Μαρία Τζομπανάκη: «Σήκωνα χέρι όταν ένιωθα να απειλούμαι»
- 5 ΦΕΒ 2021
Η Μαρία Τζομπανάκη είναι μία από τις πιο όμορφες Ελληνίδες ηθοποιούς. Από επιλογή όμως δεν περιορίστηκε ποτέ στο φυσικό πλεονέκτημά της, παρόλο που θα μπορούσε. Η απόφαση αυτή θα της απέδιδε καρπούς που την αφήνουν παγερά αδιάφορη. Την ημέρα που βγαίνει αυτή η συνέντευξη, η Μαρία έχει γενέθλια, ανυπομονεί να γίνει γιαγιά ενός αγοριού και έχει πετάξει από τη Νέα Υόρκη, όπου ζει τα τελευταία χρόνια με τον σύζυγό της, πίσω στην Αθήνα. Μια Αθήνα που είχε τη χαρά να την υπηρετήσει ως αντιδήμαρχος για αρκετά χρόνια. Μια Αθήνα σοκαρισμένη από τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα που για καιρό φώλιαζαν στα θέατρά της.
Βλέποντάς σας ο Αλέξης Μινωτής είχε πει «πολύ μου αρέσει η Κρητικιά. Αλλά θα αργήσει να κάνει αυτό που της αξίζει γιατί τώρα είναι πολύ όμορφη. Αν αντέξει να περιμένει και να επιμένει». Έπεσε μέσα;
Επί της ουσίας και σε σχέση με αυτό που ήθελα, Ναι, είχε δίκιο. Ονειρευόμουν κλασικούς ρόλους και ρόλους χαρακτήρων. Δεν συνεβη όμως έτσι όπως το ήθελα. Αργότερα μεγαλώνοντας, άρχισα να παίζω ρόλους που αγαπησα πολύ. Χαριτολογώντας ένας φίλος σκηνοθέτης που συζητούσαμε πρόσφατα για μια παράσταση, μου είπε «μα άντε γέρασε επιτέλους να παίξεις την τάδε». Διαφωνώ κάθετα βέβαια. Στο θέατρο δεν χρειάζεται «μεγάλωμα» ηλικιακά για να παίξεις κάποιους μεγάλους σε απαιτησεις ρόλους. Χρειάζεται εμπειρία και ικανότητα.
Ποια είναι η πιο έντονη ανάμνηση που έχετε από τότε που ήσασταν παιδί, στην Κρήτη;
Δύο είναι οι έντονες αναμνήσεις που με θωρακίζουν ή με στοιχειώνουν. Θα πω μόνο τη μία. Τα καλοκαίρια μου σε παιδική ηλικία στο χωριό της μαμάς μου, τις Μαργαρίτες, στο Ρέθυμνο.Είμαι παιδί της πόλης, γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Χανιά. Λάτρεψα απο παιδί την ορεινή Κρήτη. Τιμώ αμετανόητα τις παραδόσεις και τον πολιτισμό της Κρήτης μου. Και με έσωσε απο πολλές κακοτοπιές αυτό, δεν λοξοδρόμισα.
Ζήσατε την τηλεόραση στις μεγάλες της δόξες. Περάσατε καλά;
Ναι ήμουν παιδί της ιδιωτικής τηλεόρασης, με το που άνθισε. Παρόλο που με βούτηξαν απο τον σβέρκο κυριολεκτικά και συμμετείχα σε μεγάλες επιτυχίες, ήταν μια εξέλιξη που δεν είχε σχέση με τα όνειρα που έκανα πριν αποφασίσω να ακολουθήσω αυτο το επάγγελμα. Πέρασα καλά όμως. Πληρώθηκα καλά, κανακεύτηκα κιόλας από όλους.
