Το Big Brother δεν είναι trash tv. Είναι ο κενός χρόνος της ζωής μας
- 2 ΣΕΠ 2020
Το “Big Brother” της νέας εποχής, όπως το χαρακτηρίζει ο σταθμός ΣΚΑΪ στον οποίο προβάλλεται, έκανε πρεμιέρα την Παρασκευή 28 Αυγούστου. Με το τέλος της πρεμιέρας δόθηκε στο κοινό η δυνατότητα να παρακολουθεί σε live stream τις κινήσεις 17 παικτών σε ένα σπίτι με όλες τις ανέσεις και γεμάτο κάμερες. Τα επεισόδια με επιλεγμένα αποσπάσματα από την ημέρα των παικτών άρχισαν να προβάλλονται από τη Δευτέρα 31 Αυγούστου. Μέχρι στιγμής έχουμε μετρήσει πολλά μαγιό, λίγο φλερτ, πάρα πολλές συζήτήσεις, καυγάδες για το μαγείρεμα ή για τις δοκιμασίες που βάζει στους παίκτες ο «Μεγάλος Αδελφός» και πολλές, πολλές, πολλές ώρες ηλιοθεραπείας.
Οι παίκτες του αντιπροσωπεύουν πολλά κομμάτια της κοινωνίας μας. Νέοι και μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, plus size και gym freaks, γκέι και «δεν μπορώ να κάνω παρέα με γκέι δεν θέλω να μου τρίβονται», πιστοί και μη, μετανάστες και παίκτες με τατουάζ «Αν δεν γεννιόμουν Ελληνίδα να μη γεννιόμουν ποτέ» κι άλλοι που μιλούν για «εισβολείς» στην χώρα μας. Όλα τα χωράει ο μπαξές του “Big Brother”.
Σε έναν ιδανικό κόσμο, η ένταξη τόσων πολλών μοναδικών προσωπικότητων με έμφαση στην εκπροσώπηση των μειονοτήτων, θα λειτουργούσε θετικά. Άνθρωποι με προκαταλήψεις θα εμπνέονταν να τις αφήσουν λίγο πίσω τους παρακολουθώντας άλλους ανθρώπους να συμβιώνουν αρμονικά ανεξάρτητα από την καταγωγή, τη σεξουαλική τους προτίμηση, την εικόνα τους. Ωστόσο, ήδη από τα πρώτα επεισόδια, η έμφαση έχει δοθεί στις κάθε αιτίας προστριβές μεταξύ των παικτών. Οπότε κάτι μας προϊδεάζει ότι η επιλογή του cast δεν έγινε για λόγους εκπροσώπησης, αλλά για να γίνουν οι αντιφάσεις μεταξύ τους μία μεγαλύτερη πηγή σύγκρουσης στην πορεία.
Η πρώτη σκέψη, η πιο αυθόρμητη παρακολουθώντας το “Big Brother”, είναι να πεις ότι είναι trash tv. Και η trash tv δεν είναι απαραίτητα κακή, είναι για πολλούς ανθρώπους ένας ευχάριστος τρόπος να περνούν την ώρα τους χωρίς να προβληματίζονται ιδιαίτερα γι’ αυτό που βλέπουν. Όμως το “Big Brother” είναι κάτι διαφορετικό από αυτό. Είναι το reality show που μας πλασαρίστηκε ως «κοινωνικό πείραμα» στην ελληνική τηλεόραση το 2001, είναι το τηλεοπτικό προϊόν που οδήγησε στην δημιουργία δεκάδων reality προγραμμάτων που το αντέγραψαν ή το εξέλιξαν. Είναι ένα πρόγραμμα που διαμόρφωσε το τηλεοπτικό τοπίο σε μεγάλο βαθμό παγκοσμίως τις τελευταίες δεκαετίες. Παρατήρησες ότι αναφέρομαι σε χρόνο παρελθοντικό; Δεν είναι τυχαίο. Το “Big Brother” έχει κάνει ό,τι έπρεπε για την τηλεόραση, καλό ή κακό. Αλλά ας μην το κρύβουμε, πλέον φαίνεται εξαιρετικά παρωχημένο. Οικείο αλλά παλιό. Πραγματικό αλλά βαρετό.
Νέα ή παλιά εποχή, το concept του “Big Brother” παραμένει το ίδιο. Από την πρώτη του σεζόν το 2000 μέχρι σήμερα, παρακολουθούμε ανθρώπους που δεν χρειάζεται να επιδείξουν κάποιο ιδιαίτερο χάρισμα για να κερδίσουν, να κάνουν σχεδόν τίποτα, φορώντας (πατροπαράδοτα) γυαλιά ηλίου ακόμα κι όταν κάθονται στον καναπέ. Και κάπως όλο αυτό μοιάζει ανούσιο, μια οχλαγωγία χωρίς λόγο που απλά σπαταλά τον χρόνο μας καθώς το βλέπουμε.
Γιατί, λοιπόν, το “Big Brother” εξακολουθεί να προκαλεί το ενδιαφέρον μας αφού είναι απλά μια αναπαράσταση όλων των ελάσσονος σημασίας στιγμών της ζωής μας; Γιατί σημείωσε υψηλά ποσοστά στην πρεμιέρα του και στα πρώτα επεισόδια του; Είναι μόνο η έλλειψη σοβαρού ανταγωνισμού από τα υπόλοιπα κανάλια; Η είναι απλά αυτή η βαρετή οικειότητα που νιώθουμε βλέποντάς το σε αυτή τη «νέα εποχή» που μας κρατά συντονισμένους;
Το βράδυ της Τρίτης 1 Σεπτεμβρίου η ΕΡΤ 2 πρόβαλε την ταινία «1984». Την ίδια ώρα στον ΣΚΑΪ παιζόταν ακόμα το “Big Brother” και οι παίκτες του είχαν να αντιμετωπίσουν τις τριβές μίας καθημερινότητας λίγων ημερών που τους βρίσκει συγκάτοικους στο ίδιο σπίτι. Δεν στο είπα αυτό για να συγκρίνω τον έναν «Μεγάλο Αδελφό» με τον άλλο. Δεν είμαστε πια στην αυγή της νέας χιλιετίας, όταν τα κινητά μας είχαν ακόμα κουμπιά και οι έγκλειστοι στο πρώτο “Big Brother” τραβούσαν το βλέμμα μας στην κλειδαρότρυπα γιατί όλο αυτό ήταν κάτι πρωτόγνωρο, σε μία κοινωνία που ως τότε διαχώριζε την δημόσια με την ιδιωτική της ζωή με όρια πιο ευδιάκριτα.
Πλέον η δυστοπία που περιέγραφε ο George Orwell στο βιβλίο του και ο Michael Radford στην ταινία του, μοιάζει περισσότερο με μια πραγματικότητα που έχουμε συνηθίσει έξω από το σπίτι του “Big Brother”. Μέσα στο σπίτι βρίσκονται άνθρωποι που συναίνεσαν να παρακολουθούνται 23 ώρες το 24ωρο με τις κάμερες και τα μικρόφωνα να καταγράφουν κάθε στιγμή της ημέρας τους. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία κι εμείς συναινούμε καθημερινά στην παρακολούθησή μας. Η φυλακή Panoptikon που κάποτε εμπνεύστηκε ο φιλόσοφος Jeremy Bentham, μπορεί να μην υλοποιήθηκε ποτέ, αλλά η κοινωνία μας μοιάζει πολύ σε αυτό το αρχιτεκτονικό σχέδιο.
Τα stories, τα check in μας, οι στιγμές μας που βγαίνουν από την πλαστική ζελατίνα των φωτογραφικών μας άλμπουμ και ξαφνικά είναι προσβάσιμα σε ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη μέσω των social media, μας έχει κάνει όλους κάπως σαν παίκτες του “Big Brother” στην πραγματική ζωή. Σχεδόν κανείς δεν είναι αόρατος πια κι ας μην το συνειδητοποιεί εύκολα.
Σε όλα τα υπόλοιπα reality shows των τελευταίων ετών, παρακολουθούμε ανθρώπους να διαγωνίζονται να βγουν πρώτοι σε κάτι. Με βάση τις ικανότητες τους κυρίως βγαίνουν μπροστά κερδίζουν διαγωνίσματα επιβίωσης, modelling, μαγειρικής ή τραγουδιού κάτι τέλος πάντων με ξεκάθαρο στόχο και τρόπο να κερδηθεί. Στο “Big Brother” οι παίκτες χρειάζεται απλά να είναι αρεστοί, likable, για να κερδίσουν. Όπως εμείς χρειαζόμαστε τα likes στα social media για να νιώσουμε αποδεκτοί. Εκεί είναι το κοινό μας. Γι’ αυτό και η παρακολούθησή του μας είναι μεν αχρείαστη αλλά και ανώδυνη και βαρετά συγγενική στη ζωή μας. Γι’ αυτό συνεχίζουμε να το βλέπουμε. Γι’ αυτό και όταν ένα ακόμα επεισόδιο τελειώνει, νιώθουμε ότι απλά προσθέσαμε δύο ώρες κενού χρόνου στη ζωή μας.