Με τη Μαρίνα Σπανού θα πάθεις Πλάκα
- 11 ΣΕΠ 2021
Άκουγα μία συνέντευξη του Χατζηδάκι προχθές. «Βάζω πολλή δύναμη, πολλή καρδιά, όλη μου την ψυχή ανάμεσα στις νότες και στους στίχους μου γιατί αγαπώ τον άνθρωπο. Απλά πράγματα, ένα ποτήρι κρύο νερό, μια δροσερή αυλή και γύρω ένα κλωνάρι γιασεμί, μια γλάστρα βασιλικό. Έχουν επιτυχία τα τραγούδια μου, ακριβώς γιατί μιλούν κατ’ ευθείαν στην καρδιά μας». Όλα γύρω μας είναι έμπνευση, αρκεί τα μάτια και η καρδιά μας να μάθουν να κοιτούν πέρα από το προφανές, να δίνουν νόημα στα ασήμαντα σημαντικά, να βλέπουν εικόνες σε γκρίζους τοίχους, να δίνουν πνοή σε άψυχα αντικείμενα και να τα λούζουν με βιώματα και αναμνήσεις. Άκουγα τη Μαρίνα Σπανού προχθές να τραγουδάει την «Πλάκα».
αχ σαν άνθος μαραμένο
όνειρο ξενιτεμένο
έφυγες και σε προσμένω
αχ σαν άνθος μαραμένο
Διαβάζω το πρώτο σχόλιο κάτω από το βίντεο στο κανάλι της στο Youtube. Τι όμορφο να βλέπεις παιδιά να λάμπουν. Η Μαρίνα Σπανού πιάνει στα χέρια την κιθάρα της και μεταμορφώνεται σε ένα αερικό με μελωδική φωνή. Και λάμπει. Λάμπει ακόμα περισσότερο όταν δεις το μεγαλείο της σκέψης της.
Η Μαρίνα Σπανού στα 18 της είναι το next big thing. Το άστρο της μόλις έλαμψε κι ανοίγει μία χαραμάδα απ’ όπου περνά το φως, η χαρά, η αισιοδοξία, η λύτρωση, το χρώμα.
Σας τη συστήνουμε #διπλής
Αντιλαμβάνομαι τους στίχους σου σαν μία διαρκή άνω τελεία. Σαν μία παύση που περιμένει κάτι να συμβεί για να δώσει συνέχεια στην αφήγηση. Το ξεκινάω πολύ λάθος;
Καθόλου λάθος. Αυτή η άνω τελεία είναι μεταξύ της στίξης και της αντίστιξης, μεταξύ της θέσης και της άρσης, πάντα φλερτάροντας με αυτές και ποτέ ταυτόσημές τους. Γι’ αυτό και η παύση δεν ενέχει την έννοια της ολοκλήρωσης στην προκειμένη περίπτωση.
Άλλωστε όταν σταματήσουμε να περιμένουμε για κάτι τότε τελειώνει η ποίηση. Ο αφηγητής είναι διψασμένος γιατί είμαστε οι ιστορίες μας. Αν χαθούν αυτές, χανόμαστε και εμείς. Ο έρωτας συμπυκνώνει αυτή τη δίψα, απλώς το μελάνι του είναι ο παραλήπτης του.
Στην «Πλάκα» γράφεις «αχ το κάποτε μας λείπει». Είναι για ‘σενα το παρελθόν η αφετηρία του μέλλοντος;
Όσο παλαιώνουνε οι μνήμες τόσο πιο καλογυαλισμένες φαίνονται και όσο απομακρύνονται οι εικόνες τόσο απελευθερώνονται από κάθε τι φθαρμένο. Το παρελθόν είναι τόσο μελαγχολικά γοητευτικό έτσι ώστε να μας κρατά σε μια ελαφριά μέθη. Τώρα αν αυτό εξυπηρετεί την προστασία ή τη δεκτικότητα δεν το γνωρίζω. Αν όμως με ρωτήσεις κάθε αρχή του χρόνου, του μήνα, της εβδομάδας, της σεζόν θα σου πω new year, new me. (γέλια)
Πότε καταλαβαίνεις ότι η μουσική είναι το καταφύγιό σου;
Η μουσική και ο ήχος, όπως έχει πει ένας αγαπημένος μου άνθρωπος, είναι εκεί όχι για να διεγείρουν αλλά για να δώσουν ταυτότητα στα απρόσωπα που οργιάζουν. Συνήθως το άγχος είναι κάτι απρόσωπο και συσσωρευμένο, δεν ξέρεις από που ξεκινάει και που καταλήγει. Είναι γιατροσόφι ένα τραγούδι αγαπημένο και πιστεύω πως είναι κοινώς αποδεκτό αυτό. Η μουσική δεν ψάχνει λύσεις αλλά σίγουρα θα σε βγάλει σε αυτές.
Και στην Αρεοπαγίτου πώς κατέληξες;
Περπατούσα μια μέρα στην Αποστόλου Παύλου. Ήμουν πολύ πιεσμένη από τις πανελλήνιες και βγήκα να ξεσκάσω. Άκουσα έναν μουσικό να τραγουδάει το αγαπημένο μου κομμάτι. Πήρα κάτι να πιω και κάθισα απέναντι.
Ήταν σούρουπο και το τέλος μιας περιόδου περιοριστικής είχε φέρει στην επιφάνεια μια ανάγκη για αυτοφροντίδα. Αυτή είναι η δική μου φροντίδα, να δίνω χρώμα σε αυτά που με τρώνε. Στον δρόμο που ένιωθα λοιπόν πιο γειωμένη μετά από μια βδομάδα αποφάσισα να τραγουδήσω.
Πού νιώθεις ότι οφείλεται η επιτυχία των lives σου; Διάβασα πως στον πεζόδρομο αισθάνεσαι παντοδύναμη, πως πρόκειται για μία διαδικασία κορύφωσης.
Κάπου το είχα ξαναπεί πως συνηθίζουμε να περιορίζουμε την επιτυχία με ποσοτικά κριτήρια. Δεν αισθάνομαι παντοδύναμη επειδή έχει πολλαπλασιαστεί ο κόσμος και η κορύφωση δεν αφορά την αριθμητική κλιμάκωση. Κάθε περαστικός είναι ένα στοίχημα και θέλω να το κερδίζω.
Θέλω να τον πείσω πως είμαστε ίδιοι σε ένα μέρος μας. Αυτή είναι η δική μου επιτυχία, να αποσπάσω με πολύ σεβασμό και αγάπη, λίγη από τη ζεστασιά του και να του δώσω τη δική μου. Αν μπορώ να αποδώσω κάπου το γεγονός πως αισθάνομαι ότι συμβαίνει αυτή η ανταλλαγή συχνά θα ήταν στο εξής: ο καθένας είναι εύθραυστος και νιώθω υπεύθυνη να τον αντιμετωπίζω με όση προσοχή του αξίζει.
Η ιστορία σου χωρίζεται σε έξι στάσεις, σε έξι σημεία αναμονής. Μίλησέ μου για αυτά.
Ωδή σε ένα ημιτελές οδοιπορικό που σκαλίζει την κοινή τρίτη διάσταση δύο ανθρώπων.
Το βράδυ πριν ανεβάσω τον δίσκο βουτώντας στην αναβίωσή του σημείωσα:
Θα σου γράψω όλα τα τραγούδια του κόσμου. Κι αν δεν μπορώ να σου γράψω όλα τα τραγούδια του κόσμου θα γράψω για τον δικό μας κόσμο, τη δική μας πόλη που τη φτιάξαμε από την αρχή.
Με αυτό το κείμενο δημοσίευσα το άλμπουμ. Επομένως, η ιστορία μου χωρίζεται σε έξι περιοχές που «έφτιαξα» μαζί με κάποιον.
Οι άλλοι τυχαίνει να λένε Ομόνοια, εγώ λέω τελευταίο βαγόνι,
οι άλλοι λένε Παγκράτι, εγώ λέω κάτι σκαλιά που στάζουν μέλι,
οι άλλοι λένε Ψυρρή, εγώ λέω θερινό σινεμά και μπύρα μισή-μισή,
οι άλλοι λένε Κυψέλη, εγώ λέω έρωτας σε αναμονή,
οι άλλοι λένε Πλάκα, εγώ λέω κοντοστέκεσαι αντίκρυ,
οι άλλοι λένε Κουκάκι, εγώ λέω σε περιμένω ακόμα στο παγκάκι.
Έτσι έμαθα την Αθήνα και τη φωτογράφισα σε αυτά τα έξι κομμάτια, τα σημεία αναμονής μου. Μάρτυρες και συνένοχοι σε αυτές τις άνω τελείες.
Ισχύει ότι ερωτεύτηκες την πόλη, όταν ερωτεύτηκες εντός της;
Αν υπάρχει πιο όμορφη πόλη να ερωτευτεί κανείς ας πάρει μπλε γραμμή, να έρθει να με βρει για να με πείσει και εμένα. Περπατούσα την Αθήνα με τη σκέψη κάποιου ανθρώπου. Η σκέψη αυτή καθρεφτιζόταν στην πόλη και οι δρόμοι ήταν ξαφνικά τόσο οικείοι ώστε να νιώσω ασφαλής και συντροφεύμενη αλλά και τόσο αναπάντεχοι ώστε να είναι γοητευτικοί. Βγάζει νόημα; Δεν ξέρω.
Η «Ομόνοια» προέκυψε όταν λόγω καραντίνας σταμάτησες να χρησιμοποιείς τρένο και μετρό;
Είχα γράψει το ρεφρέν της λίγο πριν κλείσουμε για την πρώτη καραντίνα του ‘20. Μάρτιος πρέπει να ήταν. Έμεινε για λίγο στο συρτάρι μέχρι η νοσταλγία μου για τα μετρό να το ξαναβγάλει στο γραφείο μου. Είχα μια περίεργη ζέση για επιστροφή σε αυτόν τον ρυθμό.
