ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Θέμις Μπαζάκα: “Είμαι ακόμα ρομαντική”

24media

Η πρώτη μου εικόνα από τη Θέμιδα Μπαζάκα, αυτή που πάντα μάλλον θα μένει στο μυαλό μου σαν πρώτη ανάμνηση είναι η εικόνα της Αντριάνας του «Ρεμπέτικου» που πέφτει σε έναν βρώμικο δρόμο με μεγαλοπρέπεια βγαλμένη από κάπου αλλού. Μια φιγούρα μπροστά από την εποχή της, έξω από καλούπια, έξω από όρια, έξω από ρόλους. Αυτό είναι για εμένα το χαρακτηριστικό που δίνει ακόμα και στη Λιούμπα της στον «Βυσσινόκηπο» που ανεβαίνει στο θέατρο Χορν σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη. «Τον λατρεύω τον Κωνσταντίνο. Έτσι πρέπει να είναι ένας σκηνοθέτης, απαιτητικός. Μου αρέσει το χιούμορ του, το πνεύμα του, η τρέλα του, η εξυπνάδα του, μου αρέσει να μιλάω μαζί του και επίσης πιστεύω ότι με προχωράει. Δεν είναι εύκολο αυτό» θα μου πει και θα συμπληρώσει: «Ξέρω οτι είμαι δύσκολος άνθρωπος αλλά ξέρω και ότι όποιος καταλάβει το κουκούτσι μου, το μέσα μου, θα θέλει να ξαναδουλέψει μαζί μου γιατί επί της ουσίας είμαι ανοιχτή και συνεργάσιμη. Δεν είναι εύκολο να βρεις ανθρώπους που επικοινωνείς, όπως και στη ζωή».

Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson

Styling: Έφη Καρύδη

Δεν είναι εύκολο το θέμα επικοινωνία για μια γυναίκα που αφήνει πάντα το στίγμα της, αυτό είναι μία μεγάλη αλήθεια. Στα Εξάρχεια όπου φωτογραφίζεται, καθόμαστε και τα λέμε σε ένα σαλόνι βγαλμένο από κάποια νοσταλγική εποχή και τη ρωτώ, μοιραία, για την δική της εποχή της αθωότητας, τον δικό της Βυσσινόκηπο.

Ολόσωμη φόρμα Liana Camba.

«Για όλους τους ανθρώπους η αθωότητα είναι στην παιδική ηλικία. Και ουσιαστικά την αθωότητα αυτή που δεν την θυμόμαστε μεγαλώνοντας,  προσωπικά την έζησα ξανά και την συνειδητοποίησα με την κόρη μου. Είδα πώς γεννιέται ένα παιδί, πόσο αθώο και πόσο ευκολόπιστο και ανέμελο είναι και πώς σιγά σιγά χάνεται αυτό το πράγμα. Ο Βυσινόκηπός μου λοιπόν με την έννοια της αθωότητας είναι στην παιδική μου ηλικία. Και κυρίως στα χωριά που οι γονείς μου δούλευαν ως δάσκαλοι και μετακινούμασταν όλη η οικογένεια τη δεκαετία του 50 και του 60. Ήταν η απόλυτη ανεμελιά, αλάνες, όλα τα παιδιά μαζί ξυπόλητα, τα ζώα να υπάρχουν στη ζωή μας πολύ έντονα τότε, η φύση σε έξαρση», περιγράφει.

«Πιστεύω ότι αυτό το έχασα όταν μετακομίσαμε στην Θεσσαλονίκη, τότε που ήμουν 12 χρονών. Πήγα στο Γυμνάσιο και είδα ότι όλα τα κορίτσια είχαν ξυρισμένα πόδια, και εγώ δεν καταλάβαινα τι είναι αυτό. Κάπως μπήκα βίαια σε αυτόν τον κόσμο που ήταν πιο πονηρός. Εγώ δεν είχα ιδέα μέχρι τα 12 ούτε για αγόρια, ως τότε παίζαμε όλοι μαζί και είμασταν όλοι φίλοι. Δεν είχα τέτοιο ξύπνημα. Στη Θεσσαλονίκη συνειδητοποίησα ότι υπήρχε ανταγωνισμός, είδα τις φιλίες τις κλειστές. Σχολείο – Γυμνάσιο – στην πόλη. Ήταν σοκ, αλλά σιγά σιγά έρχεται ο χρόνος και σε βαράει και σου λέει “Τι; Αθώα; Λάθος”».