Τι νοσταλγείτε πιο πολύ από τη φάση της απόλυτης δημοφιλίας σας;
Τίποτα. Δεν εξαργύρωσα ποτέ αυτό το είδος δημοφιλίας που ίσως εννοείς, δεν ταίριαζε με αυτά που ήθελα. Σήμερα την απολαμβάνω αλλιώς, από μία μερίδα του κοινού. Αυτούς που είδαν πιο βαθιά και διαχρονικά, ένα μέρος από αυτό που είμαι πραγματικά. Οταν ήμουν πολύ νέα, επειδή συνέβησαν όλα γρήγορα και σε νεαρή ηλικία, με ενοχλούσε.Θυμάμαι έντονα ένα περιστατικό που καθόρισε μάλιστα την άποψή μου για τη. δημοφιλία. Ένας πολύ αγαπημένος θείος μου, νοσηλευόταν με καρκίνο στο Σωτηρία το 1981. Η θεία μου ήταν στην Κρήτη, παιδιά δεν είχαν, εγώ ήμουν το ανήψι που πέρναγε τα καλοκαίρια στο σπίτι τους και ήταν σαν δεύτεροι γονείς μου. Πήγαινα λοιπόν και τον έβλεπα στο νοσοκομείο κι αυτή η παρέα, συγκινούσε και τους δυο μας πολύ. Εκείνον γιατι ήμουν κοντά του στα δύσκολα και εμενα γιατί ήταν η πρώτη μεγάλη απώλεια που κοντοζύγωνε και με συγκλόνιζε. Μια μέρα από αυτές, μπαίνοντας στο προαύλιο, συνάντησα 2-3 γυναίκες που έβγαιναν από το κτίριο. Τότε είχα κάνει τη «Λάουρα» του Ξενόπουλου και είχε γίνει τεράστια επιτυχία. Με αναγνώρισαν, ενώ είχα προσπαθήσει να κρύψω το πρόσωπο κάπως και ζητησαν τρελές απο ενθουσιασμό, ένα αυτόγραφο. Με τριγύριζαν ακουμπώντας με και λέγοντάς μου υπερβολικά σχόλια λατρείας, λες και έβλεπαν κάτι υπερφυσικό. Τότε έτσι συνέβαινε, η δια ζώσης επαφή δημιουργούσε υπερβολικές αντιδράσεις.
Εγω αρνήθηκα ευγενικά και τις παρακάλεσα να ανοίξουν χώρο για να φύγω. Με ρώτησαν γιατί, γιατί δεν είχα φωτογραφίες μαζί μου, γιατί δεν εγραφα κάτι στα χαρτάκια που έβγαζαν όπως- όπως απο τσάντες και τσέπες. Απάντησα πως ένα πολύ αγαπημενο μου πρόσωπο αργοπεθαίνει μέσα στο νοσοκομείο και όταν ερχομαι εκεί , δεν σκέφτομαι παρά μόνο εκείνον, δεν μ’ ενδιαφέρει να κουβαλάω φωτογραφίες η να υπογράφω σε χαρτάκια, θα ντρόπιαζε την αγάπη μου σ’ αυτό το πρόσωπο κάτι τέτοιο. Και τότε με χτύπησε το τσουνάμι. Οι ίδιες κυρίες που με λάτρευαν 5 λεπτά νωρίτερα, άρχισαν να με βρίζουν , τονίζοντας πως «ο κόσμος ανεβάζει και κατεβάζει τους ηθοποιούς και είμαστε υποχρεωμένοι να τους ικανοποιούμε και θα δω εγώ τι θα πάθω αν φέρομαι με “υπεροψία” στον κόσμο». Ετσι είπαν, υπεροψία βάφτισαν την ενσυναίσθησή μου για το αληθινό και την ανθρωπιά.
Αν θα έπρεπε να χαρακτηρίσω τις «χρυσές εποχές» θα έβαζα Χ το κομμάτι της ιστορίας που αφορά σε τέτοια καμώματα. Γενικά απεχθάνομαι το δήθεν. Και το κούφιο περιεχόμενο του εφήμερου.
