Ποτέ μη κυνηγάς κάποιον που βάζει αποστάσεις
- 19 ΜΑΙ 2015
Κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας όπου είναι παρόντες και οι δυο, εκείνη παραπονέθηκε ”Αισθάνομαι ότι με αποφεύγει και προτιμά να παίζει με το κινητό του αντί να μιλάμε”. Και εκείνος σχολίασε αγανακτισμένα ”Θέλει συνέχεια να ασχολούμαι μαζί της! Έρχομαι πτώμα από τη δουλειά και έχω ανάγκη να χαλαρώσω… και ναι… αυτά τα χαζό-παιχνίδια τύπου Candy Crush ή FarmVille με χαλαρώνουν”.
Από την Μυρτώ Μπεχράκη, Ψυχολόγο – Ψυχοθεραπεύτρια
Είναι ξεκάθαρο ότι όταν εκείνη τον αναζητά όταν αισθάνεται παραμελημένη, εκείνος ασφυκτιά και απομακρύνεται. Και έτσι ξεκινά ο φαύλος κύκλος. Τι κρύβεται πίσω από αυτό το κυνηγητό; Και τι μπορούμε να κάνουμε για να μην μπαίνουμε σε αυτό το επαναλαμβανόμενο μοτίβο συμπεριφοράς;
Οι δυο πλευρές του νομίσματος
Το παραπάνω σενάριο εμφανίζεται αρκετά συχνά στη θεραπεία ζευγαριών μιας και οι δυο δυσφορούν σε αυτή τη κατάσταση. Συνήθως ο άντρας είναι εκείνος που ‘κατεβάζει ρολά’ και κλείνεται στον εαυτό του, όμως αυτό δεν είναι απόλυτο. Αν και φαινομενικά θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι μια κλασσική περίπτωση ‘γκρίνιας’, κοιτάζοντάς το λίγο πιο βαθιά θα δούμε ότι μπορεί να κρύβονται μεγάλες αλήθειες τόσο για εκείνη που κυνηγά, όσο και για εκείνον που απομακρύνεται.
Ξεκινώντας από εμάς, πολλές έχουμε υπάρξει πολύ δεμένες με τη μητέρα μας. Προσπαθώντας να αναπαράγουμε αυτή την ”κοντινότητα” ή ακόμα και συγχώνευση με το σύντροφό μας, βρίσκουμε αντιστάσεις από εκείνον. Με τη μητέρα μας έχουμε υπάρξει ”ένα” κατά τη διάρκεια της κύησης και μετά στην εφηβεία προσπαθήσαμε να διαφοροποιηθούμε από αυτή.
Όμως o αγαπημένος μας στην ιδέα της συγχώνευσης αντιδρά γιατί δεν θέλει να χάσει την ατομικότητά του.
Επίσης, ως γυναίκες έχουμε μάθει να συνδεόμαστε με τους γύρω μας δια της ομιλίας. Με τις φίλες μας για παράδειγμα μπορούμε να μιλάμε με τις ώρες. Να μοιραζόμαστε τις σκέψεις μας, τα συναισθήματα μας, τους φόβους ή τα όνειρά μας. Βυθιζόμαστε η μια στη ζωή της άλλης και αισθανόμαστε πολύ καλά με αυτό. Όταν όμως πάμε να κάνουμε το ίδιο με το σύντροφό μας δεν τα καταφέρνουμε διότι εκείνος για να έρθει κοντά χρειάζεται ένα μέσο, είτε αυτό θα είναι μια ασχολία, είτε η ερωτική επαφή. Επίσης, προκειμένου να πλησιάσουμε, ίσως γινόμαστε ιδιαίτερα εξυπηρετικές (ενδεχομένως όπως έκανε η μητέρα μας), κάτι το οποίο αν δεν εκτιμήσει ο αγαπημένος μας, καταλήγουμε να αισθανόμαστε αδικημένες και να θυμώνουμε.
