Η Άννα Μάσχα αναζητά το γέλιο και πνίγεται σε μία κουταλιά νερό
- 28 ΦΕΒ 2022
Πέρασαν 3 δεκαετίες από όταν η Άννα Μάσχα βρέθηκε στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου για να δώσει τις διπλωματικές εξετάσεις της. Αμέσως μετά τη σχολή βρέθηκε να συνεργάζεται με τον Γιάννη Χουβαρδά κι από το 1992 ως το 2008 συμμετείχε στο Θέατρο του Νότου, που εκείνος δημιούργησε. Στο σήμερα, η Άννα Μάσχα συνεργάζεται ξανά με τον σκηνοθέτη στην παράσταση Πονηρό Πνεύμα και πατά ξανά την Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Η Άννα Μάσχα είναι μία ηθοποιός που δεν μπορείς να ξεχάσεις αν τη δεις στη σκηνή. Το βιογραφικό της είναι γεμάτο παραστάσεις και συγγραφείς όπως ο Ευρυπίδης, ο Μολιέρος, ο Τσέχωφ, ο Σαίξπηρ, αλλά και οι Μάρμπερ, Κάουαρντ, Ρέιβενχιλ. Είναι ταυτόχρονα μία γυναίκα χαρούμενη, που «πνίγεται σε μία κουταλιά νερό». Είναι μία μαμά που έχει μεγάλη εμπιστοσύνη στη νέα γενιά. Είναι και μία «δασκάλα» που ντρέπεται να χρησιμοποιεί τον τίτλο για τον εαυτό της. Γι’ αυτά κι ακόμα περισσότερα μας μιλά με αφορμή την παράσταση Πονηρό Πνεύμα.
«Είναι μία φάρσα του Νόελ Κάουαρντ που γράφτηκε στην δεκαετία του 1940 με μία πολύ αστεία πλοκή που προσεγγίζει λίγο την μαύρη κωμωδία», αναφέρει για την παράσταση η Άννα Μάσχα, που υποδύεται το «πονηρό πνεύμα», την Ελβίρα, τη νεκρή πρώην σύζυγο του συγγραφέα Τσαρλς που ενσαρκώνεται χωρίς κανείς να το περιμένει σε μία σεάνς που εκείνος πραγματοποιεί με τη σύζυγό του Ρουθ, για να αντλήσει υλικό για το βιβλίο του.
«Με αυτό το εύρημα ότι αυτή δεν γίνεται αντιληπτή από κανέναν πέρα από τον Τσαρλς, ο συγγραφέας στήνει την απίθανη αυτή φάρσα, όπου το πνεύμα αυτό το πονηρό, σκαρώνει συνέχεια κόλπα και στήνει κι ένα περίεργο ερωτικό τρίγωνο. Κι έχει και μία ανατροπή το έργο, αλλά δεν θα σας την πω γιατί θα κάνω σπόιλερ», προσθέτει η Άννα Μάσχα γελώντας.
– Πώς νιώθετε κάθε φορά που επιστρέφετε στο Εθνικό;
Δεν έχω δουλέψει πολλές φορές στο Εθνικό κι είναι η πρώτη μου φορά που δουλεύω στην Κεντρική Σκηνή. Μετά τις διπλωματικές εξετάσεις μου, που έδωσα εκεί το 1991 δεν είχα ξαναπατήσει στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού. Είναι τέλειο. Το αγαπώ τόσο πολύ το Εθνικό, γιατί το ξέρω, εκεί σπούδασα. Έχει μία ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου.
– Κι αμέσως μετά τη σχολή βρεθήκατε να συνεργάζεστε με τον Γιάννη Χουβαρδά.
Το ίδιο καλοκαίρι πέρασα μία οντισιόν για τον Γιάννη, για μία παράσταση που θα γινόταν στη Νέα Υόρκη την άνοιξη του 1992. Έγινε με Αμερικάνους κι Έλληνες ηθοποιούς, ένας νεανικός θίασος. Μετά γυρίσαμε στην Ελλάδα κάναμε και μία μικρή περιοδεία εδώ, ήταν μία πολύ ωραία αρχή γενικά της επαγγελματικής μου ζωής.
– Τώρα και πάλι μαζί στο Πονηρό Πνεύμα. Είστε άνθρωπος των σταθερών συνεργασιών;
Ναι, συνεργαζόμαστε μετά από πολλά χρόνια ξανά. Όπως έδειξε η ζωή, μάλλον ήμουν άνθρωπος των σταθερών συνεργασιών. Εκ των πραγμάτων, από τη στιγμή που έπαψε να υπάρχει το Θέατρο Αμόρε, το Θέατρο του Νότου όπως ονομαζόταν η εταιρεία, κάπως τράβηξε κι ο καθένας τον δρόμο του. Αλλά επανέρχομαι σε συνεργασίες κυρίως με τον Θωμά Μοσχόπουλο, και τώρα με τον Γιάννη.
– Νοσταλγείτε κάτι περισσότερο από εκείνα τα χρόνια, του Αμόρε και της πρωτοπορίας του;
Ήταν όντως κάτι διαφορετικό. Ο Χουβαρδάς έκανε μία τομή νομίζω, έφερε το θέατρο ρεπερτορίου εκτός του Εθνικού. Έφτιαξε έναν χώρο κι ένωσε εκεί πολλές δυνάμεις και πολλούς ανθρώπους. Και βέβαια, ήταν και οι συνθήκες διαφορετικές, αφού από ένα σημείο και μετά το Θέατρο του Νότου έπαιρνε πολύ καλή επιχορήγηση από το υπουργείο. Ήταν μία εποχή που η πολιτεία στήριζε πάρα πολύ το θέατρο.
Τι να πρωτονοσταλγήσω, θα σας απαντήσω. Όλη αυτή η ιστορία συμπίπτει και με τη δική μου νεότητα, οπότε νοσταλγώ πολλά πράγματα. Όμως δεν βαρυγκωμώ, ούτε πενθώ, ούτε μελαγχολώ γιατί έκανε τον κύκλο του και τέλειωσε. Όπως νοσταλγεί κανείς τα νιάτα του, έτσι νοσταλγώ κι εγώ το Αμόρε, με όλη αυτή την αγάπη και τη θλίψη ότι αυτό ήταν, πέρασε, αλλά από την άλλη ότι είναι ένα κομμάτι της ζωής και μοιραία τα πράγματα τελειώνουν.
– Το Πονηρό Πνεύμα είναι μία κωμωδία που γράφτηκε ως απάντησε σε μία φρικτή περίοδο, αυτή των βομβαρδισμών του Λονδίνου. Είναι πολύτιμο το γέλιο για εσάς σε περιόδους όπως η δική μας που είναι τραγική αλλά σε ένα άλλο επίπεδο;
Ω βέβαια, είναι πολύτιμο το γέλιο. Ήδη από το πρώτο πρώτο lockdown δεν θα ξεχάσω τα πρώτα memes που είχαν βγει με τα οποία γελούσαμε παρόλο που ζούσαμε αυτή την πρωτοφανή κατάσταση. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι ο άνθρωπος θα πάψει να γελάει με όλα αυτά που τον βασανίζουν, ακόμα και με τα πιο σοβαρά θέματα.
Εγώ το ψάχνω το γέλιο. Υπάρχουν πάντα κάποιες καταστάσεις πολύ πολύ σοβαρές, που δεν χωράει το γέλιο κάπως, αλλά παρ’ όλα αυτά, ισχύει αυτό που λένε ότι στις κηδείες γελάμε και στους γάμους κλαίμε. Με το γέλιο παίρνεις μία απόσταση από το συμβάν που τη χρειάζεσαι μάλλον. Ξορκίζεις το κακό, χωρίς να υποτιμάς το συμβάν καθόλου.
– Έχετε περάσει περιόδους που έχετε χάσει την πίστη σας και την αισιοδοξία σας;
Ναι πολλές. Γενικά νομίζω εύκολα με πιάνει μία «αποκατίλα». Πρώτα τη μαύρη πλευρά βλέπω και μετά βλέπω τη θετική. Οπότε μπορεί να μου χρειάζεται εμένα περισσότερο ένα ταρακούνημα γέλιου.
– Κι όμως, η εντύπωση που σχηματίζω βλέποντάς σας είναι πως είστε ένας χαρούμενος άνθρωπος.
Είμαι, είμαι κι αυτό. Είμαι πολύ χαρούμενος άνθρωπος αλήθεια, αλλά γενικά απελπίζομαι εύκολα. Πνίγομαι σε μία κουταλιά νερό.
– Οι ήρωες του έργου βρίσκονται σε ένα διαρκές πάρτι, κάτι που μας έχει λείψει αυτόν τον καιρό.
Νομίζω ότι ο Γιάννης το έχει λάβει υπόψη του κι έχει ενσωματώσει ακριβώς αυτό, τον γενικότερο ζόφο. Δεν μπορώ να πω ότι είναι το ίδιο πράγμα με το να πέφτουν βόμβες πάνω από το κεφάλι σου, δεν είναι. Αλλά έναν κατ’ αναλογία ζόφο ζούμε κι εμείς εδώ και δύο χρόνια, οπότε το έχει ενσωματώσει στην παράσταση.
– Εσείς πώς αντιστέκεστε στον ζόφο;
Όταν δεν με παίρνει από κάτω, που λέγαμε και πριν (γελάει). Καταρχήν θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, γιατί πέρσι όλον τον χειμώνα του lockdown εγώ δούλευα. Ήταν πολύ μεγάλη τύχη αυτό, με όλους τους περιορισμούς βέβαια, όπως το να φοράμε συνέχεια μάσκα, πράγμα το οποίο καταντάει αφόρητο από ένα σημείο και μετά. Και παρόλο που δεν υπήρχε η προοπτική να παιχτεί η παράσταση μπροστά σε κόσμο, θα γινόταν η παράσταση σε live streaming, ήταν σημαντικό ότι μπορούσα και έβγαινα από το σπίτι μου για να δουλέψω. Πάρα πολύς κόσμος στερήθηκε αυτή τη δυνατότητα κι αυτό κι αν ήταν ζοφερό.
Με αυτό θα αντιστέκομαι. Προσπαθώντας να προσαρμοστώ, τηρώντας τους κανόνες, όχι να πάω κόντρα σε αυτό που συμβαίνει, αλλά προσπαθώντας να κρατήσω ένα μίνιμουμ κανονικότητας.
– Η πραγματικότητα του θεάτρου επίσης άλλαξε τον τελευταίο χρόνο και με το κομμάτι των καταγγελιών. Εσείς πώς το βιώσατε;
Εμείς ήμασταν στο Εθνικό (σ.σ. για την παράσταση Γυάλινος Κόσμος) όταν γίνονταν όλα αυτά και ομολογώ ότι ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Μεγάλη σκοτεινιά είχε πέσει στις ψυχές μας. Πώς να το βιώσουμε; Ένα σοκ, σκάνδαλο. Δεν ξέρω, δεν έχει τελειώσει το θέμα, τώρα στην ουσία ξεκινάει.
Ας πούμε ότι άνοιξε ένας δρόμος προς την αλλαγή. Βεβαίως είναι πολύ ενθαρρυντικό που τουλάχιστον υπάρχει η αίσθηση ότι μπορούμε να μιλήσουμε χωρίς να καταστραφούμε πια, για όσους έχουν υποστεί αυτό το πράγμα. Είναι πάρα πολύ σημαντικό.
Αλλά νομίζω ότι η πραγματική αλλαγή θέλει χρόνια για να συμβεί. Θα συμβεί πολύ σταδιακά, είναι θέμα πια παιδείας συνολικής, από την οικογένεια, από το σχολείο, από τη μικρή ηλικία. Αλλά έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στη νέα γενιά, επειδή κάνω μαθήματα και σε παιδιά 20 ετών, έχω και το παιδί μου που ενημερώνομαι μέσα από αυτόν για διάφορα, για το πώς ας πούμε μιλούν και σκέφτονται οι αντίστοιχοι Αμερικανοί νέοι. Και βρίσκω πολλά από αυτά που λένε και κάνουν πολύ ενθαρρυντικά. Πράγματα που οι γενιές οι προηγούμενες πάλεψαν για να διεκδικήσουν μία θέση στον ήλιο λόγω της διαφορετικότητάς τους, γι’ αυτούς είναι αυτονόητα και δεδομένα.
– Αναφέρατε τον γιο σας. Σας απασχολεί να του μιλήσετε για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, για τα στερεότυπα που πρέπει να γκρεμιστούν;
Ξέρετε κάτι; Τα ξέρει πριν από μένα όλα αυτά, παρακολουθώντας διάφορα βίντεο στο YouTube, και με την ορολογία τους και όλα. Τα ξέρουν όλα τα παιδιά. Είναι 12 χρονών ο γιος μου και βεβαίως όποτε χρειαστεί θα κάτσω να του μιλήσω.
– Όπως ο δικός μου ανιψιός που δεν έχει απορία τι είναι π.χ. το non binary…
Ακριβώς. Το λεξιλόγιο είναι δεδομένο γι’ αυτούς. Κάτι τον ρώτησα πέρσι γιατί από το όνομα του youtuber δεν κατάλαβα. Του λέω «Τι είναι αγόρι ή κορίτσι;» και μου λέει «Α, δεν είναι ούτε αγόρι ούτε κορίτσι, θέλει να τον αποκαλούν they». Αλλά μου το είπε με ένα ύφος ότι αυτά είναι δεδομένα, σαν πληροφορία απλή.
Η μεγάλη πλειοψηφία της νέας γενιάς πιστεύω ότι ακόμα ακολουθεί πιο παραδοσιακά πρότυπα, ωστόσο, ένα κομμάτι της νεολαίας έχει ανοίξει έναν δρόμο κι αυτό είναι πολύ αισιόδοξο.
– Η διδασκαλία είναι σχεδόν αναπόσπαστο κομμάτι της καριέρας σας. Διδάσκετε πολλά χρόνια;
Είναι πολλά χρόνια τώρα αλλά πάντα ντρέπομαι να λέω ότι είμαι δασκάλα. Είναι μεγάλος τίτλος αυτός και πολύ τιμητικός. Είναι μεγάλη ευθύνη και δεν ξέρω αν έχω φτάσει σε αυτό το επίπεδο. Εμψυχώνω, παροτρύνω, δείχνω, αλλά τώρα δασκάλα έτσι όπως το έχω εγώ στο μυαλό μου, δεν ξέρω, ελπίζω μία μέρα να γίνω.
– Είναι ίσως κατάλοιπο από τις σπουδές σας στην Αγγλική Φιλολογία;
Από εκεί είχα ξεκινήσει. Δεν με φανταζόμουν ακριβώς δασκάλα, αν κι έχω διδάξει και σε φροντιστήριο αγγλικών. Αλλά κάτι άλλο ήθελα να κάνω στην αγγλική φιλολογία. Ούτως ή άλλως δεν πρόλαβα, εκεί μέσα με βρήκε το θέατρο. Στα πλαίσια ενός μαθήματος με έναν αγαπημένο καθηγητή τον Γιάννη Τσιώλη, ο οποίος πέθανε πρόσφατα, κάναμε το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας του Σαίξπηρ στα αγγλικά, χωρίς περικοπές και χωρίς συντομεύσεις, εκ των ενόντων κι ήταν ένα κανονικό θεατρικό. Το παρουσιάσαμε στο αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής που τα κτίρια τότε είχαν μόλις παραδοθεί, το 1988. Κι από εκεί πες πες με κάτι φίλες, είπαμε να δώσουμε στο Εθνικό. Κι έδωσα και πέρασα.
– Την ίδια παράσταση με τον Κύκλο των Χαμένων Ποιητών ανεβάσατε…
Αχ τι μου λέτε τώρα! Αυτή η ταινία είχε βγει τότε και τη συζητούσαμε με τα παιδιά στην Αγγλική Φιλολογία. Την είχαμε δει ο καθένας από 10 φορές κι είχε γίνει σημείο αναφοράς για εμάς, γιατί κάναμε κι εμείς αυτό το έργο, είχαμε συγκεντρωθεί γύρω από αυτόν τον καθηγητή όπως και τα παιδιά στην ταινία από τον δικό τους καθηγητή. Ζούσαμε τον ίδιο κύκλο μας.
– Ποια ανάγκη τελικά βλέποντας τα πράγματα από απόσταση, λέτε να σας έσπρωξε προς το θέατρο;
Είναι ένα ερώτημα που το κάνω συνέχεια στον εαυτό μου. Δεν είμαι και πολύ σίγουρη, αλλά νομίζω ότι και επαγγελματικά να μην είχα ασχοληθεί σίγουρα θα ήμουν θεατρόφιλη, σινεφίλ, αναγνώστρια, νομίζω δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς την τέχνη. Ώρες ώρες σκέφτομαι ότι άνθρωποι σαν εμένα που ασχολούνται με την τέχνη βρίσκουν εκεί ένα καταφύγιο.
Στο θέατρο μπόρεσα να υπάρξω πιο ολοκληρωτικά, ενώ κοινωνικά ήμουν ένα συνεσταλμένο άτομο. Εκεί δεν ντρεπόμουν τόσο να είμαι αυτό που είμαι, και μου δόθηκε η ευκαιρία να το δείξω και στους άλλους.
Διαφορετικά θα μου έμενε απλά το κομμάτι του ονείρου που σου αφήνει η τέχνη όταν την παρακολουθείς και δεν την παράγεις, που σε κάνει να κατανοείς τη ζωή μέσα από μεταφορές, παρομοιώσεις και αλληγορίες.
– Φέτος επιστρέψατε και στην τηλεόραση μέσα από τη σειρά της ΕΡΤ Καρτ Ποστάλ. Θα θέλατε να κάνετε συχνότερα τηλεόραση ή είναι επιλογή σας να είναι πιο λίγες οι εμφανίσεις σας;
Ναι, είχα πολλά χρόνια να κάνω κάτι στην τηλεόραση. Νομίζω ότι πάνε και τα δύο μαζί, και υπήρξα κι επιλεκτική και υπήρξα και κάποια που δεν την αναζήτησε η τηλεόραση με πολλή ζέση. Αν τύχει κάτι καλό βεβαίως δεν θα πω όχι. Το Καρτ Ποστάλ ήταν μία πάρα πολύ ωραία σειρά, κι όσο κράτησε το δικό μου το γύρισμα, οι δύο εβδομάδες εκεί ήταν πολύ ωραίες και δημιουργικές.
– Η ελληνική μυθοπλασία περνά μία περίοδο άνθισης. Εσείς παρακολουθείτε σειρές;
Δεν έχω τηλεόραση, τη συσκευή, εδώ και πολλά χρόνια. Ό,τι βλέπω το βλέπω από το internet. Δεν παρακολουθώ πια τηλεόραση, αν όμως κάτι ακούσω ότι είναι καλό θα το τσεκάρω ψηφιακά κι αν με τραβήξει θα κάτσω να το δω όλο.
Info: Πονηρό Πνεύμα, Κεντρική Σκηνή Εθνικού θεάτρου από Τετάρτη ως Κυριακή. Εισιτήρια εδώ.