ΘΕΑΤΡΟ

Πήγα στις φυλακές Κορυδαλλού για να δω θεατρική παράσταση από τους κρατούμενους

Την αμέτρητη συμφορά τους να φωνάξουν παντού, ήθελαν οι Πέρσες του Αισχύλου μετά την ήττα του Ξέρξη στον πόλεμο. Ο κάποτε δαφνοφορεμένος βασιλιάς, επιστρέφει ηττημένος, ανήσυχος για την καταδίκη, τη χλεύη και το περιθώριο που του φύλαξε ο λαός του μετά την πανωλεθρία του.

Μια πολύ ζεστή Πέμπτη του Ιούλη, δηλώσαμε ποιοι είμαστε στην είσοδο των φυλακών Κορυδαλλού και αφήσαμε κινητά και ταυτότητες στον έξω κόσμο. Οι σιδερένιες πόρτες και οι φύλακες μάς καλωσόριζαν – κάπως παράδοξα – στον κόσμο του σωφρονισμού, σε έναν πολύ όμορφο κήπο που θα γινόταν για τις επόμενες ώρες το πάλκο των κρατούμενων που συμμετείχαν στο θεατρικό εργαστήρι του σωφρονιστικού καταστήματος Κορυδαλλού 1.

Σκηνικά και κοστούμια – ευγενική χορηγία του Εθνικού Θεάτρου και του θεάτρου Μπέλλος το οποίο έχει αναλάβει πλέον η ομάδα The young quill της Αικατερίνης Παπαγεωργίου που συν-σκηνοθετεί με τον Στρατή Πανούριο και τους Πέρσες στον Κορυδαλλό, στήνονται στον χώρο. Οι κρατούμενοι – ηθοποιοί, εκτελούν χρέη παραγωγής. Στήνουν τις περίπου 200 πλαστικές καρέκλες πάνω στο γκαζόν και προσέχουν τις τελευταίες λεπτομέρειες. Από τα ηχεία ακούω «το ξες πως είναι κερδισμένος τελικά, όποιος χαμογελάει μπροστά στην καρμανιόλα» και το μυαλό μου κολλάει και πάλι στην αντίφαση. Αριστερά μου, ο κορυφαίος του χορού, λέει τα λόγια του σε έναν άλλον κρατούμενο. Το κάνει με σθένος και βροντερή φωνή – τα κεφάλια γυρνούν κι εκείνος κλείνει τις τζαμένιες πόρτες για να αποκρούσει την προσοχή που άθελά του έχει τραβήξει με την πρόβα του.

Από τα 1800 άτομα που βρίσκονται στις φυλακές Κορυδαλλού, τα 26 συμμετέχουν στη θεατρική ομάδα. «Συμμετείχα σε όλες τις δράσεις, έχω πάρει όλα τα χαρτιά για ελαφρυντικά, αλλά δεν μου αναγνωρίστηκε τίποτα. Συνέχισα το θέατρο γιατί μου άρεσε», λέει ο Κώστας που κρατάει τον ρόλο του Δαρείου. «Όσοι ήρθαν στην ομάδα μπορεί και να μην γνωρίζονταν καν μεταξύ τους. Αυτό τους έκανε να έχουν πάρα πολλές άμυνες ο ένας απέναντι στον άλλον. Δεν σηκώνονταν εύκολα. Δεν ανοίγονταν εύκολα, δεν μπορούσαν να εκτεθούν εύκολα, δεν τους ενδιέφερε εύκολα. Με πολλή συζήτηση και προσπάθεια ενεργοποιήθηκαν, κοινωνικοποιήθηκαν και εμπιστεύτηκαν ο ένας τον άλλον. Πλέον τους αφορά πάρα πολύ και έρχονται χαρούμενοι», μου λέει η Αικατερίνη Παπαγεωργίου. «Το πρώτο πράγμα που παρατήρησα ξεκινώντας να δουλεύω εδώ, ήταν ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν κατάθλιψη. Εννοώ σε βαθμό κλινικό, όχι μια θλίψη, μια μελαγχολία. Αυτή ήταν η αίσθηση που μου δινόταν. Τώρα έρχονται στην ομάδα για να κάνουμε πρόβα πάρα πολύ ενεργοποιημένοι και πάρα πολύ χαρούμενοι. Είναι ζωτικής σημασίας έτσι όπως έχει εξελιχθεί το πράγμα γι’ αυτούς», συνεχίζει.

Η Αικατερίνη συνεργάζεται με το θεατρικό εργαστήρι του σωφρονιστικού καταστήματος Κορυδαλλού από τον Μάρτιο. Ένας πρώην κρατούμενος που ήταν έξω με αναστολή, είχε δει μια παράσταση που είχε σκηνοθετήσει η ίδια και της πρότεινε να την παίξουν και για τον πληθυσμό εντός του σωφρονιστικού καταστήματος. Έτσι ήρθε και η γνωριμία και η πρόταση από την κοινωνιολόγο των φυλακών, Γιολάντα Κωνσταντινίδου, για να συνεργαστεί με τον Στρατή Πανούριο, σκηνοθέτη και εμψυχωτή της θεατρικής ομάδας του Κορυδαλλού από το 2016,  στους Πέρσες.

