Κατερίνα Γκαγκάκη: «Πρέπει να απενοχοποιήσουμε τη διάθεσή μας να βλέπουμε στην τηλεόραση ό,τι θέλουμε»
- 21 ΝΟΕ 2021
Συζητώντας κάποτε περί ανέμων και υδάτων με μία μεγάλη παρέα φτάσαμε χωρίς συγκεκριμένη αφορμή στην Κατερίνα Γκαγκάκη. «Δεν υπάρχει ερώτηση που δεν απαντάει» άκουσα από την άλλη άκρη του τραπεζιού και πριν προλάβω να ζητήσω πρόσθετες διευκρινίσεις μεταπηδήσαμε σε άλλο θέμα κι έκλεισε εκεί.
Η Κατερίνα Γκαγκάκη κάθεται απέναντί μου. Αφορμή για την κουβέντα μας η Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης. Μία γυναίκα που έχει βρεθεί μπροστά και πίσω από τις κάμερες και γνωρίζει πολύ καλά πώς λειτουργεί ένας από τους πιο ανταγωνιστικούς και συνάμα ένας από τους πιο ενδιαφέροντες χώρους.
Η Κατερίνα Γκαγκάκη απαντά σε κάθε ερώτηση, ακόμα κι αν αυτή τη γυρνά σε δύσκολες δικές της επαγγελματικές στιγμές. Η σφαιρική γνώση του αντικειμένου της και η θητεία της σε διαφορετικά πόστα μεταφράζεται σε συγκροτημένη και καθαρή σκέψη.
Η Κατερίνα Γκαγκάκη αγάπησε την τηλεόραση πριν καν γίνει μέρος της. Μεγάλωσε με Λάμψη και Δυναστεία σε ένα σπίτι που η τηλεόραση ήταν για ώρες ανοιχτή. Το 2000 άλλαξε χρονιά παρακολουθώντας τον τελικό του Big Brother και ξέρει τα πάντα για τους έρωτες στις σειρές του Χριστόφορου Παπακαλιάτη.
Μιλά για την απόφαση να βρεθεί το 2008 στην κριτική επιτροπή του ”The X-Factor”, τις αλλαγές που έφερε η τηλεόραση στην επαγγελματική της πορεία αλλά και τον ρόλο της οικογένειάς της στο να μείνει προσγειωμένη τη στιγμή που ένιωσε να το χάνει.
Κυρίες και κύριοι, η Κατερίνα Γκαγκάκη
Η δική σου σχέση με την τηλεόραση πότε και πώς προκύπτει;
Προέρχομαι από έναν χώρο που έχει να κάνει με κάθε μέσο, καθώς είμαι επικοινωνιολόγος. Η βασική μου κατεύθυνση είναι η επικοινωνία. Η άμεση σχέση με την τηλεόραση ξεκινά το 2005 όταν και ανέλαβα τη Διεύθυνση Επικοινωνίας του Ομίλου ΑΝΤ1.
Το πιο ενεργό και πιο εξωστρεφές ήταν όταν βρέθηκα μπροστά από τις κάμερες. Η ενασχόληση αυτή ήταν πάντα παράλληλη με τη διοικητική θέση μου και μόνο έτσι είχε και νόημα. Βγήκα μπροστά από τις κάμερες με την ιδιότητα του επικοινωνιολόγου, κρίνοντας την εικόνα. Το 2008 προέκυψε το ‘’The X-Factor’’. Το μπροστά δεν ήταν ποτέ ζητούμενό μου. Προστέθηκε, ευτυχώς, σε μικρές δόσεις.
Η πρόταση για την κριτική επιτροπή του ‘’The X-Factor’’ πώς ήρθε, Πώς την αντιμετωπίζεις ως ιδέα;
Δεν αλλάζει τίποτα στην καθημερινότητά μου γιατί έρχεται ως κάτι επιπρόσθετο στη βασική μου δουλειά στον όμιλο. Πώς προέκυψε; Ήμασταν σε μία σύσκεψη και κουβεντιάζαμε για τα πρόσωπα που θα απαρτίσουν την επιτροπή του X-Factor και ο Γιάννης Λάτσιος μου είπε ‘’και γιατί δεν το κάνεις εσύ;’’ Νόμισα ότι μάλλον μου κάνει πλάκα αλλά είπαμε τελικά να το κάνω. Δεν ήταν μία δουλειά για την οποία πληρωνόμουν, γινόταν πάντα παράλληλα με τη διευθυντική μου θέση.
Δεν είπες «τι δουλειά έχω εγώ μπροστά από τις κάμερες;»
Ήταν για ΄μενα πάντα, απ’ όλες τις θέσεις στις οποίες έχω βρεθεί, πολύ εύκολο να συνομιλώ δημόσια με πολύ κόσμο. Άρα, το μπροστά από τις κάμερες δεν μου φάνηκε κάτι ξένο και διαφορετικό. Για να είμαι όμως ειλικρινής, αν μου ζητούσε τότε κάποιος να αφήσω τη βασική μου δουλειά για να κάνω το X-Factor δεν θα περνούσε καν από το μυαλό μου να το κάνω.
Η συνθήκη το 2008 ήταν πολύ συγκεκριμένη. Βρισκόμουν σε ένα ασφαλές περιβάλλον, ήξερα πως το τελικό αποτέλεσμα θα περάσει και από ‘μένα και είχα δίπλα μου έμπειρους συνεργάτες όπως ο Γιώργος Λεβέντης, οπότε δεν είχα την παραμικρή ανησυχία.
Είπα ‘’το κάνουμε, αν λειτουργήσει, λειτούργησε’’. Και τελικά λειτούργησε πολύ καλά. Βέβαια, αν με βάλεις να μπω στη διαδικασία να εξαρτώμαι από το μπροστά στην κάμερα, νομίζω δεν θα μπορέσω να το διαχειριστώ.
Ως προς τη δυσκολία την έκθεσης;
Όχι, η έκθεση δεν με ενοχλεί καθόλου γιατί την έχω τοποθετήσει σε μία άλλη διάσταση και λόγω δουλειάς. Θεωρώ πως υπάρχει όριο ανάμεσα στο προσωπικό και το δημόσιο, το εξωστρεφές. Θυμάμαι χαρακτηριστικά την εποχή που είχε ξεκινήσει το X-Factor ήμουν ένα Σάββατο στο σούπερ μάρκετ και υπήρχε μία μαμά με ένα παιδάκι και με κοιτούσαν. Η πρώτη μου σκέψη ήταν πως κάτι έχω κι άρχισα να πιάνομαι. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πως κάποιος με έχει αναγνωρίσει και με κοιτάει.
Σε επηρεάζει όλο αυτό;
Έχει μεγάλη σημασία πότε συμβαίνει κάτι τέτοιο στη ζωή σου και πώς αντιδρά το περιβάλλον σου. Το δικό μου περιβάλλον δεν έδειξε κανέναν υπέρμετρο ενθουσιασμό. Έτσι, στο δικό μου μυαλό δεν ήταν κάτι φοβερό. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που θεωρούν ότι η αναγνωρισιμότητα είναι κακή. Είναι διαχειρίσιμη και για όσους μπορούν να την αντέξουν, μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμη.
Φαντάζομαι, βέβαια, ότι δεν αρνείσαι πως το βεντετιλίκι στην τηλεόραση υπήρχε και υπάρχει;
Υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει και δυστυχώς δεν αφορά μόνο στην τηλεόραση. Το να έχει κάποιος εξουσία και αναγνωρισιμότητα μπορεί να τον κάνει να ξεφύγει από τα όρια. Στην τηλεόραση προφανώς και υπάρχει.
Και δεν θα πω ψέματα, νομίζω πως κι εγώ πήγα να ξεφύγω λίγο τον πρώτο χρόνο στην τηλεόραση.
Είχε μεγάλη σημασία πως το επόμενο πρωί εγώ έπρεπε να είμαι στο γραφείο μου – και νωρίτερα για να μην μπορεί να πει κανείς πως δεν έχω κάνει τη δουλειά μου γιατί το μυαλό μου ήταν στο να φορέσω την τουαλέτα και να κάνω την ωραία στην τηλεόραση. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι αρκετά συντηρητικό με τις σπουδές να είναι το νούμερο ένα.
Όταν πρωτοείδαν την εικόνα μου στο γυαλί δεν χάρηκαν και θεώρησαν πως είναι κάτι περιττό. Προφανώς και μου άρεσε όλο αυτό και μπορεί να είχα και την αίσθηση πως είμαι κάτι παραπάνω από αυτό που στην πραγματικότητα ήμουν. Το αντιλήφθηκα και το αντιλήφθηκαν οι άνθρωποι που ήταν γύρω μου και το μάζεψα. Η οικογένειά μου με προσγείωνε.
Σου έκανε καλό η τηλεόραση;
Η τηλεόραση έκανε πολύ μεγάλο καλό στη δουλειά μου. Όταν πια εγώ εκτέθηκα κατάλαβα περισσότερο τους ανθρώπους τους οποίους διαχειριζόμουν και συμβούλευα. Έλεγα με μεγάλη ευκολία «μην σε νοιάζει και μην δίνεις σημασία σε αυτό που έγραψαν» και μετά αντιλήφθηκα πως δεν είναι τόσο εύκολο όταν είσαι μέσα σε αυτό και σε αφορά άμεσα. Ένα από τα πράγματα που με ανησύχησαν όταν ξεκίνησα να εκτίθεμαι στην τηλεόραση ήταν ότι φοβήθηκα πως κάποιοι από το επαγγελματικό περιβάλλον στο οποίο κινούμουν δεν θα με θεωρήσουν αρκετά σοβαρή.
Η σχέση σου με τον ΑΝΤ1 διήρκεσε μία δεκαετία. Εκείνη η τελευταία ημέρα της αποχώρησης πώς ήταν;
Η σχέση αυτή έχει δύο τελευταίες ημέρες. Η πρώτη είναι την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου του 2015 όταν και μου ανακοινώθηκε και η δεύτερη τρεις μήνες μετά όταν και αποχώρησα. Συμφώνησα να μείνω τρεις μήνες ώστε η μετάβαση να είναι ομαλή.
Θυμάμαι ήταν η τελευταία Παρασκευή του Φεβρουαρίου όταν μου είπαν ότι θα προχωρήσουν με την απόφαση να συγχωνευτεί το τμήμα μου. Ήταν μία πολύ περίεργη, δύσκολη, ζόρικη και φορτισμένη μέρα. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάω να το πω στον μπαμπά μου για να μην προλάβει να το διαβάσει. Θυμάμαι ότι τη μέρα που έμπαινα στο σπίτι του χτύπησε το τηλέφωνό μου και ήταν η Τατιάνα Στεφανίδου για να με ρωτήσει αν ισχύει και της είπα μην το αναφέρει ακόμα γιατί ήθελα να το ανακοινώσω στους δικούς μου ανθρώπους.
Η δεύτερη τελευταία ημέρα ήταν τον Ιούνιο που μπορώ να πω πως ήταν έως και ανακουφιστική. Οι τρεις μήνες που μεσολάβησαν μου έδωσαν τον χρόνο να το επεξεργαστώ στο μυαλό μου και να ξεφτίσει το πολύ συναισθηματικό κομμάτι. Παρόλο που από τις αρχές Ιουλίου είχα ξεκινήσει στην Αποστολή της Αρχιεπισκοπής, ο Σεπτέμβριος ήταν ζόρικος γιατί όλοι επανήλθαν κι άρχισαν να χτίζουν τα επόμενα κι εγώ αισθανόμουν εκτός. Πέρασε όμως γρήγορα.
Πάμε στην περίπτωση «Ελεονώρα Μελέτη». Από τα τελευταία πρόσωπα που οι ιθύνοντες ενός καναλιού το ανέλαβαν εξ’ ολοκλήρου ώστε να κουμπώσει σε ένα ήδη υπάρχον προϊόν. Tο 2005 ήσουν στον ΑΝΤ1.
Η Ελεονώρα ήταν από τα τελευταία πρόσωπα που το χρησιμοποίησε όλο αυτό σωστά. Πολλές φορές οι διοικήσεις των καναλιών επιθυμούν να «χτίσουν» κάποια πρόσωπα. Είτε το κάνουν με τον λάθος τρόπο, είτε τα ωθούν προς τη λάθος κατεύθυνση, είτε τα ίδια τα πρόσωπα δεν έχουν τη δύναμη να το υποστηρίξουν, είτε τοποθετούνται σε λάθος πρότζεκτ.
