Η Νατάσα Εξηνταβελώνη δηλώνει μη σημαντική και βάζει τελεία και παύλα
MUA & HAIR STYLING: ΙΩΑΝΝΑ ΑΓΓΕΛΗ.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΟ OZ 37 GASTRONOMY STUDIO
- 19 ΙΑΝ 2024
Στον Γλάρο υποδύεται τη Μάσα, μία γυναίκα ντυμένη στα μαύρα, αποφασισμένη να ξεριζώσει από μέσα της τον χωρίς ανταπόκριση έρωτά της, απόλυτα συμβιβασμένη με το γεγονός ότι νιώθει δυστυχία. Η Νατάσα Εξηνταβελώνη, κάτω από τη σκηνή του Θεάτρου Προσκήνιο, φορά τα ροζ μπουφάν της και βγαίνει στον κόσμο. Δεν αντέχει την αδικία, απολαμβάνει την οικογένεια των φίλων της που την προσγειώνει και τη ζωή της στο Περιστέρι, όπου συναντηθήκαμε κι εμείς για τη συνέντευξή μας.
Η Νατάσα Εξηνταβελώνη φωτογραφήθηκε στο Oz37 Gastronomy Studio, στο Περιστέρι όπου ζει και μας μίλησε για τον Γλάρο, τον σκηνοθέτη Δημήτρη Καραντζά με τον οποίο δηλώνει «πλατωνικά ερωτευμένη», τον Παράδεισο των Κυριών, τη σειρά του Alpha όπου πρωταγωνιστεί, τη γενιά μας και τα bubbles των φίλων γύρω μας, που μας σώζουν.
– Το Περιστέρι πώς έχει επιδράσει πάνω σου;
Εδώ μεγάλωσα, πήγα σχολείο, εδώ γνώρισα τους αγαπημένους μου ανθρώπους που είναι οι φίλοι μου, οι παιδικοί μου φίλοι, που είναι καθοριστικοί για μένα. Άργησα πολύ να καταλάβω πόσο σημαντικό ρόλο παίζει αυτό, στο πώς αντιλαμβάνομαι τον κόσμο. Νόμιζα ότι όλοι οι άνθρωποι κάπως έτσι περίπου είναι. Ήμουν στο bubble μου. Τελικά καταλαβαίνω ότι έχω την τύχη να ζω κάτι σπουδαίο. Είμαι μέλος μίας ευρύτερης οικογένειας που την έχω επιλέξει εγώ κι είναι πολύ ωραίο αυτό.
– Έχεις πει ότι αυτοί σε κρατάνε προσγειωμένη. Είναι επειδή είναι εκτός χώρου;
Ναι, άλλως θα δει τον Γλάρο, το σινάφι μου κι αλλιώς οι φίλοι μου αυτοί, που θα μου πουν «Αυτό το κατάλαβα, αυτό δεν το ‘πιασα, εκεί συνδέθηκα, σε αυτό το σημείο της ιστορίας εκείνο δεν φωτίστηκε, αυτό γιατί να με αφορά εμένα που δεν είμαι καλλιτέχνης;». Οπότε το feedback είναι άλλο.
– Ο Γλάρος είναι ένα έργο που πρωτίστως υπενθυμίζει στους συντελεστές του γιατί κάνουν θέατρο. Λειτούργησε σε σένα έτσι;
Νομίζω ότι στον Γλάρο, ως συνθήκη, ο Τσέχωφ δίνει ο ίδιος τον χώρο στον εαυτό του, να δοκιμάσει νέες φόρμες. Οπότε το ότι δημιουργείται μια παράσταση μέσα στην παράσταση είναι κάτι που θεωρώ ότι κάθε καλλιτέχνης το έχει ανάγκη κάποια στιγμή στη ζωή του να κάνει. Να δουλέψει και να δημιουργήσει δηλαδή ένα πεδίο εργασίας το οποίο χτίζεται πάνω σε ένα ελεύθερο έδαφος και να δοκιμάσει πράγματα. Σκέφτομαι ότι εγώ έτσι είχα νιώσει όταν δοκίμασα να παίξω με προσωπείο, κάτι που δημιουργεί μία συνθήκη στον ηθοποιό ότι: «τώρα δεν είμαι εγώ» και έτσι απελευθερώνεται το σύστημα του και δοκιμάζει πολύ διαφορετικά πράγματα από αυτά που θα τολμούσε μια ρεαλιστική συνθήκη. Εδώ ο Δημήτρης (Καραντζάς) σκηνοθετικά δούλεψε πολύ προσωπικά, σπάζοντας ίσως τους τρόπους δουλειάς του. Μας έδειξε πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη να βουτήξουμε σε μονοπάτια όλοι μαζί, να χρησιμοποιήσουμε χώρους του θεάτρου που δεν σκεφτήκαμε και να επανεξετάσουμε τους τρόπους και τα εκφραστικά μας μέσα.
