Φρόσω Ράλλη: Από τους Απαράδεκτους έως τις Ψυχοκόρες, η θρυλική τηλεοπτική παραγωγός θυμάται
- 21 ΝΟΕ 2023
Θα ήθελα να μείνω για πάντα σε αυτό το σαλόνι, που με υποδέχτηκε η Χλόη με γαυγίσματα και η Φρόσω Ράλλη με χαμόγελο και φούρια. Εκεί δίπλα από τα πορτρέτα της, που ετοιμάζει για τα ανίψια της, δίπλα στη θέση της στον καναπέ, που όποιον αφήνει να κάτσει μόνος του πάει και κάθεται εκεί. Σε αυτό το σπίτι το γεμάτο χρώμα και αντικείμενα από τα ντεκόρ των σειρών. Με τα έργα τέχνης παντού και τις χιλιάδες χάντρες των κοσμημάτων που φτιάχνει και μόνη της η Φρόσω Ράλλη, που μάς λέει ότι είναι «φύση και θέση λατέρνα», γελώντας και διαλέγει πια σκουλαρίκια να βάλει για να σταθεί μπροστά στον φακό της Φραντζέσκας. Να ακούω τις ιστορίες της από τα ταξίδια της και τις συναντήσεις της με σαμάνους και με ανθρώπους που γνώρισε (και ξέρουμε όλοι μας) και ήταν φίλοι της, όπως η Μελίνα Μερκούρη (συνεργάστηκαν, έγινε φίλη της και κουμπάρα της την πρώτη και μόνη φορά που επιχείρησε τον γάμο, όπως μάς λέει ανάμεσα στις λήψεις) και να τη βλέπω να παίζει με τη Χλόη με την οποία έχουν γενέθλια με λίγες ημέρες διαφορά κι έχουν σίγουρα ξανασυναντηθεί σε άλλη ζωή, είναι βέβαιη γι’ αυτό η Φρόσω Ράλλη.
Να έμενα εκεί, λέει και να έπιανα μια γωνίτσα για να παρακολουθώ πώς είναι να γεννιούνται τηλεοπτικά διαμάντια από παρέες αληθινές. Μία παρέα ήταν πίσω από τους Απαράδεκτους, την πρώτη τηλεοπτική επιτυχία που υπέγραψε ως Διευθύντρια Παραγωγής. Μία ομάδα φρέσκων δημιουργών βρίσκεται πίσω κι από τη σειρά Ψυχοκόρες, για την οποία αποφάσισε να επιστρέψει στην τηλεοπτική παραγωγή μετά από 12 χρόνια απουσίας από τον χώρο. Η Φρόσω Ράλλη, δημιούργησε χρυσή τηλεοπτική ιστορία στο ενδιάμεσο.
Αυτή την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης γυρνάμε πίσω τον χρόνο στην εποχή του Studio ATA, μέσα στα οποία μεγάλωσε και ξεκίνησε να εργάζεται ως «βοηθός φροντιστού», πηγαίνοντας καφέδες, όπως λέει, κάνουμε ζάπινγκ στις μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες της, μιλάμε για τη σειρά της που δεν εκτιμήθηκε όσο θα ήθελε και εκείνη που απέρριψε κι έπειτα το μετάνιωσε, τους ανθρώπους που εμπιστεύτηκε κι έκαναν το «μπαμ», για όσα είναι «απαράδεκτα» στη σημερινή tv και όσα αγάπησε στις Ψυχοκόρες. Η Φρόσω Ράλλη, μου έκανε την τιμή να τη γνωρίσω στο πολύχρωμο σπίτι της και να ρίξω μία μικρή ματιά στην πολύχρωμη προσωπικότητά της. Κι όταν πατώ το rec, έγινε χείμαρρος και μίλησε για την ελληνική τηλεόραση με την γνώση ενός ανθρώπου που έζησε και ζει τη μυθοπλασία εκ των έσω.
– Πώς είναι να μεγαλώνει κανείς στη «Φίνος Φιλμ» της τηλεόρασης, όπως ήταν γνωστή η Studio ATA;
Ήταν πάρα πολύ ωραία και ζωντανά. Έχω τη χαρά να έχω γνωρίσει πάρα πολλούς σημαντικούς ανθρώπους, να έχω δουλέψει μαζί τους. Ήταν ωραία και δύσκολα από την άλλη μεριά, γιατί εγώ αυτό που λέω πάντα είναι πως το ΑΤΑ για μένα ήταν ευχή και κατάρα. Ευχή, γιατί μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που δεν υπήρχαν ανταγωνισμοί, ήταν η δική μας δουλειά. Κι απ’ την άλλη «κατάρα» με την έννοια ότι είναι δύσκολο να να δουλεύεις με τους γονείς σου. Μόνο όσοι δουλεύουν με τους γονείς τους μπορούν να με καταλάβουν, γιατί μπαίνουν κι άλλα πράγματα μέσα. Μεγάλωσα, ενηλικιώθηκα πολύ μεγάλη.
