Η Φόνισσα: Είδα την ελληνική ταινία της χρονιάς για την οποία όλοι μιλούν
- 8 ΝΟΕ 2023
Πώς μπορείς να μεταφέρεις με επιτυχία στην μεγάλη οθόνη, ένα από τα σημαντικότερα έργα της ελληνικής λογοτεχνίας και μάλιστα στο σκηνοθετικό σου ντεμπούτο; Η σκηνογράφος και ενδυματολόγος Εύα Νάθενα το κατάφερε. Και πώς μπορείς όχι απλά να υποδυθείς έναν από τους πιο πολύπλοκους και αμφιλεγόμενους χαρακτήρες, αλλά πρακτικά να γίνεις Η Φόνισσα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση; Μια καθηλωτική Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, επίσης το κατάφερε. Το αποτέλεσμα; Μια από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες των τελευταίων ετών.
Η επίσημη πρεμιέρα της πολυαναμενόμενης Φόνισσας της Εύας Νάθενα, πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Δευτέρας 6 Νοεμβρίου, στα πλαίσια του 64ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Στην κατάμεστη κινηματογραφική αίθουσα Τζον Κασσαβέτης στο Λιμάνι της πόλης οι θεατές, η δημιουργός, η πρωταγωνίστρια και οι συντελεστές της ταινίας έγιναν όλοι ένα, με έναν τρόπο μαγικό. Με έναν τρόπο που μόνο μια καλή ταινία μπορεί να καταφέρει.
Χαδούλα, Φραγκογιαννού και Φόνισσα
Η Φόνισσα δεν είναι μια «γυναικεία ταινία» και σε παρακαλώ πολύ μην την αντιμετωπίσεις ως τέτοια. Θα την υποτιμήσεις άδικα. Πρόκειται για μία, πάνω από όλα, ανθρώπινη ταινία, η οποία εξερευνά το ιστορικό και κοινωνικό υπόβαθρο που δημιούργησε μια ηρωίδα σαν τη Φόνισσα. Αλλά όχι μόνο. Το διαγενεακό τραύμα είναι παντού εκεί από τις πρώτες κιόλας σκηνές της ταινίας. Η κακοποίηση των γυναικών, σωματική και λεκτική περνά από γενιά σε γενιά σαν μαινόμενη πυρκαγιά και καταστρέφει ανθρώπους: Γυναίκες, άνδρες και παιδιά.
Βρισκόμαστε σε ένα δυστοπικό νησί της Ελλάδας στις αρχές του 20ού αιώνα. Η Χαδούλα, χήρα Ιωάννου Φράγκου είναι μια γυναίκα που έχει μάθει να επιβιώνει στην ανδροκρατούμενη, πατριαρχική κοινωνία υπηρετώντας το ρόλο που της κληροδότησε η μητέρα της. Μια σκυτάλη δύσκολη, που διαιωνίζει την υποτίμηση και την κατώτερη μοίρα της γυναίκας. Η Χαδούλα επαναστατεί μέσα της και αυτό δεν θα αργήσει να συμβεί και προς τα έξω. Τα μικρά κορίτσια του νησιού γίνονται θύματά της.
Αφαιρώντας τους τη ζωή, η ίδια νιώθει ότι τα απαλλάσσει από το κοινωνικό φορτίο που η ύπαρξή τους επιφέρει. Οι πράξεις της κάποια στιγμή αυτονομούνται και τη φέρνουν αντιμέτωπη με τον νόμο. Εγκαταλείπει το σπίτι της και βρίσκει καταφύγιο στη φύση. Όμως, όσο και αν η ηθική της τής υπαγορεύει ότι έπραξε σωστά, στην πραγματικότητα το χρόνιο τραύμα της την ακολουθεί παντού.
Η Εύα Νάθενα στο πρώτο της σκηνοθετικό εγχείρημα έμεινε πιστή στο χρονικό και ιστορικό πλαίσιο του Παπαδιαμάντη και με την επιστημονική έρευνα της Μαρίας Τουγιανίδου, μας μετέφερε με το φακό της σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, προκειμένου να καταλάβουμε τις κοινωνικές δομές και τη θέση της γυναίκας τότε. Δεν έμεινε όμως μόνο εκεί. Ο διαχρονικός χαρακτήρας της Φόνισσας, πάνω στον οποίο η σεναριογράφος της ταινίας Κατερίνα Μπέη, βάσισε την πένα της, ήταν έτσι κι αλλιώς αδύνατον να την εγκλωβίσει στο παρελθόν.
Η κλασική ιστορία της Χαδούλας έτσι, μεταφέρεται στο παρόν, επιχειρώντας να φέρει στο φως αλλά και να γιατρέψει το διαγενεαλογικό τραύμα που διέπει την ελληνική κοινωνία. Ένα τραύμα που ξεκινά με την καταδυναστευτική συνεξάρτηση στη σχέση μάνας-κόρης, τη θεσμοθετημένη προίκα, η οποία καταργήθηκε στην Ελλάδα μόλις το 1983 και κορυφώθηκε με εκατομμύρια βρεφοκτονίες και δολοφονίες κοριτσιών.
