Βένια Σταματιάδη, πώς σου ήρθε να φτιάξεις ένα Φεστιβάλ στη Σαμοθράκη;
- 9 ΙΟΥΛ 2024
Σαμοθράκη. Το νησί στο οποίο ταξιδεύεις και αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι σε μία άλλη φύση, εκεί όπου μυθικά πλάσματα, νύμφες των νερών και των δέντρων μπορούν να ξεπηδήσουν ανά πάσα στιγμή για να σε παρασύρουν στον μυστικό κόσμο τους. Το νησί όπου ταξιδεύεις και γίνεσαι ένα με τη φύση, με τους καταρράκτες, τα απότομα ψηλά βουνά, τα δέντρα, τις πηγές και τις βάθρες της. Το νησί στο οποίο δεν θα νιώσεις ποτέ τον υπερτουρισμό να το καταλαμβάνει. Το νησί στο οποίο θα νιώσεις την ενέργεια, που κρατάει ακόμα ζωντανή από τα Καβείρια Μυστήρια. Σαμοθράκη. Το νησί που αν το επισκεφτείς μία φορά σίγουρα θα θες να ξαναγυρίσεις σε αυτό. Κάτι που συνέβη στη Βένια Σταματιάδη και την Ελένη Αποστολοπούλου.
Η Βένια Σταματιάδη και η Ελένη Αποστολοπούλου, δημιούργησαν πριν από 3 χρόνια τη διοργάνωση Ένα Φεστιβάλ στη Σαμοθράκη. Και έκτοτε κάθε χρόνο ανανεώνουν το ραντεβού τους με το νησί δίνοντάς του ακόμα μία «μαγική» ιδιότητα, το κάνουν προορισμό πολιτισμού. Μιλήσαμε με τη Βένια Σταματιάδη λίγο μετά την ολοκλήρωση του Ένα Φεστιβάλ στη Σαμοθράκη 2024, για όλα εκείνα που ο θεσμός εκπροσωπεί, όσα έλαβαν χώρα στο νησί του Θρακικού Πελάγους μεταξύ 21ης Ιουνίου και 24ης Ιουνίου 2024, αλλά και για την εμπειρία της να παίξει για πρώτη φορά μετά από 3 χρόνια στο Φεστιβάλ, στο δραματοποιημένο θεατρικό αναλόγιο Λύκαινα.
Γιατί αποφάσισε μία ηθοποιός να οργανώσει ένα 4ημερο φεστιβάλ με θεατρικές παραστάσεις, δημιουργικές δράσεις για παιδιά, συζητήσεις και ομιλίες, κινηματογραφικές προβολές, μουσική και ευρωπαϊκά προγράμματα καλλιτεχνικής φιλοξενίας, στη Σαμοθράκη; Πώς έχει συνδεθεί με τον τόπο και τους κατοίκους του; Τι ονειρεύεται για το μέλλον του Ένα Φεστιβάλ στη Σαμοθράκη; Η Βένια Σταματιάδη απαντά σε όλα τα ερωτήματά μας.
– Πώς ξεκίνησε η δική σου σχέση με τη Σαμοθράκη;
Η σχέση αυτή κρατάει από παλιά – αρκετά παλιά πια. Πήγα πρώτη φορά το 2004, ήμουν 2ο έτος στο πανεπιστήμιο και όλοι οι υπόλοιποι που έκαναν εκεί διακοπές μου φαίνονταν μεγάλοι. Η πρώτη επαφή με μάγεψε, αυτό το τεράστιο βουνό με τα τρεχούμενα νερά το περιτριγυρισμένο από θάλασσα με υπέβαλε κι μ’ έναν τρόπο ήταν σαν να ήξερα από την πρώτη στιγμή πως η σχέση μας δεν θα τέλειωνε εκεί, πως θα επέστρεφα ξανά και ξανά.
– Τι είναι αυτό που σας οδήγησε να διοργανώσετε για πρώτη φορά αυτό το Φεστιβάλ;
«Μετά από πολλών καλοκαιριών επιστροφές στο μέρος αυτό που συνειδητά είχαμε διαλέξει για χωριό μας, το να αυτοπροσδιοριζόμαστε σαν τουρίστριες δεν μας έφτανε. Θέλαμε να το γνωρίσουμε περισσότερο, να σχετιστούμε πιο ουσιαστικά».
Και καθώς και οι 2 μας δουλεύαμε στη Γαλλία, είχαμε εμπειρία σαν ηθοποιοί από αυτό που λέγεται «φεστιβάλ επιτόπου δημιουργίας», φεστιβάλ δηλαδή των οποίων οι δημιουργίες εμπνέονται από τον τόπο και παρουσιάζονται σαν θεάματα site-specific. Οπότε ένα τέτοιο φανταστήκαμε και για τη Σαμοθράκη κι ευτυχώς, δημιουργήθηκαν οι συνθήκες ώστε, παρά τις δυσκολίες, σύντομα να γίνει πράξη.
– Πόσο σημαντικό είναι σήμερα, να αναλαμβάνουν οι γυναίκες ηγετικούς ρόλους στο κομμάτι του πολιτισμού, όπως έχετε κάνει εσείς και η Ελένη Αποστολοπούλου;
Κατά τη γνώμη μου δεν είναι απλώς σημαντικό, είναι απαραίτητο. Τέτοιου είδους πρωτοβουλίες επιτρέπουν όχι μόνο να φωτιστεί η γυναικεία ματιά στην τέχνη αλλά ακόμα και να εισαχθούν σε αυτήν θεματολογίες οι οποίες δύσκολα θα εισάγονταν αν δεν ήταν γυναίκες οι επικεφαλής και, άρα, επιφορτισμένες με την ευθύνη της διαμόρφωσης του προγράμματος.
Θα φέρω ένα παράδειγμα: φέτος διοργανώσαμε μία ανοιχτή συζήτηση, ως μέρος ενός ευρωπαϊκού θεατρικού πρότζεκτ συνεργασίας, με θέμα τη θέση της εγκύου καλλιτέχνιδας στις παραστατικές τέχνες. Για το σκοπό αυτό κλήθηκε στο Φεστιβάλ η συνεργάτιδά μας και βραβευμένη Σέρβα δραματουργός,Mina Petrić.
«Στη φάση της έρευνας διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχαν παρά ελάχιστες αναφορές στο θέμα της εγκυμοσύνης στις παραστατικές τέχνες στο παρελθόν, πράγμα κατά τη γνώμη μου, καθόλου τυχαίο αν σκεφτεί κανείς πως επικεφαλής των οργανισμών ήταν ως επί το πλείστον άντρες».
– Πώς αντιμετώπισαν οι κάτοικοι του νησιού την πρωτοβουλία αυτή;
Υπήρξε ένας πυρήνας κατοίκων που μας αγκάλιασαν από την αρχή, από την πρώτη μέρα του πρώτου φεστιβάλ. Το πρώτο φεστιβάλ έγινε τον Μάρτιο του 2022, το Σάος ήταν ακόμα χιονισμένο και εμείς είχαμε μία πολύ κεντρική δράση ακροβατικών πανιών, για την οποία έπρεπε να τοποθετηθεί σύστημα ασφαλείας μέσα στο Φιδέλειο Πνευματικό Κέντρο.
Η κινητοποίηση των κατοίκων ήταν πραγματικά συγκινητική. Ανέλαβαν οι πυροσβέστες, στήθηκε σκαλωσιά μέσα σε μια νύχτα και όταν εμείς φτάσαμε το πρωί το σύστημα είχε ήδη μπει. Οι άνθρωποι αυτοί είναι μέχρι σήμερα δίπλα μας, στυλοβάτες πραγματικοί και συνηθίζουμε να λέμε πως το Ένα Φεστιβάλ στη Σαμοθράκη είναι δικό τους.
– Ποια ήταν τα highlights του φετινού τετραήμερου προγράμματος;
Οι φετινές δράσεις αγκαλιάστηκαν όλες -σίγουρα πολύ συγκινητική ήταν η συναυλία του Λάκη Παπαδόπουλου, ήταν σαν να ένωνε με τη ροκ προσωπικότητά του τα χρόνια από το 80 ως σήμερα. Ήταν πραγματικά υπέροχα. Επίσης είναι σημαντικό να τονίσω πως οι συνεργασίες που χτίστηκαν φέτος τόσο οι εγχώριες -με το ΚΘΒΕ και το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας- όσο και οι διεθνείς -με το Oerol Festival (Ολλανδία), το Φεστιβάλ Αντί-Σκηνο (Κύπρος), και την θεατρική εταιρεία ArtFrakcija (Σερβία) μας κάνουν περήφανες και αποτελούν σημαντικότατη παρακαταθήκη για το μέλλον.
– Έπαιξες κιόλας η ίδια σε μία από τις δράσεις του Φεστιβάλ. Είχες μια διαφορετική γλυκιά αγωνία γι’ αυτή τη δράση;
Φέτος ήταν η πρώτη φορά που έπαιξα στα πλαίσια του Φεστιβάλ. Η αλήθεια είναι πως τα πρώτα 2 χρόνια η οργάνωση και ο συντονισμός μάς απορροφούσε όλο τον χρόνο, δεν υπήρχε δυνατότητα για παράλληλη καλλιτεχνική δράση. Φέτος, λόγω και περισσότερης εμπειρίας αλλά κυρίως με την προσθήκη του συνεργάτη μας Αντώνη Λαγαρία στη διεύθυνση παραγωγής, τα πράγματα οργανωτικά ήταν, ας πούμε, πολύ πιο έτοιμα και εύκολα παρόλο που το Φεστιβάλ ήταν μεγαλύτερο. Οπότε και μου δόθηκε αυτή η δυνατότητα.
Η Λύκαινα, είναι ένα κείμενο που είχα ξεχωρίσει από όταν μου το είχε στείλει η Γεωργία Πιερρουτσάκου. Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα στιγμή της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας και η συνεργασία τόσο με τη Γεωργία, που επίσης το σκηνοθέτησε όσο και με τον Κώστα Βασαρδάνη ήταν εξαιρετική.
«Σίγουρα είχα μια διαφορετική γλυκιά αγωνία για αυτή τη δράση και αρκετές φορές η κούραση λόγω του ότι είχα διπλή ιδιότητα ήταν μεγάλη. Όμως το αποτέλεσμα με δικαίωσε απόλυτα και αυτή ήταν μόνο η αρχή του ταξιδιού της υπέροχης αυτής δουλειάς».
– Στο Φεστιβάλ συνεργάζεστε σταθερά με ομάδες από το εξωτερικό. Πόσο σημαντικές είναι για εσάς (και για τη σύνδεση της πολιτιστικής παραγωγής της Ελλάδας με την Ευρώπη) αυτές οι συνεργασίες και τι έχετε μάθει από αυτές;
Είναι σίγουρα πολύ σημαντικές. Σαν καλλιτέχνιδες που πατάμε μόνιμα εντός και εκτός Ελλάδας, το Φεστιβάλ δεν θα μπορούσε παρά να έχει αυτόν τον προσανατολισμό. Η σύνδεση της πολιτιστικής παραγωγής της Ελλάδας με το εξωτερικό αποτελεί για εμάς στόχο και έχει τεράστια αξία, πόσο μάλλον όταν σημείο σύνδεσης αποτελεί το ακριτικό νησί της Σαμοθράκης. Από τις συνεργασίες μας έχουμε μάθει πολλά και πάνω από όλα έχουμε καλλιεργήσει το αίσθημα της αλληλεγγύης και της αμφίδρομης στήριξης.
– Ποιο είναι τα όνειρά σας για το μέλλον του φεστιβάλ;
Να μεγαλώνει, να επενδύει σε νέες συνεργασίες σε Ελλάδα και εξωτερικό, να αναδεικνύει όλο και περισσότερο τη σύγχρονη θεατρική γραφή και παραστατική τέχνη και να γεμίζει όλο και περισσότερο το νησί με in situ δράσεις. Να αποτελέσει σημείο αναφοράς για την πολιτιστική σκηνή της βόρειας Ελλάδας, χωρίς όμως ποτέ να χάσει τον τρυφερό του χαρακτήρα.