Η Ελεονώρα Μελέτη ήταν τότε ο άνθρωπος στον οποίο δόθηκε το περιβάλλον του Πρωινού Καφέ, το υπηρέτησε και πήρε όλη αυτή την εμπειρία και την εξέλιξε σε κάτι που της ταίριαξε και τρία χρόνια αργότερα πήγε να κάνει κάτι που την εξέφραζε περισσότερο. Ήταν ένα πρόσωπο που «χτίσαμε» εξ’ ολοκλήρου την εικόνα του όμως το είχε από την πρώτη στιγμή. Οτιδήποτε και να κάνεις σε έναν άνθρωπο που δεν έχει την ικανότητα δεν θα λειτουργήσει, παρά μόνο για ένα διάστημα.
Στο παρελθόν είχαμε ένα προϊόν και θέλαμε να «χωρέσουμε» κάποιον μέσα σε αυτό. Το έχω ξαναπεί, τώρα δεν θα έκανα ποτέ αυτά που έκανα τότε με την Ελεονώρα.
Μία σύγχρονη προσέγγιση και πιο σωστή κατά την άποψή μου είναι ότι πρέπει να κουμπώσεις και το προϊόν και στα χαρακτηριστικά του ανθρώπου. Είναι οργανισμοί που πάλλονται δεν μπορείς να τους μαζέψεις, να τους περιορίσεις.
Τώρα, βέβαια, τα κανάλια δεν δίνουν χρόνο σε ανθρώπους και τηλεοπτικά προϊόντα.
Δεν δίνουν. Μιλάμε για μία αγορά της τάξης των 850 εκατομμυρίων ευρώ το 2000 και τώρα είμαστε στα 200 εκατομμύρια και λέω και πολλά. Υπομονή και χρόνος δεν υπάρχει. Και παλιά κόβονταν εκπομπές αλλά δινόταν ο χώρος και ο χρόνος σε ανθρώπους να το παλέψουν λίγο παραπάνω και να αναπτυχθούν. Δεν δίνεται πια χρόνος και δεν το κατηγορώ γιατί καταλαβαίνω ότι τα κανάλια δεν μπορούν να είναι ζημιογόνες επιχειρήσεις.
Τρανό παράδειγμα η Δανάη Μπάρκα στο Mega. Της δόθηκε χρόνος και τη δεύτερη σεζόν άνθισε.
Αλήθεια είναι αυτό. Της αξίζει 100%. Πέρσι ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη χρονιά του νέου Mega κι έδωσε σε όλα του τα προϊόντα τη δυνατότητα να δοκιμαστούν και το δικαίωσε αυτή η απόφαση. Ίσως σε ένα κανάλι 20-25 ετών η Δανάη να μην είχε αυτή τη δυνατότητα.
Η τηλεόραση δίνει τελικά ευκαιρίες σε νέα πρόσωπα ή όχι;
Σε ένα ξεσκαρτάρισμα που έκανα προ ημερών στο σπίτι του μπαμπά μου βρήκα παλιά περιοδικά τα οποία είναι περίπου από τα μέσα του 2000. Είναι αστείο ότι τα τηλεοπτικά περιοδικά του τότε έχουν στα εξώφυλλά τους τα πρόσωπα που έχουν και τώρα με λίγες ρυτίδες παραπάνω. Κατά κύριο λόγο είναι οι ίδιοι άνθρωποι.
Θεωρώ πως ευκαιρίες δεν δίνονται.
Δοκιμάζονται πρόσωπα σε ριάλιτι αλλά το να αναρωτιέσαι αν κάνουν για παρουσίαση εκπομπής είναι λάθος. Μιλάμε για ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον. Είναι επιφανειακή η ανακύκλωση των προσώπων στην τηλεόραση όμως όλοι δεν κάνουν για όλα.
Παλιά γίνονταν έρευνες, τώρα δεν υπάρχει χρόνος. Για να είμαστε όμως δίκαιοι, η τελευταία διετία φανέρωσε μία ξεκάθαρη στροφή προς το γνώριμο. Αυτή τη στιγμή είναι ανακουφιστικό για τον τηλεθεατή να βλέπει στην τηλεόραση πρόσωπα οικεία.
Δηλαδή για να μπει ένα νέο πρόσωπο στην τηλεόραση πρέπει να έχει μπάρμπα στην Κορώνη;
Πόσες οικογένειες έχει πια κι αυτή η Κορώνη; (γέλια) Πριν πάω στον όμιλο ΑΝΤ1 εργαζόμουν σε μία εταιρεία τηλεπικοινωνιών. Είχα αποφασίσει να κάνω μία αλλαγή στα επαγγελματικά μου. Διάβασα την ανακοίνωση για τη θέση του Διευθυντή Επικοινωνίας και σε όσους είπα ότι θα πάω μου απάντησαν ότι «αποκλείεται να σε πάρουν γιατί πρέπει να έχεις μέσο».