Πρώτα η Σοφία Μπεκατώρου κι ύστερα πολλές συνάδελφοί σας σπάνε τη σιωπή και μιλούν για απόλυτα ανάρμοστες και αντιεπαγγελματικές συμπεριφορές ανθρώπων του χώρου. Τι σκέψεις κάνετε στο άκουσμα των καταγγελιών;
Οπως πλησιάζει ραγδαία την ανθρωπότητα το σκοτάδι τα τελευταία χρόνια, έτσι και το φως της αλήθειας γίνεται σκληρό και έντονο. Ανοίγει ρωγμές σε τείχη για αιώνες απροσπέλαστα. Διαρρηγνύει «κάστρα» που τρίζουν πλέον τα θεμέλια τους. Άρχισε η αλήθεια να σκάει σαν ηφαίστειο ενεργό. Χαίρομαι που ξεκίνησε η λάβα να καίει τόσα σάπια σπαρτά. Παντού στον κόσμο. Επιτέλους. Ο κόσμος που ζούμε, έχει χάσει τα λαμπρά χρώματα της χαράς και της δημιουργίας, από εμάς τους ίδιους. Παραπλανήθηκε το ανθρώπινο είδος από την ωραιοποίηση του ψέματος, που καλύπτει αναίσχυντα την αλήθεια. Επιτέλους, απηύδησε ο άνθρωπος να ζει έτσι και ξεστομίζει «όχι άλλο πια». Δεν είναι τυχαίο που το ηφαίστειο έσκασε δια στόματος γυναικών.
Μετά την κακοποίηση αιώνων και την παραποίηση του φεμινιστικού κινήματος, οι γυναίκες αντιδρούν εκκωφαντικά
Λυπάμαι βαθιά για ό,τι κάνουν οι άνθρωποι στους ανθρώπους. Για όλα τα είδη της βίας. Που ανέχονται και σιωπούν λαοί ολόκληροι. Σαν κάρβουνο που σιγοκαίει στη στάχτη, η έμπρακτη αγανάκτηση για την αδικία της βίας, μπορεί να μας σώσει. Ηρθε η ώρα να περισώσουμε, ίσως, το μέλλον.
Έχετε πει πως «έχετε δώσει πολύ ξύλο κι έχετε χάσει δουλειές» λόγω της προσέγγισης των ανθρώπων στον χώρο. Είναι κυριολεκτική η δήλωση;
Ναι αλήθεια είναι πως σήκωνα χέρι όταν ένιωθα να απειλούμαι- το παράκανα κιόλας, δίνοντας χαστούκια κι όταν μου έλεγαν απλώς οτι είμαι όμορφη-. Έζησα όμως και την φάση να με αλλάζουν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμη από μεγάλη παραγωγή για τέτοιο λόγο. Ως «τιμωρία». Στο θέατρο είχα ακούσει και την φράση «αν συνεχίσεις έτσι, θα μείνεις outsider. Δεν θα γίνεις ποτέ favorite». «Το κρι-κρι δίνει σκαμπίλια». Έτσι έλεγαν.
Δεν ξέρω αν έμεινα outsider. Σίγουρα όμως έχω διανύσει τη ζωή, όπως ήθελα εγώ.
Ο χώρος του θεάματος τόσο επιρρεπής στην παρενόχληση όσο ακούγεται;
Δεν πιστευω πως είναι περισσότερες στον χώρο του θεάματος οι παρενοχλήσεις. Μάλλον προβάλλονται πιο πολύ και ευκολότερα. Σε όλους τους επαγγελματικούς χώρους οι γυναίκες υποφέρουν απο σεξουαλική η ψυχολογική παρενόχληση. Δυστυχώς. Είτε είναι νοσηλεύτριες, είτε καμαριέρες, είτε ηθοποιοί, είτε πωλήτριες, είτε μαθήτριες, είτε αθλήτριες, είτε πολιτικοί κοκ, παντού το αντιμετωπίζουν αυτό.
