ΠΑΙΔΙ

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού: Τα σημάδια, οι επιπτώσεις στην υγεία του και όσα μπορείς να του μάθεις για να το προστατέψεις

Unsplash

Με τον όρο «σεξουαλική κακοποίηση παιδιού» εννοούμε όλες τις ολοκληρωμένες ή όχι σεξουαλικές σχέσεις (ασελγείς πράξεις, θωπείες, στοματική επαφή, παρά φύσει ασέλγεια, σεξουαλική επαφή, αυνανισμός, διείσδυση αντικεμένων, αιμομιξία), με ή χωρίς άλλη φυσική ή σωματική βία, που λαμβάνει χώρα ανάμεσα σε ένα παιδί και κάποιον ενήλικο. Ο λόγος που αυτές οι συμπεριφορές είναι κακοποιητικές είναι ότι εισάγουν την ενήλικη σεξουαλικότητα σε άτομα που δεν είναι έτοιμα σωματικά και ψυχικά να ανταποκριθούν λόγω του νεαρού της ηλικίας τους και κατ’ επέκταση να δώσουν τη συγκατάθεσή τους.

Οι περισσότερες έρευνες συμφωνούν ότι στο 75-85% οι δράστες είναι γνωστοί από το οικογενειακό, φιλικό ή κοινωνικό περιβάλλον του παιδιού. Όταν η σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού είναι ενδοοικογενειακή, η οικογένεια προσπαθεί να το κρατήσει μυστικό για λόγους που σχετίζονται με την κοινωνική κατακραυγή. Με τον τρόπο αυτό παρατείνεται η άρνηση του προβλήματος με όλες τις συνέπειες για το παιδί. Έτσι, ο αριθμός των περιπτώσεων που φτάνει σε καταγγελίες ή δικαστικές αίθουσες είναι πολύ μικρότερος των πραγματικών.

Η σεξουαλική κακοποίηση που συμβαίνει από κάποιον γονέα συνήθως συντελείται στο «όνομα της αγάπης» που έχει το παιδί για τον ενήλικο που το κακοποιεί, δηλ. ο ενήλικος που κακοποιεί σεξουαλικά προωθεί τις πράξεις του εκμεταλλευόμενος την αγάπη του παιδιού προς το πρόσωπό του ή τη θέση εξουσίας που κατέχει στη ζωή του, ενώ παράλληλα διαστρεβλώνει τις σχέσεις γονέα και παιδιού. Επίσης, στις περιπτώσεις που ο θύτης είναι άνθρωπος του ευρύτερου περιβάλλοντος του παιδιού η κακοποίηση ενισχύεται και από την αυθεντία του ενήλικα ή από τον φόβο που προκαλείται στο παιδί.

Σεξουαλική κακοποίηση παιδιού και οι επιπτώσεις στην υγεία του

Η σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού έχει σοβαρές επιπτώσεις σε κάθε τομέα της ζωής του. Το παιδί βιώνει συναισθήματα ενοχής, ντροπής, άγχους, φόβου, θυμού, επιθετικότητας, παραίτησης και απόσυρσης από το περιβάλλον. Ακόμη, μπορεί να αναπτύξει καταθλιπτική συμπτωματολογία που περιλαμβάνει συναισθηματικά ξεσπάσματα, απελπισία, διαταραχές ύπνου, όπως αϋπνίες, εφιάλτες, νυχτερινούς τρόμους ή και διαταραχές διατροφής όπως ανορεξία, βουλιμία, ενώ μπορεί να εμφανίσει και διάφορες φοβίες. Επιπλέον αντιδράσεις του σεξουαλικά κακοποιημένου παιδιού μπορεί να είναι η διαταραχή μετατραυματικού στρες, οι αγχώδεις διαταραχές, η σωματοποίηση, οι αυτοκτονικές σκέψεις, η παραβατικότητα, οι τάσεις φυγής, οι αυτοκαταστροφικές τάσεις που εκδηλώνονται ποικιλοτρόπως, όπως με κατάχρηση αλκοόλ ή ουσιών ή η ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά.

Ακόμη, υπάρχουν και οι μακροπρόθεσμες σοβαρές επιπτώσεις από τη σεξουαλική κακοποίηση στην παιδική ηλικία. Το παιδί βιώνει συναισθήματα απαξίωσης και χαμηλή αυτοπεποίθηση, αξεπέραστα προβλήματα εμπιστοσύνης προς τους άλλους ανθρώπους, αδυνατεί να συνάψει υγιείς ερωτικές σχέσεις στο μέλλον, δυσκολεύεται να αναπτύξει στενές διαπροσωπικές σχέσεις και εμφανίζει σημαντικές συναισθηματικές δυσκολίες και στην αλληλεπίδραση με τα δικά του παιδιά.

Οι συνέπειες αυτές είναι πιο εμφανείς και συχνές όταν η κακοποίηση συμβαίνει εντός της οικογένειας, διότι το παιδί χρησιμοποιείται, γίνεται συνένοχο στην αιμομιξία εφ’ όσον σιωπά και φυσικά χάνει κάθε εμπιστοσύνη στον γονέα που το κακοποιεί αλλά και στον άλλον γονέα που είναι συνένοχος εφ’ όσον γνωρίζει συχνά και εκείνος ή υποψιάζεται αλλά δεν καταγγέλλει ή αποκαλύπτει ή παίρνει τα κατάλληλα μέτρα προστασίας του ανηλίκου που κακοποιείται.

Προφανώς, το παιδί δεν είναι σε θέση να αναλάβει το ίδιο την καταγγελία ή την αποκάλυψη της κακοποίησης λόγω της άγνοιάς του, της ηλικίας και της αδυναμίας του να τα βγάλει πέρα μόνο του σε μία τέτοια κατάσταση, αλλά και λόγω της πίεσης που ασκείται από την οικογένεια και τον φόβο να τιμωρηθεί ο δράστης συγγενής του με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δηλαδή το παιδί μπορεί να τραυματίζεται συστηματικά σωματικά και ψυχικά αλλά νιώθει ανάμεικτα συναισθήματα αν ο θύτης είναι κάποιος από τους γονείς ή ένας στενός συγγενής όπως ο παππούς ή ο θείος: δεν ξέρει ούτε το ίδιο τι να κάνει και αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο να τιμωρηθεί ο ενήλικος γονέας ή συγγενής ή να σωπάσει για πάντα υπό τον φόβο των αποκαλύψεων ή του δράστη.

σεξουαλική κακοποίηση παιδί

Στις μακροχρόνιες συνέπειες της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης εντάσσεται και η τάση των παιδιών αυτών να συνάπτουν κακοποιητικές σχέσεις και σαν ενήλικες. Πολλά σεξουαλικά κακοποιημένα παιδιά είναι θύματα κακοποίησης και στην ενήλικη ζωή τους. Έχει βρεθεί ότι το ένα τρίτο των γυναικών που βιάζονται επανειλημμένα στην ενήλικη ζωή ήταν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης σαν παιδιά.

Τα σημάδια ότι ένα παιδί μπορεί να έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά

Σημάδια που πρέπει να μας ανησυχήσουν για το ότι το παιδί ενδέχεται να είναι θύμα σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης είναι:

  • σημαντικές αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού
  • ανάπτυξη φοβίας για συγκεκριμένα μέρη ή πρόσωπα
  • άρνηση του παιδιού να πάει σε δραστηριότητες που μέχρι πρότινος το ευχαριστούσαν
  • ξαφνικοί εφιάλτες ή νυχτερινοί τρόμοι ή φοβία για το σκοτάδι ή να μείνει μόνο του
  • ξαφνική μειωμένη σχολική επίδοση
  • παλινδρόμηση σε προηγούμενα αναπτυξιακά στάδια, πχ ζητά να κοιμηθεί μαζί μας το βράδυ ή εμφανίζει απώλειες ούρων
  • ξαφνική έντονη ενασχόληση και ενδιαφέρον ερωτικού περιεχομένου που δεν συνάδει με την ηλικία του ή ζωγραφιές ερωτικού περιεχομένου ακατάλληλες προς την ηλικία του
  • ξαφνικές εκρήξεις θυμού, κλάματα ή αυτοκτονικές σκέψεις πχ «θα ήταν καλύτερα να πέθαινα»
  • άρνηση για τα ενδιαφέροντά του
  • ενδείξεις ότι κάτι κρύβει, κάποιον καλύπτει ή προστατεύει
  • αδικαιολόγητοι πόνοι ή πυρετοί ή αδιαθεσία που δεν συνοδεύονται από παθολογικά αίτια, πχ. χτύπησε ή έχει ίωση, ιδιαίτερα όταν αυτά εμφανίζονται όταν είναι να μεταβεί κάπου συγκεκριμένα ή «ανεβάζει ανεξήγητο πυρετό» μόνο όταν είναι να πάει κάπου συγκεκριμένα

Φυσικά όλα τα παραπάνω σημάδια δεν σημαίνουν οπωσδήποτε σεξουαλική κακοποίηση παιδιού, συνδυαστικά όμως είναι αρκετά για να βάλουν έναν γονιό σε υποψίες να διερευνήσει το περιστατικό ή να απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό να τον βοηθήσει εάν έχει αμφιβολίες.

Παιδική σεξουαλική κακοποίηση και πρόληψη: τα βήματα

Για τη σωστή πρόληψη της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν ότι το πρώτο βήμα είναι η σωστή σεξουαλική αγωγή και διαπαιδαγώγηση του παιδιού ήδη από μικρή ηλικία. Είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να είναι πλήρως ενημερωμένα για την ανατομία του σώματός τους, τη λειτουργία των αναπαραγωγικών οργάνων, καθώς και τη μορφή τους από την ηλικία των 6-7 ετών και πάνω. Επουδενί δεν πρέπει να θεωρήσουμε ότι κάτι τέτοιο θα τα ωθήσει προς σεξουαλικές αποκλίσεις ή ιδιαιτερότητες, αφού έτσι κι αλλιώς τα παιδιά από πολύ νωρίτερα εξερευνούν το σώμα τους και το ανακαλύπτουν.

Αν νιώθουμε ντροπή να τους μιλήσουμε για αυτά τα θέματα, μπορούμε να απευθυνθούμε στον παιδίατρο και να συζητήσουμε μαζί του ενώπιον του παιδιού τη φυσιολογία του σώματος. Δεν χρειάζεται να δώσουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στη σεξουαλικότητα, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν ενδιαφέρει το παιδί σε αυτή την ηλικία, αρκεί να του εξηγήσουμε την εικόνα του σώματός του και την ανατομική διαφορά των φύλων, χωρίς να χρωματίζουμε ιδιαίτερα τον λόγο ή το συναίσθημά μας.

Tα παιδιά θα πρέπει να είναι σε θέση να ονομάζουν το «πέος» όπως ονομάζουν το «χέρι», δηλ. δίνουμε τις πραγματικές ονομασίες όταν εξηγούμε στα παιδιά. Με αυτό τον τρόπο απενοχοποιούμε το σώμα τους και τους το κάνουμε πιο προσιτό, ενώ αντιλαμβάνονται κι εκείνα ότι δεν υπάρχει, προς το παρόν τουλάχιστον, κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτή την περιοχή. Kαλό είναι αυτές οι συζητήσεις να προκύπτουν φυσικά από την απλή περιέργεια των παιδιών, που έτσι κι αλλιώς λαμβάνει χώρα κατά κόρον σε αυτές της ηλικίες, δηλ. μην δίνουμε την εντύπωση ότι δίνουμε διάλεξη για κάτι που δεν αφορά το παιδί, θα πρέπει το ίδιο το παιδί να φέρει κάποια σχετική απορία ή παρατήρηση.

Είναι πολύ σημαντικό να απαντάμε ειλικρινώς στις απορίες του παιδιού και να επισημαίνουμε κάθε φορά ότι το σώμα τού του ανήκει, είναι δικαίωμά του να πει «όχι» ή «σταμάτα» κάθε φορά που νιώθει άβολα με οποιονδήποτε, τόσο όσο άγνωστος όσο και γνωστός ή συγγενής ή αγαπημένος είναι, ότι απαγορεύεται να το ακουμπούν ή να ακουμπά τον οποιονδήποτε εκεί που φοράμε εσώρουχο και το κυριότερο ότι κάποιος που το αγαπά δεν θα του ζητήσει ποτέ και σε καμιά περίπτωση να κρατήσει κάποιο μυστικό από τους δικούς του. Είμαστε απόλυτοι σε αυτό, δεν υπάρχουν καλά και κακά μυστικά σε αυτές τις ηλικίες. Όλα τα μυστικά που κάνουν το παιδί να νιώθει άβολα ή «περίεργα» είναι κακά μυστικά και πρέπει να αποκαλύπτονται στα άτομα εμπιστοσύνης του. Και βέβαια πάντα πρέπει να τονίζεται ότι ποτέ και σε καμία περίπτωση δεν ευθύνεται το παιδί και ότι κανένας δεν θα θυμώσει με το ίδιο εάν συμβεί το οτιδήποτε: πρέπει να λέγεται ότι την ευθύνη φέρει πάντα ο κάθε ενήλικος που παρενοχλεί.

Καθώς το παιδί μεγαλώνει και μπαίνει στην προεφηβεία, δηλ. από τα 8-9 έτη και πάνω, είναι η κατάλληλη στιγμή να εξηγήσουμε αναλυτικά την αναπαραγωγική διαδικασία και τι συμβαίνει στο σώμα, καθώς το παιδί θα μπει αργά ή γρήγορα στην εφηβεία (σε γενικές γραμμές από τα 11 και μετά τα κορίτσια έχουν την πρώτη περίοδο και από τα 12 και μετά τα αγόρια την πρώτη εκσπερμάτιση). Το παιδί θα πρέπει να είναι προετοιμασμένο για το τι πρόκειται να του συμβεί. Και εδώ, εάν νιώθουμε αμηχανία ή ντροπή, μπορούμε να ζητήσουμε τη συμβολή του παιδιάτρου ή κάποιου γιατρού που παρακολουθεί το παιδί και το παιδί τον εμπιστεύεται ώστε να συζητήσει τις όποιες απορίες του. Ακόμα πιο επιτακτική είναι εδώ η άμεση ανταπόκριση στις απορίες του παιδιού και η πλήρης επεξήγηση της ανατομίας του σώματος και της αναπαραγωγικής διαδικασίας, αλλά και εδώ προηγείται μία παρατήρηση, απορία ή δυσκολία του παιδιού, πχ το κορίτσι αναπτύσσει στήθος ή το αγόρι τριχοφυΐα. Δεν ξεκινάμε να εξηγούμε δυσνόητες ή περίπλοκες έννοιες για την ηλικία τους, αλλά περισσότερο απαντάμε στις απορίες τους και από εκεί ορμώμενοι επεξηγούμε σχετικά.

Στόχος είναι όταν το παιδί μπει στην εφηβεία και σωματικά, να είναι ήδη προετοιμασμένο ψυχολογικά για την αλλαγή του σώματος, της ψυχολογίας και της ανάπτυξής του γενικότερα, αλλά και για τις σχέσεις με το άλλο φύλο. Εξακολουθούμε να επισημαίνουμε και να τονίζουμε ό,τι και στην παιδική ηλικία, δηλ. ότι το σώμα τού του ανήκει, έχει δικαίωμα να πει «όχι» ή «σταμάτα» και όλα αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, προσθέτοντας επιπλέον την ανάγκη να μιλά ανοιχτά για οτιδήποτε συμβεί που το κάνει να νιώθει άβολα.

Συνήθως οι έφηβοι αισθάνονται μεγαλύτερη ντροπή και ενοχή σε περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης διότι μπορεί να έχει προηγηθεί κάποια ερωτική φαντασίωση και ο έφηβος να θεωρήσει ότι προκάλεσε π.χ. τον καθηγητή ή τον πατριό του. Τονίζουμε και επισημαίνουμε κάθε φορά και σε κάθε συζήτηση με τον έφηβο ότι δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να έχει προκαλέσει κανέναν ενήλικο να προβεί σε ασελγείς ή κακοποιητικές πράξεις και ότι κάτι τέτοιο βαραίνει αποκλειστικά τον ενήλικο, όσο κοντινός ή μακρινός και να είναι από το περιβάλλον του παιδιού.

Επίσης, είναι απολύτως απαραίτητο να τονίζεται από πολύ μικρή ηλικία η απαγόρευση της αιμομιξίας στα παιδιά, όπου δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα αδέλφια, επομένως σε περίπτωση ενδοοικογενειακής σεξουαλικής παρενόχλησης να γνωρίζουν ότι είναι λάθος. Είτε ο θύτης είναι γνωστός, είτε άγνωστος, πρέπει να έχουμε εφιστήσει την προσοχή στα παιδιά να μην εμπιστεύονται το σώμα τους σε κανέναν αναρμόδιο. Θα πρέπει, λοιπόν, κάθε φορά και σε κάθε περίπτωση να εξηγούμε από πριν τη συνθήκη που θα βιώσουν με κάθε ενήλικα που τα αναλαμβάνει π.χ. να εξηγούμε στο παιδί ακριβώς «τώρα θα μείνεις με τον θείο με τον οποίο θα παίξεις, θα πας βόλτα, θα φας κλπ. και αν θες να πας στην τουαλέτα ο θείος θα πάρει χαρτί και θα σε σκουπίσει μόνο εκεί που έκανες κακά και θα σε βοηθήσει να ανεβάσεις τα ρούχα σου επειδή δεν μπορείς και δεν επιτρέπεται να σε πιάσει πουθενά αλλού ή με άλλο τρόπο», ή πχ «θα μπεις στον γιατρό να σε εξετάσει και δεν επιτρέπεται να μπω μέσα, όμως ο γιατρός είναι οδοντίατρος και θα σου ζητήσει μόνο να ανοίξεις το στόμα σου ή να φτύσεις – δαγκώσεις και τίποτα άλλο» ή πχ «ο δάσκαλος των Αγγλικών είναι μόνο για το μάθημα, δεν επιτρέπεται να σε βοηθήσει στην τουαλέτα ή στο φαγητό».

Τέλος, φυσικά πρέπει να εξηγήσουμε στο παιδί τι να κάνει αν νιώσει απειλή. Είναι καλό να του μάθουμε πως πρέπει να φωνάξει όσο περισσότερο μπορεί, αλλά να του εξηγήσουμε πως αν δεν μπορέσει δεν φταίει, καθώς όλοι παγώνουμε από τον φόβο μας καμιά φορά. Είναι επίσης σημαντικό να του εξηγήσουμε πως θα πρέπει να προσπαθήσει να απομακρυνθεί ή να φύγει, και αν δεν μπορέσει πάλι δεν πειράζει, αρκεί να μιλήσει σε εμάς για ό,τι συνέβη. Αν το περιστατικό συμβεί σε δημόσιο χώρο το καλύτερο είναι να τρέξει για βοήθεια σε κάποιον μπαμπά ή μαμά, που συνοδεύει κάποιο άλλο παιδί.

*Ευχαριστούμε τη Μαρία Κωνσταντοπούλου

Ψυχολόγο – Σύμβουλο – Ψυχοθεραπεύτρια

Επικοινωνία: 2109885970, 6946567674, konstantopouloum@yahoo.com

Exit mobile version