Τη ρωτάω για το πώς ήταν να δουλεύει με ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί. Τι σκέψεις περνούσαν από το μυαλό της: «Κάπως είχα πει μέσα μου πως ό,τι κι αν είναι οι άνθρωποι αυτοί, είναι άνθρωποι. Είναι σε μια πολύ δύσκολη συνθήκη. Χωρίς να θέλω να εξωραΐσω ούτε τη βία ούτε το έγκλημα, προσπαθώ να σκεφτώ ότι για να οδηγήθηκαν σε αυτές τις πράξεις, κάτι στερήθηκαν, κάτι δεν έμαθαν τη στιγμή που θα έπρεπε να το μάθουν. Δεν υπήρξε κανείς που να είπε στα καλά καθούμενα “Ας πάω να γίνω παραβατικός”. Προσπάθησα να το δω λίγο πιο κοινωνιολογικά και από ανθρωπολογικό πρίσμα.»

«Κανείς οδηγείται στο έγκλημα γιατί κάτι δεν μαθαίνει, κάτι στερείται και όχι γιατί γεννιέται έτσι.»

«Και υπό αυτό το πλαίσιο και στο πλαίσιο του σωφρονισμού, αυτό που δεν έχει μάθει, αυτό που στερήθηκε είναι τώρα η στιγμή να το αντιληφθεί που σημαίνει να μπορέσει ν’ αλλάξει, να βγει και να μην ξαναγυρίσει. Γιατί αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα: η πόρτα της φυλακής είναι κυκλική. Από τη μια μπαίνεις, από την άλλη βγαίνεις. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το πώς λειτουργεί το σωφρονιστικό σύστημα. Έχει να κάνει και με το ότι οι άνθρωποι αυτοί βγαίνουν έξω πολύ στιγματισμένοι, πολύ περιθωριοποιημένοι. Είναι πάρα πολύ δύσκολο το κομμάτι της επανένταξης.»

Η επιλογή του έργου

«Η επιλογή του έργου έγινε από την κοινωνιολόγο, τη Γιολάντα Κωνσταντινίδου και τον Στρατή Πανούργιο, θεωρώντας ότι οι Πέρσες έχουν θεματικές με τις οποίες εύκολα οι άνθρωποι από το σωφρονιστικό κατάστημα θα μπορούσαν να ταυτιστούν. Δηλαδή το κομμάτι της ήττας, της αναμονής, της απώλειας των αγαπημένων προσώπων, της επιστροφής του Ξέρξη, του ηττημένου πλέον Ξέρξη σε μια κοινωνία που ενδεχομένως να τον καταδικάσει, να τον περιθωριοποιήσει γιατί εξαιτίας του έχασαν τη μάχη και χάθηκε ας πούμε τόσο μεγάλο μερίδιο του στρατού τους.

Θεώρησαν – και το πιστεύω και εγώ – ότι θα δημιουργούσαν αναλογίες που ταυτίζονται με τη ζωή και τα άγχη των κρατουμένων σε σχέση με αυτά που περιγράφονται στο κείμενο. Οπότε έγινε με αυτό το κριτήριο και γενικά όλη η δουλειά έγινε με γνώμονα το κατά πόσο αυτό που δραματουργικά περιγράφεται ως ένα κείμενο μπορεί να μετατοπιστεί ή να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να έχει μια άμεση σύνδεση και σχέση με τη ζωή των ανθρώπων εντός του σωφρονιστικού καταστήματος», λέει η Αικατερίνη και λίγη ώρα μετά μού γίνεται ξεκάθαρο ότι το μήνυμα πέρασε στην άλλη πλευρά του τοίχου:

«Όπως ο Ξέρξης, έτσι κι εμείς είχαμε αυτή την αλαζονεία έξω. Ζούσαμε σαν βασιλιάδες κάποτε και θέλαμε κι άλλα. Τότε ήρθε η καταστροφή», παραδέχεται ο Κώστας, ενώ τακτοποιεί τη στολή του Δαρείου.

Ο Γρηγόρης έχει εκτίσει τα 7 χρόνια της ποινής του και λίγες μέρες πριν αποφυλακιστεί, ετοιμάζεται να κάνει το θεατρικό του ντεμπούτο εντός των φυλακών, ως ο κορυφαίος του χορού των Περσών. Δεν θέλει να μιλήσει πολύ: «Δεν έχω καταλάβει ακόμα τι κέρδισα αυτούς τους μήνες που ασχολούμαστε. Ε, μια απελευθέρωση. Ήρθαμε κοντά διαφορετικοί άνθρωποι, διαφορετικές κουλτούρες, συνδεθήκαμε. Δεν το ‘χω εγώ με αυτά. Έχω και πολλά λόγια. Δεν θέλω να τα ξεχάσω. Γιατί μπήκα στη θεατρική ομάδα; Ε, άκουσα πανηγύρι και ήρθα», μας λέει κυνικά κλείνοντας και πάλι τις πόρτες του στην προσοχή που είχε τραβήξει.

