24 Media Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Κώστας Κάππας βρίσκει την εξουσία χάλια, διαλαλεί το #MeToo και δεν νιώθει ότι μεγάλωσε

Ο Κώστας Κάππας φαντάζει ένας ήρεμος άνθρωπος ακόμα κι όταν υποδύεται τους εντονότερους ρόλους, τουλάχιστον στα δικά μου μάτια. Έτσι μου μοιάζει και φέτος που υποδύεται έναν διεφθαρμένο αστυνομικό στη σειρά «Έξαψη». Ήρεμος δεν σημαίνει αποστασιοποιημένος βέβαια, σημαίνει συνειδητός κι ο Κώστας Κάππας μοιάζει να πορεύεται πολύ συνειδητά στη ζωή και την τέχνη του.

Όπως πολλοί άνθρωποι της γενιάς μου, τον γνώρισα μέσα από τη μικρή οθόνη και τις σειρές στις οποίες συμμετείχε. Το «Κλείσε τα μάτια» με το περιβόητο φιλί και το πρόστιμο του ΕΣΡ, ήταν για την παρέα των φοιτητικών μου χρόνων μια αφορμή συνάντησης κάθε βδομάδα. Είχα τη χαρά να τον παρακολουθώ και στο θέατρο να καταπιάνεται με τελείως διαφορετικούς ρόλους κάθε φορά. Από τον Κόλλια στο «Τάβλι», στον Μισέλ στο «Ψέμα», στον Σου Φου στον «Καλό άνθρωπο του Σε Τσουάν», έμοιαζε να θέλει συνέχεια να ελίσσεται ανάμεσα σε είδη θεάτρου και σε διαφορετικούς ρόλους. Στη συνέντευξή μας, ο Κώστας Κάππας μού επιβεβαίωσε αυτή την εντύπωση, αυτή την ανάγκη για εξέλιξη. Κατά τη φωτογράφισή του απέπνεε την ηρεμία για την οποία σου μίλησα στην αρχή.

Φέτος ο Κώστας Κάππας ζει μία ζωή διαφορετική από κάθε άλλη χρονιά. Η πανδημία του κορονοϊού κράτησε τα θεατρικά του project στη μέση, ωστόσο του επέτρεψε να δοθεί πλήρως στην τηλεοπτική σειρά «Έξαψη» του Mega, όπου υποδύεται τον Μηνά Φράγκο, τον διεφθαρμένο αστυνομικό που αναλαμβάνει την κεντρική υπόθεση της σειράς, η οποία διαδραματίζεται στο Ναύπλιο. Πολλές οι αφορμές για συζήτηση, όπως καταλαβαίνεις. Μια συζήτηση που ξεκίνησε από την επαρχία όπου και ο ίδιος μεγάλωσε (κατάγεται από το Αγρίνιο), πέρασε από τη σχέση του με τον αδερφό του, τις επιτυχίες, την διαφθορά και την αστυνομία, τις σχέσεις εξουσίας, τις καταγγελίες κακοποιητικών συμπεριφορών, τη σχέση του με τη σκηνοθεσία, το υγιές κομμάτι του θεάτρου και κατέληξε στον χρόνο και τον έρωτα. Αυτά είναι τα δικά του λόγια.

«Από το ‘86 είμαι στην Αθήνα. Όσες μνήμες έχω από το Αγρίνιο είναι από το σχολείο. Περισσότερες αναμνήσεις έχω από τον Αστακό που κάναμε διακοπές, όπου εκεί ήταν το πατρικό της μαμάς μου. Ουσιαστικά η εφηβεία μου ξεκινά από εδώ. Τώρα πάω και με συμπάθεια τα βλέπω όλα, ξέρω πώς είναι η ζωή στην επαρχία. Θα μπορούσα να ζήσω υπό προϋποθέσεις παντού, αν είχα φίλους και πράγματα που με ενδιαφέρει να κάνω. Έτσι κι αλλιώς η Αθήνα είναι μία φρικτή πόλη, μία φαβέλα».

«Έχω έναν μεγαλύτερο αδερφό, ο οποίος είναι γιατρός. Έχουμε πολύ καλή σχέση γιατί για ένα μεγάλο διάστημα μέναμε και μαζί, οπότε είμαστε πολύ δεμένοι. Είναι παντρεμένος κι έχει ένα παιδί, οπότε δεν τον βλέπω πολύ συχνά τώρα. Την περίοδο της πανδημίας εννοείται τον ρώτησα για τα πάντα».

Και τον Νίκο Πουρσανίδη, που υποδυόμαστε τα αδέρφια στη σειρά, τον αισθάνομαι σαν αδερφό μου. Έχουμε μια αδελφική φιλία και τον αγαπάω πολύ. Και στη σειρά τον αγαπάω, απλά είναι διαφορετικός ο χαρακτήρας του Μηνά και θα φανεί αυτή η αγάπη στην πορεία της σειράς.

«Στις μέρες μας είναι λίγο περίεργα τα πράγματα και δεν είμαι (στη σειρά) πολύ μακριά απ’ αυτά που συμβαίνουν. Υπάρχουν και οι αστυνομικοί που είναι πραγματικά και αστέρια και έντιμοι. Το πιστεύω ότι έχουμε και καλή αστυνομία. Αλλά με όλα αυτά που βλέπεις με τις συγκαλύψεις κι όλα αυτά που κάνουν, καταλαβαίνεις ότι υπάρχει ένα σύστημα από πίσω το οποίο παίρνει εντολές κι οδηγίες. Κάπως έτσι είναι κι ο Μηνάς. Κι αυτός πράττει κατά το δοκούν, ανάλογα με τους ανθρώπους που θέλει να καλύψει ή το πώς θέλει να καλύπτεται ο ίδιος μέσα από τις πράξεις του. Εύκολο δεν είναι να τον υποδύομαι, γιατί ουσιαστικά δεν πρέπει να είναι κάτι εξωτερικό, να παίζεις απλά τον κακό, πρέπει να τον δικαιολογείς κάπως μέσα σου. Αλλιώς βγαίνει κάτι ξερό».

«Εδώ έχουμε τη δυνατότητα, αφού δεν έχουμε θέατρα, να ασχοληθούμε με τους ρόλους μας και το χρόνο να το κάνουμε. Επίσης έχουμε τη δυνατότητα να μιλάμε με τους σεναριογράφους μας. Είναι πολύ σπάνιο αυτό. Αν εξαιρέσω τον Παπακαλιάτη, είναι η πρώτη φορά που είναι σε άμεση επαφή αυτό που παίζω, με το πώς εξελίσσεται και το πώς το αντιλαμβάνομαι εγώ και πώς το αντιλαμβάνεται η σεναριογράφος. Είναι εξαιρετική συνθήκη γιατί έχουμε καλή σκηνοθεσία, έναν υπέροχο διευθυντή φωτογραφίας, τον Γιάννη Δασκαλοθανάση, καλό συνεργείο και γενικά είναι οι συνθήκες μιας παλιάς τηλεόρασης. Είμαστε κι εμείς πιο ξεκούραστοι και πιο διαθέσιμοι. Και παίζεται και Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη, αν έπαιζε και Πέμπτη, Παρασκευή θα τρέχαμε σαν τους Βέγγους (γέλια)».

«Με τον σκηνοθέτη Βασίλη Τσελεμέγκο η πρώτη μας ωραία συνεργασία ήταν στο “Κλείσε τα μάτια”. Αν είχε γίνει αυτή η δουλειά τώρα, με τα social, θα είχε γίνει της κακομοίρας. Είδα τη σειρά ξανά πρόσφατα στο YouTube κι είδα πράγματα που δεν είχα ξαναδεί, γιατί τότε δεν είχα ακόμα συμβιβαστεί με την εικόνα μου στην τηλεόραση κι ό,τι έβλεπα το θεωρούσα πολύ κακό από μένα. Παρατήρησα πολύ ωραία πράγματα στη σειρά, τα οποία μου έκαναν φοβερή εντύπωση. Κατάλαβα τώρα γιατί είχε γίνει τόσο μεγάλη επιτυχία. Δεν ήταν τόσο το story, το οποίο τότε θεωρούνταν υπερβολικό και με τα σημερινά δεδομένα θεωρείται άκρως φυσιολογικό. Αυτό που μου έκανε εντύπωση και με συγκίνησε ήταν ότι από τότε μέχρι σήμερα δεν είδα ξανά ποτέ μια πραγματική σχέση φιλίας που ο ένας φίλος να πεθαίνει για τον άλλο, δεν είδα ποτέ σε τόσο ακραία μορφή bullying ενδοοικογενειακό όπου ο πατέρας δέρνει τη γυναίκα και κάνει bullying στον γιο που είναι γκέι και διάφορα άλλα τέτοια θέματα τα οποία ήταν πάρα πολύ ωραία δοσμένα με πολύ μεγάλη ειλικρίνεια. Εμείς είχαμε κάνει το καλύτερο που μπορούσαμε για να φανεί όλο αυτό αληθοφανές. Νομίζω ότι είναι η καλύτερή του σειρά, το παραδέχεται και ο ίδιος νομίζω».

Να σου πω την αλήθεια δεν με ενδιαφέρει καθόλου αν έχουμε προοδεύσει κοινωνικά από τότε. Δεν πάει να μην έχουμε προοδεύσει;

«Έτσι κι αλλιώς έτσι όπως εξελίσσονται και πολιτικά τα πράγματα, έχω απογοητευτεί τόσο πολύ που δεν με ενδιαφέρει αν εξελίσσεται η κοινωνία. Όποιος θέλει ας πάει μπροστά όποιος δεν θέλει ας μείνει πίσω. Η κοινωνία από τη μία λέει “α, τον παιδεραστή” κι από την άλλη λέει “τα ‘θελε ο κώλος της”. Κι αυτός ο κόσμος που τα λέει πάει και στην εκκλησία και κοινωνεί και του λες “Μην πας γιατί θα κολλήσεις ανθρώπους κι έχει πεθάνει κόσμος από αυτό” και πάει ως “Καλός Χριστιανός”, το κράτος δεν κάνει τίποτα γι’ αυτό, οπότε ποια πρόοδος;».

«Σίγουρα κάποια πράγματα έχουν πάει μπροστά. Αυτό που βλέπω εγώ κι αν θες μπορείς να το πεις και πρόοδο ή σιχτίριασμα, είναι ότι ο κόσμος δεν ανέχεται πια παραβατικές συμπεριφορές, ή δεν ανέχεται πια τέτοιου τύπου αστυνομία, όπως αυτή που συζητούσαμε. Υπάρχουν και τα social και οι κάμερες στα κινητά και μπορεί να καταλάβει πια τι συμβαίνει, δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις τόσο εύκολα όσο παλιότερα. Αυτό νομίζω είναι που δεν έχουν καταλάβει».

«Φυσικά με ενδιαφέρει να εξελίσσομαι, αυτό κάνω συνέχεια. Κι από μικρό παιδί και στο θέατρο κάθε παράσταση ήταν για μένα μια πρόκληση για το πώς θα τα καταφέρω. Δεν εγκλωβίστηκα σε μία εικόνα γι’ αυτό και δεν κατατάσσομαι εύκολα.


Είναι μεγάλο μου κέρδος αυτό γιατί το είχα βάλει και σκοπό το να μην μπορούν να με κατατάξουν σε αυτό που μπορώ να κάνω. Δεν σημαίνει αυτό ότι τα κάνω όλα καλά. Το θέμα είναι να μην μπορείς να με κατατάξεις. Ποτέ δεν ακολούθησα μία οδό του γκόμενου για παράδειγμα, γιατί με ενδιέφερε η δουλειά μου πολύ. Γι’ αυτό κι αν έκανα ένα ρόλο σε ένα γαλλικό μπουλβάρ μετά θα με ενδιέφερε να κάνω έναν ρόλο ενός βαρύ Έλληνα. Αυτό έχει και χαρά στη δουλειά μου. Δεν το κάνω για να αποδείξω κάτι, το κάνω για να βάζω εγώ συνέχεια όρια στον εαυτό μου και να γίνομαι καλύτερος».

Η εξουσία είναι χάλια. Δεν με γοητεύει καθόλου και δεν καταλαβαίνω καθόλου αυτή τη σχέση εξουσίας που έχει σχεδόν καταντήσει ένα παραβατικό φαινόμενο και στη δουλειά μας, όπου πολλοί προσπαθούν να εξουσιάσουν κάποιους άλλους. Πίσω όμως έχει η αχλάδα την ουρά.

«Δεν είναι εποχή που ανέχεται πια ο κόσμος τέτοια πράγματα. Ακόμα κι αν υπάρχουν οικονομικές δυσκολίες, αυτό δεν είναι πια εμπόδιο για να επαναστατήσει κάποιος και να πει ως εδώ. Νομίζω ότι αρχίζει πια ο κόσμος να αντιδρά σε αυτό, σε όλα τα επίπεδα ελπίζω».

«Δεν είχα ποτέ κολιγιές. Έχω δουλέψει και με ανθρώπους που είναι και στην πρώτη γραμμή και στην τελευταία και δεν με ενδιαφέρει καθόλου αυτό το πράγμα. Με ενδιαφέρει πάντα η δουλειά κι αυτό που έχω να προσφέρω στον κόσμο να είναι το καλύτερο που μπορώ να κάνω. Γι’ αυτό και δεν δίστασα πριν χρόνια, να σκηνοθετήσω μία παράσταση με δύο ερασιτέχνες, ο ένας 70 χρονών κι ο άλλος 60, στα Κύθηρα. Ήταν η “Βέρα” του Δημήτρη Κεχαΐδη κι είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Κάναμε πρόβες στα Κύθηρα και πρωτοπαίξαμε εκεί, δίπλα στη θάλασσα. Πέρασα υπέροχα, έκανα περιοδεία με αυτή την παράσταση, παίχτηκε και στην Αθήνα στο “Από Μηχανής” και πήρε εξαιρετικές κριτικές. Ήταν ένα πράγμα που με έκανε πολύ υπερήφανο και μου έδωσε δύναμη στη δουλειά μου, γιατί αυτοί οι άνθρωποι έγιναν εξαιρετικοί».

«Έχω ασχοληθεί με τη σκηνοθεσία και νομίζω ότι σίγουρα θα μπορούσα να το κάνω καλύτερα από το 90% των σκηνοθετών αυτή τη στιγμή, αλλά δεν το τολμώ, γιατί πιστεύω ότι χρειάζεται κι άλλη παιδεία από αυτή που έχω εγώ και άλλα πράγματα και σαν προσωπικότητα και σαν δουλειά. Έχω βρεθεί σε θιάσους όπου ενώ εγώ έχω τις λύσεις, υπάρχουν αντιδράσεις από τους ηθοποιούς στις οποίες εγώ δεν θα μπορούσα να αντεπεξέλθω εύκολα, να το χειριστώ εκείνη τη στιγμή ψύχραιμα. Γενικά δεν μπορώ να λειτουργήσω με στρες».


«Όσες φορές ασχολήθηκα με τη σκηνοθεσία ήμουν ευγενής, δεν υπήρχε ποτέ περίπτωση να καταπατήσω όρια γιατί λειτουργώ σαν ηθοποιός και ξέρω τι θέλω από τον σκηνοθέτη μου. Ήμουν ακριβώς το αντίστροφο, δεν είχα θέμα με αυτό ποτέ. Δεν καταλαβαίνω αυτή τη σχέση εξουσίας που έχουν οι περισσότεροι σκηνοθέτες, οι οποίοι πολλοί δεν είναι και καλοί. Αυτό είναι το απίστευτο. Αλλά επειδή είναι έτσι ο χώρος και η δουλειά μας κι είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσεις, κάνεις τουμπεκί. Λες “Οκ, άστο τώρα”. Δεν υπάρχει παιδεία. Υπάρχουν σκηνοθέτες στην Ελλάδα πολύ καλοί, απλώς δεν είναι πολλοί και δεν είναι και παιδαγωγοί. Είναι πολύ μεγάλη ιστορία να είσαι σκηνοθέτης, είναι πολύ πιο σύνθετο».

Έχω νιώσει κακοποιητική συμπεριφορά στην πορεία μου. Αντέδρασα τότε και μου στοίχισε και που αντέδρασα τότε απ’ ό,τι κατάλαβα.

«Δεν ήμουν μάγκας εγώ τότε σε σχέση με κάποιον που δεν αντέδρασε. Έτυχε να είμαι σε εκείνη τη φάση που αντέδρασα, μπορεί να ήμουν σε μία φάση πιο πριν και να μην αντιδρούσα ή να μην είχα τη δυνατότητα ή να ήμουν φοβισμένος. Δεν ξέρεις ποτέ. Στο μεγαλύτερο ποσοστό του όμως ο χώρος του θεάτρου είναι πολύ υγιής, ειδικά και με τα νέα παιδιά που δεν έχουν καμία σχέση με όλη τη φουρνιά που φεύγει».

«Καθόλου αποστασιοποιημένα δεν βλέπω το ελληνικό #MeToo. Το βλέπω ενεργά, το διαλαλώ. Για κάποιες περιπτώσεις έπεσα από τα σύννεφα. Για άλλες υπήρχαν φήμες αλλά μέχρι εκεί. Φήμες που κυκλοφορούν και τώρα και πολλές φορές είναι όντως φήμες, γιατί αυτός που κρίνει κάποιον μπορεί και να έχει σκοπό που το κάνει και να τον διαβάλλει χωρίς λόγο κάποιες φορές. Επειδή υπάρχει πολλή φιλοδοξία στο επάγγελμά μας, δεν ξέρεις πολλές φορές τι πραγματικά ισχύει. Ακόμα και να πιστεύεις ότι ισχύουν δεν μπορείς να κάνεις κάτι γι’ αυτό. Κι αν τα ξέραμε εμείς αυτά όλα, οι δημοσιογράφοι τι έκαναν; Η αστυνομία τι έκανε; Είναι δυνατόν να θέλει η αστυνομία να μάθει κάτι και να μην μπορεί;».

«Μετά απ’ όλη αυτή την ιστορία, αλλάζουν τα δεδομένα και για τους ανθρώπους που θα βγουν μπροστά και για τους καινούργιους κώδικες που θα δημιουργηθούν. Θα είναι λίγο πιο ξεκάθαρο το τοπίο. Πιστεύω για ένα διάστημα θα πάψουν οι παραβατικές συμπεριφορές και θα έχουν και πρόβλημα οι άνθρωποι που στήριξαν παραβατικές συμπεριφορές ή με κάποιον τρόπο ήταν κι από δω κι από κει. Γιατί ο κόσμος δεν ξεχνάει. Ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο και επαναλαμβάνω, οι μεγαλύτερες δυνάμεις στο θέατρο είναι υγιείς και υπάρχει και μία καινούργια γενιά που έχει ενταχθεί στην παλιά με πολύ ωραίο τρόπο. Φέρνει πολύ ωραία πράγματα κι είναι αξιόλογη και χαίρομαι πάρα πολύ γι’ αυτό».


«Έξαψη μου προκαλεί μια ωραία σχέση, ένα ωραίο ταξίδι. Αν ταξιδεύω σε ωραίες ώρες, ακούω ωραία μουσική σε φοβερά τοπία, η θάλασσα, αυτό με εξιτάρει κάπως, είναι υπερβατικό. Οτιδήποτε υπερβατικό μου προκαλεί κάτι, μια έξαψη συναισθημάτων. Αλλά γενικά δεν είναι μια λέξη που χρησιμοποιώ πολύ».