– Είναι κάπως πιο προστατευμένο περιβάλλον όταν δουλεύεις με τους γονείς σου;
Πολύ πιο προστατευμένο. Και μετά βγαίνεις στην αληθινή ζωή και surprise: Κόλαση. (γέλια)
– Συμπορευτήκατε με την ιδιωτική τηλεόραση δημιουργικά από τη γέννησή της, σωστά;
Ναι, γιατί δουλεύαμε πριν με την ΕΡΤ, όπου είχαν γίνει όλα αυτά τα κλασικά: Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, Οι Πανθέοι, Ο Γιούγκερμαν κλπ και μετά ναι, συνέχισα μαζί με την ιδιωτική τηλεόραση. Σε αυτά τα υπέροχα χρόνια που ξεκίνησε η ιδιωτική τηλεόραση, που όλα ήταν τόσο μα τόσο καλύτερα.
– Ποια ήταν για εσάς η χρυσή εποχή της ιδιωτικής τηλεόρασης;
Η χρυσή της εποχή ήταν όταν ξεκινούσε. Κυρίως το Mega, που εγώ εγώ είχα συνεργασία πολύ σοβαρή, ξεκίνησε με όλα αυτά τα νέα παιδιά, τον Τζώνη (σ.σ. Καλημέρης) κι όλους αυτούς που μετά φτιάξανε την τηλεόραση, όπου όλα γινόταν σαν πανηγύρι, δουλειά και χαρά. Είχε ιδέες ήταν και πιο ελεύθερη γιατί η ΕΡΤ ήταν τότε πολύ πιο συντηρητική. Το Mega ήταν πιο τολμηρό ως νέο «παιδί» τότε. Ας πούμε, τις Τρεις Χάριτες τις είχαμε πάει στην ΕΡΤ και δεν τους άρεσαν, δεν τις ήθελαν. Δηλαδή φαντάζομαι οι Απαράδεκτοι δεν θα μπορούσαν να παίξουν στην ΕΡΤ του τότε, γιατί τώρα η ΕΡΤ τώρα, δόξα τω Θεώ, ξανάνιωσε.
– Και τα χειρότερα χρόνια, ήταν της κρίσης;
Εγώ ευτυχώς δεν τα έζησα, γιατί ήταν η εποχή που είχα αποσυρθεί τελείως από τη δουλειά, γιατί είχα κουραστεί.
«Η αλήθεια είναι ότι είχα αποφασίσει ότι τέλειωσα με την τηλεόραση. Μετά συνάντησα κάποιους ανθρώπους που ένιωσα ότι μπορούμε να συνταξιδέψουμε σ’ αυτή τη ζωή και σ’ αυτή τη δουλειά και ξαναμπήκα».
Φαντάζομαι τα χειρότερα χρόνια θα ήταν της κρίσης, γιατί πολύς κόσμος έμεινε άνεργος, πολλά θέματα, πολλά προβλήματα.
Αλλάζει η τηλεόραση συνέχεια. Περνάει τις φάσεις της. Εμένα η φάση ριάλιτι και ξεκατίνιασμα δεν με αφορά, καθόλου. Δεν το παρακολουθώ πια, το παρακολούθησα λίγο στην αρχή, αλλά δεν μπορώ. Για μένα η τηλεόραση είναι ένας τόπος δημιουργίας. Δηλαδή, να κάνεις ωραία και καινούργια και διαφορετικά πράγματα. Ό,τι και να μου λέγανε δεν πήγαινα δουλέψω σε ριάλιτι, ούτε σταυρωμένη, δεν με αφορά. Σέβομαι και εκτιμώ βαθύτατα όλους αυτούς τους ανθρώπους που κοπιάζουν για όλα αυτά που παίζονται κάθε μέρα. Αλλά δε με αφορούν, ίσως επειδή μεγάλωσα και θέλω να κάνω μόνο αυτό που μου αρέσει. Πέρασα πολλά χρόνια να κάνω και πολλά πράγματα που δεν μου άρεσαν γιατί ήταν μια εταιρία από πίσω, γιατί γιατί γιατί…
– Νιώθατε με τους Απαράδεκτους ότι κάνατε τηλεοπτική επανάσταση;
Όχι. Ένιωθα ότι πέρναγα τέλεια. Αυτό ένιωθα γιατί ήμασταν μια παρέα, αγαπημένη. Το συνειδητοποιήσαμε σιγά σιγά όσο περνάει ο καιρός και γινόταν επιτυχία, αλλά όχι ως επανάσταση, ως ότι κάνουμε κάτι που αρέσει στον κόσμο. Ήταν 2 χρόνια που κράτησε, πάρτι. Με δυσκολίες πολλές, με θέματα. Ήταν τρελοκομείο, παιδική χαρά δεν είναι η λέξη (γέλια). Αυτούς τους ανθρώπους τους αγάπησα πολύ και τους αγαπώ ακόμα. Αλλά δε νιώθαμε ότι κάναμε επανάσταση, νιώθαμε ότι περνάμε ωραία.
– Οπότε αυτό που θυμάστε πιο συχνά από τότε είναι η παρέα;
Ναι, η παρέα. Ήμασταν κανονική παρέα, κάναμε παρέα και εκτός γυρισμάτων.
– Να σας πω ότι όταν ήμουν μικρή, επειδή έβλεπα τις σειρές σας, νόμιζα ότι ήσασταν ηθοποιός γιατί παίζατε κιόλας σε αυτές…
«Σε όλα παίζω και τους υποχρεώνω να με βάλουν και γίνομαι και πιεστική καμιά φορά. Δεν ήμουν ηθοποιός, ήμουν ένα απλό ψώνιο»(γέλια).
Μου αρέσει πάρα πολύ. Ίσως όταν ήμουν μικρή να ήθελα να γίνω ηθοποιός και να μη το τόλμησα. Οπότε έλεγα «θα παίξω κι εγώ. Είμαι παραγωγός, θα παίξω». Το επέβαλα.
– Ήσασταν παραγωγός στην πρώτη τηλεοπτική επιτυχία της Δήμητρας Παπαδοπούλου (Απαράδεκτοι), στην πρώτη των Μιχάλη Ρέππα – Θανάση Παπαθανασίου (Τρεις Χάριτες), στην πρώτη του Χριστόφορου Παπακαλιάτη (Η ζωή μας μια βόλτα), στην πρώτη του Γιώργου Καπουτζίδη (Σαββατογεννημένες), των Χάρη Ρώμα – Άννας Χατζησοφιά (Μεν και Δεν). Έχετε εσείς το άγγιγμα του Μίδα ή υπάρχει τρόπος να καταλάβει κανείς ποιοι θα πάνε μπροστά;
Ήμουν κωλόφαρδη (γέλια). Γιατί με τη Δήμητρα για παράδειγμα, είχε κόλλημα και τρέλα ο μπαμπάς μου κι έλεγε «Πρέπει να κάνω κάτι με τη Δήμητρα». Πήγα σπίτι της μια μέρα και της λέω «Δημητρούλα πρέπει να κάνω μία επιτυχία μεγάλη γιατί πρέπει να αποδείξω κι εγώ κάτι», μου λέει «Κι εγώ μία επιτυχία θέλω να κάνω». Είπαμε «Άντε πάμε να την κάνουμε» κι έτσι έγιναν οι Απαράδεκτοι.
Θεωρώ ότι ήμουν τυχερή κι έπειτα αυτοί οι άνθρωποι σε μένα βλέπανε πως ό,τι και να γίνει θα υπάρχει μια ποιότητα στη δουλειά, το ξέρανε. Γιατί με αυτούς τους ανθρώπους για να φτάσουμε να κάνουμε δουλειά, είχαμε πολλές συζητήσεις. Ξέρανε ότι στο ΑΤΑ θα υπάρχει μια ποιότητα, ξέρανε ότι εγώ είμαι ψώνιο κανονικό. Ότι δηλαδή δεν με νοιάζουν τα λεφτά, με νοιάζει η ποιότητα και ευτυχώς και οι γονείς μου ήταν έτσι. Δηλαδή ο πατέρας μου έλεγε ότι τα λεφτά είναι περαστικά από την τσέπη μας, δεν είναι για να μένουνε. Και ήταν αυτή η άποψη του ΑΤΑ, ότι σημασία έχει να κάνουμε καλή δουλειά. Πιστεύω ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι σε εμάς αυτό είδανε.
Ήθελαν να έρθουν σε εμάς κι εμείς τους φερθήκαμε με στοργή και προδέρμ, με αγάπη. Με όλους αυτούς τους ανθρώπους έχω μια άριστη σχέση και ξέρουν πόσο τους προφύλαξα και πόσο τους βοήθησα να αναδείξουν τη δουλειά τους, που αυτό είναι το θέμα.
– Έχετε ξεχωρίσει ανθρώπους και συνεργάτες από αυτή τη δουλειά;
Η μεγάλη μου αγάπη, γιατί τον έχω σαν παιδί μου, είναι ο Χριστόφορος. Αλλά όλους τους αγαπώ. Εγώ θεωρώ ας πούμε ότι ο Χάρης Ρώμας είναι εξαιρετικός επαγγελματίας, που ξέρει πολύ καλά τι κάνει. Είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος. Ο Μιχάλης και Θανάσης είναι επίσης αγαπημένοι. Εντάξει, η Δήμητρα και Χριστόφορος ήταν αυτοί που ήμασταν πιο κοντά ούτως ή άλλως και εκτός δουλειάς. Φυσικά και έχω ξεχωρίσει πάρα πολλούς όμορφους ανθρώπους, όπως νέους σκηνοθέτες, έχω καλά να θυμάμαι.
– Είχατε πει ότι τις Σαββατογεννημένες με το ζόρι της πήρανε τα κανάλια…
Με το ζόρι, τους εκλιπαρούσα.
– Συμβαίνει συχνά να πιστεύετε σε κάτι πολύ και να συναντάτε εμπόδια;
Βέβαια συμβαίνει. Καταρχάς για να πας να προτείνεις κάτι, το πιστεύεις. Δηλαδή εγώ άμα δεν πιστεύω κάτι, άμα είναι χάλια, δεν μπορώ να πάω να το υποστηρίξω. Τότε που είχα το ΑΤΑ και ήταν μια εταιρία που έπρεπε να τρέχει γιατί είχε πολύ κόσμο που δούλευε, μπορεί να μου λέγανε «θα κάνεις αυτό» και να το έκανα γιατί έπρεπε να δουλεύει η μηχανή. Αλλά αν το πιστεύω, μπορώ να γονατίσω μπροστά στο διευθυντή προγράμματος και να του φυλάω τα πόδια για να το πάρει. Τις Σαββατογεννημένες τις πήρε το Mega με το ζόρι, ο ΑΝΤ1 δεν τις ήθελε.
Εγώ τον πιστεύω πάρα πολύ τον Γιώργο Καπουτζίδη, είναι πολύ χαρισματικό πλάσμα κι είναι στοχοπροηλωμένος. Σαν τον Χριστόφορο κι αυτός, τον παίρνω να του πω «έλα να κάνουμε κάτι» και μου λέει «Όχι. Τώρα θα κάνω αυτό». Κάνει αυτό που εκείνος αισθάνεται, δεν είναι δηλαδή γιούρια και πάμε να τα αρπάξουμε. Είναι πολύ ιδιαίτερο παιδί και πολύ ταλαντούχο.
– Πότε νιώσατε ότι άρχισαν να σας εμπιστεύονται περισσότερο, πιο εύκολα;
Νομίζω από τους Απαράδεκτους και μετά γιατί οι Απαράδεκτοι ήταν και η πρώτη δική μου δική μου πρόταση μέσα στην εταιρεία, όλα τα άλλα τα κάναμε με τους γονείς μου. Και μάλιστα ο πατέρας μου είχε φρικάρει με τον γκέι του Μπέζου. Είχα πάει με τον γλυκό μου τον Γιώργο Ασημακόπουλο, τον σκηνογράφο, που δεν είναι πια στη ζωή και του λέω «έλα μαζί μου να με υποστηρίξεις». Και του έλεγα «αν δεν το πάρουν τα κανάλια», γιατί είχαμε κάνει πιλότο, «σου ορκίζομαι, θα σου δώσω όλα τα λεφτά, θα σου ξεπληρώσω και την τελευταία δεκάρα». Παρόλο που είχε τρέλα με τη Δήμητρα, το έβρισκε ότι ήταν λίγο προκλητικό ας πούμε.
«Βέβαια όταν έχεις έναν ηθοποιό σαν το Γιάννη Μπέζο δεν φοβάσαι ότι θα εξευτελιστείς. Και πιστεύω ότι έναν καλό γκέι στην τηλεόραση, μόνο ένα άτομο μη γκέι μπορεί να το κάνει».
– Γιατί το λέτε αυτό;
Έχω την αίσθηση ότι όταν είσαι γκέι, λίγο – παλιά τουλάχιστον- νιώθεις ότι εκτίθεσαι. Τότε, που δεν ήταν όπως τώρα τα πράγματα. Ενώ, όταν δεν είσαι γκέι και είσαι και μία ηθοποιάρα όπως ο Μπέζος… εντάξει ο Μπέζος αυτό που έκανε ήταν δαντέλα, ήταν καταπληκτικός.
– Πόσο δικαιωμένη νιώθετε όταν κάνουν επιτυχία project για τα οποία είχατε παλέψει; Έχετε πάρει ποτέ τηλέφωνο να πείτε σε κάποιον «Στα λεγα εγω»;
Δεν με νοιάζει να δικαιωθώ καθόλου. Νιώθω πολύ ευχαριστημένη, πολύ ευτυχισμένη. Τρέμουν λίγο τα πόδια μου μέχρι να βγει στον αέρα, αλλά μετά δικαιωμένη; Εντάξει κι αυτοί οι άνθρωποι, στα κανάλια δεν μπορούν να δουν. Γι’ αυτό εμένα μου την δίνει όταν έχουν μια τάση τα κανάλια να καταργούν τους παραγωγούς. Φυσικά δεν είναι όλοι οι παραγωγοί το ίδιο, δούλεψα 40 χρόνια σε αυτή τη δουλειά και την έχω μάθει σε κάθε λεπτομέρεια. Δηλαδή ξεκίνησα κάνοντας βοηθό φροντιστού. Πήγαινα τους καφέδες, έχω περάσει από όλα τα πόστα.
Ομολογώ ότι έχω και γούστο, έχω και αισθητική. Είμαι ένας άνθρωπος που έχει ταξιδέψει, έχει δει, έχει παρακολουθήσει κι αυτό βοηθάει. Αλλά εμείς ως παραγωγοί μπορεί να βλέπουμε κάτι, που δεν το βλέπουν τα κανάλια που έχουν 200 πράγματα μπροστά τους. Αυτό. Δηλαδή ο ρόλος του παραγωγού είναι εξίσου σημαντικός με του σεναριογράφου και του ηθοποιού.
«Και θυμώνω πάρα πολύ όταν ό,τι καλό γίνεται το έχουν κάνει άλλοι και για ό,τι κακό γίνεται φταίει ο παραγωγός».
Γιατί σε αυτή τη δουλειά που είμαι τώρα για παράδειγμα, που έχω και την καλλιτεχνική διεύθυνση, έχω την ευθύνη της εικόνας. Η εικόνα είναι κάτι στο οποίο έχω συμμετάσχει, το έχω φτιάξει μαζί με τον σκηνοθέτη και τον σεναριογράφο. Έχουμε εξίσου σοβαρό ρόλο κι εμείς. Ας ξεχάσουμε το σενάριο, την εικόνα την υπογράφει και ο παραγωγός. Τα κανάλια έχουν την τάση τον τελευταίο καιρό να θέλουν να ανακατεύονται πιο πολύ από ό,τι θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου. Φυσικά κάνουν και δουλειές με ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν εμπειρία, βγαίνουν καινούργιοι παραγωγοί. Εκεί ίσως και να χρειάζεται, αλλά ο παραγωγός είναι πολύ σημαντικό κομμάτι σε μια δουλειά.
– Διαβάζοντας ξένα Μέσα, όπως το Variety λόγου χάρη, γίνεται πάντα λόγος για τον παραγωγό, εδώ ίσως να μην το έχουμε αυτό τόσο πολύ…
Στο Όσα παίρνει ο άνεμος, έκανε μοντάζ ο παραγωγός, αφού είχε αλλάξει 3 σκηνοθέτες. Ποιος είναι ο δημιουργός αυτής της ταινίας; Τον παραγωγό τον έχουν λίγο για νεροκουβαλητή, αλλά δεν είναι έτσι. Ο σωστός παραγωγός βάζει μέσα και τη δική του ματιά. Δηλαδή τον σκηνοθέτη, τον σεναριογράφο, ο παραγωγός τον βρίσκει. Εμείς όταν αποφασίσαμε τις Ψυχοκόρες να τις σκηνοθετήσει ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, ο οποίος είναι 32 χρονών και υπερταλαντούχος, ήταν ένα άγνωστο παιδί. Πήγαμε στον ΑΝΤ1, είπαν «Ποιος είναι αυτός;», είπαμε «Έχουμε εμείς την ευθύνη, αν δεν είναι καλό να το ξαναγυρίσουμε». Αυτό είναι δουλειά παραγωγού. Δεν είναι δουλειά του καναλιού. Ο παραγωγός είναι εξίσου σημαντικός με τους υπόλοιπους.
«Δηλαδή τον Καπουτζίδη μάς τον έστειλε Μαρία Καβογιάννη, ως ένα νέο παιδί, ταλαντούχο. Ήρθε ο Γιώργος, δουλέψαμε τα σενάρια μαζί του στο γραφείο. Το κάστινγκ το κάναμε μαζί. Θέλω να πω, δεν μπορεί να λες είναι η δουλειά του Καπουτζίδη, ούτε η δουλειά η δική μου μόνο, φυσικά. Είναι η δουλειά ενός συνόλου ανθρώπων».
– Από την εποχή του Κλείσε τα μάτια, από το πρόστιμο του ΕΣΡ, τι θυμάστε, είχε θεωρηθεί προκλητικό;
Όχι. Εγώ δεν θεωρώ τίποτα προκλητικό, αν δεν είναι χυδαίο. Αυτό το φιλί δεν είχε καμία χυδαιότητα, ήταν μία πολύ τρυφερή στιγμή. Δεν περιμέναμε ότι θα φάει πρόστιμο, άνοιξε έναν δρόμο όμως. Ήταν τόσο τρυφερή στιγμή. Δύο αγόρια αγαπιούνται, ε και; Ούτε είμαι υπέρ του φανατικού του diversity. Θεωρώ ότι το γκέι είναι μία κανονικότητα, δεν είναι κάτι διαφορετικό.
– Και στο κομμάτι της γυναικείας σεξουαλικότητας, της σεξουαλικότητας της μητέρας ήταν πρωτοποριακή σειρά…
Γιατί δεν υπάρχουν μεγάλες γυναίκες που ερωτεύονται νέα παιδιά; Γιατί είναι περίεργο αυτό; Ο έρωτας χρόνια δεν κοιτά. Δεν τα καταλαβαίνω αυτά τα πράγματα. Για μένα είναι θέμα καθόλου.
– Ναι, συμφωνώ, αλλά η τηλεόραση έμοιαζε για κάποια χρόνια να έχει κάπως συντηριτικοποιηθεί, έτσι δεν είναι;
Συντηρητικοποιείται, μετά ξεσυντηρητικοποιείται. Και αυτοί το παλεύουν και το ΕΣΡ επίσης. Τώρα που κάναμε τις Ψυχοκόρες, τους τηλεφώνησα στο ΕΣΡ γιατί το ’50 όλοι κάπνιζαν, αν θυμάστε και το Mad Men. Και λέω θα κάνουμε μία σειρά εποχής και δεν θα μπορούμε να καπνίζουμε; Δηλαδή τι είναι αυτό τώρα; Πήρα, λοιπόν, να μάθω αν καπνίζουμε τι θα γίνει. Εννοώ πως, εντάξει, το παλεύουμε και προχωρούμε. Υπάρχουν κάποια πράγματα, που και στα κανάλια τι να κάνουν όταν τρώνε τα πρόστιμα; Τους καταλαβαίνω κι αυτούς δηλαδή. Αλλά εντάξει, σιγά σιγά αλλάζουν τα πράγματα.
– Ποια σειρά σας θα θέλατε να κάνει μεγαλύτερη επιτυχία και δεν έκανε;
Η Επιφάνεια, ήταν μία σειρά πολύ μπροστά από την εποχή της. Το λέω και το πιστεύω. Ήταν μπροστά από την εποχή της και επίσης τα κανάλια τότε και τώρα, που για μένα είναι λάθος αλλά τους καταλαβαίνω κι αυτούς, δεν έχουν υπομονή. Δηλαδή αν κάτι δεν πάει πολύ καλά, δεν του αλλάζουν απλά μέρα και ώρα, στο τέλος κατέληξε να παίζει 2 η ώρα το πρωί. Δεν ήταν η στιγμή της. Στα μάτια μου όμως δεν τη κάνει αυτό μία κακή σειρά, ήταν μία πολύ καλή σειρά, απλώς ατύχησε. Ο Γιάννης Σκαραγκάς είναι ένας σεναριογράφος πολύ ιδιαίτερος, που πέρσι έκανε μεγάλη επιτυχία (σ.σ. υπογράφει τη σειρά Κάνε ότι κοιμάσαι).
– Απορρίψατε ποτέ κάτι που μετά έγινε επιτυχία;
Ναι, το Ντόλτσε Βίτα. Μου το είχε φέρει ο Αλέξανδρος Ρήγας και τότε ποιος ξέρει γιατί λέω «Όχι, δεν…». Και μετά το ζήλεψα και θεωρώ ότι αν το κάναμε εμείς θα ήταν και καλύτερο. Αλλά ήταν πολύ ωραία σειρά.
– Το βλέπετε και με άλλη ματιά όταν κάτι δεν είναι δικό σας; Βλέπετε τι θα μπορούσατε να κάνετε εσείς;
Ναι. Εγώ θεωρώ ότι το κάστινγκ είναι από τα πιο σημαντικά πράγματα.
«Τώρα υπάρχουν σειρές με συγκλονιστικούς ηθοποιούς, οι οποίες, το βλέπεις, δεν τους πάει ο ρόλος τους. Δεν φταίνε οι άνθρωποι όταν τους δίνεις λάθος πράγματα να παίξουν. Είναι πολύ σημαντικό πράγμα το σωστό κάστινγκ».
– Η Αίθουσα του Θρόνου ήταν μία σειρά εποχής που ακόμα και σήμερα, που υπάρχει πλήθος σειρών εποχής, έθεσε κάπως τα πρότυπα…
Εννοείται. Ήταν μία εξαιρετική σειρά η Αίθουσα του Θρόνου που την παλέψαμε επίσης πάρα πολύ. 1,5 χρόνο κάναμε γυρίσματα, με all star cast. Εγώ βλέπω τους Πανθέους τώρα, και θυμάμαι τους Πανθέους, που κάναμε εμείς πριν από 40 χρόνια και ήταν πάρα πολύ καλύτεροι. Είναι θέμα και παραγωγής. Και βέβαια τότε ήταν και ο Βασίλης Γεωργιάδης που ήταν τρομερός σκηνοθέτης.
– Υπάρχει κάτι που μάθατε δουλεύοντας εκείνη τη σειρά τότε, που να το εφαρμόζετε και σήμερα στις Ψυχοκόρες;
Όχι, εγώ πάω κατά περίπτωση. Δηλαδή τώρα στις Ψυχοκόρες, είπα θα πάμε να κάνουμε μία σειρά εποχής αλλά το look and feel θα είναι εντελώς μοντέρνο. Εξού και τα αγγλικά τραγούδια που με κατηγορούν γι’ αυτά, γιατί εγώ ασχολούμαι με τη μουσική.
«Έχω άποψη γι’ αυτό. Είπα ότι δεν θέλω να μυρίζει ναφθαλίνη. Είπα ότι εποχής δεν πρέπει σώνει και καλά να σημαίνει σέπια. Το χρώμα πρέπει να μπει στη ζωή μας».
– Πώς προέκυψαν οι Ψυχοκόρες;
Έριξε την ιδέα ένας συνεργάτης μας. Μας είπε «Παιδιά να δούμε τις Ψυχοκόρες;» και το πήραν η Πένυ Φυλακτάση με τον Βαγγέλη Νάση κι έκαναν αυτό το υπέροχο σενάριο. Έγινε λίγο απ’ όλους μας. Είναι μία μελανή στιγμή στην Ελλάδα ο θεσμός αυτός. Εμείς ας πούμε στο σπίτι, όταν ήμουν μικρή, είχαμε ψυχοκόρη. Επειδή εγώ είμαι από τη Μυτιλήνη, ήταν από το χωριό που ήταν το σπίτι της μάνας μου, από την πιο φτωχή οικογένεια ένα κοριτσάκι, η Ραλλίτσα, που ήρθε στην Αθήνα. Αλλά εμείς την πληρώναμε, έτρωγε μαζί μας, την πάντρεψε η μαμά μας, ήταν σαν μεγαλύτερη αδερφή μας. Εμείς δεν τη λέγαμε ψυχοκόρη. Είχε έρθει για να βοηθά μαζί μας, που ήμασταν μικρά παιδάκια, μας πρόσεχε. Όμως εκμεταλλεύτηκαν πολλές γυναίκες τότε.
«Αλλά θεωρώ ότι είναι κι ένα πολύ σημερινό θέμα. Πόσα κορίτσια δεν έρχονται από Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία κι είναι πόρνες, σκλάβες κάπου και τις κακομεταχειρίζονται; Οι άντρες που καταπιέζουν τις γυναίκες; Το γυναικείο κίνημα; Είναι τόσο εποχής όσο και σημερινή σειρά.».
– Γι’ αυτό θέλατε να έχει και look and feel σύγχρονο;
Καλά εγώ θέλω να έχουν όλα look and feel σύγχρονο, γιατί δεν θέλω καθόλου αυτές τις παλιατζουρίες (γέλια). Εντωμεταξύ βλέπω μόνο πλατφόρμες, είμαι γραμμένη σε όλες. Έχω άλλα μάτια.
– Ποιο είναι το μέλλον της τηλεόρασης με τις πλατφόρμες; Θα τη βοηθήσουν δημιουργικά;
Θα βοηθήσουν, ναι. Ο περισσότερος κόσμος πια είναι στα ipad, στα κινητά, στις πλατφόρμες. Ακόμα και πολλοί δικοί μου άνθρωποι βλέπουν τις σειρές τους στο κόκκινο κουμπί στο Mega, στο ERTFLIX, μέσα από το Internet. Το μέλλον είναι οι πλατφόρμες πιστεύω.
Η τηλεόραση θα συνεχίσει να υπάρχει και μακάρι να έχει πιο χρηστικά πράγματα. Το πρωί δεν υπάρχει μια εκπομπή χρηστική, να βοηθήσει τον άνθρωπο που είναι στο σπίτι του να μάθει κάτι παραπάνω. Εγώ, ας πούμε, παλεύω όλη μου τη ζωή να κάνω παιδικό πρόγραμμα. Να έχει κάτι να δει το παιδί, να ψυχαγωγηθεί και να μάθει. Βλέπω τι βλέπουν τα παιδιά, το καλοκαίρι που μένω στην Επίδαυρο κι έρχονται φίλοι με τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Βλέπω τι βλέπουν και τρελαίνομαι.
Τώρα σχεδιάζουμε μία ζώνη παιδική, και σκεφτόμαστε με παιδοψυχολόγους, τι να κάνουμε. Κάναμε την KOYKOYLAND στην ΕΡΤ που ήταν μια εξαιρετική παιδική εκπομπή που δούλεψαν από πίσω, εκπαιδευτικοί, παιδοψυχολόγοι, που μιλήσαμε για το περιβάλλον, για τη διαφορετικότητα, για τη ζήλεια, για την αγάπη, δηλαδή να διασκεδάζουν τα παιδιά και να παίρνουν και πράγματα. Και μας την κόψανε από την ΕΡΤ, που είναι το κατεξοχήν κανάλι που πρέπει να έχει παιδικό πρόγραμμα.
«Πρέπει να υπάρχουν και χρηστικές εκπομπές και παιδικά προγράμματα και διαφορετικά προγράμματα αλλά δυστυχώς, δεν τολμάνε τα κανάλια. Και βγάζουν όλα αυτά τα κουτσομπολιά που είναι περιττά σκουπίδια στο μυαλό μας. Γιατί να κάτσω να τα δω; Δεν καταλαβαίνω πια».
– Γιατί θεωρείτε ότι λείπουν οι κωμωδίες σήμερα;
Γιατί δεν έχεις κάτι διασκεδαστικό να πεις. Εγώ πιστεύω ότι μετά την καραντίνα είναι όλοι η Γη σε βαθιά κατάθλιψη. Προσπαθούμε να βρούμε κωμωδίες. Προσπαθούμε να βρούμε κάτι διασκεδαστικό, αλλά…
– Τι ήταν αυτό που μάθατε για εσάς αυτά τα 12 χρόνια αποχής;
Έμαθα να αγαπάω τον εαυτό μου, να με νοιάζομαι περισσότερο. Έμαθα να πετάω ό,τι τοξικό απ’ τη ζωή μου, δεν με αφορά πια δηλαδή. Έμαθα ότι η ζωή είναι μικρή και πρέπει να χαιρόμαστε όσο μπορούμε. Γιατί ταξίδεψα και πολύ, πήγα και στη Νότιο Αμερική που υπάρχει φτώχεια κλπ. Είμαι πολύ πιο ήρεμη, ξέρω ακριβώς τι θέλω να κάνω. Δεν θα διστάζω πια να λέω τη γνώμη μου. Τώρα που δεν έχω μια εταιρία από πίσω μου να εξαρτώνται από μένα 100 άνθρωποι και στη συνεργασία μου με τα κανάλια θα πω τη γνώμη μου, θα κάνω αυτό που θέλω κι αν δεν τους αρέσω, ας μην ξανά συνεργαστούν μαζί μου και δεν με νοιάζει και καθόλου.
Με το μεγάλωμα αυτό γίνεται. Το καλό του να μεγαλώνεις είναι ότι ωριμάζεις και το μυαλό που έχεις τώρα δεν το έχεις όταν ήσουν νέος και επίσης ότι δεν έχεις και κάτι να φοβηθείς.
– Φαντάζομαι έχετε κάνει και πολλή δουλειά με τον εαυτό σας;
Έχω κάνει 30 χρόνια ψυχανάλυση, έχω κάνει διάφορα εναλλακτικά, έχω πάει με σαμάνους και έχω κάνει διάφορα. Τα έχω κάνει όλα και είμαι πολύ ήσυχη. Και σε όποιον αρέσω, και δεν με νοιάζει καθόλου.
«Αυτό είναι κατάκτηση. Να λες, “Αυτή είμαι”. Έχω τη συνείδησή μου πολύ καθαρή. Δεν έχω βλάψει συνειδητά, τουλάχιστον ποτέ κανέναν. Θεωρώ ότι είμαι ένας δίκαιος άνθρωπος. Όποιος θέλει να με συμπαθεί έχει καλώς. Όποιος δεν θέλει μη σώσει».
Αυτό έμαθα, ότι δεν με νοιάζουν οι άλλοι, με νοιάζω εγώ να είμαι καλά. Είμαι πάρα πολύ καλά και πάω προς το τέλος της ζωής μου με υπερηφάνεια, με χαρά. Δεν φοβάμαι τον θάνατο. Είναι ένα άλλο πράγμα που έχω κατακτήσει. Πιστεύω ότι η ψυχή είναι ενέργεια κι η ενέργεια δεν χάνεται ποτέ. Και να φύγω από αυτόν τον πλανήτη δεν θα χάσω τίποτα, γιατί εσάς που είστε νεότεροι, σας σκέφτομαι πάρα πολύ για αυτά που έρχονται μπροστά σας. Ανήκω στην πολύ τυχερή γενιά που δεν έζησε πόλεμο, που έζησε ευμάρεια σε όλη της την ανάπτυξη κι είμαι πολύ καλά. Και αύριο να φύγω από τη ζωή είμαι ΟΚ.
– «Κάποτε μια χάι ομάδα έχτισε τον Παρθενώνα», έλεγαν οι Απαράδεκτοι. Εσείς πιστεύετε ακόμα στις ομάδες;
Μόνο. Οι ομάδες γράφουν ιστορία και όποιος δεν ξέρει να μοιράζεται είναι μίζερος και βλάκας. Πρέπει όλα να τα μοιραζόμαστε στη ζωή. Και κυρίως στη δουλειά μας μόνο να μοιραζόμαστε. Θέλει μεγαλείο ψυχής να ξέρεις να μοιράζεσαι. Ας πούμε το Σ’ αγαπώ, μ’ αγαπάς, ήταν μια άλλη μεγάλη επιτυχία που μου έδειξε, ο Λοΐζος Ξενόπουλος και ο Μιχάλης Σούπος, δύο παιδιά από το Mega. Ποτέ δεν είπα «ήταν δική μου ιδέα». Πάντα λέω «ο Λοΐζος και ο Μιχάλης μου έδωσαν αυτό το δώρο». Αυτό δεν το κάνουν πολλοί. Εγώ πιστεύω ότι πρέπει να μοιραζόμαστε. Αλλά ο κόσμος δεν ξέρει να μοιράζεται δυστυχώς.
«Μόνο οι ομάδες γράφουν ιστορία για μένα».
Εκτός αν είσαι κάνας τρελός επιστήμονας και κάνεις τα πειράματα σου. Αλλά κι εκεί θα έχεις ανθρώπους και θα πρέπει να ξέρεις όταν πετύχει το πείραμα ότι έχει βοηθήσει και ο διπλανός σου. Θα πρέπει να το ξέρεις και να το δίνεις αυτό, γιατί οι άνθρωποι χαίρονται όταν τους δίνουν αυτό που τους αξίζει.
Info: Οι Ψυχοκόρες, η τελευταία σειρά με την υπογραφή της Φρόσως Ράλλη, προβάλλεται στην ψηφιακή πλατφόρμα ANT1+