Για μένα αν μπορώ να πω ποιες είναι αυτές οι «νέες φόρμες» στο θέατρο του Τρέπλιεφ, είναι αυτή η ρευστότητα γύρω από το πότε παίζω και πότε όχι, πότε γίνομαι θέαμα και εκτίθεμαι ή πότε εκθέτω κάποιον απλώς κοιτώντας τον, φωτίζοντας τον, πάνω ή κάτω από τη σκηνή, οπουδήποτε μπορεί να κάνεις θέατρο.
– Σου θύμισε σε έναν βαθμό, λοιπόν, γιατί κάνεις θέατρο ή δεν το είχες ξεχάσει ποτέ;
Πάντα το ξεχνάς και πάντα με έναν τρόπο χρειάζεται να το εφευρίσκεις ξανά. Η αλήθεια είναι ότι από αυτή τη δουλειά πήρα τεράστια έμπνευση, το οποίο πάντα το έχεις ανάγκη. Το να βρίσκεσαι σε μία ομάδα που μιλάτε την ίδια γλώσσα, το να έχεις ένα τόσο σπουδαίο έργο που όσο και να επενδύεις σ’ αυτό σου αποκαλύπτει και κάτι άλλο, είναι από μόνο του ένας πυρήνας έμπνευσης.
Και για να σου πω κι ένα συμβάν, μία φίλη μου από τη σχολή μου έστειλε σε φωτογραφία ένα σημείωμα που της είχα γράψει όταν αποφοιτούσαμε και αποχαιρετιόμασταν. Της είχα γράψει ότι ελπίζω σε μερικά χρόνια να είμαστε πιο μεγάλες και πιο έτοιμες να παίξουμε τον Τσέχωφ όπως του αξίζει. Είναι λόγια αυτά τα οποία θέλεις να τα πεις και να τα ερμηνεύσεις όπως τους αξίζει.
– Γιατί ήθελες να παίξεις αυτόν τον ρόλο;
Διαβάζοντας πρώτη φορά το έργο, είχα επιμείνει περισσότερο στους βασικούς πρωταγωνιστικούς ρόλους. Με είχαν συνεπάρει έτσι κι αλλιώς θεωρώ ότι αυτή η τελευταία σκηνή του Τρέπλιεφ και της Νίνας, είναι από τις πιο σπουδαίες που έχω διαβάσει. Όμως κάθε φορά που το ξαναδιάβαζα, στεκόμουν περισσότερο σε χαρακτήρες που δεν τράβηξαν την προσοχή μου τόσο στην πρώτη ανάγνωση. Για μένα η Μάσα είναι ένας ρόλος με τον οποίο νιώθω τεράστια σύνδεση. Παρόλο που ο κόσμος λέει ότι έχουμε διαφορές και λένε στον Δημήτρη «Τι την πήρες αυτή να παίξει τη μαυροφορεμένη;» γιατί με βλέπουν εμένα με τα ροζ μπουφάν μου κλπ, εγώ πιστεύω ότι εκ των αντιθέσεων χτίζονται τα πάντα στη ζωή.
Ούτε μια στιγμή στην πιο ευτυχισμένη μου φάση δεν ένιωσα να μη υπάρχει μια δυστυχία σαν ένα μουσικό χαλί κάπου και το αντίθετο. Ούτε μια στιγμή δυστυχίας δεν ένιωσα να μην είναι την ίδια στιγμή πολύ κοντά και η χαρά και η αναγέννηση. Σε κάθε παράσταση ανακαλύπτω νέους τρόπους να πει κάποιος τη φράση «Είμαι δυστυχισμένη».
– Κρύβει μέσα της κι έναν δυναμισμό η Μάσα;
Ναι. Εγώ πιστεύω ότι μπορεί να είναι πολύ επαναστατικό και πολύ εξωστρεφές να πεις, να δηλώσεις ρητά «Είμαι δυστυχισμένος». Στις περισσότερες περιπτώσεις της ζωής -αυτό είναι κάτι που ευτυχώς εδώ και χρόνια δεν το κάνω τόσο πολύ- σου λένε «Πώς είσαι;» και λες «Καλά» και μπορεί να είσαι χάλια. Εγώ πια δεν το κάνω αυτό. Αρνούμαι. Αν δεν είμαι καλά θα το πω.
Επίσης δεν άντεχα σε κάποια φάση το ότι μπορεί να έλεγε κάποιος «Μωρέ δεν σε βλέπω καλά σήμερα». Είναι τόσο ρευστό το πράγμα, δεν χρειάζεται να βγάζουμε τόσο εύκολα συμπεράσματα. Καταλαβαίνω ότι όσο πιο ανοιχτοί είμαστε απέναντι στα συναισθήματά μας, είναι τεράστιο κέρδος, ειδικά στην εποχή που ζούμε. Είναι τέτοιες ταχύτητες και τέτοια η πληροφορία που δεν υπάρχει χώρος να αναπνεύσουν τα συναισθήματα. Δεν προλαβαίνεις να χωρίσεις, να πενθήσεις, να φοβηθείς, να ξεκουραστείς από κάτι.
Εγώ μέσα σε αυτή την παράσταση, λοιπόν, που έχει παύσεις και άλλο ρυθμό, δίνω τον χώρο στον δικό μου εαυτό τον χώρο να υπάρξει και κάπως αλλιώς, πέρα από τους ρυθμούς και τις ταχύτητες αυτής της γενιάς.
– Φλέρταρες ποτέ με τις καταχρήσεις για να ξεφύγεις από την πραγματικότητα όπως η Μάσα;
Όχι. Ποτέ. Για κάποιο λόγο έχω μία δυνατότητα να επαναφέρω τον εαυτό μου. Έχω ένα καλό αντανακλαστικό. Πολύ συχνά χάνομαι μεταξύ του εδώ και τώρα και των φαντασιώσεών μου και των ονείρων μου. Με ενδιαφέρει πολύ να μιλώ και να ζω την πραγματικότητα στο εδώ και στο τώρα, αλλά βρίσκω τεράστια ικανοποίηση στο να χάνομαι σε σκέψεις, να επιτρέπω στο μυαλό να κάνει μερικές βόλτες ελεύθερο, να εξερευνώ τις καταστάσεις γύρω μου.
Νατάσα Εξηνταβελώνη: «Όσο και να χαθώ, θα επιστρέψω στους δικούς μου ανθρώπους που ξέρω ότι θα με επαναφέρουν και θα μου πουν την αλήθεια. Και πλέον είμαι στην ευχάριστη θέση κι εγώ να εκτιμώ την αλήθεια. Γιατί και η αλήθεια ξέρεις θέλει μια αντοχή».
– Αντιμετώπισες ποτέ τον έρωτα ως κάτι που έπρεπε να «ξεριζώσεις»;
Στο παρελθόν ναι. Μου έχουν τύχει ανεκπλήρωτα πράγματα και από τη μία και από την ανάποδη. Δεν είχαν μεγάλη διάρκεια, είχαν μεγάλο βάθος, ειδικά στα νιάτα, στην εφηβεία. Αλλά τώρα πια, όσο περνάει ο καιρός, εκτιμώ πολύ την αμοιβαιότητα, ως συνθήκη.
Νατάσα Εξηνταβελώνη: «Θεωρώ ότι ένας μεγάλος έρωτας, εξ ορισμού είναι αμοιβαίος».
Ένας έρωτας μπορεί να μην είμαι αμοιβαίος και να είναι μεγάλος. Αν είναι αμοιβαίος αυτό μεγεθύνεται. Πέρα από το μοίρασμα δρα η αμοιβαιότητα πολλαπλασιαστικά και με αφορά πολύ αυτό. Νομίζω ότι κάτι το οποίο δεν θα ήταν υγιές, στο μυαλό μου, στην ψυχοσύνθεσή μου, το ίδιο μου το σύστημα αυτοπροστατευτικά δεν θα το διαπραγματευόταν. Αλλά ποτέ μην λες ποτέ.
– Βάζεις όρια στα συναισθήματά σου;
Ναι ρε γαμώτο. Πολύ. Νομίζω ότι επειδή έχω αναγκαστεί στη ζωή μου να βάλω πολύ συχνά όρια, με έχει σκληρύνει αυτό. Θα ήθελα δηλαδή λίγο να μαλακώσω τις γωνίες. Έχω κληθεί να προστατεύσω τον εαυτό μου και το έχω κάνει και αποτελεσματικά, αλλά αυτό δεν θα ήθελα να με καθορίζει.
– Μιας και σε ενοχλεί η αδικία, πόσες φορές την ημέρα ενοχλείσαι από την επικαιρότητα;
Συνέχεια. Πέρασα όμως και μία φάση που κοίταξα τι είναι λειτουργικό για την κοινωνία και τι για τη δική μου τη ζωή. Γιατί αν στα αλήθεια τα διαβάζεις όλα αυτά και τα επεξεργαστείς, δεν θα είναι καλά τα πράγματα για την προσωπική ζωή. Και δεν υπάρχει μετά και κίνητρο για την επόμενη μέρα. Επίσης σκεφτόμουν ότι είναι τόση η δυστυχία, η αδικία, η κακία, ο λαϊκισμός, η προπαγάνδα, η βία, που αν την αφομοιώσεις όλη θα σε τσακίσει, θα σε αλλοτριώσει. Δεν έρχεται επανάσταση από κάτι τέτοιο.
Είναι διαφορετικό (και μιλάω για τις παλιότερες εποχές και γενιές), να έχεις έναν εχθρό και να πεις «εισπράττω αδικία ή μίσος ως προς αυτό και θα πάω μετωπικά να συγκρουστώ», ό,τι και να σημαίνει αυτό. Σήμερα είναι αλλιώς.
Πέρα από το τι γίνεται στη χώρα, από τις γυναικοκτονίες, τους βιασμούς, τα (τόσο πρόσφατα) Τέμπη, τις πυρκαγιές, το ναυάγιο της Πύλου- ας μην μακρηγορώ. Πέρα από τα στενά σύνορα, το να διαχειρίζεται όλος ο κόσμος τη συνθήκη της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη, τον βάζει αυτόματα στη θέση του θεατή. Αναγκαστικά. Γιατί τα βλέπουμε όλα αυτά, και ταυτόχρονα δεν έχουμε την δύναμη να κάνουμε τίποτα για να τα αλλάξουμε. Πάει τόσος καιρός που δεν ακούγεται η φωνή μας που φοβάμαι μήπως πάψουμε να μιλάμε.
Προσωπικά έχω δοκιμάσει να στραφώ προς τον εαυτό και τον μικρόκοσμό μου, βοηθάει αυτό κάποιες φορές. Ότι τουλάχιστον είμαστε κι εμείς που πιστεύουμε ότι δεν υπάρχουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, βασικά πράγματα.
– Είναι φοβερό που ακόμα και στο dating πλέον πρέπει να ξεκαθαρίζεις αν είναι ρατσιστής ο άλλος, να μιλάς για δικαιώματα κλπ…
Εγώ κάνω ακτιβισμό σε αυτές τις περιπτώσεις. Αν υπάρξει ραντεβού με άνθρωπο που εκφράζει ρατσιστικές αντιλήψεις, θα τον αφήσεις έτσι; Θα κάνεις λίγο μάθημα.
«Θεωρώ ότι είναι τέτοια η κοινωνία που αν είσαι γυναίκα, δεν το συζητώ καν για άλλες μειονότητες, π.χ. να είσαι ομοφυλόφιλος, θα χρειαστεί να κάνεις ακτιβισμό. Καταναγκαστικά πολλές φορές.»
Θα τεθεί ένα ερώτημα που και μόνο για να μπορέσεις να το απαντήσεις, θα χρειαστεί να πάρεις τη γνωστή βαθιά ανάσα. Γιατί ξέρεις πως τα αποτελέσματα έτσι κι αλλιώς αποκλείεται να είναι άμεσα. Γιατί τα πράγματα που δεν είναι κεκτημένα θέλουν καθημερινό αγώνα.
– Οπότε ας έχουμε ο καθένας το bubble του…
Ναι. Πιστεύω πολύ ότι από το διαπροσωπικό και από το ένας προς έναν ξεκινάνε πολλά πράγματα και ότι αν φτιάχνεις ωραία σπίτια, ωραίες οικογένειες, ωραία σχολεία, δημιουργείς κοινότητες. Αλλά ανησυχώ πολύ. Έχουμε τόσο δρόμο κι είμαστε τόσο μόνοι πολύ συχνά. Είναι τόσο άφαντη η πολιτεία, βλέπεις ότι δεν ανοίγει ρουθούνι πια, για πολύ σοβαρά πράγματα.
Νατάσα Εξηνταβελώνη: «Το πιο ανησυχητικό είναι ότι σκρολάρεις στα social media και είναι 3 post Παλαιστίνη, 2 μπότες, ένα make up, άλλη μία Παλαιστίνη, μία γυναικοκτονία, ένα ταξίδι. Δεν ξέρω, αλλά πολύ θα ήθελα να μας εξηγήσει ένας επιστήμονας που μελετά τον ανθρώπινο εγκέφαλο, αν υπάρχει ελπίδα με αυτόν τον τρόπο εισροής της πληροφορίας».
– Η δασκάλα σου υπήρχε ξεχωριστή περσόνα στα social media. Σκέφτεσαι ποτέ ότι θα έπρεπε να δημιουργήσεις μία νέα περσόνα για να τα σχολιάσεις όλα αυτά;
Δεν ξεκίνησε ποτέ η δασκάλα για να μιλήσει για τα κακώς κείμενα. Δεν νιώθω ότι έχω εγώ ούτε τη γνώση ούτε την ικανότητα απαραίτητα να τοποθετηθώ για όλα. Ζούμε λίγο σε μια εποχή που έχουν όλοι γνώμη για όλα και καμιά φορά είναι σαν να ντρέπομαι να πω ότι δεν έχω γνώμη.
Στην αρχή έλεγα «ρε συ μήπως κάτι κάνω λάθος;», αλλά μετά έδωσα και λίγο την ελευθερία στον εαυτό μου να νιώσει ότι δεν είναι ακριβώς αυτή η δουλειά μας. Εννοείται ότι όταν μπορώ να βοηθήσω με τη φωνή μου θα το κάνω, αλλά δεν ξέρω κι αν έχουν οι τόσες- συχνά τετριμμένες γνώμες- την αξία που τους δίνουμε.
– Πιστεύεις ότι έχει γίνει και λίγο ψυχαναγκαστικό το να λέμε την άποψή μας για όλα;
Είμαι καχύποπτη απέναντι σε αυτό. Μπορεί κάποιες φορές να είναι ψυχαναγκαστικό, άλλες φορές νιώθω ότι εδραιώνει και μία μόδα. Το να χρησιμοποιούνται ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες και ζητήματα για να πει ο καθένας την αποψάρα του, εγώ το βρίσκω προβληματικό. Το έβρισκα προβληματικό και επί #MeToo. Εγώ θέλω πάρα πολύ να ακούσω τι θα πει ένα φεμινιστικό κίνημα γι’ αυτό, ένας διανοούμενος, ένας συγγραφέας, ένας ειρηνιστής.
