24 Media
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Retailers under 30: Η Ελισάβετ Μαύρου και η Έμμυ Μυγιάκη πήραν το μεγάλο ρίσκο

Η ζωή γίνεται λίγο πιο διασκεδαστική όταν αποφασίσεις να ξεφύγεις από το comfort zone σου και να ρισκάρεις. Από το να αφήσεις μια σχέση, μέχρι να αλλάξεις καριέρα. Ναι, οι δυσκολίες και το άγχος έρχονται μαζί, όμως, η εμπειρία αξίζει. Τουλάχιστον, αυτό λένε όσοι τόλμησαν (τελικά) να ανοίξουν τη δική τους επιχείρηση. «Μια ζωή έχουμε και είναι πολύ μικρή οπότε τολμώ κι αν κερδίσω, κέρδισα. Αν πάλι χάσω, κανένα πρόβλημα. Όλα είναι στο παιχνίδι», είπε πρόσφατα στη Δέσποινα Δημά, η Δήμητρα Καρδάτου που στα 50 της τα παράτησε όλα και έγινε αγρότισσα.

 

Μια ακόμη απόδειξη, αυτά τα δύο κορίτσια που φιλοξενούμε στo αφιέρωμα Mind Her Business του LadyLike. Άνοιξαν την δική τους επιχείρηση πριν πατήσουν τα 30. Μέσα σε συνθήκες που σίγουρα δεν ήταν ευνοϊκές, ούτε με το μέρος τους, το τόλμησαν. Και αυτό είναι αξιοθαύμαστο. Η Ελισάβετ Μαύρου, ιδιοκτήτρια του September και η Έμμυ Μυγιάκη, ιδιοκτήτρια του Epoque Room, πήραν το μεγάλο ρίσκο στα 27 τους χρόνια. Ακολουθεί η ιστορία τους.

Το September είναι η χαρά της ζωής (όπως και η Ελισάβετ)

Συνάντησα την Ελισάβετ Μαύρου ένα πρωινό στο September ακριβώς στο κέντρο της Αθήνας. «Δεν βαριέσαι ποτέ αν δουλεύεις στο κέντρο, υπάρχει σασπένς! Έχει τα καλά του και τα κακά του. Είμαι παιδί του κέντρου, ζω και βγαίνω σε αυτό, θεωρώ ότι έχει μια πολύ ωραία αύρα. Θα περάσουν όλοι από αυτό. Δεν θα το άλλαζα», μου εξηγεί.

Πράγματι, όλοι θα περάσουν από την Απόλλωνος. Και είναι κάπως αδύνατο να μην παρατηρήσεις το μαγαζί, αφού δημιουργεί την τέλεια αντίθεση με το αστικό τοπίο. Ένα concept store, ροζ και φωτεινό ή όπως σκέφτηκα μια ευχάριστη έκπληξη. Αν, μάλιστα, την γνωρίσεις από κοντά θα καταλάβεις πως το September είναι εκείνη. Η Ελισάβετ ξεκίνησε τις σπουδές της στο Interior Design, ασχολήθηκε με το δικό της fashion blog, μέσω του οποίου ήρθε σε επαφή με την φωτογραφία και τους Έλληνες σχεδιαστές. Μέχρι που ο δρόμος την οδήγησε στο μαγαζί.

«Ήρθα σαν πωλήτρια στο μαγαζί και 2.5 χρόνια μετά, μοy δόθηκε η ευκαιρία να το πάρω στο όνομά μου. Ήμουν τυχερή. Το πήρα ουσιαστικά πριν 4 χρόνια. Ένα χρόνο το δούλεψα όπως ήταν με το υπάρχον brand και τότε αποφάσισα πως για να κάνεις κάτι και να πάει καλά, πρέπει να είναι ολόδικό σου. Πήρα, λοιπόν, αυτή την μεγάλη απόφαση με πάρα πολύ φόβο και άγχος λέγοντας πως θα τραβήξω το τσιρότο και θα κάνω rebranding. Και αυτό έγινε. Το άλλαξα λίγο πριν μπει η πρώτη καραντίνα. Η επιγραφή μπήκε Φλεβάρη και Μάρτη κλείσαμε».

«Είμαι ευγνώμων γιατί ο κόσμος με στήριξε. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο για όλους, δεν ξέραμε καλά καλά τι σημαίνει καραντίνα. Θεωρώ ότι στήριξε όλες τις μικρές επιχειρήσεις».