Πήρα τη θέση χωρίς να ξέρω κανέναν απολύτως. Ο γνωστός και ο μπάρμπας στην Κορώνη το μόνο που μπορεί να σου δώσουν είναι μία ευκαιρία να δοκιμαστείς. Το μέσο δεν μπορεί να σου κάνει τίποτα παραπάνω. Διανύουμε μία δύσκολη περίοδο αλλά δεν θέλω να πάψω να πιστεύω πως αν κάποιος είναι καλός και επιμείνει δεν υπάρχει περίπτωση να μην του δοθεί η ευκαιρία.
Η τηλεόραση στον πυρήνα της είναι αξιοκρατική.
Σε παγκόσμιο επίπεδο η τηλεόραση στον πυρήνα της είναι αξιοκρατική με δεδομένο ότι όταν απευθύνεσαι σε ένα κοινό είναι αυτό που στο τέλος της ημέρας θα αποφασίσει αν είσαι καλός ή όχι. Ο τελικός αποδέκτης είναι ο τηλεθεατής.
Αν αρέσεις, τελείωσε. Το ταλέντο δεν ξέρω αν είναι υποκειμενικό πάντως ο τρόπος που το αντιμετωπίζει ο καθένας διαφέρει. Το ταλέντο είναι μαζικό. Στο τέλος μπαίνει ένα πρόσημο. Όταν κάτι έχει μαζική αποδοχή, είτε μου αρέσει είτε όχι, πρέπει να κάνω ένα βήμα πίσω και να δω τι είναι αυτό που συνεπαίρνει τον τηλεθεατή.
Η απόψή σου για το τηλεοπτικό κοινό ποια είναι; Θεωρείς πως είναι αυτενεργό ή παθητικό που ό,τι του δίνεις το καταναλώνει;
Η τηλεόραση δεν είναι απρόσωπη. Δεν είναι ή κακή ή καλή. Η τηλεόραση είναι ένα μέσο, είναι οι άνθρωποι που μεταφέρουν τα μηνύματα, τίποτα παραπάνω. Η τηλεόραση από μόνη της είναι ένα άδειο πράγμα. Όλα έχουν να κάνουν με τους ανθρώπους.
Όσο για το κοινό θεωρώ πως δεν υπήρξε ποτέ παθητικό. Το κοινό όσο έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τι θα δει, δεν μπορεί να θεωρηθεί παθητικό. Αν για ‘μενα υπάρχει μία συνειδητοποίηση μεγαλώνοντας σε σχέση με την τηλεόραση είναι πως πρέπει να απενοχοποιήσουμε τη διάθεση του κάθε ενήλικα να βλέπει ό,τι θέλει και να το απολαμβάνει.
Μιας και μιλάμε για απενοχοποίηση, θεωρείς πως η κάλυψη του ελληνικού #MeToo από τις ψυχαγωγικές εκπομπές βοήθησε να σπάσει το ταμπού που θέλει τις παρουσιάστριες αυτών των εκπομπών να μην ασχολούνται με σοβαρά κοινωνικά ζητήματα;
Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι γιατί στο δικό μου μυαλό ήταν αυταπόδεικτο. Οι γυναίκες που βρέθηκαν να παρουσιάζουν καθημερινές εκπομπές έχουν τόσο μεγάλη ευελιξία που δεν είχα την παραμικρή αμφιβολία ότι θα μπορούσαν να παρουσιάσουν κι αυτού του είδους τη θεματολογία.
Σε πολύ κόσμο που είχε ερωτηματικό ή έκανε ότι είχε, η κάλυψη του #MeToo από τις ψυχαγωγικές εκπομπές έδωσε τη δυνατότητα να το δουν διαφορετικά. Στο παρελθόν, βέβαια, υπήρξαν και περιπτώσεις ψυχαγωγικών εκπομπών που υπερέβησαν το όριο και μετατράπηκαν σε δικαστήρια.