«Δεν ξέρω καν αν τα Μέσα προβάλλουν την άποψη κάθε διάσημου επειδή πουλάει ή αν πουλάει ο κάθε διάσημος επειδή προβάλλεται ολοένα, είτε το θέλει είτε όχι. Νιώθω πάντως ότι όλο αυτό παίρνει το φως από την πραγματική φωνή που έχει ανάγκη να μιλήσει, από ένα θύμα, μια μειονότητα, από μια μη προνομιούχα ομάδα».
Ταυτόχρονα, λάθος γνώμη για κάτι, ατυχές χιούμορ και κακές μέρες έχουμε όλοι. Για μένα και το να περιμένεις από έναν άνθρωπο να τοποθετηθεί άψογα σε κάθε περίσταση, είναι απολύτως εκβιαστικό. Είναι πολύ πιο τίμιο κάποιος να πει ότι δεν έχω κατακτήσει κάτι. Να τον ρωτήσουν «τι πιστεύετε γι’ αυτό;» και να πει «δεν το έχω μελετήσει, δεν ξέρω, δεν με έχει αγγίξει».
– Ναι γιατί ο δημόσιος λόγος φέρει και ευθύνη, σωστά;
Ναι εγώ το νιώθω αυτό. Δεν νιώθω καλά να λέω κάθε τρεις και λίγο τη γνώμη μου, γιατί αυτό αυτόματα σημαίνει ότι συνηγορώ στο ότι είμαι σημαντική. Όχι δεν είμαι. Δεν είμαι, τελεία και παύλα.
– Πέρασες ποτέ από σημείο τέτοιο, να νιώθεις σημαντική;
Όχι κι ευτυχώς Παναγία μου. Κι έχω πει στους φίλους μου «Αμά μου γυρίσει σε κάτι τέτοιο να μου το πείτε».
– Στον Παράδεισο των Κυριών υποδύεσαι μία γυναίκα που έχει περάσει κακοποίηση. Σε ευαισθητοποίησε περισσότερο σε αυτό το κομμάτι;
Ναι, φυσικά. Καταρχάς δεν μου φαίνεται μακρινό έτσι κι αλλιώς, εννοώ ότι στην κοινωνία που ζούμε αν κάποια δεν έχει κακοποιηθεί, έχει συμβεί από τύχη. Έχεις κάνει 5 σχέσεις. Η μία σε ζήλευε παθολογικά; Είναι πολύ πιθανό. Έχεις δεχτεί από κοινωνικό σου περίγυρο απαξίωση, πιέσεις κλπ; Πάρα πολύ πιθανό. Έχεις εργαστεί σε μια δουλειά κι έχεις πάρει λιγότερα λεφτά; Ναι.
Φυσικά, τώρα στη σειρά που παίζω μια κοπέλα η οποία δεχθεί βιασμό, είναι κάτι πολύ ευαίσθητο, το οποίο ναι, με ευαισθητοποίησε και θέλησα να το προσεγγίσω όσο πιο ευαίσθητα μπορώ. Αλλά δεν είναι κάτι που λες: «Επιστημονική φαντασία ρε παιδί μου, κοίτα τι της έκαναν». Δεν είναι τυχαίο. Είναι γνώριμο.
– Τα τελευταία χρόνια νομίζω όλες το συνειδητοποιούμε αυτό που λες…
Εγώ θεωρώ ότι δεν έχει υπάρξει γυναίκα της ηλικίας μας, που να μην έχει μπει σε ένα αμάξι όπου κάποιος φωνάζει και οδηγεί γρήγορα. Το έχω διασταυρώσει, έχω ρωτήσει κάθε φίλη μου. Μία ανάσα είναι από το να γίνει κάτι λίγο πιο χοντρό.
– Γιατί δουλεύεις τόσο πολύ αλήθεια;
Δεν θα δούλευα τόσο πολύ, αλλά δεν μπορούσα να αρνηθώ αυτή τη δουλειά με τον Δημήτρη Καραντζά και με αυτή την ομάδα. Δεν ήταν ότι ήθελα ντε και καλά να κάνω θέατρο. Αλλά τελικά, όχι απλώς δεν το μετάνιωσα, ό,τι και να πω θα φανεί λίγο.
