SEX

Όχι εγώ, μια φίλη μου, θέλει να χρησιμοποιήσει sex toys με τον φίλο της. Πώς να το κάνει χωρίς εκείνος να νιώσει ανασφάλεια;

24Media Creative Team

Όχι εγώ, μια φίλη μου, βγαίνει εδώ και λίγο καιρό με αυτόν τον τύπο. Επικοινωνούν αρκετά καλά και η σεξουαλική τους ζωή εξελίσσεται όσο έρχονται πιο κοντά και γνωρίζονται περισσότερο. Την τελευταία φορά που έκαναν σεξ, εκείνη έφερε τον δονητή της στο κρεβάτι και του ζήτησε να τον χρησιμοποιήσουν. 

Εκείνος δίστασε και δεν ήξερε πώς να αντιδράσει. Η ατμόσφαιρα φυσικά έπαψε άμεσα να είναι ερωτική και η πράξη δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Σε συζήτηση που ακολούθησε, εκείνος εξέφρασε μεταξύ άλλων, σκέψεις όπως ότι δεν είναι αρκετός ή ότι δεν κάνει καλό σεξ. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν ισχύει για τη φίλη, η οποία απλά θέλει λίγη ποικιλία και παραπάνω παιχνίδι στο σεξ. Πώς μπορεί να ανοίξει ξανά το κεφάλαιο “sex toys“, χωρίς να πυροδοτήσει αυτό τον καταιγισμό ανασφαλειών του παρτενέρ της;

      • Απαντάει η Ψυχολόγος (BSc), Σεξολόγος (MSc),Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια, Αντωνιάδου Σοφία:

Λοιπόν φίλη.. το θέμα δεν είναι ο δονητής, αλλά όσα ο δονητής «συμβολίζει» για τον σύντροφό σου. 

Για πολλές αρρενωπότητες που έχουν μεγαλώσει στην πατριαρχική αφήγηση του «ανδρισμού=επάρκεια», κάθε τρίτο σώμα, αντικείμενο ή πρόταση στο κρεβάτι, βιώνεται όχι σαν πρόσκληση στην απόλαυση, αλλά σαν απειλή – σαν ένα «δεν φτάνεις». Αυτό δεν είναι προσωπικό. Είναι κοινωνικό. Είναι στερεοτυπικό. Και είναι βαθιά ριζωμένο. 

Η κοινωνία εκπαιδεύει τους cis straight άντρες να κατανοούν το σεξ ως μια διεισδυτική επίδοση. Οτιδήποτε πάει πέρα από αυτό   – από μια ερωτική φαντασίωση μέχρι ένα sex toy  – μπορεί να βιωθεί ως «ανταγωνισμός». Γι’ αυτό και τα sex toys ενώ για πολλά άτομα (ειδικά στην queer σχεσιακότητα) είναι εργαλείο εξερεύνησης, ευχαρίστησης και παιχνιδιού, μέσα στο cis-ετεροκανονικό αφήγημα φαντάζει ως «υποκατάστατο».

Και στο σημείο αυτό βρίσκεται μια ακόμα παρανόηση: το κοινωνικό στερεότυπο και η καθαρά διεισδυτικοκεντρική προσέγγιση στο σεξ, λέει πως η queer σχεσιακότητα «χρειάζεται» τα sex toys, επειδή  – δήθεν  –  της λείπει  με πολλούς όρους «ο φαλλός». Και ένα σεξ από το οποίο «λείπει ο φαλλός», δεν είναι «κανονικό» σεξ. Μια φαλλοκεντρική αντίληψη της απόλαυσης που δεν είναι απλά περιοριστική και προβληματική, αλλά είναι παράλληλα τελείως λανθασμένη. 

Αν κάτι μας διδάσκει, ωστόσο, η queer σχεσιακότητα είναι πως το σεξ δεν αποτελεί αναπλήρωση, αλλά επινόηση. Δεν είναι κάτι «ελλιπές» που προσπαθεί να «μοιάσει» στο «κανονικό», αλλά κάτι πλούσιο, εφευρετικό και βαθιά συναινετικό, ακριβώς επειδή δε βασίζεται σε έτοιμα σενάρια. Η queer επιθυμία δεν έρχεται να υποκαταστήσει μια δεδομένη επιθυμία, αλλά να ανοίξει νέους δρόμους για την προσέγγιση της. 

Τα sex toys επομένως, δεν έρχονται να αναπληρώσουν τίποτα. Δεν «μπαίνουν» επειδή κάτι «λείπει». Έρχονται να διερευνήσουν, να περιπλέξουν και να προσθέσουν. 

Αυτό που μπορείς να του πεις λοιπόν, είναι κάτι πολύ απλό αλλά ριζικά απελευθερωτικό:

«Δεν φέρνω ένα αντικείμενο ανάμεσά μας επειδή μου λείπει κάτι  – αλλά επειδή μαζί σου νιώθω ασφαλής να φέρω και να μοιραστώ κομμάτια που με ευχαριστούν».

Και από εκεί η συζήτηση ελπίζουμε να πάει αλλού. Όχι στην «ανεπάρκεια» αλλά στην επιθυμία. Όχι στο «τι δεν κάνουμε καλά», αλλά στο τι άλλο μπορούμε να φανταστούμε και να δημιουργήσουμε μαζί. 

Η Bell Hooks έλεγε πως η αγάπη  –  και άρα ο ερωτισμός  –  είναι πράξη φροντίδας, επέκτασης και ελευθερία. Αν ανοίξεις τη συζήτηση, όχι για να τον καθησυχάσεις, αλλά για να τον συμπεριλάβεις, τότε δεν έχεις να εξηγήσεις τίποτα. Έχεις να δημιουργήσεις χώρο. Και αυτό είναι πάντα πιο ερωτικό από οποιοδήποτε sex toy (αν και μερικές φορές και τα δύο μαζί, είναι ακόμα καλύτερα).

  • Τι λέει γι’ αυτό, η nail artist μου, Ειρήνη: 

Εγώ θα έλεγα στη φίλη να ξεκινήσει πρώτα με ένα boost αυτοπεποίθησης. Του τύπου «τι ωραία που είναι και είχα πολύ καιρό να ανανεώσω το Νο1 στη λίστα μου και μετά ήρθες εσύ» και τέτοια. Και μετά από αυτό, ανοίγεις πιο εύκολα τη συζήτηση για τα sex toys. Δεν νομίζω ότι το να βγάλεις έναν δονητή κατευθείαν την ώρα του σεξ, μπορεί να λειτουργήσει σε όλους. Κάνεις πρώτα την κουβέντα, να υπάρχει ένα ανοιχτό πλαίσιο επικοινωνίας, να ξέρει και ο άλλος πού κινείται και μετά του μιλάς για λίγη ποικιλία.