Η «ορμόνη της αγάπης» είναι υπερεκτιμημένη σύμφωνα με τους επιστήμονες
- 31 ΙΑΝ 2023
Από τις δεκάδες ορμόνες που βρίσκονται στο ανθρώπινο σώμα, η ωκυτοκίνη μπορεί να είναι η πιο υπερεκτιμημένη. Συνδεδεμένη με τις απολαύσεις του ρομαντισμού, των οργασμών, της συναισθηματικής προσκόλλησης και άλλων, η ωκυτοκίνη έχει χαρακτηριστεί ως η «ορμόνη της αγάπης», το «ηθικό μόριο», ακόμη και «η πηγή της ηρεμίας και της ευεξίας».
Ο ζωτικός ρόλος της ωκυτοκίνης, ωστόσο, για τις κοινωνικές προσκολλήσεις τίθεται πλέον υπό επιστημονική αμφισβήτηση. Περισσότερα από 40 χρόνια φαρμακολογικής και συμπεριφορικής έρευνας, έχει επισημάνει τη σηματοδότηση των υποδοχέων ωκυτοκίνης, ως ουσιαστικό μονοπάτι για την ανάπτυξη κοινωνικών συμπεριφορών σε ποντίκια, ανθρώπους και άλλα είδη. Αλλά μια γενετική μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο περιοδικό Neuron, δείχνει ότι ένα συγκεκριμένο είδος θηλαστικών, μπορεί να δημιουργήσει μόνιμες προσκολλήσεις με τους συντρόφους του και να παρέχει γονική φροντίδα, χωρίς την έκκριση ωκυτοκίνης.
Ένα συγκεκριμένο είδος ποντικιών, οι αγροπόντικες (Microtus ochrogaster) είναι ένα από τα λίγα μονογαμικά είδη θηλαστικών. Μετά το ζευγάρωμα, σχηματίζουν ισόβιο δεσμό με το ταίρι τους. Μοιράζονται τις γονικές ευθύνες, προτιμούν την παρέα του συντρόφου τους από άγνωστα μέλη του αντίθετου φύλου και απορρίπτουν ενεργά πιθανούς νέους συντρόφους.
Οι νευροεπιστήμονες Devanand Manoli του UCSF και ο Nirao Shah του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, ήθελαν να μάθουν εάν η σύνδεση που αναπτύσσεται σε κάθε ζευγάρι ποντικιών, επηρεάζεται πραγματικά από την έκκριση ωκυτοκίνης. Στη συνέχεια, οι ερευνητές αναρωτήθηκαν εάν η σηματοδότηση του υποδοχέα ωκυτοκίνης, είναι εξίσου απαραίτητη για άλλες λειτουργίες του: Τον τοκετό, την ανατροφή των παιδιών και την απελευθέρωση γάλακτος κατά τη γαλουχία.
«Διαπιστώσαμε ότι τα μεταλλαγμένα ποντίκια, όχι μόνο μπορούν να γεννήσουν, αλλά στην πραγματικότητα και να θηλάζουν, χωρίς η ωκυτοκίνη να εμπλέκεται πουθενά σε αυτές τις διαδικασίες», λέει ο Shah. Τόσο τα αρσενικά όσο και τα θηλυκά εμπλέκονταν κανονικά στις συνήθεις γονικές συμπεριφορές τους και ήταν σε θέση να αναθρέψουν τα νεογνά τους, μέχρι την ηλικία του απογαλακτισμού.
Όταν ρωτήθηκαν γιατί τα αποτελέσματά τους διαφέρουν από προηγούμενες δημοσιευμένες μελέτες που χρησιμοποιούσαν φάρμακα για να εμποδίσουν τη σηματοδότηση των υποδοχέων ωκυτοκίνης, οι ερευνητές επισημαίνουν τη βασική διαφορά μεταξύ γενετικών και φαρμακολογικών μελετών: Την ακρίβεια.
«Τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια, οι άνθρωποι ήλπιζαν στις δυνατότητες της ωκυτοκίνης, ως ένα ισχυρό θεραπευτικό για τη βοήθεια ατόμων με κοινωνικές γνωστικές βλάβες λόγω καταστάσεων που κυμαίνονται από τον αυτισμό έως τη σχιζοφρένεια», λέει ο Manoli. «Αυτή η έρευνα δείχνει ότι πιθανότατα δεν υπάρχει μια μαγική σφαίρα για κάτι τόσο περίπλοκο, όπως η κοινωνική συμπεριφορά».
Μια άλλη βασική διαφορά είναι ότι, ενώ οι περισσότερες φαρμακολογικές μελέτες καταστέλλουν τη σηματοδότηση του υποδοχέα ωκυτοκίνης σε ενήλικα ζώα, αυτή η μελέτη την απενεργοποίησε όταν τα ποντίκια, ήταν ακόμα έμβρυα.
«Έχουμε κάνει μια μετάλλαξη που ξεκινά πριν από τη γέννηση», λέει ο Shah. «Μπορεί να υπάρχουν αντισταθμιστικά ή περιττά μονοπάτια που ξεκινούν σε αυτά τα μεταλλαγμένα ζώα και συγκαλύπτουν τα ελλείμματα στην προσκόλληση, τις γονικές συμπεριφορές και το θηλασμό».