Αυτοί οι άνθρωποι θα σε κρατήσουν στη ζωή
- 10 ΣΕΠ 2016
"Αλήθεια εσύ το σκέφτηκες ποτέ;""εεε, όχι""Ποτέ, ποτέ;"Ήταν αυτές οι αφοπλιστικές ερωτήσεις του κυρίου Κατσαδόρου που με έκαναν να ξεροκαταπιώ και να παγώσω. "Μπορούμε και πρέπει να μιλάμε ανοιχτά γι' αυτό. Με το να ρωτήσεις κάποιον ευθέως αν σκέφτεται να αυτοκτονήσει δεν του βάζεις την ιδέα στο κεφάλι".
Στον αριθμό 50 της οδού Δεκελέων στον Κεραμεικό, στεγάζεται εδώ και επτά χρόνια το Κέντρο Ημέρας για την πρόληψη της αυτοκτονίας, το οποίο αποτελεί κομμάτι της ΜΚΟ “ΚΛΙΜΑΚΑ” (φορέας ανάπτυξης ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού). Βρέθηκα λοιπόν εκεί, καθισμένη σε ένα μεγάλο τραπέζι παλιού τύπου, απ’ αυτά με το βαρύ ξύλο, με μερικά από τα άτομα που στελεχώνουν την ομάδα του επιστημονικού προσωπικού, για να συζητήσω για κάτι που ναι μεν είναι μακριά από τα δικά μου χωράφια, αλλά ακούω και διαβάζω κάθε μέρα γι’ αυτό: τους θανάτους λόγω αυτοκτονίας.
“Είναι μοιραία πράξη;”, “Όταν δεν υπάρχει ελπίδα, υπάρχει βοήθεια”, αφίσες και φυλλάδια γύρω μου παρακινούν κάθε άνθρωπο που νιώθει ότι δε βρίσκει πλέον νόημα στη ζωή, να τηλεφωνήσει στο 1018, την γραμμή παρέμβασης για την αυτοκτονία. Το πρώτο πράγμα που με έκανε να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους από την ΚΛΙΜΑΚΑ, ήταν η σκέψη ότι χτυπάει το τηλέφωνο στο γραφείο, το σηκώνω κι έχω στην άλλη γραμμή έναν άνθρωπο που σκέφτεται να βάλει τέλος στη ζωή του. Πώς μπορώ να τον κάνω να αλλάξει γνώμη; Τι του λέω; Πόσο εύκολο είναι να τον σταματήσω;
“Ας ξεκινήσουμε από το ότι το 90 με 95 τοις εκατό των αυτοκτονιών θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί. Αυτό μας θυμώνει πολύ και μας κινητοποιεί ταυτόχρονα. Η γραμμή 1018, το 2015 δέχτηκε πάνω από έντεκα χιλιάδες κλήσεις. Στη συντριπτική πλειονότητα των αυτοκτονιών υποβόσκει και θέμα ψυχικής υγείας. Πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Στη γραμμή συνήθως ακούμε για προβλήματα στη σχέση, στην οικογένεια, στα οικονομικά, κάποιος χωρισμός και διάφορα στρεσογόνα γεγονότα. Αυτό είναι το κύριο κομμάτι, αλλά από κάτω υπάρχουν κι άλλα ζητήματα που θα πρέπει να διερευνηθούν ώστε να δούμε τελικά πώς μπορεί το άτομο να διαφύγει τον κίνδυνο”.
Κανένας λόγος από μόνος του δεν είναι αρκετός. Δεν αυτοκτονεί κάποιος λόγω ερωτικής απογοήτευσης ή λόγω ανεργίας. Είναι το εκλυτικό αίτιο, αλλά δε μπορούμε να μιλήσουμε ξεκάθαρα για αιτίες. Τους επιβαρύνουν κι άλλοι παράγοντες έτσι ώστε να φτάσουν στην αυτοκτονική σκέψη και κατ’ επέκταση να μπουν σε αυτοκτονικές συμπεριφορές.
Έχει αποδειχτεί ότι άνθρωποι που πήδηξαν από παράθυρο, την τελευταία στιγμή κρατήθηκαν. Εφόσον κάποιος μπαίνει στη διαδικασία και παίρνει τηλέφωνο, υπάρχει αμφιθυμία, ένα κομμάτι του θέλει να ζήσει. Το μυαλό του αρχίζει να σκέφτεται εκείνη τη στιγμή ότι μπορεί να σωθεί, ότι μπορεί να κάνει κάτι. Για να το καταφέρει όμως είναι βασικό να νιώθει ότι έχει δίπλα του ανθρώπους που εμπιστεύεται.
Στην πραγματικότητα μπορείς δηλαδή να σώσεις κάποιον μόνο με το να είσαι εκεί γι’ αυτόν.