Νατάσα Εξηνταβελώνη: «Με τον Δημήτρη Καραντζά νομίζω είμαι λίγο πλατωνικά ερωτευμένη».
Μου αναπτέρωσε το ηθικό σε σχέση με το πώς σε μία δουλειά μπορούν οι άνθρωποι και να είναι ευγενικοί και να είναι γλυκείς και να γίνεται και δουλειά και να υπάρχει και πρόγραμμα και να γίνονται όλα.
– Είχε κλονιστεί η πίστη σου;
Όχι μωρέ. Αλλά ένιωθα για πολύ καιρό κι όταν ήμουν και στη σχολή, ότι υπήρχε ένα πέπλο γύρω από ανθρώπους και καταστάσεις που έλεγε ότι «καμιά φορά αυτός είναι σκληρός, αλλά ξέρει γιατί το κάνει» κι ότι πρέπει, για να είναι τα πράγματα αληθινά και βαθιά και καλλιτεχνικά, να υπάρχει πολλή μαυρίλα και σκοτάδι. Κι εγώ νιώθω ότι έτσι κι αλλιώς τα έργα έχουν πεδία σκοτεινά, η τέχνη από μόνη της έχει επικινδυνότητα. Εμείς μπορούμε να είμαστε ευγενικοί, ωραίοι και και αγαπημένοι και να λειτουργούν όλα.
– Αυτό έχει αλλάξει με το #MeToo ή συμβαίνει επειδή είναι έτσι ο Δημήτρης Καραντζάς;
Δεν μου φαίνεται ο Δημήτρης άνθρωπος που δε θα ήταν ευαισθητοποιημένος και ευγενικός έτσι κι αλλιώς. Βέβαια το #MeToo βοήθησε πολύ τον κλάδο μας και όχι μόνο. Βοήθησε να δυναμώσουν οι φωνές συνολικά, γιατί εμένα δε μου λέει και τόσα πολλά σε μια δουλειά πρωταγωνιστών να σέβεται ένα σύστημα τα ονόματα, αλλά ο υπόλοιπος θίασος να υποφέρει.
Τώρα, επειδή έγινε συλλογικά, μαζικά, τα πράγματα τολμώ να πω ότι άλλαξαν αρκετά. Άνθρωποι της τέχνης μίλησαν για τις προσωπικές τους εμπειρίες και για το τι έχουν υποστεί και εκτίμησα βαθιά ότι κάποιοι άνθρωποι πήραν τεράστιο ρίσκο. Προσωπικά δεν ξεχνώ τις φωνές που ακούστηκαν πρώτες, που έκαναν την πρώτη τομή στο απόστημα. Το θυμάμαι όπως όταν σκέφτεσαι ότι τώρα εδώ γράφεται ιστορία.
Εγώ πάντα είχα τις συγκρούσεις μου. Σίγουρα κάποιοι θα λέγανε «καλά αυτή ναι, δεν θέλω να την έχω στα πόδια μου», αλλά ήξερα ότι κάποιοι άλλοι θα με εκτιμούσαν για τους ίδιους λόγους. Και η αλήθεια είναι πως έτσι κι αλλιώς ευτυχώς κάποιος που δε θα ήθελε συνεργαστεί μαζί μου επειδή διεκδικώ, δεν είναι ούτε δίκη μου επιλογή συνεργάτη. Άρα είμαστε όλοι κερδισμένοι και τελικά πιστεύω ότι ο καθένας βρίσκει τη θέση του και τον χώρο του.
Info: Ο Γλάρος, Θέατρο Προσκήνιο, κάθε Τετάρτη στις 19:00, Πέμπτη στις 20:00, Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο 18:00 & 21:15 και Κυριακή στις 20:00. Εισιτήρια εδώ.
Ο Παράδεισος των κυριών, Δευτέρα με Παρασκευή στις 20:00 στον Alpha.