ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Η σκοτεινή πλευρά της ψυχικής ανθεκτικότητας

Pexels

Η ψυχική ανθεκτικότητα ορίζεται ως η ψυχολογική ικανότητα προσαρμογής και αντιμετώπισης του άγχους. Είναι η ικανότητα προσαρμογής ενάντια στις αντιξοότητες, στο τραύμα, τις τραγωδίες, τις απειλές, τις σημαντικές πηγές στρες και τις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της ζωής.

Αυτό το χαρακτηριστικό ήταν πάντα επιθυμητό. Πολλοί μεγάλοι φιλόσοφοι έχουν υποστηρίξει τις αρετές του, από το περίφημο «ό,τι δεν με σκοτώνει με κάνει πιο δυνατό» του Nietzsche, μέχρι τον Σενέκα, που υποστήριζε ότι οι δυσκολίες δυναμώνουν το μυαλό, με τον ίδιο τρόπο που η σωματική εργασία ενισχύει το σώμα.

Ωστόσο, ανάλογα με τον τρόπο που ο καθένας μας αντιλαμβάνεται προσωπικά την ψυχική ανθεκτικότητα, στην πραγματικότητα, μπορεί να γίνει δίκοπο μαχαίρι. Με ποιους τρόπους μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο και πότε από υγιής ψυχική άμυνα, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στο κοινωνικό σύνολο, όσο και στην ψυχολογία μας;

Η σκοτεινή πλευρά της ψυχικής ανθεκτικότητας iStock

Η ψυχική ανθεκτικότητα μπορεί να σε κάνει να επιμένεις χωρίς νόημα

Η πρώτη περίπτωση όπου η ακραία ψυχική ανθεκτικότητα, μπορεί πραγματικά να είναι επιζήμια, είναι εάν προσπαθείς να πετύχεις έναν μη ρεαλιστικό ή ανέφικτο στόχο. Το «ο ουρανός είναι το όριο» ή κάποια άλλη εκδοχή αυτής της φράσης, στην πραγματική ζωή δεν ισχύει.

Η ψυχική ανθεκτικότητα μπορεί έτσι να οδηγήσει σε ψεύτικες ελπίδες και να γίνει η αιτία να σπαταλήσεις τεράστια ποσά χρόνου και ενέργειας, χωρίς κανένα ρεαλιστικό πλαίσιο. Τείνει ουσιαστικά να συμβαδίζει με την υπερβολική αυτοπεποίθηση και την αβάσιμη αισιοδοξία.

Μερικές φορές, δεν είναι τίποτα άλλο από τοξική θετικότητα

Εάν το παρακάνουμε, η θετικότητα μπορεί να μας κάνει να αγνοήσουμε την πραγματικότητα και πράγματα που μας προκαλούν θλίψη, ανησυχία ή άγχος. Αρνούμαστε τα συναισθήματά μας, προσπαθώντας να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι υπάρχουν τόσα πολλά για τα οποία πρέπει να είμαστε ευγνώμονες.

Ο πόνος, το άγχος και η γενικευμένη δυσφορία, θεωρούνται «μιαρά» συναισθήματα, τα οποία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο πρέπει να αποβάλλουμε, χωρίς καμία επεξεργασία.

Όταν όμως η ηρεμία και η ευτυχία θεωρούνται προεπιλεγμένες καταστάσεις, υπονοείται ότι κάτι δεν πάει καλά με εμάς τους ίδιους. Εμείς φταίμε αν νιώθουμε αγχωμένοι ή δυστυχισμένοι.

Το να αναγκάζουμε όμως τον εαυτό μας ή τους γύρω μας να είναι ευτυχισμένοι με κάθε κόστος, έχει ένα τίμημα. Καταστέλλει σημαντικά συναισθήματα και καταχωνιάζει πληροφορίες, που μπορεί να είναι κρίσιμες για την ευημερία μας.

Μη ρεαλιστική αναδρομή

Εξ ορισμού, η ψυχική ανθεκτικότητα συνεπάγεται την επιστροφή σε μια προηγούμενη κατάσταση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να είναι απίθανο ή εντελώς αδύνατο.

Όταν κολλάμε στο πώς «πρέπει» να είμαστε, δεν αναγνωρίζουμε τις επιλογές που έχουμε στη διάθεσή μας.

Μια πιο ελπιδοφόρα και ρεαλιστική προσέγγιση, είναι η συνειδητοποίηση και ο συμβιβασμός με το γεγονός ότι είμαστε μέρος αέναων αλλαγών.

Μπορεί να χρησιμοποιείται ως ακύρωση

Η ακραία ψυχική ανθεκτικότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί περιφρονητικά προς τους γύρω μας, επιπλήττοντάς τους επειδή δεν είναι «αρκετά δυνατοί».

Ενώ το να λες σε κάποιον ότι είναι «δυνατός» είναι κομπλιμέντο, μπορεί ταυτόχρονα να σημαίνει ότι δεν θέλεις να τον δεις να υποφέρει, επειδή σε κάνει να νιώθεις άβολα. Μπορεί να είναι σαν να λες: «Ξέρεις τί πρέπει να κάνεις μην με ενοχλείς». 

Ο κίνδυνος της απάθειας μπροστά στις αντιξοότητες

Ο πιο προφανής ίσως κίνδυνος της ψυχικής ανθεκτικότητας, είναι ότι μπορεί να μας κάνει υπερβολικά ανεκτικούς σε αρνητικά γεγονότα.

Ο ορυμαγδός αρνητικών ειδήσεων, οι δυσκολίες της ενήλικης ζωής και οι αναπόφευκτες αλλαγές σε έναν συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο, μπορούν να δοκιμάσουν την ενσυναίσθηση μας. Σε τέτοιο σημείο που μετατρέπονται σε παραίτηση, ματαίωση, ανοχή και απάθεια.

Η ψυχική ανθεκτικότητα μπορεί να σε κάνει σκληρό κριτή

Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους γύρω από την ψυχική ανθεκτικότητα, είναι ότι κάτι δεν πάει καλά με κάποιον που δεν μπορεί να προσαρμοστεί και μάλιστα γρήγορα. Η ψυχική ανθεκτικότητα παύει να είναι χρήσιμη όταν γίνεται ένας τρόπος να επισημάνουμε σε κάποιον άλλο ή στον εαυτό μας, ότι απέτυχε.

Στην πραγματικότητα χρειαζόμαστε χρόνο για να προσαρμοστούμε σε μια αλλαγή, όσο αναπόφευκτη κι αν είναι.