“Δε χρειάζεται πάντα να λέμε ότι όλα είναι καλά. Το να αποφεύγεις να μιλάς για την κατάσταση αυτή και να προσπαθείς να φτιάξεις το κέφι ενός ανθρώπου που έχει δια παράδειγμα κατάθλιψη, δεν έχει αποτέλεσμα. Δεν έχει ούτε την ενέργεια , ούτε την ψυχική αντοχή να σηκωθεί από το κρεβάτι να βγει έξω για να ξεχαστεί. Μπορεί απλά να έχει την ανάγκη να μιλήσει για το πόσο άσχημα νιώθει. Πρέπει να του δώσουμε να καταλάβει ότι είμαστε μαζί του, καταλαβαίνουμε τη δυσκολία που περνάει και θα προσπαθήσουμε μαζί να το αλλάξουμε. Είναι πολύ προστατευτικό ώστε να αποφευχθεί μια απόπειρα αυτοκτονίας το να νιώθει κάποιος ότι έχει ανθρώπους δίπλα του”.
Αυτό που λέμε και στη γραμμή πολλές φορές, είναι να σκεφτείς στιγμές του παρελθόντος στις οποίες ένιωθες πιο δυνατός και ότι ίσως αυτές οι στιγμές θα ξανάρθουν. Τότε που είχες προβλήματα και τα ξεπέρασες, τα διόρθωσες, τα διαχειρίστηκες. Συμμαχείς με ένα πιο υγιές, δυνατό κομμάτι που μπορεί εκείνη τη στιγμή να είναι πολύ μικρό, αλλά υπάρχει.
Όταν κάποιος λέει ότι θέλει να αυτοκτονήσει ή εκδηλώνει πρόθεση να κάνει κακό στον εαυτό του πρέπει να τον παίρνουμε πάντα στα σοβαρά γιατί είναι κάτι που δεν έχει επιστροφή.
“Έχουμε ραντεβού με μια μητέρα της οποίας θεωρούμε πως το παιδί είναι υψηλού κινδύνου κι εκείνη δεν το κατανοεί. Αυτό πρέπει να μπει στα χαρτιά μας για να ξέρουμε ότι υπάρχουν άτομα που χρειάζονται μια πιο δυναμική παρέμβαση από άλλους. Θέλουμε να δώσουμε στους γονείς να καταλάβουν ότι το “θέλω ν’ αυτοκτονήσω” δεν είναι ένα σκέρτσο ή μια πλάκα.” Κάπου εδώ η συζήτηση ανοίγει και μαθαίνω ότι δέχονται κλήσεις και από ανθρώπους που ανησυχούν για συγγενείς ή φίλους και τις προθέσεις τους. Παρόλ’ αυτά τις περισσότερες φορές η ίδια η οικογένεια είναι αρνητική στο να πάει το οικείο τους πρόσωπο στον επαγγελματία ψυχικής υγείας.
Τηλεφωνούν προκειμένου να τους καθησυχάσουμε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος και δε θα συμβεί κάτι αν δεν τον πάνε στο νοσοκομείο. Υπάρχει άγνοια γύρω από το τι σημαίνει να πηγαίνει κανείς στον ψυχίατρο, αλλά πρέπει να φέρουμε τα άτομα αυτά σε επαφή με ειδικό ψυχικής υγείας. Είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστεί όλο αυτό από μόνο του ή μόνο με τη βοήθεια φίλων και συγγενών. Εμείς φυσικά τους παραπέμπουμε είτε σε κάποιο νοσοκομείο, είτε κλείνουμε ραντεβού να δει κάποιον ειδικό εδώ, ανάλογα τη σοβαρότητα του περιστατικού.
Παρά το γεγονός ότι το κέντρο για την πρόληψη της αυτοκτονίας έχει ενταχθεί από το 2012 στο Υπουργείο Υγείας, υπάρχουν ακόμα αρκετά προστατευτικά μέτρα που θα μπορούσαν να παρθούν, αλλά συναντούν γραφειοκρατικά εμπόδια. Για παράδειγμα η μείωση της πρόσβασης στα θανατηφόρα μέσα όπως το μετρό και οι γέφυρες, ή να γίνει μια λεπτομερής ενημέρωση για τη φύλαξη των όπλων στα σπίτια. “Ζητούσαμε να μπουν ταμπέλες στην γέφυρα της Χαλκίδας από την οποία έχουν πηδήξει πολλοί άνθρωποι και το ζήτημα συνάντησε εμπόδια στο Υπουργείο Μεταφορών, για να ακούσουμε την ατάκα “τώρα τι παιδεύεστε;”.
Η συζήτηση περί ευθυνών
“Κάνει κάποιος απόπειρα αυτοκτονίας, τον πάνε στο νοσοκομείο και νοσηλεύεται στον τέταρτο δίπλα στο παράθυρο. Αυτό είναι έγκλημα. Λες στη μάνα του παιδιού ότι είναι αυτοκτονικός και πρέπει να μπει στο νοσοκομείο. Εκείνη δεν το δέχεται και το παιδί την επόμενη μέρα πηδάει. Γιατρός βλέπει συμπτώματα αυτοκτονικά και δεν ενημερώνει ότι πρέπει το άτομο να νοσηλευτεί ή δίνουν εξιτήριο από το ψυχιατρικό σε άτομο υψηλού κινδύνου και 10 μέρες μετά αυτοκτονεί“.
Πρέπει κάποτε και οι συγγενείς και οι γιατροί και οι ασθενείς να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Είναι τόσο εύκολο να κάνεις κάποιον να αυτοκτονήσει απλά αδιαφορώντας για εκείνον.
Μετά τον θάνατο, τι;
Μετά από μια αυτοκτονία είναι λίγο δύσκολο για τους ειδικούς, να καταλάβουν τι ακριβώς έφερε τον άνθρωπο στο σημείο να το κάνει, αλλά μπορούν να προσεγγίσουμε το φαινόμενο της αυτοκτονικότητας και μέσα από τους επιζώντες αλλά και όσους έχουν κάνει απόπειρες. Βέβαια το γεγονός ότι οι απόπειρες δεν καταγράφονται δυσκολεύει το έργο τους, αφού είναι ο σημαντικότερο δείκτης για την επόμενη απόπειρα (Ο κίνδυνος είναι αυξημένος μετά, ή και κατά τη διάρκεια μιας νοσηλείας).
Προκειμένου λοιπόν να φτάσουν λίγο πιο κοντά στο γιατί και πώς ένας άνθρωπος έφτασε στο σημείο να τερματίσει στη ζωή του, οι ειδικοί ψυχικής υγείας εφαρμόζουν τη μέθοδο της ψυχολογικής αυτοψίας.
Συγκεντρώνουν δηλαδή στοιχεία για τη ζωή του, μέσα από συνεντεύξεις με τους οικείους, εξετάζοντας τυχόν γραπτά του ή τον υπολογιστή του. Έτσι, δημιουργείται ένα προφίλ παραγόντων κινδύνου, προειδοποιητικών σημαδιών, αλλά και τι συσωρεύτηκε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Μ’ αυτόν τον τρόπο, πέρα από το ότι βοηθούν στην πρόληψη σε ένα μεγαλύτερο επίπεδο αναλύοντας συλλογικά τα στοιχεία των αυτοψιών, δευτερογενώς είναι και ένα μέσο ανακούφισης και υποστήριξης της οικογένειας, γιατί της δίνουν την δυνατότητα να μιλήσει γι αυτόν τον θάνατο και να απαντηθούν και κάποια γιατί, γιατί σίγουρα υπάρχουν πολλά γιατί όταν φεύγει ένας άνθρωπος.
Κοιτάζω γύρω μου και βλέπω πάρα πολλά ρολόγια, τα περισσότερα μάλιστα από εκείνα που έχουν το εκκρεμές. Κάνω μια μικρή παύση στην κουβέντα για να σκεφτώ την τραγική ειρωνεία μεταξύ ζωής και υπόλοιπου χρόνου. Η συζήτηση δεν έχει βαρύνει παραδόξως, γεγονός που με κάνει να σκεφτώ και την ψυχολογία των ειδικών όταν γυρνούν σπίτι τους. “Σηκώνετε τηλέφωνα και μιλάτε με ανθρώπους που σκέφτονται να τερματίσουν τη ζωή τους. Σε τι κατάσταση φεύγετε από εδώ;”, ρωτάω με τη διακριτικότητα που με χαρακτηρίζει.
Έχουμε δουλέψει με τον εαυτό μας. Αν πάρουμε τα πράγματα της δουλειάς στο σπίτι, φταίμε εμείς, δεν θα έχουμε κάνει καλή θεραπεία. Φεύγοντας βέβαια δεν θα έλεγα πως κλείνει η πόρτα, μάλλον ανοίγει. Αν την κλείσεις, απομονώνεσαι. Εμείς απ’ την άλλη, την ανοίγουμε και μπαίνουμε στην ύπαρξη, την πραγματικότητα, βλέπουμε πιο διευρυμένα τι θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς για να την αλλάξουμε.
Κατεβαίνοντας από τον τέταρτο όροφο, στο κεφάλι μου σχεδόν έπαιζε ξανά το αρχείο της ηχογράφησης όσων είπα με τη Ντόροθι, την Κωνσταντίνα και τον κύριο Κυριάκο. Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να πείσεις κάποιον από το τηλέφωνο για την αξία της ζωής, αλλά αυτό είναι κάτι που αναλαμβάνουν οι επαγγελματίες. Αν πρέπει εγώ να βρω αυτή τη στιγμή κάτι για να κλείσω ένα κείμενο περί πρόληψης της αυτοκτονίας, τότε θα χρησιμοποιήσω αυτό που διαβάζω στο φυλλάδιο μπροστά μου: “Όταν δεν υπάρχει ελπίδα, υπάρχει βοήθεια”.
*1018, 24ωρη γραμμή παρέμβασης για την αυτοκτονία.
(Απευθύνεται σε:
Ανθρώπους που σκέφτονται να αυτοκτονήσουν
Ανθρώπους που έχουν αποπειραθεί να αυτοκτονήσουν στο παρελθόν
Ανθρώπους με αυτοκαταστροφική συμπεριφορά
Ανθρώπους που βιώνουν την απώλεια ή ανησυχούν για κάποιο δικό τους άνθρωπο)