Η αλήθεια είναι αρκετά μακριά από τα λόγια του Γρηγόρη. Στην πραγματικότητα, δεν είναι πολλοί αυτοί που παίρνουν το θέατρο πια σαν πλάκα: «Στην αρχή έκαναν όλοι χαβαλέ και μιλούσαν μεταξύ τους. Τώρα αν κάποιος την ώρα της πρόβας πάει να μιλήσει να πει κάτι άσχετο, υπάρχουν και μερικοί που κάνουν παρατηρήσεις του τύπου “Εμείς εδώ κάνουμε πρόβα, εσύ γιατί μας το χαλάς;”», λέει η Αικατερίνη. «Είναι φοβερή η μετατόπιση και είναι και πολύ ελπιδοφόρο. Βλέπει κανείς από πολύ κοντά ότι ο άνθρωπος αλλάζει, βελτιώνεται, εξελίσσεται και για κάποιον που ασχολείται με το θέατρο είναι πολύ σημαντικό γιατί βλέπει ότι μπορεί πολύ εύκολα να γίνει αρωγός για κάτι πολύ σύνθετο, αλλά πολύ εποικοδομητικό. Μου είπαν ότι θα τους δω και θα είμαι περήφανη γι’ αυτούς. Είναι πολύ σίγουροι για το αποτέλεσμα.»

Όλα ξεκινούν από μια πλάκα, ένα χαρτί για ελαφρυντικό, μια ανάγκη για διαφυγή, λίγη ελπίδα απ’ έξω. «Έπιασα τον εαυτό μου να πλησιάζω τα λόγια μου στην οθόνη της τηλεόρασης, ώστε να μπορώ να μελετήσω χωρίς να ενοχλώ τον συγκρατούμενο που κοιμόταν», παραδέχεται ο Κώστας, ο οποίος αυτούς τους μήνες λέει πως έχει διαβάσει περισσότερο απ’ όσο όλη του τη ζωή. Όταν ήρθε η ώρα για την εμφάνισή του, τον μονόλογο του Δαρείου που εξιστορεί τα δεινά που φέρνει η έπαρση, ένας guest star έκλεψε την παράσταση. Ήταν η στιγμή που ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, Κωνσταντίνος Κατσαφάδος, αποφάσισε να αποχωρήσει από την παράσταση. Καρπούς πολυδάκρυτους θερίζει η έπαρση, σύμφωνα με τον Δαρείο, σε αυτό το σπουδαία αλληγορικό σημείο του κειμένου που στάθηκε ιδανικό στην εν λόγω συνθήκη.

Παίρνω χρόνο και κοιτάζω γύρω μου λίγα λεπτά πριν ξεκινήσει η παράσταση: ο τοίχος στο προαύλιο έχει δώσει το γκρίζο χρώμα του σε μια θάλασσα και το χρώμα του ουρανού στο ηλιοβασίλεμα. Μια εικόνα που ξεπροβάλλει μέσα από τα ζωγραφιστά, τσιμεντένια θραύσματα του τοίχου. Ψηλότερα, μπούκλες από συρματόπλεγμα μπλέκονται και σχηματίζουν την υπενθύμιση των ορίων. Πίσω τους, φύλακες κάνουν την ίδια, ατέρμονη βόλτα, ξανά και ξανά επιβλέποντας την τάξη. Αφήνω το κεφάλι μου να ξαπλώσει τελείως στον λαιμό μου και κοιτάζω τον ουρανό λίγο πριν βραδιάσει. «Δεν έχω άγχος γιατί δεν το σκέφτομαι. Και την ώρα της παράστασης πάλι δεν θα το σκέφτομαι, δεν θα σας κοιτάζω. Θα κοιτάζω το φεγγάρι», έλεγε ο Γρηγόρης λίγη ώρα πριν. Μιλούσε για το ίδιο φεγγάρι που βλέπω κι εγώ τώρα. Αυτό που φωτίζει πιο καθαρά από ποτέ τις ομοιότητές μας, τη θέλησή μας για ζωή, το κοινό μας δικαίωμα στο λάθος και τις δεύτερες ευκαιρίες.

Συντελεστές:

Σκηνοθεσία: Αικατερίνη Παπαγεωργίου, Στρατής Πανούριος

Σκηνική και Ενδυματολογική επιμέλεια: Διονύσης Ξαξίρης

Μουσική επιμέλεια: Έφη Λεωνίδα

Συντονίστρια θεατρικού εργαστηρίου: Γιολάντα Κωνσταντινίδου

Φωτογράφοι: Σπύρος Πώρος και Ανδρέας Σχοινάς

Συμμετείχαν οι ηθοποιοί: Ινώ Μενεγάκη και Γιώργος Πατεράκης