Φεστιβάλ Βενετίας: Η καθηλωτική Natalie Portman στο “Vox Lux”
- 5 ΣΕΠ 2018
Έχουμε πλέον περάσει στην περίοδο του Φεστιβάλ Βενετίας όπου παρακολουθούμε δύο τρίωρες ταινίες μέσα σε μια μέρα. (Αλήθεια, όχι υπερβολή.) Και ανάμεσά τους τη Natalie Portman ως ποπ σταρ.
Αποστολή στη Βενετία: Θοδωρής Δημητρόπουλος
VOX LUX
Η προηγούμενη ταινία του Brady Corbet: To ‘Childhood of a Leader’, δηλαδή σε μεγάλη συντομία η βιογραφία του Trump αν ήταν γυρισμένη σαν ταινία εποχής από τον Kubrick. Ή κάτι τέτοιο.
H καινούρια: Μέσα από ένα φρικτό μακελειό λίγο πριν την αλλαγή του αιώνα, μια έφηβη κοπέλα (Raffey Cassidy) παγιδεύει την καρδιά της Αμερικής και εξελίσσεται σε τεράστια ποπ σταρ (Natalie Portman). Μέσα από την πορεία της διαγράφεται η πορεία της δημόσιας εικόνας στη Δύση του 21ου αιώνα.
Και πώς είναι: Ο Corbet όπως και στο προηγούμενο φιλμ του έχει την τάση να παραφουσκώνει τις ταινίες του με ανούσια στοιχεία εντυπωσιασμού ώστε να τις κάνει να φαίνονται πιο περισπούδαστες και περίπλοκες από ό,τι στα αλήθεια είναι, όμως αυτό ειλικρινά δε μπορεί στην προκειμένη περίπτωση να με κάνει να μην εκτιμήσω μια εμφανέστατα καίρια ματιά στο σημείο τομής της κουλτούρας της διασημότητας και στην ωμή κοινωνική βία του 21ου αιώνα.
Στο σπουδαίο τηλεοπτικό ‘Knick’ ο Steven Soderbergh κινηματογραφούσε τη γέννηση του 20ου αιώνα μες στο αίμα της εξέλιξης με μια ματιά που θα μπορούσε να είναι μετα-αποκαλυπτικό θρίλερ, και εδώ ο Corbet μας φέρνει μάρτυρες στη στιγμή της σύλληψης του 21ου, και πάλι μέσα από το αίμα (αλλά αυτή τη φορά μια βία τυφλή, οργισμένη) γυρισμένη σαν ξεθωριασμένο ντοκιμαντέρ γεμάτο φθορά. Η Celeste γεννιέται μέσα από το αίμα της τραγωδίας ως εθνική σταρ-ψυχή ενός πολιτισμού που αναζητά απαντήσεις, ελπίδα και καθοδήγηση μέσα από λαμπρά εθνικά αστέρια, δείγματα ταλέντου που μας λένε πως ναι, υπάρχει αύριο. Η ειρωνία είναι πως η Celeste δεν είναι καν η αληθινά ταλαντούχα από τις δύο αδερφές. (Η άλλη είναι η Stacy Martin, σε όλες τις ηλικίες, παγωμένη στο χρόνο).
Η πρώτη πράξη της ταινίας είναι καθηλωτική, η Natalie Portman σε έναν σκληρό ρόλο δίνει τα πάντα, και η Sia παραδίδει ένα αξεγάδιαστο σάουντρακ μελαγχολικών ποπ ύμνων, ενώ οι εικόνες του Corbet είναι βίαιες με έναν ανατριχιαστικά ψύχραιμο τρόπο. Υπό την υπόκρουση των ορμητικών εγχόρδων του Scott Walker, και καθώς η αυγή του 21ου αιώνα δίνει τη θέση της στα επόμενα χρόνια και την επόμενη δεκαετία, η ηρωίδα-ψυχή-σταρ-ελπίδα στο μέσον της ιστορίας ανταλλάζει ειλικρίνεια με αυτοματισμό, κοινωνικό πνεύμα με μοναξιά. Κάθε στάδιο απώλειας της αθωότητάς της συνδέεται με κάποια τρομοκρατική επίθεση-πληγή στο σώμα της Αμερικής, αλλά το τελικό αποκαλυπτήριο πλήγμα είναι μια απλή πράξη ρουτίνας για την ίδια, καθώς η ταινία μας κάνει μέρος του κοινού της Celeste, αφήνοντάς μας μετέωρους, κάπου ανάμεσα στην ξεγνοιασιά και την υπαρξιακή μαυρίλα.
Μια σκηνή που μου έμεινε στο μυαλό: Η ωμή επιθετικότητα της σκηνής του μακελειού στα πρώτα λεπτά της ταινίας είναι κάτι που εκ των πραγμάτων δύσκολα θα άφηνε πίσω ένας θεατής, πόσο μάλλον από τη στιγμή που υπό μία έννοια βρίσκεται διαρκώς ανάμεσα στις λέξεις καθόλη την υπόλοιπη διάρκεια του φιλμ.
Πώς θα τη δούμε; Σε διανομή από την Seven.
SUNSET
Η προηγούμενη ταινία του László Nemes: To δράμα στρατοπέδου συγκέντρωσης ‘Son of Saul’, με βραβείο Όσκαρ και Μεγάλο Βραβείο στις Κάννες.
