ΥΓΕΙΑ

7 παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για αυτοάνοσα

Pexels

Ενώ οι ερευνητές, εξακολουθούν να αναζητούν απαντήσεις σχετικά με το τι ακριβώς προκαλεί τα αυτοάνοσα νοσήματα, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες κινδύνου, που πιστεύεται ότι επηρεάζουν την ανοσολογική ανοχή και μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη αυτοάνοσων καταστάσεων.

Λάβε υπόψη, ότι ενώ οι παρακάτω παράγοντες μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης αυτοάνοσων νοσημάτων, αυτό δεν σημαίνει ότι νομοτελειακά πρόκειται να αναπτυχθούν.

7 παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για αυτοάνοσα νοσήματα Pexels

1. Το φύλο

Συνολικά, το 78% των ατόμων που προσβάλλονται από αυτοάνοση νόσο είναι γυναίκες. Όσον αφορά συγκεκριμένες καταστάσεις, έως και το 95% των ασθενών με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (ΣΕΛ) και το σύνδρομο Sjogren, είναι γυναίκες. Άλλα αυτοάνοσα, όπως η αρθρίτιδα και η σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) εμφανίζονται στις γυναίκες περίπου 60% περισσότερο από ό,τι στους άνδρες.

Παράγοντες που διαφέρουν μεταξύ των φύλων, όπως το πρόσθετο χρωμόσωμα Χ, ορισμένες ορμονικές αλλαγές, η αναπαραγωγική λειτουργία, οι ανοσολογικές αποκρίσεις, οι επιδράσεις των περιβαλλοντικών παραγόντων και η ευπάθεια των οργάνων, θα μπορούσαν όλοι να συμβάλλουν στον υψηλότερο επιπολασμό αυτοάνοσων νοσημάτων στις γυναίκες.

2. Κληρονομικότητα

Ορισμένες διαταραχές, όπως ο λύκος και η σκλήρυνση κατά πλάκας, τείνουν να εμφανίζονται σε οικογένειες. Εάν έχεις συγγενείς με αυτοάνοση νόσο, τότε είναι πιο πιθανό να αναπτύξεις μια αυτοάνοση διαταραχή, αν και όχι απαραίτητα την ίδια.

Μία γενετική προδιάθεση για αυτοάνοση νόσο, σημαίνει ότι ο κίνδυνος είναι υψηλότερος λόγω μιας κληρονομικής γενετικής παραλλαγής, που μπορεί να επηρεάσει την ανοσολογική απόκριση. Ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται αυτό το συγκεκριμένο γονίδιο μπορεί να αλλάξει μέσω του επιγονιδιώματος, ενός στρώματος χημικών ετικετών που βρίσκεται πάνω από το DNA.

Όταν περιβαλλοντικοί παράγοντες ενεργοποίησης, αλληλεπιδρούν με το επιγονιδίωμα, έχουν την ικανότητα να ενεργοποιούν ή να απενεργοποιούν μέρη του γονιδιώματος, μέσω πολύπλοκων χημικών αντιδράσεων.

3. Ύπαρξη άλλου αυτοάνοσου νοσήματος

Όταν υπάρχει ήδη ένα αυτοάνοσο νόσημα, αυξάνεται και ο κίνδυνος για ανάπτυξη περισσότερων. Μια συσσώρευση τριών ή περισσότερων αυτοάνοσων καταστάσεων, ονομάζεται Πολλαπλό Αυτοάνοσο Σύνδρομο (MAS), το οποίο παρατηρείται σε περίπου 25% των ασθενών.

Είναι σύνηθες για άτομα με ορισμένες παθήσεις όπως κοιλιοκάκη, ρευματοειδής αρθρίτιδα, σκλήρυνση κατά πλάκας, Hashimoto ή Sjogren, να εμφανίζουν MAS. Γεγονός που πιθανότατα οφείλεται σε συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.

4. Παχυσαρκία

Δεδομένου ότι η παχυσαρκία έχει αναγνωριστεί παγκοσμίως ως μία από τις πιο επικίνδυνες και σοβαρές ασθένειες του 21ου αιώνα, καθώς 1 στους 2 Ευρωπαίους είναι υπέρβαρος και 1 στους 3 είναι παχύσαρκος, είναι κρίσιμο να αναγνωρίσουμε τη σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και άλλων χρόνιων καταστάσεων, όπως τα αυτοάνοσα νοσήματα.

Το υπερβολικό βάρος σχετίζεται με περισσότερες από 10 αυτοάνοσες ασθένειες και μπορεί να εμπλέκεται σε άλλες. Έχει βρεθεί ότι αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης αυτοάνοσων καταστάσεων όπως η ρευματοειδής και η ψωριασική αρθρίτιδα.

Το λίπος – ή ο λιπώδης ιστός – εμπλέκεται σε πολλές φυσιολογικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένου του μεταβολισμού και της απόκρισης του ανοσοποιητικού συστήματος. Όταν ο λιπώδης ιστός συσσωρεύεται και γίνεται δυσλειτουργικός, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη ή απορυθμισμένη έκκριση βιοδραστικών ουσιών που τείνουν να μεταβάλλουν σημαντικά τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.

Με άλλα λόγια, η παχυσαρκία βάζει το σώμα σε μια χρόνια κατάσταση χαμηλής φλεγμονής και μπορεί να απειλήσει μια κατά τα άλλα υγιή ανοσοαπόκριση.

5. Κάπνισμα και έκθεση σε τοξικούς παράγοντες

Οι ερευνητές ανακαλύπτουν ότι το κάπνισμα είναι ένας παράγοντας κινδύνου, ο οποίος συνδέεται με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, τη σκλήρυνση κατά πλάκας και άλλες αυτοάνοσες ασθένειες.

Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Κατά το κάπνισμα παράγονται χιλιάδες χημικές ουσίες, μερικές από τις οποίες είναι γνωστό ότι είναι τοξικές. Η εισπνοή του καπνού του τσιγάρου επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα μέσω διαφόρων πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων, συμπεριλαμβανομένων των φλεγμονωδών αποκρίσεων, της ανοσοκαταστολής και της ανάπτυξης αυτοαντισωμάτων.

Η έκθεση σε άλλες τοξίνες όπως οι ατμοσφαιρικοί ρύποι ή η υπεριώδης ακτινοβολία σχετίζονται επίσης με την ανάπτυξη αυτοάνοσων ασθενειών όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας. Επίσης πολλοί τοξικοί παράγοντες έχουν την ικανότητα να αλλάζουν την έκφραση των γονιδίων. Με λίγα λόγια, μπορούν να ενεργοποιήσουν ένα κατά τα άλλα καταπιεσμένο γονίδιο ή να απενεργοποιήσουν ένα ενεργό, οδηγώντας σε αυτοάνοση ασθένεια.

6. Ορισμένα φάρμακα

Πολλοί άνθρωποι λαμβάνουν φαρμακευτικά προϊόντα σε καθημερινή βάση για να μειώσουν την αρτηριακή πίεση, να διαχειριστούν την κατάθλιψη και το άγχος ή να εξισορροπήσουν τα επίπεδα χοληστερόλης. Και είναι γνωστό ότι αυτά τα φάρμακα έχουν πιθανές παρενέργειες.

Οι επιστήμονες ανακαλύπτουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτές οι παρενέργειες περιλαμβάνουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και μπορεί να πυροδοτήσουν αυτοάνοσες αντιδράσεις. Ορισμένα φάρμακα για την αρτηριακή πίεση, στατίνες και αντιβιοτικά μπορούν να προκαλέσουν αυτοάνοσες καταστάσεις που προκαλούνται από φάρμακα όπως ο λύκος ή η αυτοάνοση ηπατίτιδα.

7. Διάφορες λοιμώξεις

Η πρώιμη έκθεση σε ορισμένες λοιμώξεις, αυξάνει την ευαισθησία σε αυτοάνοσες ασθένειες. Η παρουσία του ιού Epstein Barr (EBV) και εμφανίζεται συχνά στην παιδική ηλικία (Λοιμώδης Μονοπυρήνωση) σχετίζεται με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, ρευματοειδή αρθρίτιδα και σύνδρομο Sjogren.

Ένας άλλος μολυσματικός μικροοργανισμός – ένα βακτήριο που ονομάζεται στρεπτόκοκκος της ομάδας Α – μπορεί να προκαλέσει αυτοάνοση νόσο που σχετίζεται με την καρδιά, τις αρθρώσεις και τον εγκέφαλο, όπως ο οξύς ρευματικός πυρετός και η ρευματική καρδιοπάθεια.

Αυτοί οι ιοί αλληλεπιδρούν με τη γενετική, μέσω ποικίλων μηχανισμών. Εν ολίγοις, μπορούν να ενεργοποιήσουν ορισμένα γονίδια που επηρεάζουν την ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος να αναγνωρίζει τις πραγματικές «απειλές», προκαλώντας μια αυτοάνοση αντίδραση.

Ο ιός SARS-CoV-2 σχετίζεται με αυτοάνοσα νοσήματα με διάφορους τρόπους, αν και οι ερευνητές εξακολουθούν να ερευνούν αυτή τη σχέση. Η μόλυνση από τον COVID-19, έχει αναφερθεί ότι πυροδοτεί περιπτώσεις συνδρόμου Guillain-Barre, λύκου και άλλων αυτοάνοσων.