Η Μαρία Τζομπανάκη με τον γιο της, Ορφέα Αυγουστίδη.
Μιλήστε μου για τον Ορφέα. Ως μητέρα ενός αγοριού, νιώσατε ποτέ άγχος για το πώς θα συμπεριφέρεται εκείνος στις γυναίκες;
Όταν μια γυναίκα γίνει μάνα, αυτόματα ντύνεται και την ευθύνη, του πώς θα εκπαιδευτεί σαν χαρακτήρας αυτός ο άνθρωπος που έφερε στη ζωή. Γιατί η συμπεριφορά του και οι επιλογές του, δεν θα επηρεάσουν μόνο τη ζωή που θα ζήσει, αλλά και τις ζωές άλλων ανθρώπων. Είναι μέγιστη και ιερή ευθύνη, δεν γεννάς απλώς τη γονιδιακή σου συνέχεια. Γεννάς έναν πιθανό σωτήρα της ανθρωπότητας. Ή έναν καταστροφέα. Η μάνα εκτός απο το μητρικό ένστικτο που την ωθεί να προστατέψει το παιδί της, πρέπει να αφουγκραστεί και την πνευματική υπόσταση του νέου ανθρώπου που γέννησε. Δεν χρειάζεται μόρφωση ακαδημαϊκή για να το πετύχει αυτό. Μόνο να μην αντιμετωπίζει το γέννημά της, σαν ιδιοκτησία της, αλλά σαν ένα πλάσμα που θα χτίσει ανάγκες και επιθυμίες καθώς μεγαλώνει. Αν οι ανάγκες του είναι να «αποκτά», ή να «αρέσει» σε όλους, αν δεν βλέπει γύρω του την ομορφιά του κόσμου τούτου, αλλά μόνο την ασχήμια, τότε αυτό το παιδί ως ενήλικας, θα δυστυχήσει.
Κάνουν πράξεις ντροπιαστικές ή καταστροφικές, οι άνθρωποι όταν δυστυχούν, φανερά η κρυφά.
Με αυτό τον μπούσουλα ανάθρεψα τον Ορφέα μου. Σέβεται τον εαυτό του. Και τα παιδιά των άλλων μανάδων, έτσι του έλεγα όταν ήταν μικρός. Σήμερα είναι ένας δίκαιος άνθρωπος και αυτό τιμά κι εμένα σαν μάνα του και αυτόν τον ίδιο. Γιατί θα είναι ένας φάρος που ποτέ δεν θα σβήσει το φως του. Θα φωτίσει κιόλας πολλές διαδρομές πλοίων που χάσανε ή ψάχνουν, τον προορισμό τους, ενώ θα είναι σταθερός και πολύτιμος για την οικογένειά του που τώρα ξεκινά.
Για πολλές γυναίκες το σενάριο των καλών σχέσεων με τον πρώην σύζυγο φαντάζει πρακτικά ανεφάρμοστο. Εσείς πώς τα καταφέρατε με τον Ντίνο Αυγουστίδη;
Το «κατάφερα» με την αγάπη. Έχω σεβασμό στις επιλογές και τη διαδρομή μου σαν άνθρωπος. Δεν πετάω στα σκουπίδια ό,τι έχω ζήσει. Άλλωστε είναι ο πατέρας του γιου μου.
Η ενασχόλησή σας με τα κοινά στον Δήμο Αθηναίων διήρκησε 8 χρόνια. Για ποιο πράγμα που καταφέρατε με αυτή σας την ιδιότητα, αισθάνεστε πιο περήφανη;
Για το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι», που υλοποιήθηκε όσο ήμουν πρόεδρος της Αναπτυξιακής Εταιρείας του Δήμου. Για το ότι μέσα σε κάποιους μήνες βάφτηκαν όλα τα σχολεία της Αθήνας με συνοπτικές διαδικασίες. Για την επιτυχή επαναλειτουργία παλιών κινηματογράφων που προορίζονταν να γίνουν σούπερ μάρκετ. Έγιναν πολλά σε αυτά τα 8 χρόνια, δούλεψα πολύ στον Δήμο.