Υπάρχει μία λανθασμένη αντίληψη από όσους στήνουν τις ψυχαγωγικές εκπομπές πως ο τηλεθεατής θέλει να παρακολουθήσει μόνο κάτι ανάλαφρο που δεν θα τον προβληματίσει κι αυτό φυσικά δεν σχετίζεται με τις ικανότητες της παρουσιάστριας να διαχειριστεί πάσης φύσεως θέματα.
Για ‘μενα ήταν αυτονόητο πως οι παρουσιάστριες των ψυχαγωγικών εκπομπών θα μπορούσαν να διαχειριστούν σοβαρά κοινωνικά θέματα καλά, γιατί όχι και καλύτερα από πολλούς.
Θα ήθελες να μιλήσουμε για μία δική σου δύσκολη στιγμή στην τηλεόραση; Και αναφέρομαι στο περιστατικό με τη φοιτήτρια του ΑΠΘ στην εκπομπή του Γιώργου Λιάγκα στον ΣΚΑΙ για το οποίο ζήτησες δημόσια συγγνώμη.
Η συγγνώμη έχει αξία ανάλογα με το ποιος τη λέει και ποια είναι τα δείγματα γραφής του ώστε να είναι ειλικρινής. Η συγγνώμη από μόνη της δεν λέει τίποτα αλλά και πάλι δεν ακυρώνει ένα λάθος που έκανες. Δεν μπορώ να συγχωρήσω στον εαυτό μου πώς είναι δυνατόν να κάνω λάθος, όταν δεν μου είχα δώσει το περιθώριο ποτέ έως τότε να κάνω.
Πώς επέτρεψα στον εαυτό μου εκείνη τη στιγμή να χάσω το όριο και δεν σκέφτηκα σωστά. Δεν μου το συγχωρώ. Ο μπαμπάς μου μού είπε «έχεις το δικαίωμα να κάνεις λάθος». Δεν θεωρώ ότι το έχω. Το έχω κατευνάσει στο μυαλό μου με τη σκέψη της μέχρι τότε και της μετέπειτα πορείας μου.
Σε τρόμαξαν οι διαστάσεις που πήρε το θέμα;
Δεν με τρόμαξαν απλώς. Ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκα πολύ μαύρα πράγματα, τα οποία δεν τολμώ ούτε να τα εκφράσω. Είμαι απολύτως βέβαιη πως οι αντιδράσεις είχαν να κάνουν και με την τότε πολιτική μου θέση και το λέω χωρίς φυσικά να θέλω να με δικαιολογήσω. Δεν ήταν μία άτυχη στιγμή γιατί οι ατυχίες συμβαίνουν ερήμην σου. Ήταν ένα τεράστιο ατόπημα και δεν διαχειρίστηκα σωστά τη στιγμή.
Σήμερα η τηλεόραση τι έχει ανάγκη;
Μέτρο. Με ρώτησε κάποιον προ ημερών αν λείπει κάτι από την τηλεόραση. Τα έχει όλα. Ιδιαίτερα αυτή τη χρονιά δεν της λείπει απολύτως τίποτα. Δεν υπάρχει όμως και κάτι που να σε γαντζώνει πάνω του και να πούμε ότι αυτό είναι το απόλυτο της χρονιάς. Μου λείπει το μέτρο γιατί νομίζω φέτος έχουμε περισσότερα προγράμματα από ποτέ. Σαν να άνοιξαν οι ουρανοί.
Δεν προλαβαίνεις να τα καταναλώσεις όλα. Η τηλεόραση περνά μία βουλιμική φάση και ελπίζω ότι αυτό θα κάτσει κάπου και θα έχει μία ισορροπία τα επόμενα χρόνια. Την προτιμώ βέβαια αυτή τη φάση από την άτονη φάση του παρελθόντος που δεν υπήρχε τίποτα. Θεωρώ πως στο τέλος βρίσκεται η μέση λύση.
Δεν είσαι της άποψης ότι η τηλεόραση πεθαίνει, όπως ακούμε κατά καιρούς;
Την αγαπώ και την πιστεύω την τηλεόραση. Είναι διέξοδος, είναι έκφραση, είναι παρέα.
Η τηλεόραση δεν πεθαίνει. Αλλάζει μορφή, προσαρμόζεται, κατακερματίζεται, γίνεται θεματική αλλά δεν πρόκειται να σβήσει. Ένα παράδειγμα είναι η στροφή των τηλεθεατών στα κρατικά κανάλια τα οποία επανήλθαν προσαρμοζόμενα στις απαιτήσεις της εποχής.