H καινούρια: H Írisz Leiter, μια κοπέλα στη Βουδαπέστη του 1913 (Juli Jakab) επιχειρεί να δουλέψει στο κλασάτο καπελάδικο που είχαν κάποτε οι γονείς της όμως όταν μαθαίνει την ύπαρξη ενός αδερφού που δεν ήξερε πως είχε, αρχίζει να τον αναζητά σε μια διαδρομή της οποίας κάθε συνάντηση, κάθε εμπόδιο, μοιάζει να προλογίζει με τον τρόπο του την επικείμενη έλευση του πολέμου.
Και πώς είναι: Οι Κάννες λέγεται πως απέρριψαν την ταινία κι αυτό έχει ενδιαφέρον λόγω του timing. Αν αυτή η ταινία είχε βγει πέρσι, όπου το Διαγωνιστικό των Καννών ήταν γεμάτο με σκηνοθέτες που προσπαθούν να τη φέρουν στον εαυτό τους, παλεύοντας μέσα στα όρια του προσωπικού τους ύφους, θα ταίριαζε εκεί τέλεια. Αντ’αυτού, φέτος έπεσε πάνω στη χρονιά επαναπροσδιορισμού του Φεστιβάλ, οπότε δεν είχε θέση εκεί- παραμένει βέβαια μια θαρραλέα απόφαση, γιατί πρόκειται σε κάθε περίπτωση για εντυπωσιακό σινεμά από πολυβραβευμένο σκηνοθέτη-ανακάλυψη των ίδιων των Καννών.
Τα λέω όλα αυτά γιατί μπορεί μεν να είναι παραείναι κάπως εσωτερική γνώση του φεστιβαλικού σύμπαντος, όμως συνοψίζει κάπως ιδανικά και την αντίφαση της όλης ύπαρξης του φιλμ. Το οποίο από τη μία αποτελεί ένα κινηματογραφικό κατόρθωμα, με τον Nemes να κολλάει την κάμερα πάνω στην ηρωίδα του καθώς αυτή κυκλοφορεί πεισματικά σε ένα λαβύρινθο του οποίου τη μεγαλύτερη εικόνα αδυνατούμε να δούμε (καθώς το κάδρο εστιάζει επίμονα και ασφυκτικά πάνω σε αυτήν και μόνο αυτήν), με ένα νέφος να καταπνίγει κάθε υποψία περιβάλλοντος καθώς παντός φύσεως χαρακτήρες, εχθρικοί και μη, να περιστρέφονται γύρω από την Írisz σαν πλανήτες, σαν μια επαναλαμβανόμενη απειλή που βρίσκεται μονίμως ένα βήμα πιο κοντά. Από την άλλη, βρίσκει τον νεαρό σκηνοθέτη να επιστρέφει σε ένα πανομοιότυπο στυλ με το breakout ντεμπούτο του, τον ‘Γιο του Σαούλ’, όπου το ασφυκτικό καδράρισμα, αφήνοντας εκτός οθόνης κάθε ουσιαστικό πλαίσιο ανάγνωσης της ιστορίας (και της Ιστορίας) αποδραματικοποιούσε τα τεκταινόμενα σε επίπεδο μονοδιάστατου shoot’em’up.
Με έναν περίεργο τρόπο η τεχνική ταιριάζει περισσότερο στην ιστορία που θέλει να πει το ‘Sunset’, έστω κι αν για να συμβεί αυτό θα πρέπει κανείς να θεωρήσει πως το φιλμ εξελίσσεται σε μια ονειρική εκδοχή των ρεαλιστικών καταστάσεων που αποτυπώνει. (Η ταινία είναι πρακτικά αποκομμένη από κάθε γήινη αίσθηση χρόνου, χώρου και κάθε είδους περιορισμών.) Εδώ, ένα μάτσο φαινομενικά απομονωμένων γεγονότων μέσα στην, αχμ, ομιχλώδη πολιτικοικωνική συνθήκη της Ευρώπης των 1910s, συνθέτουν μια προπολεμική εικόνα, μιας ηπείρου έτοιμης να παραδοθεί στα χειρότερα ανθρώπινα ένστικτα τη στιγμή που οι πάντες θεωρούσαν πως βίωναν μια λαμπρή περίοδο συνταρακτικής άνθισης. Το πρώτο μου ένστικτο ήταν να απορρίψω την ταινία ως ξεπατικωσούρα του επιτυχημένου ντεμπούτου του Nemes (του οποίου όπως προκύπτει κι από τις παραπάνω παραγράφου δεν είμαι καθόλου φαν), όμως ίσως τελικά και να εκπροσωπεί καλύτερα τις τεχνικές ιδέες του σκηνοθέτη.
Μια σκηνή που μου έμεινε στο μυαλό: Η ηρωίδα βρίσκεται ξαφνικά στο μέσο μιας εξέγερσης όπου γίνεται μάρτυρας βίαιων συγκρούσεων με διαρκή κίνδυνο για την ίδια. Όλη η οπτική γλώσσα της ταινίας σε μια σεκάνς.
Πώς θα τη δούμε; Σε διανομή από την Tanweer.
Πηγή: PopCode
*Κάθε πρωί ως τις 8 Σεπτεμβρίου μπορείτε να συντονίζεστε στο PopCode για ομοίως αποκλειστικό και καθηλωτικό #content από τη Βενετία όπου διεξάγεται το 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου.