Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου Watkinson/ladylike.gr
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Η Ιωάννα Παππά θέλει να πάψει να είναι η «καλή μαθήτρια»

STYLING ASSISTANT: ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

MUA & HAIR STYLIST: ΙΩΑΝΝΑ ΑΓΓΕΛΗ

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΟ BALTHAZAR BAR/RESTAURANT

Συνάντησα την Ιωάννα Παππά σε συνθήκες καύσωνα στο Balthazar κι όσο μιλούσαμε για το πόσο όμορφη θα μπορούσε να είναι η Αθήνα, αλλά δεν είναι γιατί τα ποτάμια μπαζώθηκαν, τα τσιμέντα γέμισαν το βλέμμα μας προς κάθε κατεύθυνση και ζώντας και οι 2 στο κέντρο, κινδυνεύουμε από θερμοπληξία το καλοκαίρι και από πνιγμό όταν οι ουρανοί αποφασίζουν να ανοίξουν κάποιες φορές με κατακλυσμιαία δύναμη, καταλήξαμε στη φράση «Από τύχη ζούμε, κανονικά» με ένα στόμα μια φωνή.

Λίγες ημέρες νωρίτερα είχα δει την Ιωάννα Παππά να πρωταγωνιστεί ως Γερτρούδη στον Άμλετ, που σκηνοθετεί ο Θέμης Μουμουλίδης το φετινό καλοκαίρι. Υποδύεται τη μητέρα του Άμλετ, που ενσαρκώνει ο Αναστάσης Ροϊλός, αυτή τη μητέρα της λογοτεχνίας, των μύθων, της δραματουργίας που κατηγορείται για κάθε δεινό που τελικά έχει να αντιμετωπίσει ο ήρωας. Ο Άμλετ αναρωτιέται αν αξίζει να ζει κανείς ή να μη ζει στο πιο διαχρονικό ερώτημα που μας έθεσε ποτέ ο Σαίξπηρ. Και καθώς με την Ιωάννα Παππά καταλήξαμε ότι από τύχη ζούμε έτσι κι αλλιώς στη χώρα αυτή, το ερώτημα ήρθε σχεδόν φυσικά στα χείλη μου.

Η Ιωάννα Παππά μού ανέπτυξε τη δική της ματιά πάνω στο «να ζει κανείς η να μη ζει», μου μίλησε για τον χρόνο που την έχει πάει από την Οφηλία στη Γερτρούδη και πόσο συμφιλιωμένη είναι μαζί του, για τις ενοχές της ως μαμά που προσπαθεί να ξεχωρίσει ποιες είναι φορετές και ποιες δικές της, για τον γιο της, τον Αντώνη, που (πολύ φοβάται) ότι δείχνει να ενθουσιάζεται από το θέατρο, αλλά και για την τηλεόραση με την οποία το πρόσωπό της έχει ταυτιστεί όσο επιλεκτικά κι αν έχει δουλέψει σε αυτή, σε μια συζήτηση που είχε ζέστη και ζεστασιά, γέλια και προβληματισμούς και μπόλικη αλήθεια.

Γιλέκο Μystis

H Ιωάννα Παππά, ο Άμλετ, ο Σαίξπηρ και τα μεγάλα ερωτήματα

«Σχετικά νωρίς στο έργο λέγεται η φράση “να ζει κανείς ή να μη ζει”, γιατί ο χαρακτήρας μετά το πένθος για τον πατέρα, σε πολύ σύντομη φάση χρονικά συμβαίνει ο γάμος της μητέρας, του εμφανίζεται το φάντασμα του πατέρα, πράγμα που δεν συμβαίνει κανονικά στη ζωή μας, και αντιλαμβάνεται τι έχει συμβεί γιατί ούτως ή άλλως το αισθανόταν με κάποιο τρόπο. Είχε μία περίεργη κακή διαίσθηση και η πρώτη του αντίδραση, είναι να σκεφτεί την αυτοκτονία. Όχι γιατί είναι ένας αδύναμος χαρακτήρας, αλλά γιατί οι άνθρωποι που αντιλαμβάνονται τη ματαιότητα των πραγμάτων, στο βαθμό που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα και δεν βλέπουν φως, είναι σαν να μην υπάρχει άλλη επιλογή γι’ αυτούς. Κι αυτό που λέει και στον μονόλογο είναι ότι “εγώ έχω τη θέληση, την επιθυμία αλλά υπάρχει φόβος θανάτου” κι αυτό αναλύει ουσιαστικά και σε αυτόν τον εξαιρετικό μονόλογο.

Νομίζω ότι στους περισσότερους ανθρώπους, υπάρχουν στιγμές που μπορεί να έχει τεθεί αυτό το δίλημμα, έστω και ως σκέψη, γιατί δεν είμαστε πάντα οχυρωμένοι για όλα, ούτε προετοιμασμένοι. Δεν το θεωρώ αμαρτία σε καμία περίπτωση ως σκέψη, γιατί θρησκευτικά αντιμετωπίζεται κι έτσι. Δεν πρέπει να είναι ταμπού καμία σκέψη.


Βέβαια, απέχουμε πολύ από το να φτάσουμε σε σημείο να πραγματοποιήσουμε κάτι τέτοιο. Δηλαδή εγώ θα με φανταζόμουν σε μια πολύ ακραία συνθήκη να πραγματοποιούσα μια τέτοια πράξη. Όπως ας πούμε, αν βρισκόμουν σε ένα πόλεμο. Αν ήμουν κοντά στο να ζήσω όλα αυτά που βλέπουμε να συμβαίνουν ακόμα και τώρα. Νομίζω ότι εκεί ίσως θα ήταν και η μοναδική διέξοδος».

«Έχω παίξει πολύ Σαίξπηρ. Ένιωσα μεγάλη οικειότητα μέσα σε αυτό. Είχα δουλέψει με τον Oskaras Korsunovas στο Θέατρο Πορεία, που είναι μισός Ρώσος μισός Λιθουανός και είχαμε κάνει την παράσταση Μιράντα, με αφορμή την Τρικυμία του Σαίξπηρ και μου είχε πει “Εγώ τον γνωρίζω, τον ξέρω” σαν να έχουν κάνει παρέα. Με μερικούς συγγραφείς σού συμβαίνει αυτό, νιώθεις μία σύνδεση κάπως και ψυχικά. Εμένα μου τυχαίνει και σε μία ταινία που μπορεί να δω, που θα με ξαφνιάσει πολύ ο τρόπος που ένας σκηνοθέτης αντιλαμβάνεται μία ιστορία που μπορεί να είναι σε μία μακρινή χώρα κι εγώ να λέω “αυτός θα μπορούσε να είναι αδερφός μου”. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τα σαιξπηρικά έργα στο μυαλό μου».

«Η πρώτη φορά που έπαιξα θέατρο ήταν το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας. Ήμουν σε μία ερασιτεχνική ομάδα θεάτρου που ξεκίνησε από το σχολείο, από το Πολυκλαδικό όπου φοιτούσα και είχαμε πάει μάλιστα και σε έναν διαγωνισμό θεατρικό.

«Δεν θυμάμαι λεπτομέρειες, αλλά θυμάμαι ότι είχαν κάνει πολύ καλά σχόλια για την παρουσία μου. Χωρίς να ξέρω ακόμα τότε ότι θα γίνω ηθοποιός, αλλά ήταν κάτι που μου άρεσε πολύ, το κράτησα αυτό ως πληροφορία».

«Ειδικά στο ξεκίνημα νομίζω ότι πρέπει να νιώσεις ότι υπάρχει μία ανταπόκριση, να πάρεις ένα feedback, πράγμα που συμβαίνει στη συνέχεια στη σχολή ή αν τύχει και στο ερασιτεχνικό επίπεδο που έκανα εγώ τα 3 πρώτα χρόνια. Μέσα από το ερασιτεχνικό κομμάτι είχα νιώσει ότι “ωραία, κάτι υπάρχει εδώ και πρέπει να το συνεχίσω”».

Η Ιωάννα Παππά ενήλικη ανέχεται λιγότερα απ’ όσα ανεχόταν έφηβη

«Ήμουν επαναστατημένη απέναντι στην κοινωνία σε επίπεδο σκέψης, αλλά επειδή ήμουν ένα πολύ κλειστό παιδί, εκεί στην εφηβεία άλλαξα, έπαθα μία μετάλλαξη και δεν μπορώ να σου πω ότι αυτό μπορούσα να το εκφράσω. Οπότε ζωγράφιζα, έκανα θέατρο, είχα στραφεί σε καλλιτεχνικές διεξόδους. Κι επειδή καλύπτονται αυτά τα κενά που νιώθεις ειδικά σε αυτές τις ηλικίες, αυτό με βοήθησε οτιδήποτε επαναστατικό ένιωθα να μετουσιώνεται σε τέχνη.

Φυσικά ήμουν παρούσα στις καταλήψεις ήμουν σε όλα αυτά ενεργή. Πήγαινα Γ’ Γυμνασίου και πήγαινα στην κατάληψη στο Πολυκλαδικό με την αδερφή μου του Λυκείου. Ήμουν μέσα σε όλες αυτές τις ζυμώσεις τις κοινωνικές που συνέβαιναν εκείνη την περίοδο».

«Ήμουν σε ένα σχολείο που είχε πολλές “φυλές” και τότε γίνονταν θέματα για τις “φυλές” και στα περιοδικά, ήταν από τα αγαπημένα θέματα της εποχής. Εμείς τα είχαμε όλα στο Πολυκλαδικό, ήμασταν 1024 άτομα με 6 προαύλια. Ένα σχολείο που για μένα κακώς δεν υπάρχει πια.

Μπορούσες να μπεις από νωρίς προς μία κατεύθυνση που σε ενδιέφερε, να μην κάνεις μαθήματα που δεν σε αφορούσαν και δεν εξυπηρετούσαν σε κάτι. Εγώ ας πούμε στη Γ΄Λυκείου έκανα μόνο σχέδιο και ιστορία της τέχνης και τέτοια μαθήματα. Ένα από τα μαθήματα ήταν ανά ομάδες να διαλέξουμε και να ζωγραφίσουμε τους τοίχους των προαυλίων με πίνακες σημαντικών ζωγράφων. Μέσα διαβάζανε και έκαναν μαθηματικά ή φυσική κι εγώ ήμουν έξω και ζωγράφιζα Ματίς και Πικάσο και τέτοια (γέλια). Ε τώρα, δεν σου δίνεται αυτή η ευκαιρία».

«Μεγαλώνοντας δεν συμβιβάζομαι εύκολα. Αρχίζω να μην έχω ανοχή. Ειδικά επειδή ήμουν ένα παιδί πολύ διαθέσιμο, πολύ ανοιχτό και με κατανόηση. Οι άνθρωποι, ξέρεις, όταν βρίσκονται απέναντι σε πιο δοτικούς ανθρώπους μερικές φορές δεν το ερμηνεύουν σωστά. Νομίζουν ότι είναι αδυναμία, ενώ είναι ακριβώς το αντίθετο. Πρέπει να έχεις απόθεμα για να έχεις να δώσεις και να προσπερνάς διάφορους κακούς χειρισμούς, να τους παραβλέπεις και να λες “δεν πειράζει, τον καταλαβαίνω” ή “την καταλαβαίνω”.

Μεγαλώνοντας κι επειδή είμαι και πιεσμένη και σε σχέση με τον χρόνο, δεν μου φτάνουν οι ώρες της ημέρας, δεν νομίζω ότι έχω μια ιδανική καθημερινότητα και δεν βλέπω και κανέναν να έχει -δεν νομίζω δηλαδή ότι είναι προσωπικό το πρόβλημα- διαπιστώνω ότι δεν υπάρχει ο χρόνος της αποσυμπίεσης για να μπορέσω να αντιμετωπίσω και τα κακώς κείμενα. Και δεν θέλω να νιώθω ενοχές αν σε κάτι που δεν είναι ωραίο να συμβαίνει με αυτόν τον τρόπο που συμβαίνει, εγώ αντιδρώ».

«Νομίζω ότι στην ηλικία μου πια, στα 47, έχω και το δικαίωμα να αντιδράσω. Έχοντας δείξει ότι μπορώ να είμαι ανεκτική, μπορώ να έχω κατανόηση, μπορώ να παλεύω για τα πράγματα, μπορώ να έχω και όρια, ευχαριστώ».

«Για μένα τα όρια ήταν πάντα σημαντικά, απλώς πια είναι ανάγκη να οριοθετούμε νωρίς, γιατί θεωρώ ότι εξυπηρετεί πάρα πολύ στις σχέσεις των ανθρώπων επί της ουσίας. Και το να είσαι ειλικρινής, αλλιώς υπάρχουν παγίδες, δημιουργούνται και σχέσεις περίεργες. Όλα στο φως που λέμε. Είναι ωραίο πράγμα. Εγώ πάντα πήγαινα προς τα εκεί και πλέον, το διεκδικώ ακόμα περισσότερο».

Σύνολο Chicard.

Ο χρόνος που κυλά και οι ρόλοι που φέρνει

«Έχω ένα άμεσο παρελθόν με τον σκηνοθέτη Θέμη Μουμουλίδη γιατί μου έδωσε και την Κλυταιμνήστρα στην Ιφιγένεια, που έπαιζα δεύτερη φορά και είχα κάνει την Ιφιγένεια την πρώτη, αλλά είχε περάσει μία δεκαετία. Οπότε δεν μου φάνηκε περίεργο όταν μου έδωσε την Γερτρούδη και όχι την Οφηλία γιατί το είχαμε κάνει ήδη (γέλια).

Πάντοτε δούλευα προς την κατεύθυνση του να ανοίγει η ηλικιακή γκάμα των ρόλων μου. Γιατί με έχω κοιτάξει στον καθρέφτη, έχω δει πώς φαίνομαι και ξέρω ότι ακόμα θα μπορώ να παίζω τις ηλικίες που έπαιζα πριν από 10 χρόνια και 15 και 20. Είμαι ακόμα εκεί εμφανισιακά, οπότε προετοιμαζόμουν για να μπορούν να με σκεφτούν και για τέτοιους ρόλους όταν πια θα έχουν βγει νεότερα παιδιά κι εγώ δεν θα μπορώ να παίζω τις 25χρονες.

Στο θέατρο δεν είναι τόσο αυστηρά και οριοθετημένα τα πράγματα. Δηλαδή και στα 60 μου μπορεί να παίξω έναν ρόλο που είναι μικρότερης ηλικίας. Για να παίξεις ρόλους μεγαλύτερης ηλικίας όταν είσαι πιο νέος πρέπει να το κυνηγήσεις, να το διεκδικήσεις, να δώσεις δείγμα ότι μπορώ να το καταφέρω, για να σου εμπιστευτεί κάτι κάποιος. Γιατί και το θέατρο είναι και θέμα τεχνικής και η αλήθεια είναι ότι στις νεότερες ηλικίες είναι δύσκολο να έχεις κατακτήσει την τεχνική ώστε να μπορέσεις να πας σε άλλα πεδία σκέψης, βιωμάτων και γνώσης του κόσμου, στα οποία κινούνται οι ρόλοι μεγαλύτερης ηλικίας. Πόσο πεφωτισμένος μπορείς να είσαι στα 25 σου;»

«Νομίζω ότι η σχέση μου με τον χρόνο έχει να κάνει με την ψυχολογία της εποχής. Αν δεν είμαι καλά ψυχολογικά μπορεί να με δω στον καθρέφτη και 70 χρονών (γέλια)».

«Αν είμαι καλά ψυχολογικά, μπορεί να μου πω ότι κάπως καλύτερα μου φαίνομαι απ’ ό,τι ήμουν πριν 3 χρόνια. Έχω καταλάβει, δηλαδή, ότι τελικά αυτό που νιώθω καθρεφτίζεται πάρα πολύ εμένα στο πρόσωπό μου και μπορεί να μου αλλάξει από την έκφρασή μου μέχρι το δέρμα μου, όλα. Επηρεάζονται όλα. Θεωρώ ότι το να νιώθεις καλά ψυχολογικά είναι είναι πάρα πολύ σημαντικό για πάρα πολλούς λόγους, οπότε πρόσθεσε κι αυτόν (γελάει)».

Η μητρότητα και οι ενοχές της

«Νομίζω δεν μπορείς να αποφύγεις ένα φορτίο ενοχών και η καλύτερη μητέρα του κόσμου να είσαι. Τα έχει εξηγήσει και ο Φρόιντ αυτά, δεν θα τα πω εγώ καλύτερα».

«Το πόσο επηρεάζουν οι γονείς τα παιδιά ξέρεις, μόνο άμα κάνεις παιδί το αντιλαμβάνεσαι στο μεγαλείο του. Και ενώ είναι κάτι που υποτίθεται ότι είναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο να κάνεις ένα παιδί, έχει τρομερή δυσκολία στο πώς θα το διαχειριστείς όλο αυτό το πράγμα και σε σχέση με το καινούργιο πλάσμα, ώστε να μην το τραυματίσεις ψυχικά γιατί αυτή είναι η βασική σου φοβία και σε σχέση με σένα, γιατί έρχεσαι πολύ αντιμέτωπος με σένα, αν βέβαια έχεις αυτή την τάση.

Εγώ είμαι από αυτούς που έχω επίγνωση μίας ευθύνης που έχω αναλάβει και σκέφτομαι πολύ για το πώς χειρίζομαι ήδη ή και πώς θα χειριστώ τα πράγματα στο μέλλον. Προσπαθώ να τα προλάβω.

Το μοναδικό πράγμα που μπορείς να κάνεις, εκτός του να παρέχεις αγάπη και παρουσία γιατί πολύ σημαντικό να είσαι παρών, νομίζω ότι είναι να καταφέρεις να χτίσεις μία σχέση εμπιστοσύνης. Δηλαδή να υπάρχει έστω ένα άτομο είτε είναι η μάνα είτε ο πατέρας στο οποίο το παιδί δεν θα φοβάται να πει τα πάντα. Και φυσικά να, είναι διακριτός ο ρόλος ότι εγώ είμαι γονιός κι εσύ είσαι παιδί, αλλά όχι με αυστηρότητα.

Εμένα η αυστηρότητα γενικά με διώχνει από τους ανθρώπους. Μ’ αρέσουν τα όρια, αλλά δεν μου αρέσει η αυστηρότητα. Κι όποτε αναγκάζομαι να γίνω κι εγώ αυστηρή, δεν νιώθω καλά με τον εαυτό μου, είναι το χειρότερό μου.


Με το παιδί χρειάζεται, αλλά και πάλι υπάρχουν πολλοί τρόποι. Γιατί σε κανένα παιδί κι αυτό είναι φοβερό παράδειγμα, δεν περνάει το “Γιατί το λέω εγώ”. Εγώ πιστεύω και σε κανέναν ενήλικα. Δεν μπορείς να επιβάλλεις τίποτα. Πρέπει να εξηγήσεις και όταν το κάνεις βλέπεις πώς ηρεμεί από το συναίσθημα, από τον θυμό, από οτιδήποτε και πώς καταλαβαίνει αμέσως και συνεργάζεται. Άρα αυτό είναι κώδικας συμπεριφοράς για όλους».

«Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκεφτεί πώς θα είμαι ως μαμά. Ήξερα ότι θα είμαι τρυφερή. Ήξερα ότι θα είμαι εκεί πολύ. Δεν ήξερα ότι θα φοβάμαι τόσο πολύ. Αυτό μου έχει βγει λίγο παραπάνω».

«Ξέρεις, πάντα βλέπεις τις μαμάδες έξαλλες και λες “πω πω ρε παιδί μου, γιατί κάνεις έτσι; Εγώ θα είμαι πιο cool”. Και δεν είναι έτσι τελικά, γιατί όταν σου συμβαίνει κάτι μπορείς να κρίνεις τα πράγματα. Οπότε πια δεν θα πω τίποτα για κανέναν (γέλια)»

«Δεν έχω φέρει τον γιο μου σε πολλή επαφή με τη δουλειά μου. Έχει δει παιδικές παραστάσεις, εμένα δεν με έχει δει γιατί παίζω κι όλο σε κάτι πολύ γλυκά έργα (γέλια). Δηλαδή τώρα τον έφερα στον Άμλετ και με είδε απλά ντυμένη βασίλισσα. Αυτό. Νομίζω όμως ότι τον ενθουσιάζει ο χώρος μας, πολύ το φοβάμαι αυτό (γέλια). Νιώθει ωραία δηλαδή. Και στην Επίδαυρο τον πήγα και του άρεσε. Γενικά δεν μπαίνει μέσα και λέει “α, να φύγω” που το κάνει σε άλλα πράγματα. Και όποτε βλέπει θέατρο συμμετέχει, έχει διάδραση με αυτό που συμβαίνει και μετά συζητάει για τα πάντα».

Ολόσωμη φόρμα Chicard, παπούτσια Tsakiris Mallas.

Η Ιωάννα Παππά έχει την ανάγκη να αφήσει πίσω την «καλή μαθήτρια»

«Εγώ είμαι σε μία φάση που προσπαθώ να καταλάβω πώς έχω φτάσει γενικά εκεί που έχω φτάσει. Όχι μόνο στο κομμάτι των ενοχών ως μαμά, αλλά και στη δουλειά και ως γυναίκα γιατί έτσι μεγαλώσαμε και γενικά. Θέλω να καταλάβω γιατί έχω την ανάγκη να εξηγήσω γιατί κάνω κάτι, να προλάβω κάτι κακό, να υπερασπιστώ τα πράγματα για να μην γίνουν χειρότερα; Είναι κάτι που κάπως έχω οδηγηθεί σε αυτό, άρα είναι επίκτητο».

«Πολλές φορές αντιδρώ ενοχικά ενώ δεν μου αναλογεί ευθύνη. Σαν την καλή μαθήτρια. Προσπαθώ να το αποβάλλω αυτό, γιατί βλέπω τους ανθρώπους γύρω μου που δεν είναι έτσι και είναι πιο κερδισμένοι».

 

«Μέχρι μια ηλικία έλεγα “εγώ έτσι είμαι και δεν θα νιώσω άσχημα”. Σιγά σιγά καταλαβαίνω ότι όχι, δεν είμαι έτσι. Έχω κάπως φτάσει να είμαι έτσι, μάλλον όχι πολύ συνειδητά και το δικαιολόγησα κάπως ότι ήταν επιλογή, ενώ δεν είναι. Είναι στο χέρι μας να αλλάξουμε τα πράγμα. Αρκεί να συνειδητοποιήσουμε τι μας συμβαίνει και να είναι και η ώρα μας, να είναι σωστή η στιγμή».

Τα πολλά «όχι» και η τηλεόραση που ονειρεύεται

«Έχω απορρίψει πάρα πολλά πράγματα και κινηματογραφικά και τηλεοπτικά και θεατρικά κι όχι επειδή δεν ήθελα να τα κάνω, αλλά επειδή έκανα κάτι άλλο. Ας πούμε έχω απορρίψει 2 φορές πρόταση από τον Λευτέρη Βογιατζή, για την Αντιγόνη και για ένα έργο της Λούλας Αναγνωστάκη που έκανε μετά κι όχι γιατί δεν ήθελα. Αυτό ήταν κάτι που μου κόστισε κάποτε και έλεγα ότι πρέπει να φτιάξω μπλούζα “είμαι η μόνη που δεν έχει δουλέψει με τον Λευτέρη Βογιατζή”. Και τηλεοπτικά “όχι” έχω πει πολλά και στον κινηματογράφο.

Τα πρώτα χρόνια ειδικά είχα πάρα πολλές προτάσεις και δεν μπορούσα να τα συνδυάσω επειδή για μένα το θέατρο ήταν πάντα προτεραιότητα. Θυμάμαι στις τηλεοπτικές δουλειές που έκανα ήμουν σαν τρελή για να μη χάσω 10 λεπτά πρόβα».

«Ντρεπόμουν να μην πάω την ώρα της πρόβας, ακόμα το παθαίνω. Έχω πρόβλημα (γέλια). Είναι από αυτά που πρέπει να αποβάλλω, γιατί έχει αλλάξει η εποχή κι είμαι λίγο σαν τη μύγα μες στο γάλα».

«Ένιωσα ότι έχω υποστεί ματαίωση στην οικονομική κρίση και μετά με τις αλλαγές που έφερε ο Covid. Όταν άρχισα να κινούμαι εγώ στο θέατρο υπήρχαν κάποιες σταθερές. Υπήρχαν συγκεκριμένα θέατρα που παρήγαγαν σημαντικό έργο και ήταν άξονες. Άρχισαν να διαλύονται σιγά σιγά τα πράγματα. Μετά μπήκε στη μέση πολύ το ταμείο, οπότε άρχισαν να είναι και λίγο διαφορετικά τα κριτήρια σε σχέση και με την επιλογή των έργων και των ηθοποιών και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και όλο αυτό διαμορφώνει μια καινούρια πραγματικότητα.

Εγώ είμαι 25 χρόνια επαγγελματικά στο χώρο κι όταν το νιώθεις αυτό λες “Εγώ χτίζω τόσον καιρό με πολλή δουλειά και πολύ κόπο και τελικά τι νόημα έχει;”. Ε, αυτό αν το έχει παρατηρήσει ένα νέο παιδί μπορεί να πει ότι “δεν με ενδιαφέρει καθόλου”. Εμείς παραεπενδύσαμε σε αυτό το κομμάτι. Εγώ δεν το μετανιώνω επαγγελματικά γιατί με βοήθησε και με πήγε πολύ παρακάτω στην ουσία της δουλειάς. Αλλά ως άνθρωπος έχω υποστεί ματαίωση».


«Μιλώντας για την τηλεόραση εγώ βλέπω πάρα πολλές ξένες σειρές. Δεν ονειρεύομαι σειρές στο εξωτερικό, αλλά θέλω να δω αυτό το επίπεδο. Θέλω να δω να μπαίνει αλλιώς η κάμερα, να δω άλλα πλάνα, να δω άλλα σενάρια, άλλη ευκαιρία να δίνεται στον ηθοποιό, να υπάρχει τηλεοπτικά, να αναδεικνύεται. Έχουμε την αίσθηση ότι είναι καλύτεροι οι σκηνοθέτες έξω ή ότι είναι καλύτεροι οι ηθοποιοί. Όχι, εγώ πιστεύω ότι έχουμε πάρα πολύ καλό υλικό. Δεν υπάρχουν τα ίδια λεφτά, ναι, κι αυτό είναι σημαντικό. Κι έχουμε κι ένα πρόβλημα πιστεύω στα σενάρια. Πάντα το πίστευα.

Δεν ξέρω γιατί, ίσως έχει να κάνει και με την κοινωνία μας γενικότερα. Επειδή λειτουργούμε, ενώ έχουμε προχωρήσει, ακόμα σαν χωριό. Κι αυτό δεν ανοίγει το μυαλό. Φοβόμαστε να μιλήσουμε για τα πράγματα με τη γλώσσα που μιλάμε πραγματικά.

Το παρατηρώ πολύ στις ξένες σειρές ότι θα ειπωθούν φράσεις που σοκάρουν. Θα συμβούν πράγματα που σοκάρουν. Όχι για να σοκάρουν, αλλά γιατί έτσι είναι. Εδώ τα ωραιοποιούμε όλα και τα κρύβουμε ακόμα. Και μετά πάει να γίνει μία σημαντική αλλαγή σε κοινωνικό επίπεδο και δεν μπορεί να συμβεί και υπάρχουν όλες αυτές οι χαζές αντιδράσεις, γιατί νομιμοποιούνται.

«Όταν στην τηλεόραση υπάρχει καθημερινά ένας εκπρόσωπος της εκκλησίας, ένας της αστυνομίας -κάθε μέρα όμως- κάπου το πράγμα μου φαίνεται πολύ περίεργο τα τελευταία χρόνια».

«Το καταλαβαίνω ότι μπορεί να πουλάει, αλλά δεν ξέρω σε τι βοηθάει. Νομίζω ότι δεν βοηθάει πουθενά».

Άμλετ, σε σκηνοθεσία του Θέμη Μουμουλίδη

Συντελεστές:

  • Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
  • Επεξεργασία κειμένου- Σκηνοθεσία: Θέμης Μουμουλίδης
  • Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
  • Σκηνικό: Μικαέλλα Λιακατά
  • Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
  • Κίνηση: Πατρίσια Απέργη
  • Φωτισμοί: Νίκος Σωτηρόπουλος
  • Σπαθογραφίες: Αναστάσης Ροϊλός
  • Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Λιαποπούλου

Τους ρόλους ερμηνεύουν:

Αναστάσης Ροϊλός, Ιωάννα Πάππά, Μιχάλης Συριόπουλος, Θοδωρής Σκυφτούλης, Θανάσης Δόβρης, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Τζένη Καζάκου, Άρης Νινίκας, Δημήτρης Αποστολόπουλος.

Info: Άμλετ, σε περιοδεία: 18/7 στο Θέατρο Βουνού – Καστοριά, 19/7 στο Υπαίθριο Δημοτικό Θέατρο Κοζάνης, 20/7 στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων – Καβάλα, 22 και 23/7 στο Θέατρο Δάσους – Θεσσαλονίκη κ.α. Όλοι οι επόμενοι σταθμοί σε βόρεια, κεντρική Ελλάδα και Αττική και εισιτήρια εδώ.