ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Τζένη Κριθαρά: «Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις». 10 αληθινές μαρτυρίες για τη γυναικοκτονία

«Οι δολοφόνοι έχουν τα κλειδιά των σπιτιών μας». Ξανά και ξανά η ίδια φράση. Επιστρέφει. Ξαφνικά και βίαια. Γυναικοκτονία. Ακόμη μια. Ο δολοφόνος είχε τα κλειδιά του σπιτιού της. Ο δολοφόνος ήταν βέβαιος πως του ανήκει. Κι ό,τι μας ανήκει το κάνουμε ό,τι θέλουμε. Κανόνας απαράβατος. Δέκα γενναίες γυναίκες άνοιξαν την καρδιά τους στην Τζένη Κριθαρά. Της άνοιξαν ένα μικρό παράθυρο κι εκείνη είδε μέσα στην πληγή τους.

Η Τζένη Κριθαρά πήρε τις ιστορίες τους και σε συνδυασμό με τη δημοσιογραφική της έρευνα, έγραψε το -κάθε στιγμή (δυστυχώς) επίκαιρο – «Είμαι γυναίκα γι’ αυτό με σκοτώνεις» το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΨΜ. Γυναικοκτονία, βιασμός, έμφυλη βία, είναι κάποια από τα θέματα που θίγει.

Η Τζένη γράφει για την κοινωνία μας. Καταγράφει τα όσα καθημερινά ζουν γυναίκες, θηλυκότητες και μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας σε ένα πατριαρχικά δομημένο σύστημα ισχύος που οδηγεί σε διακρίσεις εις βάρος μας.

«Είμαι γυναίκα, γι’ αυτό με σκοτώνεις»: Έρευνα και μαρτυρίες για τη γυναικοκτονία και την έμφυλη βία

Ισχύει ότι «ηθικός αυτουργός» είναι η πατριαρχία και πόσο ισχυρή παραμένει μετά από τόσες δεκαετίες φεμινιστικών αγώνων και κατακτήσεων;

Ηθικός αυτουργός του έμφυλου εγκλήματος είναι αποκλειστικά και μόνο η πατριαρχία. Το χέρι του βιαστή ή του γυναικοκτόνου δεν το οπλίζει -όπως λέει και το γνωστό σύνθημα- ούτε η αγάπη, ούτε η ζήλια. Η πατριαρχία είναι ένα ολόκληρο σύστημα εξουσίας που δημιουργεί άνισες και εκμεταλλευτικές σχέσεις ανάμεσα στα φύλα, με αποτέλεσμα οι γυναίκες και οι θηλυκότητες να υφίστανται συστηματικά καταπίεση και βία.

Η γυναικοκτονία, ο βιασμός και ο ξυλοδαρμός είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.

Ο λόγος που μετά από τόσες δεκαετίες φεμινιστικών διεκδικήσεων η πατριαρχία συνεχίζει να βασιλεύει είναι πως αυτό το σύστημα έχει δομηθεί σε θεμέλια που θέλει πολύ χρόνο, πολύ κόπο, αλλά και μεγάλη συσπείρωση για να γκρεμιστούν.

Παράλληλα, το σύστημα ανατροφοδοτείται διαρκώς. Αρκεί να σκεφτούμε πόσο διαφορετικά αντιμετωπίζονται αγόρια και κορίτσια από τη στιγμή της γέννησής τους. Τα διπλά στάνταρ υπάρχουν ακόμα παντού. Ο σεξισμός είναι διάχυτος στον δημόσιο λόγο και τις κοινωνικές συναναστροφές.

Οι γυναίκες υπο-εκπροσωπούμαστε διαχρονικά και επιδεικτικά στις θέσεις πολιτικής εξουσίας. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν θέλει και πολλή προσπάθεια για να αναπαραχθεί το στερεότυπο που η πατριαρχία έχει πλάσει για τη γυναίκα και τον άνδρα, το οποίο υπαγορεύει πως ο άνδρας έχει εξουσιαστικά δικαιώματα πάνω στη γυναίκα.

Έτσι προκύπτει στην πράξη η ενοχοποίηση των γυναικών για κάθε πράξη ή συμπεριφορά που δεν συμμορφώνεται με αυτούς τους κανόνες και αντίστοιχα, η αιτιολόγηση κάθε ανδρικής συμπεριφοράς. Το βλέπουμε σε κάθε έγκλημα με έμφυλα κίνητρα που έρχεται στη δημοσιότητα.

Σκοτώνει κάποιος τη σύζυγό του γιατί του ζήτησε διαζύγιο και η αυτόματη κοινωνική αντίδραση είναι: «κι αυτή τι ήθελε; Να χαλάσει το σπίτι της;». Δηλαδή, μπαίνουν στην ίδια ζυγαριά ένας φόνος και το δικαίωμα ενός ανθρώπου να επιλέξει τη ζωή που επιθυμεί.

Αυτός είναι ο παραλογισμός των πατριαρχικών στερεοτύπων με τα οποία έχουμε γαλουχηθεί. Είναι τόσο βαθιά και τόσο ύπουλα ριζωμένα, που χρειάζεται πολύς αγώνας για την εξάλειψή τους.

Μιλώντας στο τηλέφωνο, κάποια στιγμή μου είπες: «τουλάχιστον έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν τον όρο γυναικοκτονία». Έχεις απόλυτο δίκιο, αλλά για πόσο ακόμα θα μας είναι αρκετό αυτό το «τουλάχιστον»;

Δεν είναι και ούτε θα είναι ποτέ αρκετό. Είναι, όμως, μία πολύ μικρή νίκη των φεμινιστικών και γυναικείων κινημάτων, που τα τελευταία χρόνια διογκώνονται και ζητούν όλο και πιο δυναμικά, όλο και πιο επιτακτικά, τη νομική κατοχύρωση του όρου γυναικοκτονία και μία σειρά από αυτονόητες για τον πολιτισμένο κόσμο διαδικασίες, όπως είναι η πρόσβαση των θυμάτων έμφυλης βίας σε ένδικα μέσα και αρωγή.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα παρατηρούμε το φαινόμενο τα θύματα αντί να βρίσκουν το δίκιο τους, να καταλήγουν απολογούμενα – αφού πρώτα έχουν βιαστεί ή κακοποιηθεί δεύτερη φορά από τα ΜΜΕ και την κοινή γνώμη που σπεύδει να τα ενοχοποιήσει.

Κάθε φορά που ένα θύμα έμφυλης βίας ερωτάται για τα δικά του λάθη ή τη δική του ευθύνη στην ίδια του την κακοποίηση, απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο από την κατάκτηση της ισότιμης αντιμετώπισης των φύλων.

Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι έχει αρχίσει να χρησιμοποιείται ο όρος «γυναικοκτονία» από μέσα ενημέρωσης που μέχρι πρότινος πάθαιναν αλλεργία με τη λέξη, σημαίνει πως όσες και όσοι εξοργιζόμαστε με αυτή την κοινωνική αδικία φωνάζουμε πια τόσο δυνατά, που έχει αρχίσει να ιδρώνει το αυτί τους.

Υπαίθρια έκθεση στην Αθήνα κατά της έμφυλης βίας

Κι αυτοί που παραμερίζουν το έγκλημα και μιλούν για μια λέξη που είναι της μόδας; Με αυτούς τι κάνουμε;

Αυτό είναι κάτι που με απασχολεί ιδιαίτερα εδώ και επτά μήνες που έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο γιατί είναι πολύ διαφορετικές μεταξύ τους οι αντιδράσεις που έχω λάβει από όσους δεν δέχονται τον όρο «γυναικοκτονία».

Άλλοι δεν είχαν καμία γνώση ή προβληματισμό επί του θέματος πριν έρθουν σε επαφή με το βιβλίο και μόλις άρχισαν να το δουλεύουν στο μυαλό τους έγιναν πιο δεκτικοί. Οι περισσότεροι, όμως, είναι εκείνοι που δεν μπαίνουν στον κόπο να ενημερωθούν, να διαβάσουν, να ψάξουν ή να σκεφτούν.

Έχουν μία παγιωμένη αντίληψη στο μυαλό τους για τον ρόλο και τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και ο όρος «γυναικοκτονία» τους ενοχλεί, γιατί έρχεται να γκρεμίσει ό,τι είχαν χτίσει στο κεφάλι τους για χρόνια. Αυτό τους προκαλεί σύγχυση, πανικό ή και απειλή.

