Ελευθερία Στάμου & Δέσποινα Χρυσοστόμου, πώς είναι να είστε μπαλαρίνες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής;
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ
- 29 ΑΠΡ 2024
«Να παίρνεις πάντα στα σοβαρά τη δουλειά σου. Ποτέ τον εαυτό σου», έλεγε η Margot Fonteyn, καθώς έχτιζε μια απίστευτη καριέρα της ως μπαλαρίνα του βρετανικού Βασιλικού Μπαλέτου, καταφέρνοντας να γίνει μία από τις σημαντικότερες χορεύτριες κλασικού μπαλέτου όλων των εποχών. Κι αν υπάρχουν κάποιοι που παίρνουν πραγματικά σοβαρά τη δουλειά τους, αυτοί σίγουρα είναι οι χορευτές. Ταξιδεύοντας στο χωροχρόνο, θα σε μεταφέρω στα δικά μας χωράφια, στον ναό του μπαλέτου στην Ελλάδα, την Εθνική Λυρική Σκηνή.
Κι αν το «μπαλέτο» και «Ελλάδα» κάπως δεν σου κάθονται καλά στην ίδια πρόταση, η Ελευθερία Στάμου και η Δέσποινα Χρυσοστόμου, και οι δυο τους μπαλαρίνες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, θα σε πείσουν για το αντίθετο και θα επιβεβαιώσουν και οι ίδιες τη Fonteyn.
Λίγο πριν ανέβουν στη σκήνη για την πρεμιέρα μιας νέας φιλόδοξης παραγωγής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για το κλασικό μπαλέτου του Léo Delibes Κοππέλια, η Ελευθερία Στάμου και η Δέσποινα Χρυσοστόμου, μού μίλησαν για την αγάπη τους για τον χορό (γενικά), για τη σχέση του ελληνικού κοινού με το κλασικό μπαλέτο, για τα στερεότυπα που πρέπει να ξεπεράσουμε σε σχέση με αυτό, αλλά για το πώς είναι τέλος πάντων η ζωή μιας μπαλαρίνας σήμερα.
Ας αρχίσουμε με τις συστάσεις: Η Ελευθερία Στάμου, την οποία θα δούμε ως Σβανίλντα στην Κοππέλια γεννήθηκε στον Πειραιά και ξεκίνησε χορό σε ηλικία 3 ετών. Στα 6 της επελέγη στο αγωνιστικό τμήμα της ρυθμικής γυμναστικής του συλλόγου Δραπετσώνας, στο οποίο για πολλά έτη υπήρξε πρωταθλήτρια Ελλάδος, ενώ επελέγη να συγκροτήσει την Εθνική Ομάδα της ρυθμικής γυμναστικής (ατομικό/ανσάμπλ). Η ίδια, μιλώντας για τo πώς ήρθε στη ζωή της το μπαλέτο μού εξηγεί:
«Η πρώτη μου επαφή με το μπαλέτο ήρθε σε πολύ μικρή ηλικία στα ερασιτεχνικά τμήματα του δήμου Κερατσινίου όπου και μεγάλωσα. Έπειτα έχοντας επιλεχθεί σε μια ομάδα ρυθμικής γυμναστικής (στα αγωνιστικά τμήματα) και ύστερα ως μέλος της Εθνική ομάδας, η επαφή μου με το μπαλέτο έγινε πιο εντατική και επαγγελματική. Ήμουν 14 ετών όταν αποφάσισα ότι θέλω να αποχωρήσω από τον χώρο της Ρυθμικής γυμναστικής, απόφαση δύσκολη καθώς είχα περάσει όλη μου την παιδική ηλικία κάνοντας πρωταθλητισμό».
Στην πορεία, η Ελευθερία Στάμου αποφασίζει να σπουδάσει στην Ανώτερη Επαγγελματική Σχολή Χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, από όπου και αποφοίτησε με δίπλωμα καθηγήτριας χορού με άριστα και από το 2013 είναι μέλος του μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
«Αυτό που θυμάμαι χαρακτηριστικά είναι η πρώτη μέρα που έδωσα ακρόαση για να εισαχθώ στο φυτώριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Εκείνη λοιπόν την μέρα της ακρόασης, στα καμαρίνια της Λυρικής παρατηρούσα όλα τα κορίτσια της ηλικίας μου που ήταν με τα νεσεσέρ τους, τα πολύχρωμα κοκαλάκια για τα μαλλιά τους και γενικότερα μου φάνηκαν όλα πολύ girly .
Καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας μου στην ρυθμική γυμναστική δεν υπήρχε χρόνος να ασχοληθώ με τίποτα κοριτσίστικο ή τέλος πάντων τίποτα που να θυμίζει την ηλικία μου. Επομένως με γοήτευσε το περιβάλλον και πως οτιδήποτε είχα μάθει ως τότε σαν μπαλέτο, τελικά είχε περισσότερη χάρη και αρμονία και δεν θύμιζε καθόλου γυμναστική.
Η Δέσποινα Χρυσοστόμου, η οποία αναλαμβάνει να ενσαρκώσει την ανθρωπόμορφη κούκλα Κοππέλια, γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου και ξεκίνησε μπαλέτο από παιδάκι, έχοντας μέντορα τη μητέρα της:
«Αρχικά η πρώτη µου επαφή µε το μπαλέτο ήταν στα 3 µου χρόνια, αφού είχα την τύχη και την τιμή η µαμά µου, να είναι και η δασκάλα µου. Mεγαλώνοντας µου φαινόταν πολύ βαρετό, αφού το µόνο που µε ένοιαζε σαν παιδί ήταν να βγω έξω, να παίξω µε φίλους. Όμως, όταν έφτασα 10 χρόνων και έβαλα τις πρώτες µου πουέντ, τότε άρχισε να µου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον, παρά τις δυσκολίες που είχε».
Το 2019, η Δέσποινα Χρυσοστόμου κέρδισε υποτροφία για σπουδές στη Σχολή Χορού Rudra Bejart στη Λωζάνη της Ελβετίας και κάπου εκεί στην αρχή της πανδημίας του Covid, συνέχισε τις σπουδές της στην Ανώτερη Επαγγελματική Σχολή Χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, από όπου αποφοίτησε με άριστα. Η ίδια, μιλώντας για το πώς ήρθε στη ζωή της η Εθνική Λυρική Σκηνή, θυμάται:
«Αφού είχα ξεκινήσει τις σπουδές µου στην Ελβετία, στο σχολείο Rudra Bejart, ήρθε και η πρώτη καραντίνα του Covid. Έτσι γύρισα πίσω στην Κύπρο και αφού τελείωσε η καραντίνα και µε συζητήσεις που είχα κάνει µε φίλους που σπούδαζαν ήδη σε σχολές στην Ελλάδα, αποφάσισα να προσπαθήσω να συνεχίσω τις σπουδές µου στην Ελλάδα. Έτσι ήρθε στη ζωή µου η σχολή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής όπου και αποφοίτησα».
Το 2023, η Δέσποινα εντάχθηκε επισήμως στο μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ως μέλος του Corps de ballet.
Μιλώντας μαζί τους και κατά τη διάρκεια της φωτογράφισης, είναι αδύνατο να μην παρατηρήσω τον τρόπο με τον οποίο φωτίζει το πρόσωπό τους όταν μιλάνε για το χορό. «Πώς µπορεί κανείς να εξηγήσει µε σαφήνεια τι είναι ο χορός;
Ο χορός εκφράζει το σώµα µε έναν τρόπο, που µόνο η ψυχή µπορεί να καταλάβει. Ειλικρινά, νοµίζω πως αν δεν είχα το χορό στη ζωή µου, θα ζούσα µια πολύ µίζερη ζωή.
Επίσης, αυτό που αγαπώ στον χορό είναι ότι ο οποιοσδήποτε µπορεί να το κάνει, αρκεί να υπάρχει πάθος και η αποφασιστικότητα να µπορεί να φτάσει στο σηµείο όπου το σώµα του µπορεί να πετύχει τα πάντα µέσω της κίνησης» μού λέει η Δέσποινα, με την Ελευθερία να συμπληρώνει:
Για μένα ο χορός φεύγει από τα όρια της αίθουσας και της σκηνής. Δεν μπορεί να οριοθετηθεί ως προς το συναίσθημα ούτε ως προς τον χώρο. Υπάρχει παντού σαν μια αέναη δύναμη που ενώνει και συγκινεί.
Συζητώντας τώρα για το κατά πόσο «εκπαιδευμένο» είναι στα αλήθεια το ελληνικό κοινό με το κλασικό μπαλέτο και κατά πόσο υπάρχουν στερεότυπα γύρω από το είδος, οι απόψεις τους συναντώνται. Η Ελευθερία, για παράδειγμα, πιστεύει ότι «οι Έλληνες δεν έχουν μεγάλη επαφή με τον κλασικό χορό και γενικότερα με παραστάσεις χορού, γι’ αυτό κιόλας υπάρχουν αρκετά στερεότυπα π.χ ότι όλοι οι άνδρες χορευτές που κάνουν μπαλέτο είναι ομοφυλόφιλοι και ότι όλες οι μπαλαρίνες είναι ανορεξικές. Θεωρώ πολύ λάθος τις απόψεις αυτές, διότι δείχνουν έλλειψη γνώσης του αντικειμένου και έλλειψη παιδείας». Από την άλλη, η Δέσποινα υπογραμμίζει την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων: «Παρατηρώ πως στις παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής υπάρχει αρκετός κόσµος που έρχεται και παρακολουθεί. Ναι, σίγουρα υπάρχουν στερεότυπα σχετικά µε το σώµα μας. Όμως ο καθένας από εµάς είναι µοναδικός και ξεχωριστός, και δεν πρέπει να τον εµποδίζει τίποτα στο να κάνει αυτό που αγαπά».
Αναπόφευκτα, η συζήτησή μας στρέφεται σε περιστατικά body shaming, διατροφικές διαταραχές και προβλήματα ψυχικής υγείας τα οποία συνδέονται συχνά με το μπαλέτο και τους χορεύτριες σε όλο τον κόσμο. Ρωτάω τη Δέσποινα αν έχει νιώσει ποτέ την πίεση για την εικόνα της και ποια είναι η σχέση που έχει η ίδια με το σώμα της,
«Δυστυχώς, στον χορό γενικότερα επειδή το σώµα µας είναι και το εργαλείο µας, υπάρχουν τέτοια φαινόμενα.
Σχεδόν καθηµερινά από πολύ µικρή ηλικία ένιωθα την πίεση για την εικόνα µου και δεν ένιωθα ποτέ ευχαριστηµένη µε τον εαυτό µου. Τώρα όµως, φροντίζω η σχέση µου µε το σώµα µου να µην είναι πιεστική ούτε δυσάρεστη. Αντιθέτως νιώθω πολύ ευγνώµων για αυτό.
Η Ελευθερία. έχοντας περάσει και από το χώρο της ρυθμικής, μού λέει:
«Προσωπικά δεν έχω νιώσει ποτέ την πίεση του να πρέπει να είμαι σε συγκεκριμένα κιλά ή να προσέξω τη διατροφή μου για κάποιο ρόλο. Όμως το βίωναν πολλές συναθλήτριες μου στην ρυθμική γυμναστική και πιστεύω πως είναι ακραία επώδυνο.
Η ρυθμική γυμναστική, όπως και το μπαλέτο, απαιτούν συγκεκριμένη σωματοδομή και εμφάνιση για να παρουσιάσεις ένα αιθέριο και effortless αποτέλεσμα.
Αυτό που έχω αντιμετωπίσει σαν χορεύτρια επί πολλά συνεχόμενα έτη, είναι μια μορφή bullying και δεν προέρχεται από τον χώρο του χορού, αλλά κυρίως από τους ανθρώπους έξω από αυτόν. Έχει να κάνει με τις φράσεις όπως «φάε κάτι, δεν τρώτε εσείς οι μπαλαρίνες, πως είσαι έτσι τόσο αδύνατη».
Θεωρώ ότι αυτό είναι εξίσου προσβλητικό με το να πας και να πεις σε έναν άνθρωπο «γιατί τρως τόσο, γιατί είσαι τόσο χοντρός;». Οι μπαλαρίνες τρώνε και μάλιστα τρώνε αρκετά, γιατί αν δεν το έκαναν δεν θα μπορούσαν να βγάλουν εις πέρας τις απαιτητικές πρόβες τους».
Στο σημείο αυτό, ίσως αναρωτιέσαι πώς μπορεί να είναι μια τυπική μέρα στη ζωή μιας μπαλαρίνας ή για τα πιο δύσκολα σημεία στη δουλειά. Γιατί ναι, όπως και οι δυο τους φροντίζουν να υπογραμμίσουν, είναι απλώς μια ακόμα δουλειά κι όχι χόμπι. Για τη Δέσποινα Χρυσοστόμου η καθημερινότητα κυλά λοιπόν κάπως έτσι:
«Η μέρα µου ξεκινάει πάντα µε ένα πολύ καλό ζέσταμα, πριν την έναρξη του μαθήματος μπαλέτου και συνήθως βρίσκομαι στο στούντιο µμισή ώρα πριν. Το μάθημα αυτό γίνεται για την προθέρµανσή µας πριν γίνουν οι πρόβες. Οι πρόβες που κάνουνε είναι για την προετοιμασία των παραγωγών που έρχονται.
Οι τραυματισμοί που μπορεί να προκύψουν, είναι το πιο δύσκολο κομμάτι. Κάποιες φορές μια μπαλαρίνα πρέπει να συνεχίσει µε αυτούς ή στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, χρειάζεται να σταματήσει για κάποιο χρονικό διάστημα. Αυτό είναι πολύ είναι δύσκολο για την ψυχολογία µιας χορεύτριας. Εξίσου δύσκολη είναι και η επανένταξη μετά».
Η ρουτίνα της μπαλαρίνας Ελευθερίας Στάμου είναι πάνω-κάτω η εξής:
«Η καθημερινότητά μου όταν έχω καθημερινές πρόβες είναι σχετικά απλή. Ξυπνάω το πρωί, παίρνω ένα σχετικά ελαφρύ πρωινό και γύρω στις 10:00 ξεκινάει το μάθημα μπαλέτου, το οποίο είναι και το ζέσταμα μας για τις πρόβες που ακολουθούν μέχρι τις 16:00. Στα ενδιάμεσα, αν βρούμε κάποιο κενό μεταξύ των προβών που εναλλάσσονται, μπορεί να κάνουμε κάποια φυσικοθεραπεία για οποιοδήποτε τραυματισμό υπάρχει.
Προσωπικά επιλέγω όταν γυρίσω στο σπίτι να ξεκουραστώ τουλάχιστον 1 με 2 ώρες και ύστερα να συνεχίσω το πρόγραμμα μου με διάφορες δραστηριότητες εκτός χορού, ανάλογα βέβαια και την κούραση».
Πέρα από την καταπόνηση του σώματος και τους τραυματισμούς, η ίδια συγκαταλέγει και την έλλειψη χρόνου στις προκλήσεις που έχει να διαχειριστεί στην καθημερινότητά της. (Είπαμε, είναι δουλειά). Με ένα κάποιο παράπονο μού λέει: «Δυστυχώς δεν υπάρχει επαρκής ελεύθερος χρόνος, ώστε να μπορείς να οργανώσεις ένα ταξίδι είτε εντός, είτε εκτός Ελλάδος».
Πέρα από τα δύσκολα όμως, το μπαλέτο είναι και για τις δυο μια «κρυφή δύναμη». Όπως η Δέσποινα χαρακτηριστικά λέει:
«Έχω επιλέξει αυτή την δουλειά γιατί από µικρή µου άρεσε πολύ η διαδικασία της εξάσκησης και της πρόβας ώστε να βγω στη σκηνή. Το συναίσθημα αυτό πριν βγεις στη σκηνή είναι κάτι που δεν θα άλλαζα µε τίποτα και είναι αυτό που µου δίνει τη δύναµη να συνεχίσω παρά τις δυσκολίες που έχει.
Σίγουρα είναι µια δύσκολη και απαιτητική δουλειά που χρειάζεται πολλές θυσίες, αλλά η ευχαρίστηση που παίρνω µε γεµίζει.
Η Ελευθέρια από την άλλη, αν και βλέπει αναπόφευκτη την ενασχόλησή της με το μπαλέτο με βάση τη πορεία της ζωής της, αναγνωρίζει:
Aγαπώ το ότι δουλεύω με το σώμα μου. Επίσης το επάγγελμα μου συνδυάζει πάρα πολλές τέχνες μαζί, μουσική, μόδα ζωγραφική. Ανακαλύπτεις καθημερινά διαφορετικούς κόσμους.
Η εμβληματική Αμερικανίδα χορογράφος Martha Graham έχει πει πως «οι μεγάλοι χορευτές δεν είναι σπουδαίοι λόγω της τεχνικής τους, αλλά λόγω του πάθους τους». Τι είναι αυτό που κάνει τελικά μια χορεύτρια μπαλέτου σπουδαία;
«Μια χορεύτρια είναι σπουδαία λόγω του πάθους της για τον χορό αλλά η τεχνική είναι αλληλένδετη με το πάθος για να αναδειχθεί ένα ταλέντο. Αυτό το πάθος για τον χορό οδηγεί τον χορευτή στο να δουλέψει τόσο σκληρά ώστε να φτάσει στην επιτυχία» λέει η Δέσποινα, βρίσκοντας σύμφωνη και την Ελευθερία:
«Ένας καλός χορευτής για να τον ξεχωρίσεις πρέπει να συνδυάζει και τεχνική και πάθος. Σίγουρα όμως η τεχνική από μόνη της δεν κάνει έναν χορευτή σπουδαίο».
Τι θα συμβούλευαν λοιπόν κάποιον που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το μπαλέτο;
«Mπόλικη υπομονή. Είναι ένα επάγγελμα που έχει πολλές απογοητεύσεις» δηλώνει εμφατικά η Ελευθερία με την Δέσποινα να συμπληρώνει:
«Aρχικά πρέπει να προσπαθήσει να αποδεχθεί τον εαυτό του έτσι όπως είναι για να μπορέσει να εξελιχθεί. Επίσης, πολύ σημαντικό να βάζει στόχους για να πετύχει αυτό που ονειρεύεται και να αγαπά αυτό που κάνει. Γιατί η αλήθεια είναι ότι χρειάζονται πολλές θυσίες για να φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα».
Η Δέσποινα Χρυσοστόμου και η Ελευθερία Στάμου, από τις 12 Μαΐου και για 5 μοναδικές παραστάσεις, ενώνουν τις δυνάμεις τους στην σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στην Κοππέλια, υπό τις χορογραφικές οδηγίες του διακεκριμένου Σλοβένου χορογράφου Έντουαρντ Κλουγκ.
Η Κοππέλια πρωτοπαρουσιάστηκε από το Μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής κατά την καλλιτεχνική περίοδο 1988/89 σε χορογραφία Γιάννη Μέτση, βασισμένη σε αυτή του Σαιν-Λεόν. Η εκδοχή του Κλουγκ παρουσιάζεται σε πανελλήνια πρώτη. Ο ενθουσιασμός της Δέσποινας και της Ελευθερίας ενώ μου μιλάνε για τις πρόβες τους είναι διάχυτος:
«Είµαι πολύ χαρούµενη που επιλέχτηκα να κάνω την Κοππέλια στην νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ήθελα πάρα πολύ να δω την οπτική που είχε ο χορογράφος για αυτό το κλασικό μπαλέτο, αφού είναι η πρώτη φορά που βλέπω μια σύγχρονη εκδοχή αυτού του έργου» λέει η Δέσποινα. Από την άλλη, η Ελευθερία έχει έναν πιο σκοτεινό ρόλο:
«Ο ρόλος μου στην Κοππέλια του Έντουαρντ Κλουγκ είναι η Σβανίλντα, ένα κορίτσι που πρόκειται να παντρευτεί τον αγαπημένο της Φραντς ο οποίος δείχνει το ενδιαφέρον του για την μυστηριώδη Κοππέλια. Από την στιγμή που η Σβανίλντα ανακαλύπτει ότι η Κοππέλια είναι μια μηχανική κούκλα και όχι άνθρωπος, προσπαθεί να ξανά κερδίσει την καρδιά του αγαπημένου της με κάθε τρόπο, κάνοντας την δεύτερη πράξη του έργου να είναι πιο σκοτεινή».
Λίγο πριν ολοκληρώσουμε τη φωτογράφιση τους, αναρωτιέμαι με τι μπορεί να χορεύει μια μπαλαρίνα όταν βρίσκεται εκτός σκηνής. Οι απαντήσεις που έλαβα, ήρθαν για να επιβεβαιώσουν την άποψη πως αν δεν έχεις έναν αρκετά καλό λόγο για να χορέψεις, απλώς θα πρέπει να βρεις έναν οποιοδήποτε λόγο για χορό.