Οι δυσκολίες που αντιμετώπισε ήταν πολλές καθώς πήρε μια επιχείρηση χωρίς να υπάρχει budget. «Ακούγεται κλισέ, αλλά το μόνο που υπήρχε ήταν όνειρο. Υπήρχε το υπόβαθρο, βέβαια, ήταν ουσιαστικά μια στημένη επιχείρηση, οπότε σε αυτό το κομμάτι ήμουν τυχερή. Η δυσκολία του οικονομικού, της αβεβαιότητας και της απειρίας υπήρχαν. Στα λόγια είναι όλα ΟΚ! Το ΦΠΑ, το ΙΚΑ (όλα αυτά), στην πράξη είναι διαφορετικά. Τα δύσκολα ήταν στην καραντίνα. Το πώς θα επιβιώσω ήταν άγνωστο».

Μέσα σε αυτά τα 4 χρόνια, έμαθα πάρα πολλά. Είναι σχολείο. Έμαθα να διαχειρίζομαι κάπως το άγχος μου, να διαχειρίζομαι άλλους ανθρώπους, να βάζω όρια που στην αρχή δεν έβαζα. Το άγχος του να επιβιώσω με έκανε αρκετά πιο διαλλακτική γιατί μια μικρή επιχείρηση θέλει χρόνο για να επιβιώσει. Έμαθα να οργανώνομαι καλύτερα, αλλά νομίζω το μεγαλύτερο μάθημα ήταν να συναναστρέφομαι με ανθρώπους. Να μπορώ να διαχειρίζομαι τις συμπεριφορές και αντίστοιχα να είμαι κι εγώ ψύχραιμη.


Όσο βρίσκομαι εκεί, τόσο φτιάχνει η διάθεσή μου. Στο September βρίσκει κανείς άπειρα χρωματιστά hair clips, κοσμήματα, κάλτσες, σακίδια, τσάντες, αδιάβροχα, πουλόβερ και φορέματα από Έλληνες και ξένους designers. Όπως λέει και η Ελισάβετ «βρίσκεις ρούχα εύκολα, άνετα αλλά to the point στο να κάνεις μια ωραία εμφάνιση και να νιώθεις ωραία». Κι αν είσαι τυχερή μπορεί και να συναντήσεις τους Λάκη, Σαρλό και Σουέλα, τις τρεις γάτες – μασκότ του μαγαζιού.

Αυτό που σκέφτομαι στη συνέχεια, είναι αυτό που μου επιβεβαιώνει και εκείνη όταν τη ρωτάω τι φέρνει την επιτυχία. «Από τη μικρή εμπειρία που έχω να είσαι ο εαυτός σου. Να είσαι εσύ. Όλα έχουν το κοινό τους αρκεί να είσαι εσύ και να τα πιστεύεις. Αυτή είναι η φιλοσοφία μου». Και η συμβουλή της: «Να μη φοβούνται να ρισκάρουν και να υποστηρίζουν αυτό που αγαπούν. Δεν χρειάζεται να τους κερδίσεις όλους. Πρέπει να υπάρχει ποικιλομορφία. Όταν κάτι έχει το κοινό του, νομίζω είναι πιο αυθεντικό».

Το στιλ σου με τρεις λέξεις.

Καμία ελπίδα (γέλια). Εκκεντρικό, funky και χρωματιστό.

Κλείνοντας τη συζήτησή μας τη ρωτάω αν το μετάνιωσε. «Όχι και ούτε θα το μετανιώσω. Ακόμη κι αν κάποια στιγμή δεν πάει καλά και λήξει. Είμαι πάρα πολύ γεμάτη, ευγνώμων και περήφανη. Δεν ντρέπομαι να το πω. Δεν είχα εμπειρία. Ακόμα είναι δύσκολα, αλλά ας είμαστε αισιόδοξοι. Έρχομαι και φεύγω γεμάτη, με χαμόγελο. Ακόμη και τις κακές μέρες, νιώθω ωραία».

September, Απόλλωνος 16 &, Πατρώου 1, Αθήνα

Το Epoque Room δεν είναι ένα ακόμη vintage μαγαζί

Θυμάμαι πως όταν γνώρισα την Έμμυ, μια κρύα μέρα του Φεβρουαρίου, με σκοπό να πάρω ένα παλτό (τότε μέσω Instagram), μου φάνηκε τρομερά ευγενικό και νοσταλγικό που με αποκάλεσε «δεσποινίς». Τότε μόλις έστηνε το μαγαζί της, το Epoque Room στην Σποράδων ή αλλιώς έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Κυψέλης. Πέρασαν μήνες από τότε και εκείνο το μικρό μαγαζί που μέχρι να φτιαχτεί έμοιαζε με ένα καλά κρυμμένο μπαρ, πήρε σάρκα και οστά. Η Έμμυ Μυγιάκη για να φτιάξει τη δική της επιχείρηση, συνδύασε τις δύο μεγάλες της αγάπες. Την σκηνογραφία και τα vintage ρούχα. Αρκεί μια επίσκεψη για να διαπιστώσεις πως ακόμη και η παραμικρή λεπτομέρεια μέσα στο μαγαζί της δεν είναι τυχαία. Πώς ξεκίνησαν όλα;

«Πήρα την απόφαση κάποια στιγμή στα 25 μου όταν πια είχα φύγει από το μπαρ. Είχε μόλις ξεκίνησε η δεύτερη καραντίνα και είχα σκεφτεί ότι ήθελα να αφιερωθώ περισσότερο στην σκηνοθεσία που σπούδασα και συγκεκριμένα στο σκηνογραφικό κομμάτι που είναι η κλίση μου. Εκείνη την περίοδο, λοιπόν, έτρεχα κάποιες ανεξάρτητες δουλειές. Ξεκίνησα κάποια σεμινάρια στο σκηνογραφικό και μέσω γυρισμάτων στα οποία συμμετείχα είχα αρκετό υλικό με ρούχα το οποίο πουλούσα στο depop. Τότε με ενημέρωσε ο λογιστής μου ότι υπήρχε μια επιδότηση που με πιάνει ηλικιακά (18-29) και είχαμε πει να κάνουμε μια αίτηση. Όταν με το καλό εγκρίθηκε ήταν μέσα στους αναγκαίους όρους να ανοίξεις έναν φυσικό χώρο. Θυμάμαι τότε πως ήμουν πολύ αγχωμένη και ότι φοβόμουν να ανοίξω δικό μου μαγαζί. Δεν ήξερα καθόλου πως θα πάει».


Άνοιξε έχοντας στην άκρη 200 ευρώ. «Έχεις μια ασφάλεια από την επιδότηση, αλλά οικονομικά δεν ξέρεις πώς θα πάει. Είχα δώσει ό,τι είχα στην άκρη, είχα το εμπόρευμα, αλλά γενικά όλο αυτό ήταν 50-50 για το αν θα με βάλει μέσα ή όχι. Τελικά δεν με έβαλε (γέλια)».

Το μαγαζί μετράει ένα χρόνο και νομίζω πως το μεγαλύτερο κομμάτι που κέρδισα, είναι ότι έκανα ωραίες φιλίες. Είναι πολύ όμορφο να έχεις μια πιο άμεση επικοινωνία με τους πελάτες σου. Πέραν του ότι γνωρίζεις από κοντά τον άλλον, είναι όμορφο το να έρχεται ο άλλος και να βλέπει το προϊόν από κοντά. Από επαγγελματική άποψη συμβουλεύω πως για να ανοίξεις κάτι αντίστοιχο καλό είναι να έχεις τρέξει κάτι πρώτα ηλεκτρονικά, ώστε να έχεις εξασφαλίσει το κοινό σου. Ειδικά μετά την καραντίνα, το ηλεκτρονικό κομμάτι είναι τεράστια βοήθεια. Εμείς ακόμη δεν έχουμε eshop, τρέχουμε το Instagram.

Όσο στο backround παίζει Κολτρέιν, βρίσκεις vintage κομμάτια, στοκ ή second hand σε πολύ καλή κατάσταση που επικεντρώνονται κυρίως στη δεκαετία των 90s. Δεν θα γινόταν διαφορετικά, αφού η πρώτη επαφή της ήταν με τα ρούχα της μητέρας της. Κυρίως όμως θα βρεις κομμάτια που δημιουργούν μια ολοκληρωμένη capsule wardrobe, όπως μου εξηγεί. Από ένα μαύρο oversized δερμάτινο, στις καμπαρντίνες, έως τα καμηλό παλτό και τα λευκά πουκάμισα. Στα παραπάνω πρόσθεσε εντυπωσιακά κιμονό, corset tops και τα signature πουλόβερ εκείνης της δεκαετίας με τα τρελά patterns.

Τη ρωτάω αν αυτό το μεγάλο ρίσκο που πήρε τη βοήθησε να καταλάβει περισσότερα για τον εαυτό της. Απαντάει, γελώντας, «όχι». «Νομίζω, όντως, το κομμάτι εκείνο που με βοήθησε και το συζήτησα στην ψυχοθεραπεία είναι ότι κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι στη ζωή το κομμάτι του ρίσκου. Και επειδή σαν άνθρωπος πολλές φορές έχω μεγάλη ανασφάλεια κατάλαβα πως σίγουρα βγαίνεις κερδισμένος όταν ρισκάρεις. Γιατί ξαναλέω πως κι εγώ ήμουν 50-50 στο αν θα μπω μέσα με αυτό το μαγαζί ή θα τα καταφέρω. Οπότε ήταν ένα μάθημα αυτό. Είναι μια δουλειά που μου προσφέρει αυτοπεποίθηση, γιατί ενώ θεωρώ πως είμαι ένας παθητικός άνθρωπος, είναι ίσως το μόνο κομμάτι στη ζωή μου που δεν είμαι. Στην δουλειά μου συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Το ότι είναι one woman show νομίζω με βοηθάει πολύ. Κάνω πολλά ταυτόχρονα και μου δίνει ένα boost».

Η σκηνοθεσία και η άμεση σύνδεση με το μαγαζί

Συνδέω πολύ τη σκηνοθεσία με το μαγαζί. Γενικά, πιστεύω πολύ στο κομμάτι της αισθητικής σε όλες τις δουλειές, πόσο μάλλον όταν έχει να κάνει με το αισθητικό κομμάτι του άλλου. Ήθελα τα ρούχα να αποπνέουν αυτό το cinematic vibe, εκτός των άλλων, οπότε ξανασυνδέω την σκηνοθεσία με το ρούχο. Επιδιώκω όλα τα κομμάτια να είναι characters, τα οποία όταν τα βάζεις να μεταφέρεσαι σε ένα άλλο vibe και σε μια άλλη εποχή. Γι΄ αυτό πέφτει και πολύ ψάξιμο. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που δεν ήθελα να έχω πολύ μεγάλο χώρο στο μαγαζί, έτσι ώστε τα κομμάτια να είναι λιγότερα, αλλά πολύ συγκεκριμένα και statement.

«Σαν μικρό μπαρ. Αυτό ήταν το πρώτο reference που ήθελα να έχει το μαγαζί. Ήθελα όταν το πρωτοφτιάχναμε να θυμίζει ένα εγγλέζικο jazz bar το οποίο είναι και το δεύτερο όνειρό μου».

Πώς θα περιέγραφες το στιλ σου.

Πρώτο εξάμηνο ερωτευμένου (γέλια) και θα εξηγήσω τι εννοώ. Οι φίλοι μου με κοροϊδεύουν γιατί έχω ένα θέμα. Δεν μπορώ να κοιμηθώ αν οι πιτζάμες μου δεν ταιριάζουν μεταξύ τους. Επίσης, είμαι ο άνθρωπος που θα ντυθεί για να πάει σουπερμάρκετ. Δεν θα πάω να πιω το ποτό μου μετά τη δουλειά αν δεν μου αρέσει αυτό που φοράω. Οπότε θεωρώ ότι αυτό είναι ένα πρώτο εξάμηνο ερωτευμένου. Δεν θα πω ότι είμαι ακριβώς στην πένα, γιατί μου αρέσει το ατημέλητο, αλλά είμαι από τους ανθρώπους που μου αρέσει να ντύνομαι. Είμαι κοκέτα (γέλια).


Bιωσιμότητα και vintage.

«Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι για το πώς ξεκίνησα συνδέεται με το ότι ο μπαμπάς μου έχει εργοστάσιο ανακύκλωσης. Αυτό μας έκανε από παιδιά να ανακυκλώνουμε, να έχουμε την έννοια της βιωσιμότητας σε όλα. Κάτι που αγαπώ στο vintage είναι αυτό. Πέρα από το ποιητικό και ρομαντικό κομμάτι και το ότι έχει μια ιστορία αυτό που φοράς, του δίνεις μια δεύτερη ζωή. Σίγουρα δεν συνεισφέρεις στο κομμάτι του fast fashion. Το τελευταίο νομίζω πως είναι κάτι που χαρακτηρίζει τη γενιά μας.

«Σχετίζεται ίσως με τη δυσκολία της να επενδύσει σε ένα συγκεκριμένο πράγμα και έχει μονίμως μία ανάγκη να αλλάζει σε κάτι διαφορετικό. Να αγαπάει κάτι για πολύ λίγο καιρό και μετά να έχει την ανάγκη να αγαπήσει κάτι άλλο. Οπότε το να έχεις λίγα κομμάτια και καλά (διαχρονικά ) για μένα είναι σημαντικό».