, είναι ο πατέρας της Γκρέις, εκείνος είναι που την ψάχνει, εκείνος που την κυνηγά, εκείνος που στην τελευταία σκηνή τη λυτρώνει από το μαρτύριό της. Ή μήπως μόνη της αποφασίζει να λυτρωθεί;

Η καλύτερη φράση της παράστασης ήταν κάτι σαν «μπορείς να αντιδράσεις σε αυτό που συμβαίνει». Και αυτό είναι το θέμα. Από σένα εξαρτάται τι θα υποστείς και μέχρι πού. Από σένα εξαρτάται αν θα γίνεις θύμα.

Απλά σκηνικά που δεν σε αποσυντονίζουν από την ουσία. Εφευρετικά κόλπα που σε κρατούν σε εγρήγορση. Ένα χορευτικό σχεδόν σαν τελετουργικό μύησης. Ωραία μουσική. Και η κάθαρση στο τέλος. Ή σχεδόν. Έτσι καλύτερα, σχεδόν. Όπως κατά τη γνώμη μου θα ήταν ωραίο να τελειώνουν όλες οι ιστορίες.

«Dogville», Θέατρο Ακροπόλ, Ιπποκράτους 9-11, Αθήνα, τηλ.: 210 3648303 Παρασκευή & Σάββατο 00.00 (μεταμεσονύκτιες), Δευτέρα & Τρίτη 21.30