«Τα “κόκκινα” στον έρωτα πάντα υπάρχουν. Δεν ένιωσα ποτέ ότι μεγάλωσα, μπορεί να κατανόησα πράγματα, αλλά αισθάνομαι σαν παιδί. Δεν έχει αλλάξει κάτι από τότε που ήμουν στο δημοτικό μέχρι τώρα. Απλώς ξέρεις να φυλάγεσαι με έναν τρόπο, προστατεύεις τον εαυτό σου λίγο περισσότερο αλλά όχι ότι έχεις πάψει να ερωτεύεσαι ή να νιώθεις διαφορετικά, να πεις “τώρα θα αράξω”. Εγώ δεν είμαι έτσι καθόλου. Ο έρωτας είναι ζωτικό πράγμα, το να είσαι με έναν άνθρωπο να τον αγαπάς και να αισθάνεσαι ωραία».

Νομίζω ότι θα αφοσιωνόμουν τόσο πολύ στα παιδιά μου που θα άφηνα πολλά. Μπορεί να κέρδιζα απίστευτα πράγματα αλλά θα άφηνα πολλά με τα οποία έχω μάθε να ζω κι έχω γαλουχηθεί σ’ αυτά. Θα μου ήταν πολύ δύσκολο κάτι τέτοιο. Δεν θα έλεγα “όχι” αν ερχόταν, αν το έφερνε κανένας πελαργός (γέλια).

«Με το χρόνο έχω συμφιλιωθεί. Μέχρι στιγμής δηλαδή, όσο δεν βλέπω τεράστιες αλλαγές. Ο χρόνος τελικά είναι κάτι που έρχεται από μέσα, όχι κάτι που έρχεται απ’ έξω. Δεν έχω βαρύνει σαν διάθεση ποτέ. Δεν έχω σταματήσει ποτέ να λέω ας πούμε “Τώρα θα πάρω τη μηχανή μου και θα εξαφανιστώ”. Το έλεγα και 20 χρονών το λέω και τώρα. Δεν έχει αλλάξει κάτι, οπότε ο χρόνος για μένα είναι ένα πράγμα άυλο που δεν το βλέπω εγώ. Ίσως επειδή δεν κάνω και μακροπρόθεσμα σχέδια. Ήθελα απλά να υπηρετώ τη δουλειά μου όπως το είχα φανταστεί από την αρχή και δεν έχω παίξει πολύ έξω από αυτό».

«Η ζωή μου είναι σε κεντρικό σημείο, όχι η δουλειά μου. Απλώς είναι αλληλένδετα μερικές φορές γιατί και η ζωή μου είναι λίγο σαν μία καλλιτεχνία όπως εξελίσσεται. Παντού βλέπω ωραία πράγματα και παντού νιώθω και φοβερή αγάπη και την ανάγκη να μοιραστώ με άλλους ανθρώπους πράγματα που βιώνω εγώ. Μου αρέσουν γενικά οι παύσεις. Τώρα αν είχα τη δυνατότητα να έκανα μια παύση έναν χρόνο θα έκανα μια παύση κανονική, δεν θα έκανα τίποτα. Κάποιες φορές όταν έχω τη δυνατότητα, το κάνω».

«Τα τελευταία χρόνια δουλεύω πάρα πολλές ώρες. Βέβαια ήταν πολύ ωραία η διαδικασία να έχεις τρεις παραστάσεις στο κεφάλι σου, ήταν πρόκληση το πώς θα ανταπεξέλθεις. Υπήρχε μια δημιουργική παράνοια η οποία με έκανε τα τελευταία 3-4 χρόνια να κάνω πάνω από 20 ρόλους τελείως διαφορετικούς. Είχε τρομερή πλάκα αυτό. Αν δεν είχα κάποια ένσημα στο θέατρο αποκλείεται να μπορούσα να τα καταφέρω, αλλά τα κατάφερα αξιοπρεπέστατα και μου άρεσε πάρα πολύ. Τώρα δεν ξέρω αν θέλω να το κάνω. Έχω μια δυσκολία όταν μου προτείνουν κάτι πολύ ωραίο με ωραίους συνεργάτες, στο να λέω όχι, μόνο και μόνο για τη χαρά του πράγματος».

Info: Έξαψη, κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη στις 21.00 στο Mega

Exit mobile version