Το «βάρος» του κοριτσιού
Οι κόρες στην Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα αποτελούσαν «βάρος» για τις οικογένειές τους. Κυρίως λόγω του θεσμού της προίκας, από την οποία εξαρτιόταν και η «αξία» της νύφης. Η έλλειψη ανδρών λόγω της μαζικής μετανάστευσης της εποχής, έκανε την επιθυμία απόκτησης γιων ακόμα πιο έντονη. Όλες αυτές οι πατριαρχικές παραδόσεις και πρακτικές συνέβαλαν σημαντικά στην υποδεέστερη θέση των κοριτσιών.
Η ζοφερή εικόνα της μοίρας των γυναικών στην Ελλάδα περιγράφεται από τον Παπαδιαμάντη στη Φόνισσα, όπου η κεντρική ηρωίδα σκοτώνει τέσσερα θηλυκά βρέφη για να τα απαλλάξει από τα δεινά που θα τους έφερνε η ζωή. Μπορεί η ιστορία της Φόνισσας, που διαδραματίζεται στη Σκιάθο, να είναι προϊόν μυθοπλασίας, ωστόσο το 1836 οι κάτοικοι της γειτονικής Σκοπέλου, αποφάσισαν να καταργήσουν τον θεσμό της προίκας, καθώς ήταν υπεύθυνη για πολλές βρεφοκτονίες κοριτσιών.
Το μεγάλο στοίχημα με την κινηματογραφική Φόνισσα
Το κλασικό αριστούργημα του Παπαδιαμάντη, αξιοποιήθηκε από την Εύα Νάθενα με σεβασμό, αλλά και με άρτια σκηνοθετική ματιά για να καταλάβουμε έναν τόσο πολυεπίπεδο χαρακτήρα. Η φωτογραφία του Παναγιώτη Βασιλάκη, το μοντάζ της Αγγέλας Δεσποτίδου, το μακιγιάζ της Εύης Ζαφειροπούλου και η μουσική του Δημήτρη Παπαδημητρίου, υπηρετούν πιστά αλλά σχεδόν αθόρυβα, το καλλιτεχνικό όραμα της Νάθενα. Καταλύτης στο στοίχημα της κινηματογραφικής μεταφοράς της Φόνισσας, το εντυπωσιακό cast της ταινίας με μια φλεγόμενη Καραμπέτη, να παίζει τον κινηματογραφικό ρόλο της ζωής της.
Το μεγάλο στοίχημα το οποίο όμως σίγουρα μπορεί να θεωρηθεί κερδισμένο είναι η βαθιά ματιά της Νάθενα στην ψυχή της τραγικής ηρωίδας του Παπαδιαμάντη. Η ταινία αυτή, δεν επιχειρεί μια ποινική ή εγκληματολογική προσέγγιση. Αντίθετα εισχωρεί στο ελληνικό DNA και φέρνει σε πρώτο πλάνο το προσωπικό και συλλογικό τραύμα της κοινωνίας μας.
Η κακοποιημένη και απαξιωμένη Χαδούλα του Παπαδιαμάντη, γίνεται μια αποτρόπαια Φόνισσα, που ωστόσο, όπως η ίδια ομολογεί: «μόνο καλό θέλησε να κάνει». Η Φραγκογιαννού, είναι η κόρη, η μάνα, η γιαγιά, η μαία του χωριού. Μια γυναίκα με ενεργό ρόλο στην κοινωνία της. Μια γυναίκα η οποία έρχεται αντιμέτωπη με τους προσωπικούς της δαίμονες, που τελικά τη διαλύουν.
Δικαιολογεί τις εγκληματικές της πράξεις η προσωπική της κακοποίηση και τα δικά της βιώματα; Η Νάθενα, επιλέγει να στρέψει τον φακό της με χειρουργική ακρίβεια στον αέναο κύκλο της βίας και μας καλεί να δούμε τον καθρέφτη μας, αντιμετωπίζοντας τη λυτρωτική αλήθεια. Όλοι μας, έστω και χωρίς να το συνειδητοποιούμε, είμαστε κρίκοι σε μια τεράστια αλυσίδα τραυματικών βιωμάτων. Η πραγματική πρόκληση ωστόσο, είναι πώς επιλέγουμε να διαχειριστούμε αυτή την κυτταρική μνήμη και ποιο ρόλο επιλέγουμε τελικά να έχουμε στην ίδια μας τη ζωή και απέναντι στους ανθρώπους.
Η ταινία Φόνισσα έρχεται την 1η Δεκεμβρίου στους κινηματογράφους από την Τanweer.