Μου αρέσει πολύ η παρατήρηση, ίσως γι’ αυτό. Επειδή έχω άπλετο χρόνο μέσα στην αποβάθρα ή στο βαγόνι χωρίς σήμα (βασικό) τρέχει το βλέμμα μου και διασταυρώνεται με τους κόσμους του καθενός. Φευγαλέα.
Είναι οι αποβάθρες ένα ψηφιδωτό του κόσμου μας;
Δε το έχω σκεφτεί ποτέ έτσι, να πω την αλήθεια. Αν αναλογιστούμε το γεγονός πως είναι υπογείως παράλληλες του κόσμου μας τότε μιλάμε μάλλον για μια προσομοίωση του που κάποτε παρεκκλίνει και κάποτε όχι. Κοινός κενός χρόνος αλλά όχι τόσο κοινώς κενός. Σε αυτόν τον χρόνο οι άνθρωποι που φιλοξενεί μοιάζουν σαν να είναι τα πετρώματα του ψηφιδωτού ή είναι οι ίδιες οι αποβάθρες που τον κοσμούν κάπως ιδιόμορφα;
Ο πρώτος σου δίσκος τιτλοφορείται «Κι αν ποτέ μαραθεί». Ποιο είναι το μήνυμα που φέρει πίσω του;
Ο τίτλος είναι αμφίσημος και συμβολικός. Ο συσχετισμός, οι δύο άνθρωποι ως ένα σώμα για ‘μένα είναι σαν ένα άνθος. Ποτέ δεν αναφέρεται στον στίχο η λέξη «άνθος» γιατί αν ήταν να χρησιμοποιηθεί ένα υποκείμενο δεν θα δείλιαζε πίσω από σύμβολα. Αλλά δεν είναι να αναφερθεί κανένα υποκείμενο γιατί όλα είναι ημιτελή σε έναν θρασέως ολοκληρωμένο έρωτα.
Αν βάζαμε ένα ερωτηματικό, τι θα άλλαζε; Πώς θα συμπλήρωνες το «Κι αν ποτέ μαραθεί;»
Ερωτηματικό θα μπορούσε δυνητικά να υπάρχει σε όλους τους στίχους. Θα μπορούσαμε επίσης να το δούμε από την οπτική των αναπάντητων ερωτημάτων. Ο αποστολέας μας πάντα θα περιμένει έγκριση από τον παραλήπτη αλλιώς είναι σαν να τρέχει σε μαραθώνιο χωρίς συναγωνισμό. Ακόμη κι αν ο παραλήπτης είναι χιλιόμετρα ακόμη πίσω και μια εμφανίζεται κοντά του και μια χάνεται, ο αποστολέας μας δεν θα παύει να ρωτά αν τον ακούει.
Μια κοπέλα τις προάλλες, μου έστειλε ένα κείμενο που έγραψε εμπνευσμένη από τον δίσκο σαν την απάντηση του παραλήπτη. Ο αποστολέας μέσα μου έστω και κατασταλτικά ένιωσε δικαιωμένος.
Με την κιθάρα σου ανά χείρας ετοιμάζεσαι για τις ζωντανές σου εμφανίσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Τι έχουμε να περιμένουμε;
Έχουμε να περιμένουμε καταρχάς τον δίσκο σε μια πρώτη ακουστική παιξιά, αποκλειστική και αγαπημένη, τα παλιά τα γνωστά και κάποια καινούργια που σαν γνώριμα είναι, ένα τρυφερό πιάνο ανά χείρας (δύο χεριών για την ακρίβεια), μια εξομολογητική διάθεση μετά τη δεύτερη μπύρα, πολύ φεγγάρι, πολύ φούτερ και πολλή πολλή ζεστασιά. Αυτά εν ολίγοις.
Είμαι παραπάνω από χαρούμενη που θα δω τις φατσούλες τις όμορφες ξανά. Νιώθω ότι θα κάνουμε ένα γερό catch-up και κάπως το θέλω πολύ αυτή τη στιγμή. 12 και 26 Σεπτεμβρίου στην Αθήνα μου, στο Lunar Space και 18 στη δεύτερη -χωρίς παρεξήγηση στα βόρεια πλασματάκια μου- πιο ερωτική πόλη, Σαλόνικα. Δύο Κυριακές κι ένα εκατέρωθεν Σάββατο, λοιπόν, που δεν θα το πούμε πουθενά.
Τα επόμενα σχέδιά σου;
Δεν έχω προγραμματίσει κάτι προς το παρόν και είμαι πολύ ανοιχτή. Καλώς εχόντων των πραγμάτων ο χειμώνας θα είναι γεμάτος. Έχω καθημερινά μαθήματα στη σχολή μου που ελπίζω να συνεχίσουν αδιάκοπα και τραγούδια που κυοφορούνται πότε πότε. Αυτά από την επόμενη χρονιά θα αρχίσουν να ξετρυπώνουν και αυτό πέραν από υπόσχεση είναι τουλάχιστον απειλή. (γέλια)