Η εύκολη λύση είναι να κάνουν λόγο για «μόδα». Δεν είναι, όμως, μόδα, όπως επίσης δεν είναι νεολογισμός ή φεμινιστικό κατασκεύασμα. Πολλοί άντρες εκπλήσσονται όταν μαθαίνουν πως ο όρος καταγράφηκε για πρώτη φορά σε νομικό λεξικό από άντρα.

Πρόκειται για τον Τζον Κόρι και η καταγραφή υπάρχει από το 1801. Αν ο συνομιλητής μας δεν έχει ιδεολογικές παρωπίδες και έχει όντως διάθεση να κατανοήσει το πρόβλημα, οφείλουμε να του επισημάνουμε πως από τη στιγμή που το ελληνικό ποινικό δίκαιο αναγνωρίζει το έγκλημα με ρατσιστικά κίνητρα, είναι μεγάλη παράλειψη και εξόφθαλμη αδικία να μην αναγνωρίσει και το έγκλημα με έμφυλα χαρακτηριστικά.

Ο ρατσισμός οδηγεί σε εγκλήματα λόγω εθνικότητας ή χρώματος του δέρματος, έτσι και ο σεξισμός και η πατριαρχία οδηγούν σε εγκλήματα λόγω φύλου.

Η αναγνώριση της έννοιας «γυναικοκτονία» αποτελεί το πρώτο, αναγκαίο, βήμα για να δοθεί ορατότητα στο φαινόμενο της έμφυλης βίας;

Ναι, το πιστεύω βαθιά. Τα ειδικά προβλήματα χρειάζονται ειδικούς όρους και ειδικές λύσεις. Αυτό συμβαίνει και με το έμφυλο έγκλημα. Κανείς δεν αμφισβητεί πως ο φόνος μίας γυναίκας είναι ανθρωποκτονία, όμως ο όρος «γυναικοκτονία» είναι απαραίτητος για να αποσαφηνιστούν τα κίνητρα του δράστη και να μην του αναγνωριστούν τυχόν ελαφρυντικά που απειλούν την απόδοση δικαιοσύνης για το θύμα.

Επιπλέον, με την κατοχύρωση του όρου «γυναικοκτονία» αναγνωρίζεται η κατ’ εξακολούθηση κακοποιητική συμπεριφορά που κατά κανόνα συνοδεύει ένα τέτοιο έγκλημα.

Αυτή η διαφοροποίηση είναι μείζονος σημασίας για την απόδοση δικαιοσύνης και τη δημιουργία ενός πλαισίου για την καταπολέμηση και την πρόληψη της έμφυλης βίας.

Θεωρώ εξαιρετικά ανόητο το επιχείρημα που διαβάζω συχνά-πυκνά στα social media ότι η λέξη «γυναικοκτονία» αφαιρεί από τη γυναίκα την ανθρώπινη υπόστασή της. Λες και κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό με οποιονδήποτε τρόπο. Είναι, όμως, και ενδεικτικό της πατριαρχικής δόμησης της δημόσιας σφαίρας που λέγαμε νωρίτερα.

Οι ίδιοι άνθρωποι δέχονται αναντίρρητα τους όρους «μητροκτονία» ή «παιδοκτονία», χωρίς να θεωρούν πως αφαιρούν από τα πρόσωπα την ιδιότητα της μητέρας ή του παιδιού αντίστοιχα.

Πώς οφείλουμε να δράσουμε ως κοινωνία, κατά τη γνώμη σου, ώστε να πάψει η άρνηση αναγνώρισης της αυτεξουσιότητας των γυναικών;

Νομίζω πως οι τρεις «μαγικές» λέξεις είναι: αλληλεγγύη, επιμονή, επαγρύπνηση. Όσες και όσοι ασπαζόμαστε την ιδέα της έμφυλης ισότητας οφείλουμε να προστρέχουμε όλα τα θύματα έμφυλης βίας και ανισότητας, να κάνουμε γνωστές τις ιστορίες τους, να παλεύουμε για την απόδοση δικαιοσύνης – και να επιμένουμε σε αυτό- αλλά και να μην επαναπαυόμαστε όταν βλέπουμε πως τα πράγματα βαίνουν καλώς γιατί, όπως είπαμε, το πρόβλημα έχει βαθύτατες ρίζες.

Από εκεί και πέρα, η μόνη λύση για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της ανισότητας είναι η παιδεία. Αν θέλουμε να αφήσουμε μία κοινωνία καλύτερη από ό,τι τη βρήκαμε, πρέπει να εμπεδωθεί συνολικά πως κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως φύλου, έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της σκέψης, του σώματος και των επιλογών του και κανείς δεν μπορεί να του το στερεί. Η ενστάλαξη αυτής της γνώσης ξεκινάει από το σπίτι και σειρά παίρνουν το σχολείο και όλοι οι άλλοι διαμορφωτές της κοινωνικής μας παιδείας.

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία Συντάγματος κατά των γυναικοκτονιών και της έμφυλης βίας, με αφορμή τη γυναικοκτονία της 31χρονης Δώρας στη Ρόδο

Σελίδα 82 του βιβλίου σου. Ο μεσότιτλος γράφει: συναίνεση. Θα ήθελα ένα σχόλιο για τις πρόσφατες δηλώσεις του Μητροπολίτη Χρυσόστομου πως «καμία γυναίκα δεν βιάζεται, χωρίς να το θέλει».

Αν σου πω πως εξεπλάγην, θα σου πω ψέματα. Δυστυχώς, οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας μάς έχουν συνηθίσει σε τέτοιες σκοταδιστικές δηλώσεις. Την ώρα που ο ΟΗΕ εκδίδει ιστορικά ψηφίσματα για τα θύματα σεξουαλικής βίας, στην ελληνική τηλεόραση του 2022 βγαίνουν ιερείς για να τοποθετηθούν επί ζητημάτων που δεν έχουν σε τίποτα να κάνουν με το πεδίο δράσης τους.

Το μόνο που εξυπηρετούν οι δηλώσεις του Μητροπολίτη Χρυσόστομου είναι η κουλτούρα της ενοχοποίησης και του εξευτελισμού του θύματος, που πάει χέρι-χέρι με την κουλτούρα του βιασμού, και είναι μία σταθερά διαιωνιζόμενη τακτική του αυστηρά πατριαρχικού συστήματος εξουσίας.

Η Εκκλησία έχει αποδειχθεί ιστορικά και κοινωνικά ένας από τους βασικότερους πυλώνες υποστήριξης αυτού του συστήματος. Το αν οι δηλώσεις του μητροπολίτη απηχούν τις δηλώσεις σύσσωμης της Εκκλησίας ή όχι, καθώς και το αν οι τοποθετήσεις του βρίσκουν σύμφωνο το ποίμνιό του ή όχι, είναι δύο πράγματα που αφορούν το εσωτερικό της εκκλησίας και τους θρησκευόμενους πολίτες. Το δηλητήριο, όμως, που χύνει κάποιος έχοντας πανελλαδικό βήμα είναι κάτι που μας αφορά όλες και όλους.

Διανύουμε την περίοδο «πρέπει κάποια να μπουσουλήσει για να μπορέσουν οι άλλες να τρέξουν;»

Αισθάνομαι πως εμείς είμαστε αυτές και αυτοί που πρέπει να τρέξουμε. Ήρθε η ώρα και η σειρά μας. Οι καιροί είναι παράξενοι, το ξέρω. Υπάρχει τρομακτική πόλωση σε πολλές όψεις του δημόσιου βίου και είναι δύσκολο να υπάρξει επικοινωνία και συνεργασία.

Ζούμε στην εποχή που σε όποιον δεν αρέσει το «άσπρο», συμπαρατάσσεται απευθείας με το «μαύρο» -ακόμη κι αν δεν τον εκφράζει- μόνο και μόνο για να δείξει την αντίθεση ή την αποστροφή του. Δεν θα έπρεπε, όμως, να είναι έτσι.

Αυτή η τοξικότητα είναι το πρώτο που πρέπει να πετάξουμε από επάνω μας προκειμένου να δουλέψουμε προς την κατεύθυνση της έμφυλης ισότητας.

Το δεύτερο είναι ο φόβος. Αν σταματήσουμε να φοβόμαστε «τι θα πει ο κόσμος», πώς θα αντιδράσει ο κύκλος μας ή τι θα βρούμε μπροστά μας, τότε θα μπορέσουμε να αγωνιστούμε ουσιαστικά και αποτελεσματικά. Και όταν μιλάω για αγώνα, δεν εννοώ απαραίτητα τις διαδηλώσεις ή τις δικαστικές μάχες, που είναι πάρα πολύ σημαντικές μορφές αντίστασης και απόδοσης δικαιοσύνης.

Η καθεμία και ο καθένας από εμάς μπορεί από τη θέση που βρίσκεται να παλέψει γι’ αυτόν τον σκοπό. Εσύ κι εγώ έχουμε τη δύναμη που μας δίνει η πένα μας. Μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε για να μεταφέρουμε μαρτυρίες και πληροφορίες που θα βοηθήσουν τους υπόλοιπους.

Μία γιατρός που περιθάλπει ένα θύμα έμφυλης βίας και προχωράει σε καταγγελία, υπηρετεί μία άλλη μορφή αγώνα. Μία γυναίκα που βοηθάει ένα νεαρό κορίτσι να γλυτώσει από κάποιον που την παρενοχλεί μέσα στο βαγόνι του μετρό, προσφέρει κάτι διαφορετικό. Το παν είναι να μην επικρατεί αδιαφορία.

Τι σε ώθησε περισσότερο στη συγγραφή του βιβλίου;

Η ύπαρξη αυτού του βιβλίου που καταγράφει τις μαρτυρίες δέκα γυναικών και μελετά το ζήτημα της έμφυλης ανισότητας είναι αποτέλεσμα της παρότρυνσης και της υποστήριξης δύο υπέροχων ανδρών, του δημοσιογράφου Νίκου Μπογιόπουλου και του εκδότη Βασίλη Γραμμέλη. Εγώ έγραφα ανέκαθεν και πάντα σκεφτόμουν πως κάποια στιγμή στη ζωή μου θέλω να κάτσω να γράψω ένα βιβλίο με κείμενα που κατά καιρούς σημειώνω σε χαρτιά και μετά τα αφήνω στην άκρη.

Με αφορμή την αύξηση των γυναικοκτονιών το 2021, έκανα κάποιες τοποθετήσεις στην εκπομπή του Νίκου Μπογιόπουλου, για την οποία εργάζομαι απολαμβάνοντας απόλυτη ελευθερία, και ο υπεύθυνος των εκδόσεων ΚΨΜ, Βασίλης Γραμμέλης, ήταν εκείνος που σκέφτηκε πως αυτά που λέω και γράφω για το ζήτημα, σε συνδυασμό με τα όσα μου εκμυστηρεύονται οι γυναίκες που με βρίσκουν στα social media, πρέπει να συνυπάρξουν σε ένα βιβλίο. Έτσι κι έγινε.

Συγκέντρωση ενάντια στις γυναικοκτονίες

Διαβάζοντάς το τι θα ήθελες να μας μείνει, τι να κρατήσουμε στον νου μας;

Η έμφυλη ανισότητα είναι ένα πρόβλημα που μας αφορά όλες και όλους γιατί η πατριαρχία καταπιέζει άνδρες και γυναίκες – με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθμό, ασφαλώς. Δεν τίθεται θέμα «πολέμου» και «στρατοπέδων».

Δεν είμαστε οι γυναίκες απέναντι στους άντρες, είμαστε όλοι απέναντι στην πατριαρχία. Αυτό πρεσβεύει ο φεμινισμός και όλα τα άλλα είναι στρεβλώσεις. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στο ζήτημα της έμφυλης βίας και της γυναικοκτονίας, θα ήθελα να αφήσουμε όλες και όλοι στην άκρη τις ιδεολογικές μας παρωπίδες ή τις κομματικές μας βαλίτσες και να δούμε το πρόβλημα ακριβώς όπως είναι: γυναίκες κακοποιούνται και δολοφονούνται λόγω του φύλου τους.

Επειδή αποπειράθηκαν να ξεφύγουν από το καλούπι που κάποιοι άλλοι έχουν πλάσει για εκείνες. Βία δεν είναι μόνο ο φόνος ή ο βιασμός. Βία είναι να μην μπορείς να μιλήσεις μες στο σπίτι σου ή να μην έχεις πρόσβαση στα λεφτά σου.

Και κάτι τελευταίο: να σταματήσουμε να ενοχοποιούμε και να εξευτελίζουμε τα θύματα.

Με αυτόν τον τρόπο τα κακοποιούμε για δεύτερη φορά και αποθαρρύνουμε άλλα θύματα που πιθανώς θέλουν να μιλήσουν.

Exit mobile version