Πώς είναι η ζωή στη Νέα Υόρκη; Έχετε προσαρμοστεί;
Η Νέα Υόρκη είναι μαγεύτρα αλλά και ψεύτρα. Πρέπει να ξέρεις αν την θέλεις και αν δεν την θες, να την προσεγγίσεις σαν μια δημιουργική περιπέτεια. Εγώ είμαι ανοιχτή σε όλες τις δημιουργικές εξερευνήσεις. Προσαρμόζεσαι όταν έχεις και την Ελλάδα και την Κρήτη σου σε απόσταση μιας πτήσης 9-10 ωρών. Είμαι και στην Ελλάδα πλέον πολύ. Μπορώ να δουλεύω και εδώ και εκεί.
Κάνετε ραδιόφωνο στο Cosmos FM, είστε διευθύντρια του New York Greek Film Festival..
Μου αρέσει πάρα πολύ το ραδιόφωνο γιατί γράφω τα κείμενα και επιλέγω και τη μουσική. Είμαι παραγωγός στον κοινοτικό σταθμό της Νέας Υόρκης, η εκπομπή λέγεται «Για την Ελλάδα», αισθάνομαι σαν να είναι η «φωλιά» μου. Το New York Film Festival προϋπήρχε σαν μικρή γιορτή, έπαιζε λίγες ταινίες και ο σκοπός του ήταν συναισθηματικός για τις παλιότερες γενιές. Σιγά σιγά έγινε μια μεγάλη γιορτή και μετά εξελίχθηκε σε φεστιβάλ που προάγει την ελληνική βιομηχανία του κινηματογράφου στο πολυεθνικό κοινό της Νέας Υόρκης, δεν απευθύνεται μόνο στους ομογενείς. Μια δύσκολη προσπάθεια με απίστευτη δουλειά για 3 χρόνια. Τα καταφέραμε και έγινε γνωστό. Μετά ήρθε ο Covid-19 και μας έβαλε φίμωτρο.
Μεγαλώνετε τόσο όμορφα. Το πέρασμα του χρόνου τι συναισθήματα σας γεννά;
Μεγαλώνω χωρίς να αλλοιώνεται ένα κομμάτι της αθωότητάς μου που φέρει κάθε άνθρωπος όταν γεννιέται σ’ αυτόν τον κόσμο. Αυτό βλέπετε σαν «όμορφο μεγάλωμα». Και έτσι είναι. Ο χρόνος για μένα έχει τη μορφή του μοναχογιού μου. Δεν με φοβίζει. Προχωρά αμετάκλητα ναι, αλλά και μου δίνει.
Θέλω να ζήσω πολλά χρόνια γιατί η ζωή είναι όμορφη ακόμα κι όταν σε πονά. Είναι Δάσκαλος και θέλω να μαθαίνω, είμαι αχόρταγη σ’ αυτό και στην αγάπη.
Αποκαλύψτε κάτι για τη Μαρία Τζομπανάκη που ο κόσμος δεν ξέρει.
Αγαπώ τον Χριστό από μικρό παιδί. Δεν άλλαξε αυτό ποτέ, ούτε και θα αλλάξει. Έγινε μεγαλώνοντας συνείδηση. Λατρεύω τα τρία αδέλφια μου, είναι ο τέταρτος αδελφός μου.
Ποια μαντινάδα σας εκφράζει απόλυτα;
«Η κορυφή ‘ναι κορυφή
αν είν’ και χιονισμένη
Το βράχο δέρνει η θάλασσα
μα πάντα Βράχος μένει».