Η Έλσα Λεκάκου ανακάλυψε γιατί έγινε ηθοποιός, κατά τη διάρκεια αυτής της συνέντευξης
- 16 ΣΕΠ 2022
Είναι μικροσκοπική και τέλεια. Φαίνεται ακόμη μικρότερη από 26 χρονών χωρίς τα φανταχτερά κοστούμια και το μακιγιάζ της ταινίας. Θα μπορούσε να είναι κόρη μου αν για κάποιο λόγο είχα επιλέξει να κάνω παιδί στα 20, και νομίζω θα ήμουν πολύ ικανοποιημένη με τον εαυτό μου με το αποτέλεσμα. Κάθεται σε ένα παγκάκι της πλατείας Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη, όπου έχουμε δώσει ραντεβού -είναι η γειτονιά της. Φοράει μεγάλα ακουστικά, ατμίζει με κάτι που μοιάζει με μικρό τηλεσκόπιο και ο ατμός της μυρίζει τσιχλόφουσκα και μέντα. Βλέπω από κοντά αυτό που υποθέτω ότι είναι ένα σημάδι εκ γενετής που έχω εντοπίσει ήδη από την ταινία στο πρόσωπό της, και σιγουρεύομαι ότι είναι εκείνη. Είναι αχνό και μοιάζει με χάρτη, δεν ξέρω πώς νιώθει για αυτό, πιστεύω ότι είναι από τα κορίτσια που ξέρει να το εκτιμήσει και της αρέσει, εγώ το βρίσκω φανταστικό, αλλά δεν έχω αποφασίσει αν θα ήταν σωστό να τη ρωτήσω για αυτό. Μοιάζει πάντα λίγο μουτρωμένη, ίσως θυμωμένη ή κάπως στενοχωρημένη, στην ταινία δικαίως, στα αλήθεια δεν ξέρω.
«Έλσα;», λέω καθώς την πλησιάζω κι εκείνη σηκώνει το κεφάλι και μου χαμογελάει εκ πρώτης ντροπαλά, αλλά και με μια βαθιά σιγουριά νομίζω ταυτόχρονα. Είναι όλα αυτά που φαντάστηκα ότι θα είναι όταν έβαλα να δω το Broadway του Χρήστου Μασσαλά και πριν προλάβω να ενθουσιαστώ από αυτή την ανεπιτήδευτη, larger than life, αλμοδοβαρική ταινία, είχα ήδη εντυπωσιαστεί από την ίδια. Ποιο είναι αυτό το κορίτσι, ρώτησα την επόμενη τον άνθρωπο που μου έστειλε την ταινία πριν την επίσημη πρεμιέρα μήπως θελήσω να κάνω κάποιο θέμα. Γιατί είναι τόσο καλή και γιατί δεν την ξέρουμε; Το μόνο που δεν ήταν τελικά η Έλσα Λεκάκου, ήταν θυμωμένη ή λυπημένη. Για την ακρίβεια, ήταν ο λιγότερο θυμωμένος ή λυπημένος άνθρωπος που είχα γνωρίσει εδώ και καιρό.
Μια ομάδα τεσσάρων νεαρών καλλιτεχνών του δρόμου και πορτοφολάδες στην Αθήνα βρίσκουν ένα απρόσμενο καταφύγιο στη «Στόα Μπρόντγουεϊ», ένα εγκαταλελειμμένο συγκρότημα ψυχαγωγίας. Αυτό είναι το Broadway κι η Νέλλη/Έλσα είναι η μια από αυτούς. Η πρωταγωνίστρια και αφηγήτρια της ιστορίας.
«Ποια είναι η Νέλλη, τη συμπαθείς;» τη ρωτάω κάπως προβοκατόρικα, αφού έχουμε ήδη συζητήσει για την ταινία, αλλά δεν έχουμε καταφέρει να την κατατάξουμε σε κάποιο είδος. Μιλάει αρκετά αλλά όχι φλύαρα, κάνει παύσεις γιατί στα αλήθεια μοιάζει να σκέφτεται αυτό που της λες, βάζει τις λέξεις της σε σειρά αβίαστα, αλλά οργανωμένα, παρασύρεται από τον συλλογισμό της και καταλήγει σε σκέψεις που μόλις αποκρυσταλλώνει, αλλά βγάζουν νόημα. Κι όμως, αυτή είναι η πρώτη της συνέντευξη, το έχω υποψιαστεί όταν την προηγούμενη ημέρα γκουγκλάροντας δεν έχω καταφέρει να βρω καμία παλιότερη. Έχει άγχος για αυτό, αλλά τελικά δεν φαίνεται να την επηρεάζει.
Όταν της κάνω την ερώτηση για τη Νέλλη, σταματάει, με κοιτάει κάπως σαστισμένα. «Την συμπαθώ φουλ», λέει σαν να εννοείται. «Είναι και χρέος μου να τη συμπαθώ, να τη συμπονώ. Θα έλεγα ότι είναι τρομερά ανεξάρτητη, αλλά με έναν τρόπο που μένει να ανακαλυφθεί. Όμως ο σπόρος είναι εκεί. Είναι απελευθερωμένη. Με ένα τρόπο που εμένα με εμπνέει και σε προσωπικό επίπεδο. Μου ξεκλείδωσε κομμάτια του εαυτού μου που εξερεύνησα μέσω του ρόλου και ανακάλυψα για μένα. Και η ταινία είναι μια πολύ απελευθερωμένη ταινία. Μιλάει πολύ για την καταπίεση χωρίς η ίδια να καταπιέζεται καθόλου στο πως διαχειρίζεται αυτό το θέμα.» Είναι αλήθεια.
Ο Χρήστος Μασσαλάς έχτιζε το Broadway στο μυαλό του πολλά χρόνια. Σχεδόν τη μισή ενήλικη ζωή του. Βρίσκει την Έλσα όταν εκείνη ακόμα σπουδάζει στη Δραματική Σχολή. «Τον γνώρισα στο μάθημα του κινηματογράφου όπου βρισκόμασταν με σκηνοθέτες και στα πλαίσια της άσκησης πειραματιζόμασταν. Ήθελε να κάνει τότε το Copa Loca (σ.σ τη μικρού μήκους ταινία στην οποία πρωταγωνίστησε η Έλσα). Ήταν η πρώτη μου επαφή με τον κινηματογράφο και εκεί κατάλαβα ότι ως μέσο αφήγησης μου ταιριάζει περισσότερο.»
Δουλεύουν το Broadway παραπάνω από ένα χρόνο μεταξύ τους, αφού βρίσκονται σιγά σιγά οι ηθοποιοί (ο Φοίβος Παπαδόπουλος, ο Στάθης Αποστόλου, ο Χρήστος Πολίτης -σε έναν ρόλο πολύ διαφορετικό από τον Γιάγκο Δράκο με τον οποίο τον έμαθε το ευρύ κοινό). Το σενάριο υπάρχει, αλλά δεν το έχουν δει. Δουλεύουν σε συνθήκες που τους δίνει ο σκηνοθέτης, χωρίς να ξέρουν ακριβώς γιατί. Η διαδικασία είναι δημιουργική και πειραματική, ανακαλύπτουν και συνδιαμορφώνουν τους ρόλους τους με μεγάλη ελευθερία.
Εκείνη πώς είχε αποφασίσει να γίνει ηθοποιός; «Δεν το αποφάσισα συνειδητά. Ήμουν πολύ κακή μαθήτρια και δεν έδωσα πανελλήνιες. Έχω ΔΕΠΥ οπότε δυσκολευόμουν να συγκεντρωθώ. Γενικά δεν με ήλξε ποτέ το σχολείο. Αποφάσισα να δώσω εξετάσεις στη δραματική και εντέλει έγιναν τα πράγματα μόνα τους. Εκ των υστέρων συνειδητοποιώ ότι το επέλεξα γιατί με πληρεί και γιατί αισθάνομαι ότι πραγματώνω την αντίληψή μου απέναντι στη ζωή με αυτόν τον τρόπο. Αλλά δε νομίζω ότι το ήξερα τότε. Μελετάω πολύ τους χαρακτήρες μου, τους προσεγγίζω με βάση τις δυναμικές που δημιουργούνται με τους γύρω. Και το κάνω και σαν άνθρωπος. Έχω ακούσει από φίλους το “σε μια συνθήκη συμπεριφέρομαι έτσι και σε μια άλλη είμαι κάποιος άλλος -εν τέλει ποιος είμαι;” Είμαστε όλα αυτά, και αυτό εγώ το απομυθοποίησα μέσω της υποκριτικής. Αυτή η αναρώτηση πηγάζει από την ανάγκη να έχουμε ένα σταθερό αφήγημα για τον εαυτό μας. Αυτό είναι έως και τοξικό. Το να επιλέγω την ταυτότητά μου τόσο αυστηρά και περιορισμένα».
«Κάποιοι μπορεί να πουν ότι είναι ψυχοφθόρο να βυθίζεσαι και να αναδύεσαι από χαρακτήρες συνέχεια, εγώ προσωπικά απολαμβάνω τη δουλειά μου, δεν μου είναι ποτέ ψυχοφθόρα. Οτιδήποτε ψυχοφθόρο το συσσωρεύω για να το βγάλω εκεί».
«Εγώ μεγάλωσα στην οικονομική κρίση, την έχω κανονικοποιήσει. Ανήκω σε αυτή τη γενιά και νομίζω ότι αυτό μάς δίνει κάποια χαρακτηριστικά. Τουλάχιστον στη φούσκα που ζω, η ενσυναίσθηση και η έγνοια για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι κάποια από αυτά».
Όμως έχει μια αναζωογονητική πίστη στους ανθρώπους και μια έμφυτη αισιοδοξία. «Αν δεν πίστευα στην ανθρωπότητα δεν θα έκανα αυτή τη δουλειά. Προσπαθώ να μην είμαι ακραία στο πώς αντιλαμβάνομαι το άτομο. Καταλαβαίνω ότι ο συντηρητισμός των ανθρώπων -παρότι διαφωνώ- προκύπτει από πράγματα που θέλω να εξερευνήσω. Υπό αυτή την έννοια, νομίζω ότι οι άνθρωποι πρέπει να είμαστε μεταξύ μας εποικοδομητικοί. Και είναι ο στόχος μου στις συζητήσεις.
Προσπαθώ με ανθρώπους που διαφωνώ, να μην ξεκινάω από ηθικολογία, αλλά πρώτα να εξερευνήσω τη φάση τους και μετά να προσπαθήσω να την καταρρίψω με τρόπο που δείχνει κατανόηση. Αυτό είναι και το μυστικό για τις ανθρώπινες σχέσεις. Υπάρχουν τρόποι να συμβάλλεις στο συλλογικό ασυνείδητο και για αυτό γίνεται κανείς καλλιτέχνης. Με ρώτησες στην αρχή πώς επέλεξα τη δουλειά μου και σου είπα ότι δεν μπορώ να απαντήσω, αλλά τώρα βλέπω πολύ συνειδητά ότι έχω αυτή την κάψα: να επέμβω στο συλλογικό ασυνείδητο και να το κάνω κατανοώντας.»
*Η ταινία Broadway κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες στις 22 Σεπτεμβρίου.