«Έρχεται συνειδητοποίηση σε πολλά επίπεδα της ζωής, μάχες που χάνεις και βλέπεις ότι πρέπει να τα δεις αλλιώς τα πράγματα. Στον έρωτα, στη δουλειά, στις φιλίες, στις σχέσεις,  όλα δοκιμάζονται με τον χρόνο και όλα δεν είναι αθώα και ρομαντικά και ανέμελα όπως πίστευες ότι θα είναι»

 

Ολόσωμη φόρμα Stefanel, παλτό Liana Camba, μποτάκια Envie Shoes.

Τι δεν θα άντεχε να χάσει πια, θα αναρωτηθώ κι εκείνη θα απαντήσει αφοπλιστικά. «Αυτή τη στιγμή περνάω μια φάση όπου εκτός από τον θάνατο που δεν θέλω να ξαναεπισκεφθεί τη ζωή μου, εκτός κι αν είναι κάποιος φυσικός θάνατος μεγάλων ανθρώπων, πιστεύω ότι μπορώ να διαχειριστώ όλες τις άλλες απώλειες. Τίποτα δεν θα με ξάφνιαζε». Της λέω ότι μου δίνει την εντύπωση ότι τα πάει καλά με τις αλλαγές σε αντίθεση με τους ήρωες του «Βυσσινόκηπου». «Δεν δένομαι με πράγματα. Και μέσα στα χρόνια έχω τόσες απώλειες σε επίπεδο φιλίας, που αν και στην αρχή με πείραζε πολύ αυτό, σιγά σιγά κάπως τα έχω φιλοσοφήσει πιο πολύ τα πράγματα. Επίσης με τον έρωτα έχω ξεμπλέξει, ενώ είμαι ρομαντική και πιστεύω ότι κάποια στιγμή μπορεί να έρθει ο απόλυτος έρωτας ταυτόχρονα είναι πολύ μακριά μου και δεν με αφορά τόσο πολύ πια. Οπότε, παρόλο που είμαι από αυτούς τους τυχερούς που δεν αναγκάστηκαν να αλλάξουν δουλειά, έχω αλλάξει πόλεις, συνήθειες πολλές, συνθήκες ζωής. Νομίζω ότι είμαι αρκετά ευέλικτη».

Άρα και με την ύλη η σχέση της δεν πρέπει να είναι σχέση εξάρτησης. Εξάλλου η φιγούρα της όπως μπορείς να τη συναντήσεις στον δρόμο είναι μεν κομψή μα πάντα δωρική. «Τα ρούχα, που τα αγαπάω πολύ, τα έχω δώσει και τα έχω πουλήσει άπειρες φορές. Μου λένε: “Καλά πουλάς τα ρούχα σου; Αυτό είναι τρομερό”. Δεν το φοράω, δεν με ενδιαφέρει πάρ’ το. Με την ύλη δεν έχω κολλήματα. Εκτός από κάποια μικρά πράγματα με συναισθηματική αξία, να φυλάω κάποια ρούχα της μητέρας μου ή κάποια κοσμήματα που κάποιοι σημαντικοί άνθρωποι για εμένα, μου τα χάρισαν», τονίζει η ίδια.

Η αλλαγή ωστόσο που φέρνει ο χρόνος σε μια τόσο γοητευτική γυναίκα δεν μπορεί να την αφήνει ασυγκίνητη. Της το επισημαίνω. «Δεν το σκέφτομαι. Κοιτάζω τον καθρέφτη και λέω “Χριστέ μου, πώς έγινα έτσι” και το ξεχνάω μετά από 3 δευτερόλεπτα. Γενικά, και είναι κάτι για το οποίο οι φίλοι μου γελούν μαζί μου, αν έχω έναν χωρισμό μπορεί να κάτσω και να κλάψω τρεις τέσσερις ώρες και μετά τελείωσε. Δίνω δηλαδή ένα περιθώριο στον εαυτό μου να κλάψει για τρεις ώρες και τέλος. Δεν ξαναγυρνάω πίσω. Δεν είμαι πειθαρχημένος άνθρωπος, δεν είναι αυτό. Νομίζω ότι δεν θέλω να χάνω χρόνο. Οπότε προχωράω».

 Σύνολο Liana Camba

«Είναι ένα σοκ η αλλαγή που φέρνει ο χρόνος στην εμφάνιση. Αλλά από την άλλη ευτυχώς γερνάω. Φαντάζεσαι να μην είχα προλάβει να γεράσω; Είναι σαν αυτό που λέει ο Φιρς στην παράστασή μας, που του λέω “Αχ παπούλη μου γέρασες κι εσύ” και απαντάει: “Γιατί ζω πολλά χρόνια, γι’ αυτό γέρασα”. Και το βρίσκω συγκλονιστικό και το λέω και στον μπαμπά μου που παραπονιέται ότι γέρασε.  Του λέω “Μπαμπάκα μου, πολλοί άνθρωποι δεν πρόλαβαν. Θα δεις όλο τον κύκλο της ζωής”. Αυτό που δεν θα ήθελα είναι να είμαι άρρωστη και να υποφέρω. Θα ήθελα να έχω φυσιολογικά γηρατειά. Ναι, μεγαλώνω. Θέλω να μεγαλώνω με χάρη όπως βλέπω ηθοποιούς στο εξωτερικό. Επίσης εγώ έχω ένα πρόσωπο που δεν ήταν ποτέ αυτό το cover face που λένε, ήταν περισσότερο character face. Έχω την εντύπωση ότι τώρα είμαι στην ηλικία μου. Δεν μπορώ να αλλοιώσω το πρόσωπό μου, πώς θα παίζω τη γυναίκα της διπλανής πόρτας; Γιατί αυτό παίζω εγώ», τονίζει η ίδια.

 

Όταν μιλά η φωνή της παίρνει διάφορα χρώματα, τα μάτια της μιλάνε επίσης, η ζωντάνια της είναι πανταχού παρούσα. «Αυτό που δεν θέλω να χάσω είναι η λαχτάρα μου για ζωή και η περιέργεια που έχω. Αυτό με κρατάει εμένα ζωντανή και νέα. Η περιέργεια να πάω εκεί, να κάνω αυτό. Περπατάω πολύ και ανακαλύπτω συνεχώς μικρά μαγαζιά και σημεία. Το Βερολίνο ας πούμε που πάω συνέχεια γιατί ζει εκεί η κόρη μου το ξέρω σε πολύ μεγάλο βαθμό με τα πόδια. Όχι με δρόμους αλλά με μαγαζιά, ένα εστιατόριο εδώ, ένα vintage shop εκεί. Η κόρη μου είναι 5 χρόνια εκεί και μου λέει “Μα πώς; Εγώ δεν το ξέρω αυτό”. Εγώ παίρνω τον χάρτη και περπατάω και αν χαθώ κάπου ανοίγω τον χάρτη και βρίσκω πως θα γυρίσω. Είναι αυτή περιέργεια του “Τι έχει εκείνη η στροφή;” και όχι του “Βαριέμαι μωρέ να πάω ως εκεί”. Είναι πολύ σημαντικό», μου λέει, ωστόσο πιστεύω ότι ο χώρος της είναι αμείλικτος απέναντι σε μια γυναίκα που μεγαλώνει, της το λέω. «Γενικά η ζωή, το lifestyle και τα πρότυπα που υπάρχουν στην ζωή τα τελευταία χρόνια κάνουν πολύ σκληρό το να μεγαλώνει μία γυναίκα.  Και ακόμα πιο σκληρό είναι στη δική μου δουλειά που σε πετάνε σαν μεταχειρισμένη μπανανόφλουδα στο σινεμά. Ευτυχώς στο θέατρο χρειάζεται αυτή η ωριμότητα για να παίξεις αυτούς τους μεγάλους ρόλους», σχολιάζει.

Πράγματι, οι μεγάλοι ρόλοι στη ζωή της, η Αμάντα του Γυάλινου Κόσμου, η Λιούμπα του Βυσσινόκηπου, η Βάλερι στον Αύγουστο, ήρθαν τα τελευταία χρόνια. Πώς το εξηγεί; «Είναι σαν να με ανακάλυψαν. Δεν έχει πλάκα; Τα τελευταία 17 χρόνια κάνω εντατικά θέατρα. Πριν έκανα συνέχεια σινεμά τηλεόραση, και ήταν πιο αραιές οι εμφανίσεις σου. Υπάρχει μια ιεραρχία στο θέατρο, χρειάζεται να είσαι ώριμος για να παίξεις και πρέπει να αποδείξεις  την αξία σου και σε πιο μικρά πράγματα. Είναι τα σωστά χρόνια που ήρθαν αυτοί οι ρόλοι. Άλλωστε πότε να παίξω την Αμάντα, πότε την Βάλερι που έπαιξα πέρσι; Όλες αυτές είναι στην ηλικία μου», σημειώνει η ηθοποιός.

Η Λιούμπα στην παράσταση δηλώνει «κατώτερη του έρωτα». Εκείνη δηλώνει πολύ μακριά του. Χορταίνεται ο έρωτας θα αναρωτηθώ φωναχτά κι εκείνη θα απαντήσει: «Έχω αγαπήσει και έχω αγαπηθεί παράφορα. Ο έρωτας δεν χορταίνεται. Αλλά όταν είναι τόσο βασανιστικός, τον αποφεύγω. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι δεν προσηλώνονται πια σε αυτό το πράγμα, τους τελειώνει και πάνε παρακάτω σε κάτι άλλο και ξανά στο επόμενο και αυτό εμένα δεν με ενδιαφέρει. Όπως δεν με ενδιαφέρει η μόδα που τελειώνει την ώρα που αρχίζει»

«Εμένα με ενδιαφέρει να δημιουργήσεις ένα στυλ μες τον χρόνο και να δημιουργήσεις μια σχέση μες τον χρόνο. Να δοκιμαστείς σε πράγματα τα οποία απαιτούν άλλου είδους επαφή. Από την στιγμή που δεν το κατάφερα αυτό το κομμάτι, δεν θέλω τώρα να πειραματίζομαι και να μπαίνω στη την διαδικασία του “Με πήρε τηλέφωνο, δεν με πήρε”. Όχι.»

«Εγώ τους ανθρώπους που γνώρισα στην ζωή μου κάναμε αμέσως σχέση και ζούσαμε πολλά χρόνια μαζί. Τα ενδιάμεσα που είχα ήταν αυτά, τα οποία με κουράζανε γιατί δεν τα καταλάβαινα», καταλήγει. Την ρωτώ αν υπήρξε συγκρουσιακή στις σχέσεις της και εκείνη μου εξηγεί: «Συγκρουσιακή δεν ήμουν αλλά δεν σήκωνα μύγα στο σπαθί μου. Δεν έκανα πίσω, ήθελα να καταλάβω τι είναι αυτό και τι γίνεται. Είμαι έντονος χαρακτήρας. Και βαριέμαι πάρα πολύ γρήγορα. Αυτό στη δουλειά μου είναι το τέλειο γιατί πηγαίνεις από τη μία δουλειά στην άλλη συνεχώς. Αλλά στο ερωτικό κομμάτι έπρεπε ο άλλος να σε κρατάει κι εσύ αυτόν, δεν είναι δεδομένα τα πράγματα».

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης μας αυτή η εντύπωση μιας γυναίκας μπροστά από την εποχή της, που βραβευόταν από το πρώτο βήμα της, που παντρεύτηκε Ιάπωνα, που έζησε στην Αμερική, που μεγάλωσε ένα παιδί μόνη της, που συνέχισε να δουλεύει και να πορεύεται στην τέχνη της, την οποία επέλεξε παρότι παιδί δασκάλων επανέρχεται ξανά και ξανά στο μυαλό μου. Μιλώντας για συγκρούσεις, η πρώτη της μεγάλη σύγκρουση μου λέει ήταν για την απόφασή της να γίνει ηθοποιός. «Εκεί να δεις σύγκρουση. Οι γονείς μου μου είπαν “Ή το θέατρο ή εμας” και έφυγα από το σπίτι. Ήμουν 18 ετών. Τα ξαναβρήκαμε όταν είδαν τι ακριβώς ήταν η δουλειά που ήθελα να κάνω, το θεατρίνα δεν το ήξεραν οι άνθρωποι δεν υπήρχε κανένας καλλιτέχνης στην οικογένειά τους, και ήταν πολύ αυστηροί ως δάσκαλοι ειδικά ο πατέρας μου. Πήρα πολύ γρήγορα το πρώτο μου βραβείο στο σινεμά και μετά από αυτό που κατάλαβαν τι ήθελα να κάνω και νομίζω με δέχτηκαν», περιγράφει.

 

«Ήμουν πολύ ανεξάρτητη από πολύ μικρή. Δεν μπορούσες να με βάλεις σε όρια. Ακόμα και σήμερα το κομμάτι της πειθαρχίας το δουλεύω πολύ. Είμαι απείθαρχη, ανυπόμονη, βαριέμαι γρήγορα. Είμαι πολύ εύστροφη και με καθυστερούν τα πράγματα ώσπου να τα καταλάβουν όλοι οι άλλοι (γέλια), ήμουν έτσι από μικρή. Τώρα έχω ηρεμήσει πάρα πολύ γιατί η ζωή, η ηλικία, οι ορμόνες, όλα αυτά καταλαγιάσανε. Βλέπω να κάνουν πράγματα τα οποία εγώ τα είχα κάνει χρόνια και λέω “Αυτό θεωρείτε εσείς πώς είναι μοντέρνο;” (Γελάει). Αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι η ζωή είναι πολύ δύσκολη και πολύ δύσκολη είναι και η επικοινωνία. Στα δικά μου νεανικά χρόνια, μετά τα 20 που μπήκα στη δουλειά, ενώ υπήρχε ανταγωνισμός γιατί ήταν πολύ λιγότεροι οι ηθοποιοί αλλά και πολύ λιγότερες οι δουλειές, ήταν πιο χαλαρά τα πράγματα. Δεν υπήρχε αυτή η αγριάδα που υπάρχει τώρα. Βλέπω στα νέα παιδιά πώς γυρίζει το μάτι για να βρουν δουλειά και να είναι μπροστά. Υπάρχει πολύς ανταγωνισμός και όχι σεβασμός προς τον εαυτό τους πρώτα από όλα», σημειώνει.

Μετάνιωσε για τίποτα σε αυτή την απείθαρχη ζωή; «Στις βασικές μου επιλογές δεν μετανιώνω, ήταν συμβατές με τον τρόπο που ζούσα και τη στιγμή που τις ζούσα. Μετανιώνω γιατί μερικές φορές νομίζω ότι κουραζόμουν παραπάνω από όσο άξιζε τον κόπο. Παραπροσπάθησα σε κάτι να πείσω κάποιον ή παραέδωσα σημασία σε κάτι και απογοητεύτηκα. Και λέω “τι χαζή”. Αλλά σε σχέση με αυτό που ήμουν και τις συνθήκες που είχα έτσι πάλι θα τα έκανα».

«Έδωσα πιο πολύ μεγάλη σημασία στο συναισθηματικό μου κομμάτι και την δουλειά μου κάποιες φορές κάπως την άφησα στην τύχη. Και ευτυχώς είχα τύχη, ήμουν τυχερή στη δουλειά μου. Κατ’ εμέ τύχη είναι να είσαι εκεί όταν εκείνη σου παρουσιαστεί, που σημαίνει να είσαι ανοιχτός όταν κάτι σου παρουσιαστεί και να το δεις και να το πάρεις. Συμμετείχα κι εγώ στην τύχη μου αλλά δεν την βοήθησα και εγώ λίγο παραπάνω γιατί με απασχολούσαν πολύ τα αισθηματικά. Έδωσα πολύ μεγάλη βαρύτητα και δεν άξιζε τον κόπο» μου απαντά όταν ρωτήσω τι ήταν αυτό στο οποίο έδωσε περισσότερη σημασία στην ζωή της.

 Σύνολο Liana Camba, γόβες Tsakiris Mallas

Η συντροφικότητα τώρα, η αγάπη, της λείπει; «Πολύ θα το ήθελα, πολύ το επιζητώ. Έχω πολύ καλούς φίλους, η δουλειά μου είναι κάτι πολύ ομαδικό επίσης, είσαι σαν οικογένεια ακόμα και αν τελειώνει το ένα και πας στο άλλο. Καλύπτει η δουλειά μου πολύ μεγάλο κομμάτι από τη μοναξιά μου, αλλά όσο ζω ελπίζω» θα μου πει. Και την ρωτώ αν έχει κρατήσει ακόμα κάποιο μικρό κομμάτι της αθωότητας για την οποία μιλήσαμε στην αρχή, έναν ρομαντισμό που συντηρεί αυτή την ελπίδα. «Νομίζω ότι αυτό το πράγμα το έχω κοινό με τη Λιούμπα, μια επιπολαιότητα, μια παιδικότητα και ένα “Άστο μωρέ θα το σκεφτώ αύριο”. Είμαι ακόμα ρομαντική παρόλο που υπάρχει και ένας πολύ σκληρός κυνικός εαυτός που μου λέει “Ξύπνα, τι είναι αυτά που σκέφτεσαι; Δεν υπάρχει αγάπη, πρέπει να είσαι προσεκτική”. Εγώ συνεχίζω να είμαι ανοιχτή. Μέχρι στιγμής δεν μου βγαίνει σε κακό, αλλά μηδένα προ του τέλους μακάριζε» λέει και ξεσπάμε σε γέλια. Με αυτά τα γέλια την αποχαιρετώ και αυτές τις τελευταίες της φράσεις θα κρατήσω, κόντρα στον κυνικό εαυτό που ζει και μέσα μου, και μέσα σου και παντού.

Info: Ο Βυσσινόκηπος, Τετάρτη (20.00), Πέμπτη- Παρασκευή (21.00) Σάββατο (18.00 και 21.00) και Κυριακή (20.00) στο Θέατρο Δημήτρης Χορν.

Ευχαριστούμε πολύ το Athens Quinta Hostel για την φιλοξενία.

Exit mobile version