Ο άντρας από την άλλη, όταν καταλαβαίνει ότι θέλουμε να ξεκινήσουμε συζήτηση μυρίζεται κίνδυνο. Αισθάνεται ότι θα υπάρξει εισβολή όπου θα κληθεί να ανοιχτεί ή να απαντήσει σε ερωτήσεις. Η αντίδρασή του είναι ακόμα πιο έντονη αν μιλάμε με διδακτικό τόνο. Τελείως ασυνείδητα ο νους του πηγαίνει χρόνια πίσω, γίνεται ξανά νεαρό αγόρι και εμφανίζεται μπροστά του η εικόνα των γονέων του, οι οποίοι πιθανότατα να ήταν παρεμβατικοί. Ίσως ανακαλεί τη μητέρα του για την οποία μπορεί να έχει αντιφατικά συναισθήματα, διότι από τη μια τον ενοχλούσε που παρενέβαινε στη ζωή του και από την άλλη αισθανόταν ότι αν της έβαζε όρια εκείνη θα τον απέρριπτε. Έτσι έμαθε ότι το να αφεθεί έχει κόστος και για να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία του, αντιστέκεται. Θέτει όρια και επιδιώκει την αυτονομία του.
Η αλλαγή θέσης
Ως ‘κυνηγοί’ είμαστε πιεστικές. Από την ανάγκη μας για συναισθηματική επαφή μαζί του και από το φόβο της απόρριψης, γινόμαστε επίμονες, αγχώδεις και προσεγγίζουμε άγαρμπα. Έτσι, ο σύντροφός μας φοβάται και απομακρύνεται ακόμα περισσότερο. Όμως όπως είπε ο οικογενειακός θεραπευτής Thomas Fogarty, δεν πρέπει ποτέ να κυνηγάμε τον αγαπημένο μας όταν βάζει αποστάσεις, διότι τότε η συναισθηματική μας κατάσταση εξαρτάται εξολοκλήρου από τη δική του αντίδραση.
Συνεπώς, είναι προτιμότερο να κάνουμε ό,τι μας ευχαριστεί (να βγούμε έξω με τις φίλες μας, να διαβάσουμε ένα βιβλίο, να ασχοληθούμε με το σπίτι μας) για να αισθανθούμε ότι ελέγχουμε περισσότερο τη ζωή μας.
Χρειάζεται χώρο και χρόνο. Kαι αν ανησυχούμε ότι θα χαθεί η επαφή μεταξύ μας, πρέπει να καθησυχάζουμε τον εαυτό μας ενθυμούμενες πως όταν δεν θα αισθάνεται απειλή και έχει την ανάγκη για εγγύτητα, θα πλησιάσει. Ίσως το κάνει με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που περιμένουμε. Για αυτό πρέπει οι ‘κεραίες’ της αντίληψής μας να είναι πάντα τεντωμένες.
Αντίστοιχη προσπάθεια όμως οφείλει να κάνει και εκείνος που βάζει αποστάσεις. Ακόμα και αν ‘βολεύεται’ πίσω από την απόσταση, στην ουσία στηρίζεται πολύ σε αυτή διότι έτσι καλύπτει τα δικά του παιδικά βιώματα. Έτσι όταν εμείς θα σταματήσουμε να τον κυνηγάμε είναι πάρα πολύ πιθανό να μην ξέρει πώς να αντιδράσει και να αισθανθεί μετέωρος. Ο δικός του ρόλος λοιπόν επικεντρώνεται στο να δημιουργεί ώριμες γέφυρες επικοινωνίας που θα εγκαθιδρύσουν την ενήλικη οικειότητα μεταξύ μας. Μπορεί να επιδιώξει την ερωτική επαφή, να κλείσει τραπέζι στο αγαπημένο μας εστιατόριο, να μας εκπλήξει με εισιτήρια για μια ταινία που θέλουμε να δούμε στο σινεμά ή απλά να μας προσφέρει ένα καφέ στο καναπέ.
Με άλλα λόγια, ο στόχος μας είναι να δουλέψει ο καθένας με τον εαυτό του τις όποιες πρώιμες εμπειρίες είχε με τους γονείς του και να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μια συντροφική σχέση με υγιή ποσοστά απόστασης και εγγύτητας.
Βιβλιογραφία
Napier. A (2008) To Zευγάρι: O εύθραυστος δεσμός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα