Αυτό το Τανγκό στο Παρίσι επιβάλλεται να είναι και το τελευταίο
- 5 ΔΕΚ 2016
Σε λένε Maria, είσαι 19 ετών, μεγαλώνεις σε μια πόλη στα γαλλογερμανικά σύνορα, η μάνα σου είναι Ρουμάνα και ο πατέρας σου ένας Γάλλος ηθοποιός που δεν σε αναγνώρισε ποτέ ως παιδί του. Ζήτημα να τον είχες δει τρεις φορές όσο ζούσες. Ωστόσο αυτό δεν σε αποτρέπει από το ν' αγαπήσεις την υποκριτική, την τέχνη του. Ίσως και να τον "έψαχνες" μέσα σ' αυτή.
Λατρεύεις το σινεμά από παιδί, στην εφηβεία πού σε χάνουν πού σε βρίσκουν, στον κινηματογράφο της γειτονιάς σου. Το ξέρεις ήδη, δεν θες τίποτα άλλο πέρα από το να γίνεις ηθοποιός. Είναι το μεγάλο όνειρο και θα το πραγματοποιήσεις με όποιο κόστος. Η μάνα σου διαφωνεί, τσακώνεστε αγρίως και στα 15 την κάνεις από το σπίτι για να κυνηγήσεις τη φιλοδοξία σου. Πας στο Παρίσι, γνωρίζεις την φίλη του μπαμπά Brigitte Bardot, η οποία σου παραχωρεί ένα δωμάτιο στο σπίτι της. Στα 18 τα καταφέρνεις! παίζεις σε ταινία με τον Alain Delon και ταυτόχρονα δουλεύεις ως μοντέλο. Έναν χρόνο αργότερα, ένας πολύ ταλαντούχος Ιταλός σκηνοθέτης, ο Bernardo Bertolucci σε επιλέγει για να συμπρωταγωνιστήσεις με τον Marlon Brando σε μία σπουδαία ταινία. Είσαι χαρούμενη, κανείς δεν μπορεί να συλλάβει πόσο χαρούμενη είσαι.
Την είδηση την ξέρεις λογικά, έχει βουήξει ο τόπος δυο μέρες τώρα. Η επίμαχη σκηνή στο “Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι”, δεν ήταν το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα μιας ασταμάτητης, επώδυνης ακολουθίας προβών. Ο Bertolucci δεν προσπάθησε να καλοπιάσει τη Schneider για να την πείσει να κάνουν την τολμηρή αλλαγή που σκαρφίστηκε το ίδιο πρωί των γυρισμάτων για την πιο προκλητική σκηνή της ταινίας.
Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα είναι πιο κοντά σε μία εικόνα που αποτυπώνεται στη φράση “Ρε Marlon (Bernardo εδώ) έχω μια ιδέα, στη σκηνή του βιασμού μήπως να της βάλεις και λίγο από το βούτυρο που σου πετάει στο πάτωμα την ώρα που τρως τις φρυγανιές;” Ο Marlon Brando είπε “ναι” και η συνέχεια γνωστή. Η Schneider ενημερώθηκε για την… προσθήκη κάτι λεπτάκια πριν το γύρισμα, συνεπώς τα κλάματα, η οργή και η απελπισία της δεν ήταν απλά αληθοφανή αλλά πέρα για πέρα αληθινά. Πάλι καλά που δεν είχαν καμιά σκηνή με τίποτα περίστροφα. Ήταν κι ο οξύθυμος ο Brando…
Η αποστολή εξετελέσθη, η λήψη πέτυχε με την πρώτη, το “Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι” έμεινε στην ιστορία ως ένα κινηματογραφικό αριστούργημα (είναι όντως τέτοιο σε μεγάλο βαθμό) που άλλαξε τα ήθη στο ερωτικό σινεμά. Παράλληλα όμως ήταν κι ένας κακός “Χορός” εκτελεσμένος ανίερα από δύο άντρες. Ο Brando και ο Bertolucci εισέπραξαν εγκωμιαστικά σχόλια και βραβεία για τις ερμηνείες τους. Η νεαρή Schneider αφού έβαλε και πάλι το παντελόνι της, έπαιξε σε 50 ταινίες, δεν δέχτηκε να ξανακάνει την οποιαδήποτε ερωτική σκηνή, αλλά παρόλα αυτά θα είναι πάντα το άγνωστο κορίτσι με τον ωραίο πισινό που έπαιξε με τον Marlon Brando “στη σκηνή με το βούτυρο”. Η φήμη δεν έλιωσε ποτέ…
Σύμφωνα με την ίδια, η ζωή της πήρε την κάτω βόλτα έκτοτε γιατί ένιωσε “τον Brando να τη βιάζει ταυτόχρονα με τον Bertolucci”. Αυτοκαταστροφή, ναρκωτικά και αμέτρητες απόπειρες αυτοκτονίας ήταν το τρίπτυχο της ζωής της για πολλά χρόνια. Θες ν’ ακούσεις το αυτονόητο; Προφανώς και ο βιασμός δεν ήταν αληθινός. Αλλά η έννοια και η αίσθηση της σεξουαλικής βίας δεν περιορίζεται στην διείσδυση ενός πέους.
Στο όνομα της τέχνης συχνά άνθρωποι υποφέρουν παρά τη θέλησή τους. Το ότι έχουν αποφασίσει να υπηρετήσουν ένα τόσο ζόρικο επάγγελμα όπως αυτό του ηθοποιού δεν σημαίνει ότι πρέπει να παραδίνονται άνευ όρων στην όποια σκηνοθετική όρεξη. Ναι λέω τα αυτονόητα, αλλά κοίτα να δεις που δεν είναι. Το έχουμε δει να συμβαίνει και στη “Ζωή της Αντέλ”, όπου οι πρωταγωνίστριες από ένα σημείο και μετά δεν ήθελαν να βλέπουν ούτε ζωγραφιστό τον σκηνοθέτη τους Abdellatif Kechiche γιατί τις έβαζε να χτυπιούνται στ’ αλήθεια ώστε να πετύχει αυτόν τον πολυπόθητο ρεαλισμό. Διάφορα περίεργα έχουν ακουστεί για τη συμπεριφορά του Woody Allen, όπως και για τον Roman Polanski, και άλλους.
Θα μου πεις, μα γιατί να γίνει τόσος ντόρος τώρα, με τέτοια μνημειώδη χρονοκαθυστέρηση από τη στιγμή που η Schneider κατήγγειλε το περιστατικό χρόνια πριν φύγει από τη ζωή και ο Bertolucci είχε κάνει την εξομολόγησή του για την επίμαχη σκηνή και για το πόσο τον σιχαινόταν από τότε το συγχωρεμένο το Μαράκι σε τηλεοπτική του συνέντευξη ήδη από το 2013;
Δυστυχώς- και το εννοώ, δυστυχώς-, το θέμα πήρε έκταση τώρα γιατί τα social media και οι σχολιαστές του διαδικτύου ΈΤΥΧΕ κι επέλεξαν να στρέψουν την προσοχή τους στο θέμα. Απλά έκανε ένα καλό rotation. Είναι τρομακτικό, αλλά αφού ως κοινό αντιμετωπίσαμε με απόλυτη απάθεια μια περίεργη υπόθεση βίας που τσάκισε τη ζωή, το μυαλό και την καριέρα μιας γυναίκας παρόλο που εκείνη μας το φώναζε δυνατά κι ο θύτης μας το ‘λεγε κατάμουτρα, σήμερα το κάναμε viral. Κι όλα αυτά με μία επίφαση τέχνης ως άλλοθι. Ιστορίες για αγρίους.
Η σκηνή όπου ο Marlon Brando (παρεμπιπτόντως, ποτέ δεν τον πήγαινα, μου φαινόταν πολύ άνιωθος τύπος) σοδομίζει πρωτίστως ψυχολογικά και δευτερευόντως την Maria Schneider πρέπει να κοπεί. Αυτή η μορφή λογοκρισίας προς τη συγκεκριμένη ταπεινωτική καλλιτεχνική έμπνευση του Bernardo Bertolucci είναι ό,τι πιο ανθρώπινο κι αυτονόητο επιβάλλεται να κάνει η κινηματογραφική βιομηχανία αυτή τη στιγμή. Οτιδήποτε άλλο εκτοξεύεται στο twitter και το facebook από γνωστούς κι αγνώστους αποτελεί αντίδραση του κ@@@@.